Navigation Menu+

Θανάσης Βενέτης 1936-2014

Posted on Feb 11, 2015 | 0 comments

 

Βιογραφία (ΣανΣημερα)

Ποιητής και λογοτεχνικός κριτικός.

Ο Θανάσης Βενέτης γεννήθηκε στο Δομοκό Φθιώτιδας το 1936 και μεγάλωσε στη Λαμία. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε ως τελωνειακός.

Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1976 με την ποιητική συλλογή «Με φτιαγμένα ζάρια». Ακολούθησαν οι ποιητικές συλλογές: «Παρίσταται» (1981), «Αραχναία νήματα» (1984), «Τα προσωπεία» (1985), «Κυρίως με φως» (1989), «Φωτεινός πίνακας» (1989), «Σύνεργα απατεώνος» (1993), «VOL 43%» (1994), «Ωσεί παρών» (1997), «Αναψηλάφηση μέλλοντος» (2001). Η ποιητική παραγωγή του συγκεντρώθηκε στη συλλογή «Τα προσφιλή, 1976-2001» (2003). Η τελευταία του ποιητική συλλογή «Στην ενέδρα του θαύματος» εκδόθηκε το 2008.

Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά: «Η λέξη», «Νέα Εστία», «Γράμματα και τέχνες», « Ελί-τροχος», «Εμβόλιμο», «Νέα Πορεία», «Πόρφυρας», «Περίπλους», «Αλεβεβάν», «Εξώπολις», «Πάροδος», «Φθιωτικά Γράμματα». Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε πολλές ανθολογίες κι έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά. Λογοτεχνικές κριτικές του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά: «Διαβάζω», «Μανδραγόρας», «Ελί-τροχος», «Εμβόλιμο», «Κασταλία», «Αιολίδα», «Φθιωτικά Γράμματα» και «Έρευνα».

Υπήρξε μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων», της «Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών» και της «Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά» και συνεργάτης του ηλεκτρονικού περιοδικού «Διαπολιτισμός».  Η ποιητική του συλλογή «Αραχναία Νήματα» τιμήθηκε το 1984 με το πρώτο βραβείο της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.

Ο Θανάσης Βενέτης έφυγε από τη ζωή στις 11 Ιανουαρίου του 2014, σε ηλικία 78 ετών.


 

Τον Δεκέμβρη του 2013 ο Μενέλαος Καρανάσος  έτυχε να γνωρίσει την κόρη του Θανάση Βενέτη (Όλγα Βενέτη)  στο βιβλιοπωλείο του Γαβριηλίδη στην Αθήνα. Η συνάντηση αυτή του δημιούργησε την περιέργεια να αγοράσει την ποιητική ανθολογία του Βενέτη (που ως τότε του ήταν άγνωστος) την οποία μετά έδωσε στον συνονώματο του τον Μενέλαο Καραγκιόζη ο οποίος με την σειρά του την μεταποίησε. Σχεδόν ένα μήνα απ’ την παραπάνω συνάντηση ο Βενέτης πέθανε.

Αφιερώνουμε λοιπόν αυτή την ιστοσελίδα καθώς και την μεταποίηση των ποιημάτων του απ’ τον Καραγκιόζη εις την μνήμη του ποιητή.

 


 

Απ’ την ποιητική του Ανθολογία “Τα προσφιλή” που δημοσιεύθηκε απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτη το 2003.

Απ’ τα “Αραχναία Νήματα” (1984), Σελίδα 56:

Ποτέ δε θα μάθεις το άλλο μου πρόσωπο, το άλλο μου όνομα
δε θ’ αγαπήσεις ποτέ τα χιόνια που αγάπησα.
Σε ξεγέλασαν οι αράχνες μου
οι πλάνητες και αλαζόνες στίχοι μου
σε παγίδεψαν
οι καθημερινές μελετημένες μου κινήσεις
οι άλλες μου εκδοχές.

Ελάχιστο μόριο στις τεράστιες συγκεντρώσεις
δε θα με δεις ποτέ, στα γήπεδα και στις πλατείες
να καίω τα μυστικά μου αλώνια.

Δε θα μάθεις ποτέ για τα φτωχά μου ζεϊμπέκικα
που χόρεψα ξενύχτης και μονάχος.

Σ’ έχω δει πολλές φορές να με κοιτάς
σα να περισσεύω στη ζωή σου.


Κι η μεταποίησή του απ’ τον Καραγκιόζη:

 

 

images

 

Καθημερινά οι πλανήτες ξεγελιούνται απ’ τον ήλιο.

Με κοιτά επίπονα ένα απ’ τα άλλα μου πρόσωπα.

Ελάχιστο μόριο ο αλαζόνας νους.

Χόρεψε αράχνη και ξενύχτησε

μονάχη

σ’ έχω δει πολλές φορές

να πεθαίνεις.

Όπως η θάλασσα

δεν θα αγαπήσει ποτέ

τα χιόνια της

καθρέφτη

σε ξεγέλασαν οι ματιές μου.

Μελετημένες οι κινήσεις των στίχων

παγίδεψαν την μοίρα.

Άλλες οι εκδοχές της ζωής και του θανάτου

η μήπως είναι ταυτόσημες;

Συγκεντρωθήκαν τεράστιες δυνάμεις

για να γραφτούνε τα φτωχά μου ποιήματα.

Δεν θα μάθω ποτέ πότε θα ξαναγεννηθώ.


