Παύλος Γρηγορίου-Sacramental Remorse
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΙ Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ, ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΙΑ ΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΡΑΦΑΝ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑΚΙΑ ΤΟΥΣ, ΚΙ ΗΡΘΑΝ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΠΑΠΑΔΕΣ ΚΙ ΑΝΟΙΞΑΝ ΚΙ ΕΝΑ ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΟΙΚΟ ΜΕ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΑΚΑΚΙΑ.
ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΑΚΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΩΣ ΠΑΠΑΔΕΣ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ ΤΙ ΠΟΝΟ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΔΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΚΛΥΣΕΙ ΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΥΤΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ.
Η HELLENIC POETRY ΤΟΥΣ ΑΦΙΕΡΩΝΕΙ ΑΥΤΗΝ ΤΗΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ.
Το 2012 δημοσιεύθηκε απ’ τις εκδόσεις Ακακία η ποιητική συλλογή του πατήρ Παύλου Γρηγορίου με τίτλο “Sacramental Remorse, Μικρές, Δογματικές και μη, Λογοτεχνικές Ασκήσεις” .
Γράφει ο πρεσβύτερος Παύλος:
Ταπεινά προσπάθησα να μαζέψω ένα μικρό, αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα από το έντονο μα συνάμα ερασιτεχνικό, λογοτεχνικό και ποιητικό μου παρελθόν, σε ένα βιβλίο.
Ποιήματα που γράφτηκαν στο λεωφορείο για το πανεπιστήμιο η σε στιγμές…
Όλα έχασαν τον δρόμο τους και παρέμειναν σε διάφορα συρτάρια, φακέλους στον υπολογιστή, διεσώθηκαν μετά από format και…
Γράφει στον πρόλογο ο πατήρ Σάββας Βασιλειάδης:
[…] Ο πατήρ Παύλος Γρηγορίου, επιχειρεί μια βουτιά με κρατημένη την ανάσα στα πιο θολά νερά της ανθρώπινης ύπαρξης. Βάζει στοίχημα με τον θάνατο πως θα του αρπάξει λίγη από την αίγλη και θα την φέρει στον κόσμο των θνητών. Θα βάψει την οργή και τον πόνο με χρώματα ήθους και ευλάβειας μα και ανθρώπινης αδυναμίας. […]
Γράφει ο πρεσβύτερος Παύλος στο ποίημα του: “Μετά την Υποταγή”:
Κι εκεί που έψαχνα το δολοφόνο
βρήκα το δεύτερο θύμα.
Το καλοκαίρι που ακόμη δεν ήρθε, μόλις έφυγε.
Μα γιατί ψάχνω να βρω μιαν αγάπη,
αφού ποτέ μου δεν με αγάπησα;
Τώρα τα σύννεφα μοιάζουν με βαμβάκι
που έρχεται να κλείσει τις πληγές του ουρανού.
Με το όπλο αυτό δε σκότωσε κανέναν.
Μόνο τον εαυτό του.
Κι έφταιγα εγώ που με υποστήριξες;
Κι ο χειμώνας θα πέσει βαρύς
όπως τα βήματα του νεκρού βρέφους
που γέννησες στη σκέψη σου,
τα φώτα ήταν χαμηλωμένα
κι εσύ χόρευες αγκαλιά με ένα πτώμα
στο ρυθμό ζωής-θανάτου.
Η μήπως μόνο θανάτου;
Μη σκοτώσετε αυτόν.
Σκοτώστε εμένα που τον άφησα να με σκοτώσει.
Τα μάτια μου ήταν κόκκινα;
Η το όραμα έσταζε αίμα;
Στην αρχή σε έβλεπα από ψηλά…
Τώρα σε βλέπω από κάτω!!! Ζω;
Και μεταποιεί ο Καραγκιόζης:
Πόσο βαρύ μπορεί να είναι ένα νεκρό βρέφος;
Έφταιγα μονάχα εγώ που επέτρεψα
στον εαυτό μου να με υποστηρίξει.
Αργά αλλά αποφασιστικά βημάτιζε ο χειμώνας
προς τα που να πήγαινε άραγες;
χόρευες θάλασσα αγκαλιά με τα βράχια.
Μη ξανασκοτώσετε τον Χριστό
αφήστε τον αναστημένο αυτοτιμωρημένο.
Γεννιόμαστε πλάσματα χαμηλωμένα,
ζω παρέα με τους υπόγειους ήλιους
από κάτω μου τα μάτια αυτορυθμίζονται.
Σε έβλεπα από ψηλά θάνατε
ανεβασμένος πάνω στους τάφους των αετών
το σύννεφο έσταζε αίμα.
Και οι σκέψεις με τι όπλα θα μας σκοτώσουν;
Τα γεννημένα άκαρπα οράματα
στην αρχή ήτανε κόκκινα
προχθές έδυσαν
τώρα χρωματίζουνε τα φώτα.
Μετά την υποταγή μου
στη μακροχρόνια αρρώστεια
αναπνέω μονάχα
κάθε δεύτερο καλοκαίρι.
Βλέπουμε τα σπίτια εκείνα
που μέσα τους
κρύψαμε τις πληγές μας
να γερνούνε.
Ο ουρανός αβασάνιστος
έρχεται να βοηθήσει
ψάχνω στα παράθυρα
να βρω το σκοτάδι.
Η αγάπη έπεσε θύμα
της σάρκας.
Άλλο ένα ποιηματάκι του Παύλου με τίτλο: “Ο Φύλακας του Σκότους”
Θεοί κατεβαίνουν από το όρος του θανάτου
με μαύρες στολές, κρατώντας χρυσό δοξάρι.
Χάνονται στο σκοτεινό δάσος.
Παντού παραμονεύουν σαρκοβόρα.
πρέπει να είναι αλήθεια* δεν ονειρεύομαι.
Μα δεν θα έρθουν από την πύλη.
Αφού ακουστούν οι απαλοί ήχοι του βιολιού,
μπροστά μας θα εμφανιστούν.
Καλώντας με στο σκοτάδι,
να υπηρετήσω το Θεό ενός τάφου,
αφού αδειάσω από τη μνήμη μου την καλή λογική,
με την εκδίκηση, να γίνω ο φύλακας του σκότους.
Και μεταποιεί ο Καραγκιόζης:
Χάνονται όσοι με περιμένουν
μα εγώ θα έρθω έτσι κι αλλιώς
ντυμένος σε μια μαύρη στολή
αφού υπηρετήσω πρώτα
την εκδίκηση της λογικής.
Όταν εμφανιστούν μπροστά μου οι Θεοί
τότε είναι που θα εκδικηθώ το σκοτάδι.
Παραμονεύουν στις ρίζες
οι μοίρες των δένδρων.
Κοιμάμαι υποταγμένος στα
σαρκοβόρα όνειρα μιας γυναίκας.
Μήπως δεν είναι αλήθεια πως
μες απ’ τη ψυχή του θανάτου
ακούγονται απαλοί ήχοι;
Ο ιδρωμένος μου έρωτας
στέκεται ολόρθος
αντίκρυ στη πύλη των πόθων.
Μονοπόδαροι κατεβαίνουμε απ’ το Άγιο Όρος
αγιασμένοι μνήμη
κρατώντας για μπαστούνι
ένα χρυσό δοξάρι.
Ο φύλακας του τάφου μου
νεκρός είναι κι αυτός.
Recent Comments