Απ’ τα “Αναψηλάφηση Μέλλοντος” (2001)

Το ποίημα “Εκ βαθέων”,  Σελίδα 152:

Λάμπα θυέλλης είσαι στη ζωή μου

Ερειπωμένη μου

πόσα ναυάγια δίχως κύματα
ποια σώματα βασάνισες

ξέμεινα από όνειρα και τρέλα

σπασμένος σου καθρέφτης και φωνή
χωρίς ηχώ

σε σκοτεινά πηγάδια.

Απ’ τα “Αναψηλάφηση Μέλλοντος” (2001)

Το ποίημα “Αφάνεια”,  Σελίδες 147-148:

Χρόνια σκίζω τα ποιήματα που γράφω για τον πατέρα.

Τον καιρό της Κατοχής, η μάνα δεν πίστεψε

ποτέ ότι ήταν
νεκρός.

“Ο Κώστας θα γυρίσει”, έλεγε, κι από τα

μάτια της πηδούσανε δελφίνια.

Δικαιώθηκε, όπως τα ποτάμια που μαντεύουν

την άνοιξη,
όπως ο άνεμος ανακαλύπτει τη γλώσσα του.

Γύρισε- — και ξανάφυγε.

Το αποκάλυψε καθώς ξενυχτούσαμε τη σορό

συγγενή μας
ο τσαμπάσης Σωκράτης Ρομφαίας παραβιάζοντας

την υπόσχεση της μπέσας.
Λεπτομερώς αφηγήθηκε πως ο πατέρας, είκοσι

δύο χρόνια μετά την εξαφάνιση του, εμφανίστηκε

ως αποδημητικός Άγγελος ενώπιόν του

πήρε τις δέουσες πληροφορίες για τον καθένα μας
χωριστά

ράγισε για την αδικοσκοτωμένη μας Ελένη

μας είδε όλους σαν τον κλέφτη

χωρίς να πάρουμε είδηση

και ξανάφυγε

για τον Παράδεισο ή την Κόλασή του βουλιάζοντας

στα χιόνια μέσα του.

Από τα όρια της μοίρας μου πιο πέρα, στις

άβατες σκιές
ψάχνοντας κάτω από τις λέξεις για να βρω το

μυστικό τους νήμα.

Σκίζω συνέχεια τα ποιήματα που γράφω για τον

πατέρα.
Μαζεύω τα κομμάτια τους, τα καίω. Μεσ’ απ’

τις φλόγες βγαίνει ολοζώντανος.

Τα μάτια του σπίτι που βρήκε ο σεισμός

σακατεμένο
τα χείλη του από άχυρο ναυάγιο της φωτιάς.

Κάτι μου σφίγγει την καρδιά και η φωνή μου

χάνεται στου χρόνου το φαράγγι.


Κι η μεταποίησή του απ’ τον Καραγκιόζη:

(Αφιερωμένο στην Όλγα Βενέτη)

 

images

 

Τον καιρό της Κατοχής

παραβιάστηκε η άνοιξη.

Τα αδικοσκοτωμένα δελφίνια

στην σορό των ποταμών θάψαμε.

Γύρισε και ξανάφυγε

το πατρικό μου σπίτι

μαζί του κι ο πατέρας.

Ξενυχτούσαμε όπως οι άνεμοι.

Για τον καθένα μας χωριστά

κι από ένας θάνατος.

Σαν τον κλέφτη ποδοπατώ

τα άβατα χιόνια.

Χωρίς να πάρουμε είδηση

ήρθε και ξανάφυγε η δύση.

Βουλιάζουν τα πουλιά στο φαράγγι.

Χρόνια μετά την εξαφάνιση του εαυτού μου

ενώπιων του στάθηκα.

Κι όλα αυτά τα ποιήματα στο τέλος τα διαγράφω.

Οι σκιές της μοίρας μου

υπάρχουν στα περιθώρια

και πιο πέρα ακόμη.

Βγαίνει ολοζώντανος ο εαυτός

μες απ’ την κομματιασμένη σάρκα.

Ο σεισμός μας αποκάλυψε τους τάφους

και τα σακατεμένα μάτια των νεκρών.

Ναυάγια από φλόγες

οι φωτιές των κυμάτων.

Μαζεύω στίχους και τους

σφίγγω στην παλάμη.

Δεν με πίστεψε η φωνή μου

πως ήταν στα χείλη της

από κάτω

που κρύφτηκαν οι λέξεις.

 


 

 

Απ’ τα “Τα προσωπεία” (1985)

Το ποίημα “Διχασμός”,  Σελίδα 65:

 του Χριστόφορου

 

Σαν το σκυλί που το διώχνουν με πέτρες
κι αυτό ξαναγυρίζει στην ίδια πόρτα
εκδίδομαι με το άλλο μου πρόσωπο
με το άλλο μου όνομα.

(Η ποίηση πλέον, φίλε, γίνεται επικίνδυνη
ανάκριση εξουσίας
που από πριν γνωρίζει τα συμβάντα.)

Συνεχώς να ταξιδεύω αμφίρροπος
ακίνητος να εξοστρακίζομαι
να συνωμοτώ
πάνω σε πράματα απλά
γιατί έξω διαβάζω νεκρώσιμα
κι από μέσα δοξολογάω αρχιπέλαγα
σα να μου λείπει ένα χέρι ή ένα πόδι
κι από το πλήθος προσπαθώ να το κρύψω.

Δύσκολο να καταλάβετε τις αγέρωχες λεύκες
δυσκολότερο να βρείτε την έξοδο
σε άγνωστο δίλημμα.

 


 

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *