Navigation Menu+

Δ. Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ 1906-1994, ΙΙ

Posted on Apr 28, 2015 | 0 comments

Παρακάτω θα συνεχίσουμε (απ’ το Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, 1906-1994) να αναφέρουμε την μεταποίηση απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη ορισμένων ποιημάτων του Δ.Ι Αντωνίου απ’ το βιβλίο ‘Δ. Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ποιήματα’, Φιλολογική Επιμέλεια, Εύα Κωστοπούλου, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009:

Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ Σελ. 288-289

 

[…]

Έτσι σε τέτοιους λογαριασμούς που γίνεται πάντα,

σε αυτούς που η τυφλή τύχη μόνο κερδίζει

και αυτή ίδια είναι η μοίρα που εδώ χωρίζει:

“Δίνοντας ή παίρνοντας…

[…]

Το παιχνίδι ήταν αυτό που έφερε την καταστροφή

[…]

γι’ αυτόν που απόμεινε στο αταίριαστο της τύχης

και σωτηρία αποζήτησε νηστεύοντας τον κόσμο

στα πέλαγα ή πιό βαθειά σε μια γαλήνη τώρα

αν τον σκεφτείς ανέμελο σε μιαν ακρογιαλιά

γαληνεμένο κι ύστερα από όσα χάθηκαν να παίζει

με τα μαργαριτάρια ανάμνησης, τα δάκρια της

Κι αυτήν αφού κι η θάλασσα θυμάται τώρα κι ονειρεύεται

σε αργό σάλεμα κοιμισμένης βάρκας

Τα νερά φεύγουν σε λίγο ο καιρός θα μείνει-

λάσπη στην ακροθαλασσιά.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσο απόμερα

που περνούν

όσα χάθηκαν

ακόμη κι η απιστία της γέννησης

σε ελάχιστο καιρό γίνηκε θάνατος

αποχωρισμένης σάρκας

εδώ πλέον το άθροισμα

τόσων αιώνων αυτοελαττώνεται

λίγες μοίρες δίνοντας

ή παίρνοντας πίσω

μονάχα τον αφανισμό μιας ζωής

κερδίζεις ίσως τη διαφορά

ενός μηδενικού

από κάποιου άλλου

μηδενικού

αποζήτησες λίγη φωτιά

αφού πρώτα δοκίμασες

κρύο πολύ

και γεύτηκες

παγωμένα νερά

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

παιχνίδι τυφλών

που καταλήγει πάντα

στο ίδιο αποτέλεσμα

όνειρα αργογερμένα

προς τη λευτεριά

τόσων ύπνων

χάθηκαν σαν

μαργαριτάρια

πλάσματα με κλειστές ψυχές

ισόμοιρα

και τ’ άθροισμα τους

ούτε καν μια σωτηρία

Σάλεμα από θάλασσες

αφήνοντας πίσω

αυτούς που δεν δοκίμασαν ποτέ

να κολυμπήσουν

κι ένα ριψοκίνδυνο ψάρι

χαρίζει σ’ άλλους τη λευτεριά

ώσπου ο τυφλός γλάρος

μονάχα θα σταθεί τυχερός

αν πέσει στα ζυγά

η μοίρα

των απλήρωτων λογαριασμών του

αφήνεσαι τύχη λασπωμένη

ανάμεσα σε δυό δάκρυα

σάλεμα από αναμνήσεις

μιας κοιμισμένης

(στα πέλαγα)

ακροθαλασσιάς

και γαλήνη κάποιας βάρκας

πόσο άπιαστος ο κόσμος

όπως η έννοια της αρχής

ενός τέλους

θυμήσου πως

θα απομείνεις εκεί

μέσα στις λάσπες τάφων

αρχαίο κόκκαλο

ακόμη ψάχνουν να σε βρούν

οι ακρογιαλιές αν και νηστικές

δεν σου ταιριάζει η καταστροφή

και ποιές είναι αυτές

οι ανέμελες σκέψεις

μιας γνώσης ακατόρθωτης

βαθειά φυλακισμένος

χωρίστηκες αταίριαστος

απ’ όσα αγάπησες

μα τι απόμεινε γύρω σου;

κανά δυο φλόγες φωτιάς

τελειωμένης

ας μιλήσουμε όμως τώρα

για ανθρώπους

ναι εκείνους

με τις μικρές καρδιές

είναι όπως όταν

μακραίνει η ζωή

δίχως αποτελέσματα

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 273

 

Ποιά τάχα γιορτή να ξοδεύει ακόμα

τόσο ασυλλόγιστα το αίμα σα να ήταν κρασί

και να μη βλέπει καταφρονεμένους τους ανθούς

μαραμένα πρόσωπα κι ομορφιές

λόγια ξεπεσμένα

κουρελιασμένη του πάθους την πορφύρα

Ποιός έστησε το είδωλο

και τώρα η καρδιά του δεν βαστά να το κοιτάξει

κακόμοιρο στα αλύπητα μάτια της μέρας

Φίλτρα της νύχτας ξεθύμαναν

γέψη κραιπάλης το πρωί

ξυπνά με το βραχνά της νιότης

Στους ίδιους δρόμους γυρνάς

δεν υπάρχουν όλα τα σπίτια που έζησες

δεν υπάρχουν τα σπίτια όπως τα άφησες

όλα όμως χαμηλώουν που ανέβαινες

οι κήποι έρημοι χορταριασμένοι ανοίγουν

όλα που ξεχνούν το αίμα που σπατάλησε

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Ημεταποίησή   του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Οι ξεπεσμένες ομορφιές των ανθών

ας μην τις κοιτάξουμε τόσο ασυλλόγιστα

με τα καταφρονεμένα μας μάτια

κι αλύπητα πρόσωπα

βλέπουνε τάχας ένα

μαραμένο φως νύχτας

τόση κραιπάλη νιότης

πόσες γιορτές

έρημες τώρα και

χορταριασμένες

όλα τα πρωϊνά χαμηλώνουν

ας ξοδευτείς σαν κρασί

κουρελιασμένο αίμα ήλιων

σπίτια που έξω τους

δεν υπάρχουν δρόμοι

ενώ εσύ ανεβαίνεις εκείνες

τις σκάλες

διπλοί σταυροί

πάνω σε άστρα

κήποι πορφύρας

είδωλο πάθους

βλέπεις τώρα στολίδια

και μαύρες αυγές

φτερά που ξανακύλησαν στο αίμα

σβήσε καντήλι

σπατάλησες τόσο χάος, ξεθύμανες

κατευθύνεσαι προς ένα

σπαταλημένο ποτάμι

μουρμουρίζοντας λόγια αλήθειας

χαράζει χρυσή η ομορφιά

ήταν εκείνες οι μέρες βλέπεις

δειλά ξεχασμένες

και τόσα ψέματα

τρεμάμενα μες τους καθρέφτες

εικόνες θύμησης κουρελιασμένες

κι η βαναυσότητα μιας ανάμνησης

πάνω σε κοιμισμένο νερό

ανηφορίζεται πόδια λοιπόν

σας δείχνουν οι φλόγες

προς τα που.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 268

 

Την άνοιξη μεθυσμένα τα πουλιά με τα λουλούδια

ο κόσμος του χειμώνα έγυρε πια να κοιμηθεί

γιατί της καρδιάς του κόσμου, ξύπνησαν οι ρίζες

εκεί στον κήπο τώρα που σε ξαναβρήκα

[…]

κι η στέρνα των περασμένων εικόνα δίχως καθρέφτη

[…]

μόνο ματιά αετού φυλάει τα περασμένα

και δεν ήταν μοιρασιά ποτέ για σε του κόσμου

μα τον αδιάφορο μάρτυρα ουρανό που σε σκεπάζει

κ’ τις θάλασσες που νήστεψες τις αμαρτίες του κόσμου

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ξαναβρήκα ένα όνειρο παλιό και γκρεμισμένο

ενώ ο ουρανός του κόσμου

στεφανωμένος πια μυρσίνες/

ρίζες λουλουδιών

μπερδεύτηκαν στων πουλιών

τ΄αρθριτικά πόδια

δάφνες, άχυρα

και μεθυσμένες σκέψεις

όμως αδιάφορος όσο ποτέ

ο καθρέφτης

ενώ εσύ ακόμη στη μοναξιά

και το μίσος

αφημένος

άφρονο αίμα

έχουν οι γονείς

κι ας είναι φουσκωμένοι

σπέρμα κι αμαρτίες

στο χιονισμένο κήπο

εκεί που τόσο μοναχικά μαλλιά

δοξάστηκαν

ποιά νίκη λουλουδιών

και στέρνα άνοιξης

σκεπάζει τις θάλασσες

με μουσική;

ώσπου νυστέψανε οι πόλεμοι

κι έγειρε ο χειμώνας δίχως κεφάλι

ήσουν εσύ

ο διάδοχος του πόνου

όπως τα καταραμένα παλληκάρια

μάρτυρες γίνονται περασμένων κόσμων

παραλογισμένα αδέλφια

κούφιοι οι πρόγονοί σας

κι ο κομπασμός των ουρανών

με τα μεγάλα τους φτερά

μια καταστροφή ήτανε

μοιρασιά αετών.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 263

 

Αυτοί που είναι παράμερα, το ξέρουν δεν το ξέρουν αδιάφορο είναι

[…]

Κύριε ειρήνεψε με στην παράκληση μου τώρα

στην κορφή της ερημιάς

με το άγριο όρνεο να λυπηθεί το περιστέρι

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή   του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μια παράκληση περιστεριού

ο αποκεφαλισμός της νιότης

ας είναι λιγότερος λυπητερός

απ’ του γέροντα το δάκρυ

ψυχής αδιάφορης

οι πληγές ειρηνεμένες

στη κορφή εκεί παράμερα

μ’ όλη την ερημιά

δεν το ξέρεται όρνεα

όμως ο άγριος εαυτός μου

είναι κι αυτός εκεί

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 260

 

Το άγαλμα τούτο

ντύθηκε πόσες φορές;

με χρυσά φύλλα..

ο καιρός τα σάρωσε

βιαστικά στα πόδια σου

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Χρυσωμένος πόσες φορές

ήσουν

κι σ΄ άνθισε ο τρελόκαιρος

σάρωσες με τα πόδια σου

το χώμα

ίσως και να έφταιγαν

οι τάφοι τούτοι

ήτανε τότε που ακόμη ήσουν

φούντωμα στους ώμους

μια καμπάνα παράφορα ανέμελη

διψούσε για μέθη

τόσο πολύ ομορφιά

κρυμμένη μες τα κίτρινα φύλλα

σχεδόν εγκλωβισμένη

σαν χειμωνιάτικη βροχή

βιαστικά ντύθηκες άγαλμα

και σε ξελόγιασε η άνοιξη

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 259

 

[…]

και δεν θ’ άντεχε

τον εαυτό του σκεφτόταν

μικρό παιδί αφύλαχτο

σε ευτυχία που θα χανόταν

[…]

Εκεί στο σπίτι

τ’ ολόκληρο δικό τους

που δεν το ξέρουν άλλοι

κάθε φορά σαν τότε

το ξαναβρίσκει

κι ας είναι άδειο κουρσεμένο

από δικούς και ξένους.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Όσο αφύλαχτες

καρδιές κι αν είχαμε

θα ξαναβρεθούμε

στην ευτυχία που

καθώς την αγγίζαμε

χανόταν

μικρά παιδιά

απροφύλαχτα

δεν αντέχουν

τους γερασμένους μας

εαυτούς

κουρσεμένοι απ’ τις

σκέψεις και τα λόγια

ήμασταν

ανεβασμένοι σ’

άδειους ήλιους

γιατί φοβηθήκαμε

τόσο πολύ τη ποίηση;

όσο κι αν ανταλλάξαμε μοίρες

δεν σταματούσε ο παράδεισος

να μας τυραννά

κάθε φορά που γινόμασταν

ξένοι ο ένας προς τον άλλον

τώρα ήτανε δίκαιη η μοιρασιά

εσείς πήρατε ολόκληρους

κήπους χωρίς όμως

ούτε ένα άνθος

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

ενώ εμείς

βάραθρα τέχνης

(ίσως κι η άψυχη

ομορφιά των στίχων)

τόσο δίκαιη η μοιρασιά

ώστε όλοι ζήσαμε

όπως μας άξιζε

κι εσύ δεμένος

στον ουρανό

μαζί με τους χαρταετούς

δεν ξέχασες την αρχαία

σου γραφή.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 256-257

 

[…]

Χρήσιμο χρωστάει

στο άχρηστο την αρχή του,

μη το ξεχάσεις

όταν δεν λογαριάζεις

τον πόθο με το χόρτασμα

Έχει τα χέρια του δεμένα·

λες πια δε θα λυθούνε,

στα χείλη μόνο μουρμουρίζει

λόγια μιας κρήνης στερεμένης

για ένα τριαντάφυλλο από στάχτη

[…]

γι αυτό πιο ξένος έμεινες

στην ηχώ της φωνής σου-

[…]

Είναι όσα ξέρεις

αυτή η σιωπή γύρω σου

κι η κρατημένη

αναπνοή σου μαθαίνει

την ομορφιά να βλέπεις.

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Και πόσο ανυπόμονα

σκλάβωσες όλες

τις αλήθειες σου

σιωπής

αβάσταχτη η ομορφιά

κι άχρηστη

χόρτασμα αγέρα

χρωστάς στην βροχή

στερημένα από στάχτες σύννεφα

και στα χείλη τους πόθους

τριαντάφυλλα κρήνης

η ηχώ του μυαλού σου

ξένη δεν σε βοηθάει

έμεινες όπως ένα καλοκαίρι

κρεμασμένος απ΄ τη σιωπή

κι ήταν τότε που ρώτησες

ίσως όμως ποτέ δεν θα μάθεις

μηνύματα κρυμμένα γύρω σου

τώρα βλέπεις

πόσο άταχτη είναι η τύχη

πικρές αναπνοές κερασιού

και μια συγκρατημένη ομορφιά

ενώ εσύ μονολόγησες

τόσες αλήθειες

στην αρχή

φωνές γινήκανε

όσα ήξερες

κι ύστερα

αδιάφορα ποιήματα

μέθυσαν, μάδησαν

κάποια άντεξαν

στις νύχτες

ώσπου ήρθε η αστραπή

του πόνου και τα πήρε

φιλτραρισμένα σ’ άνθη

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 252-253

 

Εδώ ‘ναι πάλι· η θάλασσα κι οι δυσκολίες

σ’ αγέρα τοίχο πια τις χτίζει.

[…]

Τι αλήθεια;   Τι ψέμμα;

Ο καιρός θα τ’ άλλαζε,

το ένα στο άλλο μονάχα..

Ο καιρός κι ο χρόνος

που είναι ένας άλλος χώρος,

απεριόριστος, ακομμάτιαστος.

Ο κόσμος έτσι χωρίστηκε

γύρω σου

ποιό το κομμάτι που διάλεξες;

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Σωστά

βλέπεις κι ακούς

τη θάλασσα

καθώς σε λέει στεριά

οι ουρανοί το νερό

στενεύουν μπροστά σου

κι ο άλλος ο χώρος

ο μεταθανάτιος

στέκεται σαν να ΄χει

ζωντανά θεμέλια

πιο κομμάτι του

σ’ απαρτίζει;

Δεν κλείνεις μέσα σου

την ντροπή κι ας είναι

αλλουνού η απελπισία

ώσπου νικάς τους καιρούς

καταλαβαίνεις ότι αυτό

που είσαι είναι να γίνεσαι

πονεμένος

και το ζωντανό κορμί

μαθαίνει πως θα λειτουργεί

σαν θεός.

Ο χορός της γης

γιομάτος πικρά βήματα

ένας απεριόριστος κόσμος

πλαταίνει η αφορμή του

‘δεν πρέπει να ξαναγγενηθούμε’

μονάχα όταν καταλαβαίνεις

γιατί πεθαίνεις

νιώθεις χαρούμενος

καθώς πατάμε σε κορμιά θεών

τα λόγια μας γίνονται δύναμη

κι ο πόνος μεταφέρεται μ’ ασθενοφόρο

απ’ την εξαθλίωση στο έλεος μιας

φαρδιάς θάλασσας.

 Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

Ο δρόμος

εκεί που άρχισε

σκάβεις εσύ το τέλος του

ώσπου ομολόγησες

στα περιστέρια

όλες σου τις αναμνήσεις

βλέπω τώρα ξεκάθαρα

πως ότι ήταν δικό μου

ακόμη κι οι πληγές σας

ή εσύ μαχαίρι

που εκείνοι σε χρησιμοποίησαν

για να κόψουν το λαρύγγι του Χριστού

ο προικισμένος χρόνος

τα ‘στειλε όλα

οκνηρά λουλούδια

κομμάτια ουρανού άχτιστα

και μια αίσθηση απροσμέτρητου

ΟΛΑ στάλθηκαν

στο ευλογημένο ανύπαρχτο

της κάθε ζωής

περισσότερο ντοπιασμένος

απ’ όσους δεν καταλάβαιναν

παρά μονάχα τα ψέμματα

ήμουν

και λιγότερο ζωντανός

απ’ έναν σκλάβο.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 248-249

 

Της ταραχής οι μέρες, περνούν φωτιές

χαμηλωμένες πιά και θα ‘λεγες ο κόσμος

τούτος αδιάφορος σαν κρύες στάχτες

μόνο με την ανάμνηση

στη σκέψη απόμειναν…

[…]

Το πίστεψα· δεν ήταν η αλήθεια

με τον καιρό ξεχάστηκε, ξανάρθε,

δίχως ελάττωμα κανένα και νοστάλγησα

τα λάθη και το ψέμα από την αρχή

να ξαναγίνει ο δρόμος ο παλιός σαν πριν,

η ομορφιά της στο καιρό ανέγγιχτη.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


images-3

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 248-249

 

Της ταραχής οι μέρες, περνούν φωτιές

χαμηλωμένες πια και θα ‘λεγες ο κόσμος

τούτος αδιάφορος σαν κρύες στάχτες

μόνο με την ανάμνηση

στη σκέψη απόμειναν

[…]

Το πίστεψα· δεν ήταν αλήθεια

με τον καιρό ξεχάστηκε, ξανάρθε,

δίχως ελάτωμμα κανένα και νοστάλγησα

τα λάθη και το ψέμα από την αρχή

να ξαναγίνει ο δρόμος ο παλιός σαν πριν,

η ομορφιά της στο καιρό ανέγγιχτη.

[…]

Φώναξε με· ακόμα θα μίλαγα

σαν εσένα το άστρο

που απόψε να καίει μονάχο

κι υπάρχει οδηγός και σωτήρας

το παλιό καρδιοχτύπι

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Παλιός απόμεινα

όπως εκείνες οι στάχτες

απ’ τις αναμνήσεις

και τούτη η αδιάφορη σκέψη

που κάποτε τόσο πίστεψα σ’ αυτήν

χαμηλωμένη πια η ταραχή της

σαν πριν το ψέμμα

ξανάγινε ιδέα

πονηρά αξιολάτρευτη

νοστάλγησα την πρώτη φωτιά

η αρχή της ζωής αφάνισμα ήταν

ενώ οι πέτρες

δίχως ελάττωμα

κι όμως έκαναν

τόσα λάθη

θα μίλαγα όπως κάποια

γυναικεία μαλλιά

κι ίσως γινόταν κόμπος

το καρδιοχτύπι

άλλοτε πάλι χτενίζω

την ομορφιά των άστρων

ήμουν ο σωτήρας και σας μίλησα

γιατί είμαι εγώ τα μυστικά

δίχως χέρια ξοδεύτηκα

σε χάδια ανέγγιχτος

έχοντας τη δίψα του χρόνου

στα χείλη

άδειο φέρετρο

η ομορφιά των κοκκάλων

ήταν ένα ψέμα

ρίχνω στους τάφους

όχι χώμα

αλλά παιδικές ρίζες

πλανιέμαι ανάμεσα

σε παιδικούς φίλους

ξεχάστηκα κρατώντας

στα χέρια μου κάποια μοίρα

καίγονται οι φωνές ενός κόσμου

που ίσως διαρκέσει για πάντα

ο εξαγνισμός της επιβίωσης

μ’ έκανε ποιητή

ξανάγινα η ομορφιά

μιας καλοκαιριάτικης νύχτας

ό,τι ήμουν δηλαδή

πριν χειμωνιάσω

πίσω λοιπόν οπισθοδρόμηση

να κρυφτούμε κάτω απ’ τις πέτρες

όπως τότε που ‘μασταν φίδια

κι όσο κι αν ψάχναν οι θεοί

δεν μπορούσαν να μας βρουν.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 247

 

Ξεχνώ με την εικόνα το πέρασμα του χρόνου.

σε φώναζα δεν είταν άλλος,

διαμαντικά να σε στολίσω

ο ψάλτης μαύρος κύκνος

ο ανυπόμονος και ράθυμος γλυστρώντας

στην όχτη απέναντι σου

[…]

Φωνάζω και φτάνουν πουλιά μεθυσμένα της ανάμνησης

και σκορπούν τα χρώματα αφανίζοντας τη σκοτεινιά.

Το χέρι σου γράφει ολ’ αυτά γιατί θέλει

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ξεχνώ πως κάποτε η νύχτα

μ’ είχε αγκαλιάσει

δεν ήταν άλλος ο θεός κι εγώ

ο δίδυμος του

κάπως έτσι γέννησα

φως πολύ

κι ας ήταν κρύα

η μήτρα μου.

Στο προδωμένο όνειρο

ένα πέρασμα ο χρόνος

να με στολίσει κύκνο

μαύρες οι όχθες

κι ανυπόμονες

της απέναντής μου θάλασσας

ο ψάλτης των πόθων

σιωπηλός σαν φεγγάρι

κι ο έρωτας

γλιστρώντας έφερε

τόσες εικόνες και

μια μονάχα ελπίδα.

Φώναζα όπως ένα πουλί μεθυσμένο

νυχτιές οι φωλιές μου αετίσιες

χάραξε τα χρώματα

κι αφανίσου ήλιε

σκόρπισε αβασίλευτος

γι’ αυτό θέλησα

να γράψω

μες την σκοτεινιά

αφού μονάχα εγώ

απ’ όλους εσάς

είχα χέρι φωτεινό

όλα αυτά ήτανε

τα διαμαντικά μου

σίγουρος πλέον

πως ήμουν

ο αγαπημένος της αυγής.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 246

 

Με λόγια λύτρωσε με·

στην αίστηση από χρώματα ήχου

σε κύκλο αδιέξοδο

με την υπομονή άπαθης μουσικής

Τέρμα είναι η αρχή του

στον έλεγχο ή περιδίνηση

η μηχανή αμήχανη

η κλόνιση του άξονα

το φεγγαρόφως

στην ερημιά τοπίου τρικυμίας

τέρμα δεν είταν η αρχή σου

εκεί σε βρήκα να κοιμάσαι

στα πόδια σου

τιθασεμένα περασμένα

ονειρευόσουν..

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ένας άξονας η τρικυμία

κι η περιδίνηση στην ερημιά

μου χάρισε πόδια ατιθάσευτα

όλα εκείνα τα περασμένα όνειρα

απ’ ένα φεγγαρόφως

γινήκανε δικά μου χρώματα

ώσπου λυτρώθηκα

τόσοι ήχοι κι αδιέξοδα σιωπής

τοπίο δίχως αρχές και τέρμα

μια αίσθηση από λόγια

όχι όμως λέξεις χειροπιαστές

η κλονισμένη ποίηση αμήχανη

έχασε τον έλεγχο της μοίρας

κι εσύ υπομονή, κοιμήσου

‘η απάθεια του κύκλου’

μπορεί να θεωρηθεί

κι αυτή ένας στίχος

ασχημάτιστος ακόμη.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 245

 

Ευθάλια

Απόψε αν μιλούσα πικρή θα στάλαζα χάρη

στην ίδια γλυκειάν εποχή τους εκείνη·

Ο κήπος δεν έχει λουλούδια

μυρσίνες και δάφνες μονάχα.

Κ’ αν έλεγε ακόμη κ’ επίτηδες δεν ξεχνούσα

πως το περιβόλι ξανά δεν θ΄ανθίσει,

το βλέπεις: μαζί μας προσμένει ώ νύχτες του πόθου.

σε καίει μα δεν καίγεσαι πιά…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Σκύβω να σε προσκυνήσω κλεψύδρα

κι η χάρη σου φως

σταλαγματιά από μάτι

πικρό δάκρυ

όμως στη μέση

της σιωπής

περάσανε

στίχοι πολλοί

και το ξεφωνητό τους

κλείνοντας το θυμάμαι πως απόψε

ήσουν εσύ η ίδια επίτηδες

αμίλητη σαν θλίψη

στα πόδια ενός δένδρου

λικνίζεστε λουλούδια

θ’ ανθίσει πάλι

ο πόθος του θανάτου

εκεί που ξαποσταίνουνε

οι πόνοι σας πουλιά

μονάχα τα λουλούδια

κάποιας γλυκιάς εποχής

δεν ξεχνούσα

και δάφνες ποίησης

ακόμα τις βλέπεις

μαζί σου στιχουργέ προσμένω άγρυπνος

μια πύλη

στο περιβόλι των καιρών

μαράθηκαν οι ίσκιοι

απ’ τις τουλίπες

ενώ ό,τι απομένει

καίγεται κι ας είναι

οι φωτιές μπολιασμένες

με την παγωνιά μιας

φλόγας

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 244

 

Χαμένος ήταν ο καιρός σε θρασομάνημα της άνοιξης που ξαναβρήκε

με σαϊτιές ευωδιάς λουλουδιών στην καρδιά του

πονούσε

τη γλυκειά την αβάσταγη

αυτή τόσον καιρό

στα πέλαγα νηστεύοντας

πληγή του

[…]

Όταν μου ανοίξαν και βγήκα στον κήπο,

ύστερα από τόσα χρόνια, μπορώ

να τον περιγράψω έτσι τόσο ζωηρά

σαν τότε:

Δεν πίστευα κοιτάζοντας σε τόσο μαγική

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ευωδιαστές καρδιές γλυκιές

της άνοιξης; των λουλουδιών;

αβάσταχτος ήταν ο καιρός σας

κι εσύ πληγή πελάγους πονούσες

νηστεύοντας ψάρια

χαμένος σαν τότε

κοιτάζω το μέλλον

δεν πίστεψα σε σένα παρελθόν

ύστερα ο καιρός

και τόσα χρόνια ζωηρά

ανοίξαν τα μαγικά φτεράμαι η όψη τους εξαφανίστηκε

κοιτάζοντας με

θα σας περιγράψω τώρα πως

οι αγέρηδες

τους ανοίξαν τα παράθυρα

βγήκαν στο κήπο κι αυτοκτονήσανε

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 240-241

 

Των κοιμισμένων οι φωνές τη νύχτα

ξαφνιάσματα του νου του κάτω κόσμου

περνούν στο πεταλούδισμα σκιές

των καντηλιών

στ’ ανάδομα άνοιξης αρχαίας

και τους θυμάμαι το λαγήνι τούτο κρατώντας

δίψα στις πρώτες έγνοιες για ομορφιά του πάνω κόσμου

-κοιτάζω την παράσταση κι ακούω τα σείστρα

χορού κ’ τραγουδιού απ’ τις χορεύτρες

κ’ τις βραχνές φωνές του σάτυρου ανάμεσο τους

σε γαύριασμα και τσάκισμα ανάσας

μεσ’ στο λιβάνι της γιορτής τους.

Ανοίγω τον καιρό·

φωτιά τον ξανακαίει..

[…]

από παλιά ξύλα αξεδίψαστης ευωδιάς

του καιρού

το παλιό σαν άνοιξα σπίτι με πότισε

φίλτρα ανάμνησης

κι οι μέρες κόμποι

κι οι νύχτες λύση

ανοίγαν κ’ κλείναν

βλέφαρα πόθου γυναίκας

[…]

Ακούοντας άπληστα

θα ξαναμείνω τις φωνές

σαίτες από μεθυσμένο χέρι

σαν πουλιά που η έγνοια τους μοιράζεται

σε παιχνίδι δύναμης κ’ τύχης

[…]

πάλι φωνάζω να μ’ ακούσης

από στεριές και θάλασσες πέρα

εκεί που σταματά ο καιρός

[…]

Εγώ είδα πως άρχισε ο κόσμος..

Όταν μισόπικρη γιαυτό γλυκότερη

η ομορφιά του κόσμου

κατασταίνει

στον καιρό

σαν κρασί

την ανάμνηση της

[…]

Κι έμεινε σ’ άπιαστο βουητό

η σιωπή κι η νύχτα

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Κοιτάζοντας πως η άνοιξη

μοιράζει περασμένους καημούς

κι ένα γαύριασμα καιρού παλιό

γίνεται κόμπος

ανάμεσα στα λόγια

εκεί που σταματούν οι φωνές

πότισε με αφιλίωτες αναμνήσεις

για ν’ αρχίσει η παράσταση της δίψας

ανοίγω το αρχαίο ξάφνιασμα

των καντηλιών

ακούοντας τις βραχνές φωνές

στη πέρα θάλασσα

είναι κι αυτό μια λύση

μοιράζω στα πουλιά

ευωδιές από παλιά

φτερουγίσματα

Related image

ανάσες καιρού ξανακαίω

τόσοι πόθοι φιλτραρισμένοι

ανοιγοκλείνω τα παράθυρά τους

κάνω σινιάλο στη νύχτα

μιας αξημέρωτης γυναίκας

άπληστα ερωτευμένος

θα ξαναμείνω για λίγο

έγκλειστος στο πεταλούδισμα

κάποιας σκιάς

άρχισε ο κόσμος να πίνει κρασί

εγώ είδα την ομορφιά σου

βουητό σιωπής

ανάμνηση άπιαστης νύχτας

ακόμη και της γλυκύτερης άνοιξης

μισόπικρος ο καιρός

γι’ αυτό κι έμεινε

η παγωνιά δίχως βλέφαρα

ο σάτυρος με πότισε

αξεδίψαστη ομορφιά

χορεύουν οι έγνοιες

του τραγουδιού

σε στεριές ξενιτεμένες

λιβανίζω τον πάνω κόσμο

σταματά ο νους

και θυμάται νυχτερινές γιορτές

τσάκισμα τύχης

μοιραζόμαστε πάλι

τις λυπητερές μέρες

όπως οι χορεύτριες

για τα καλά κοιμισμένες

κρατώντας με δύναμη στα χέρια

τη νύχτα παίζουν ένα παιχνίδι:

‘οι σαίτες των ονείρων’

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 239

 

Ας πάψουν αυτά πια

που αφηνόσουν σε στιγμή μουσικής

κι ύστερα στο βάραθρο της φωνής σου

Τώρα πια δεν έχεις καιρό

μες’ στη μάχη,

μόνο η τρικυμιά αν σ’ αφήσει ανακωχή

στα ξάρτια ακούγοντας τον αγέρα σφυρίζοντας

μη-όχι πια παραλογιστικά περασμένα.

κατά την Όστρια δεν πηγαίνεις το καράβι

εκεί μακριά που γεννήθηκες

με τους προγόνους σου μόνο που μάχονταν

και στο ξέσπασμα της βροντής, μιας οβίδας

μόνο ν’ ακους τον αγέρα σφυρίζοντας

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Γεννήθηκες πάνω στα ξάρτια

κι ο καιρός σου

μάχοντας τις τρικυμίες

(αν και δεν είχες χρόνο

να θάψεις τους αγέρηδες)

ήσουν ξέσπασμα προγονικό

εκεί μακριά στα περασμένα

αφηνόσουν

σαν καράβι βροντής

παραλογιστικά μόνος

για λίγο ήταν ανακωχή

μα εσύ βρισκόσουν σε βάραθρα μάχης

κι άκουγες φωνές

από οβίδες

σφυρίζοντας προς την Όστρια

ο περίπατος σου χάνονταν

ας πάψουν πια οι τάφοι

να μας θυμίζουν άτυχες μουσικές

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 238

 

Εκείνη που μιλούσε στο φεγγάρι τις νύχτες, της ουράνιας θάλασσας

ονειρευόταν μουρμουρίζοντας ευχές κ’ ταξίματα που πιάναν

σαν τα μάγια

της ξωτικής της ύπαρξης έτσι που κι εγώ την ονειρεύτηκα κάπου

μακριά σ΄ένα νησί

λιγοθυμισμένη μέσα στη λιγοθυμισμένη πλάση μιας νύχτας τροπικής..

Στην Αττική όλ’ αυτά μου φέρνει σαν τη θυμάμαι

στην καρδιά της ζυγισμένης τούτης πλάσης, να ονειρεύεται ξένο

πλάσμα τούτης της γης

-μια καρδιά τόσον ανοικονόμητη κ΄διαφορετική από τη δική μου

που χάνω το μέτρο στέλνοντας περίπατο όλη τη φρόνηση

κι όλη τύχη του λογικού

γίνετ’ ατυχία αφού τόσο φτηνά σ’ όλα τα σχέδια και στην απόφαση μου

κ’ μια φλόγα σ΄άλλη φλόγα χάνεται…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μακρινό νησί

μας φέρνεις τις θαλασσινές ευχές

θυμάμαι εκείνα τα μάγια

πως μ’ έκαναν να ονειρευτώ

νυχτερινή ύπαρξη ήσουν

γιομάτη ξωτικά η καρδιά σου

πλάσματα της γης

μουρμουρίζουν

κι είναι ψεύτικες

οι αποφάσεις τους

ποιός μου ‘ταξε

όλα αυτά τα σχέδια;

τύχη όσο κι αν σε ζυγίζω

χάνεσαι

όπως μια λιγοθυμισμένη φλόγα

οι τροπικοί περίπατοι

που ‘κανες

με τόση φρόνηση

αν κι οι κήποι τους

ήτανε ανοικονόμητοι

σου τάξανε φτηνά φεγγάρια

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 236

 

Φίλε σε ποιόν να μιλήσεις;

Σε ποιόν που όλοι λογαριάζουνε και δεν τολμούνε

μήτε στη σκέψη τους να δούνε το 1937 τον Παρθενώνα,

καινούργιο; Πουν’ οι χιλιάδες χρόνια από τότε;

Πουν’ η οικειότητα του χρόνου που μας βοηθάει να ζούμε;

Όλ’ αυτά τα ήξερες αφίξεις του φύλακα του θεάτρου του Διονύσου

με το στρατιωτικό χαιρετισμό και τα μισά λόγια

αν καθάρισαν γιαν σοβάτισαν τη μετόπη;

-τη μετόπη που μας ράγισε τη ματιά καθώς κοιτούσαμε

τις φραγκοσυκιές.

Εδώ δεν έχει πια «ιερέα Δονύσου» μήτε τιμητές, μήτε κομμάτια

που συντηρούμε τον εαυτό μας σ’ όλα τούτα τα χλοϊσμένα

συντρίμα..

-Ακούω το Σοφοκλή να φωνάζει,

ακούω τον Αισχύλο για το πέλαγο από δωπου βλέπεις…

και μια φωνή κλεισμένη μόνο μέσα στον εαυτό μας:

η θάλασσα πίσω από τούτα τα βουνά!…

[…]

Μάρκε Αντωνίνε, αποτυχία ο τίτλος των στοχασμών σου!

Σ’ εμάς ταίριαζε, σ΄εμάς που ψάχναμε δίχως να βρίσκουμε,

που ότι έχουμε δεν τόχουμε, που όλο συζήτηση και καφενείο

και βαρύ γλυκό και έναν πολλά.. κι έναν…ναι και όχι, ώ τέτια!…

και χίλιες φημερίδες και χίλια προγράμματα για να γεννήσεις…

Μα με ολ’ αυτά άδεια μένουν τα σπήλια στο Βράχο

Οι Ερινύες ψόφησαν οι Ευμενίδες φτασιδωμένες ξέπεσαν

στην Ομόνοια.

Πέθανε για τα χείλη και τ΄αυτιά μας ο Αισχύλος!

Ένα νεορωμέϊκο κέντρο όλο κλάψες ταγκό, εκεί που γελούσε

Του Σοφοκλή τ΄αηδόνι.

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Παρθενώνας εδώ και χιλιάδες χρόνια

οικεία γερασμένος

ένας περίπατος η σκέψη του ανθρώπου

ραγισμένε φίλε

καθώς σε κοιτούσαμε

μετατοπίστηκε η ψυχή σου

φύλακας ήσουν

με σοβατισμένη φωνή

συντήρησες θέατρα και συντρίμμια

κι εμείς όμως

οι άλλοι σου εαυτοί

κλεισμένοι στα βουνά και τις θάλασσες

σε βοηθήσαμε να ζήσεις

χλοϊσμένος

ο Αισχύλος

ανοιγοκλείνει το στόμα

σε ποιόν να μιλήσεις

καημένε κι εσύ Αρχαίε;

τώρα που όλοι λογαριάζουν

στο καινούργιο

από δω βλέπεις

κάποιο πέλαγος ν’ απομακρύνεται

πίσω από τόσα κύματα

κι ακόμη περισσότερους

στοχασμούς

η αποτυχία

ποτέ δεν μας ταίριαξε

ακούω τις φραγκοσυκιές

καθώς συζητάνε

ψάχνουμε μες τα λόγια

για ένα νόημα βαρύ

πολλά ναι κι όχι

ας γεννήσεις μονάχος εσύ

έναν βράχο

χιλιάδες ερινύες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 234-235

 

Τους ανώφελους

λογαριασμούς μπορούσε

να τους γυρίσει

ανάποδα, πιστεύοντας

πως είναι αυτή η καλή τους

Το παιχνίδι όλα

τα αλλάζει από τραγικά

σε ανώφελα που δακρύζουν

τα ανυποψίαστα μάτια.

[…]

Είναι το αίνιγνα

έκφραση δίχως στίξη

μα που εσύ ξέρεις

να διαβάζεις ή που ακούς

τρελά φρόνιμα λόγια.

Η στίξη αλλάζει

καλή με ανάποδη έννοια

γι αυτό να παίζεις

με αρχή σε τέλος

σαν πουθενά να βγαίνει.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Με ανυποψίαστα χέρια

παίζεις τον ποιητή

ζυγίζοντας προσεχτικά τις λέξεις

αφού είναι αίνιγμα

τα όσα ξέρεις

κι οι λογαριασμοί της

γνώσης απλήρωτοι

ανάποδα τώρα φόρεσες

δυό μάτια

πιστεύοντας στο φως

γέρνεις και πουθενά

ο τάφος

αφού είχες βυθιστεί σε μια

τόσο παλιά θάλασσα

που ούτε κι εσύ δεν ήξερες

πότε γεννήθηκε η αγάπη

πόσο φρόνιμα βγαίνεις

από χώμα γόνιμο

κι ας ήσουν ριζωμένος

σ’ ένα τέλος

κι ότι καλό βρήκες

άφησε πίσω του

πίκρες

γιατί τούτη ήταν η ζωή σου

και με κάθε φωτογραφία

ή ανάμνηση

ξανακοιτάζεις την άγνοια

κατάματα

άνθρωποι με καινούργιες καρδιές

ξανακοιτάζουν απ’ την αρχή

τα τραγικά σου χρόνια

πιστεύοντας πως κάτι άφησες πίσω

έστω κι ένα ίχνος πίκρας

όταν πια φύγουν

κι αυτοί

τότε πιο παιχνίδι θα σε

κρατήσει απασχολημένο;

όχι βέβαια αυτό

της ζωής

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 233

 

[…]

Το πανηγύρι

τέλειωσε ασυλλόγιστα

και θλιβερό έτσι

που σκέφτεσαι με κρύο πια

μάτι τη ξεβαμμένη γιορτή

Μόνο αηδία

σου φέρνει να θυμάσαι

ξεφτιασίδωτη

πια και φουσκωμένη γιορτή

δίχως τα μάγια εκείνα

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Χωρισμένος σε γέννηση

και θάνατο

σκέφτεσαι πως δεν

φτάνει μονάχα η

ανώφελη ύπαρξη

αλλά και μια ανώφελα

καλή μοίρα

ίσως  η κωμικότητα

του αιώνιου νου

ώστε θα εξαγνιστεί

ο ένας και μοναδικός θεός

να δακρύζει

μα η ίδια πάντα

κλωστή της Αριάδνης

σ’ αλυσοδένει

γιορτή του αγέρα

της νιότης οι έγνοιες

ασυλλόγιστες

και του θανάτου η σκιά

θλιβερή μα κρύα

μέχρι κι εσύ ποίηση

ξεφτιασίδωτη

καταντήσανε αηδία

τα λόγια σου

είσαι διψασμένη για φωνές

αναποδογύρισες το καιρό

μιας φουσκωμένης θάλασσας

κι εκείνα τώρα όσα θυμάσαι

δεν ήταν παρά μάγια σιωπηλά

τρέχοντας ανάμεσα από

κύματα σταματάς στην

ξεβαμμένη αρχή κι εσύ μαζί

γίνεσαι τέλος

πανηγύρι ενός καιρού δίχως ώρες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 227

 

Διπλή σιωπή υπάρχεις

στα βλέφαρα η θύμηση που δεν άνοιξες:

έκπληξης άνθος, αντικρύ μας

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Αντικρύ μας τα βλέφαρα

κι η θύμηση απ’ ένα

βλέμμα άνθος.

Η έκπληξη πως ακόμη

και το όνειρο στάζει λίγη θλίψη.

Μοναχή υπάρχεις αδελφή

μέσα στους πόνους

διπλή ήταν η σιωπή σου

όταν είπες:

‘ζωή κλαίω’

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 224-225

 

Φίλε κι όλο από μακρύτερα ας γράφω

Σήμερα μια μέρα που όλα γύρω μου στενάζουν

σε μια γωνιάν απίθανη της Βραζιλίας

η νοσταλγία σιγά σιγά μερεύει

κάτω απ’ τις μανόλιες τώρα, θυμάμαι

τις λεύκες τις αισταντικές της πατρίδας

τα κυπαρίσσια κ’ τα πεύκα της πατρίδας.

 Σε στίχους πάλι θα γραφτεί τ’ ωραίο ψέμα απόψε

σ’ αχάτη θάλασσα τ’ αστέρια ναυαγούν

νυμφαίες άσπρες σε θαμπό ταξίδεμα της νύχτας.

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Η πατρίδα με τα τόσα πεύκα της

σε μια απίθανη γωνιά νοσταλγική

σήμερα στενάζει

ας μερέψουν λεύκες και κυπαρίσσια

θυμάμαι τώρα τους στίχους εκείνους

πόσο ωραία γράφτηκαν

κάτω απ’ τις μανόλιες

μια μέρα που όλα γύρω μου

ήταν θάλασσα

σήμερα φίλε

δεν γράφω

απλό ταξίδεμα της σκέψης

κι ο νους ναυαγισμένος

σε νύχτες

φτιαγμένες από άσπρο ψέμα

σιγά σιγά θαμπώνουνε τ’ αστέρια

όλο και μακρύτερα

μ’ αποχαιρετούν οι νυμφαίες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 221-223

 

Αμφιβολία πάλι σ’ όλα

τριμμένη πίστη στον καημό του ωραίου

μαλλιά π’ αγάπησα μ’ αναλαμπές

[…]

Νάχεις ένα τέτιο καθρέφτη κι ένα τέτιο πλαίσιο

και να βλέπω μέσα τους, όλα τα πράματα καλύτερα

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Καθρέφτης που μέσα του

τ’ άνθη πλαισιώνονται

σαν μια αχόρταγη αίσθηση

θάχεις να βλέπεις

στο σκόταδι

όπως μέσα σε τυφλά μάτια

όλα τα πράματα καλύτερα

ένα βλέμμα γιομάτο αμφιβολία

λύγισες το φως

αναλαμπές του ωραίου

ο καημός μαλλιών παλιών

τριμμένης αγάπης η πίστη

πάλι χλωμός ο γυρισμός της

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 218

 

[…]

την ώρα που θεά ο ίσκιος σου γελάει

για να γευτεί τη μνήμη του ανθρώπου

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ο ίσκιος μιας βαρκούλας

γελάει

την ώρα που θα γευτεί η μνήμη

λίγη συννεφένια νύχτα

και τα ξανθά μαλλιά των αστεριών

πως αγκαλιάζω τους θεούς

εφόσν ντύνονται μάραθα ευωδερά

οι ύπνοι

χυμένος σάρκα άνθρωπε ονειρεύεσαι

δυό ίσκιοι λιγοθυμούνε

η νύστα των μαλλιών σου

απλώνεται μελένια γυναίκα

ρόδινος

ο κόρφος ενός λιμανιού

ξέρω πως εκεί είναι

και μερικές στιγμές

ήσυχης καρδιάς νυχτώσανε

στο βράδι της πικροδάφνης

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 213

 

Ευαισθησία! Λογαριάζεις κι αφήνεσαι, ο τρόπος.

κερδίζει αυτό που λεν ζωή το δίχως άλλο-

να φαίνεται πως δεν σε βασανίζει

το χέρι περισσότερο που δίνει παρά πέρνει,

[…]

Ο Ίαμβιλος ήταν ένα χλωμό παιδί στα δεκάξι του χρόνια

παιδεύονταν με τις ευαισθησίες των λουλουδιών

κι η χλωμάδα του από μιαν αυγή δανεισμένη.

Ποτέ δεν κέρδισε τη στιγμή που ανοίγει το λουλούδι

με όλες τις αγρύπνιες και τις προσπάθειες του.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Καθώς μαθαίνεις να ζεις

αφήνεσαι βραδιασμένος υποσχέσεις

ειρωνικά λοιπόν

το πρώτο ξύπνημα της νύχτας

σου φαίνετα γνώριμο

τώρα στερημένος τόσους

καημούς ο έρωτάς σου

ονειρεύτηκε το γέλιο

της μέλισσας

εδώ και δεκάξι χρόνια

ετοιμασμένος για τη νύχτα

σ’ ένα οποιαδήποτε ακρογιάλι που δε σε ξέρει

αφήνεσαι να γράψεις

ίσως ο απλός σου τρόπος

ελπίζεις πως θα κερδίσει

τις ευαισθησίες των λουλουδιών

δανεισμένες κι αυτές από

κάμποσες άγρυπνες προσπάθειες

έστω κι ατίμητη μια γλώσσα

βαθιά φυλαγμένη στη θήκη της μνήμης

κερδίζεις επίσης κάτι

όμως

δεν παίρνεις βέβαια τίποτα

βασανισμένος όπως ένα χλωμό παιδί

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

περισσότερο το χέρι είναι που εργάζεται

παρά η ψυχή

πέρασαν τριάντα χρόνια ακόμη

ώσπου ομολόγησες πως κάτι σε βαραίνει

ίσως να ήταν οι βελούδινες ώρες

μιας χαμένης εποχής

σταγόνα γέλιου

κι η σιωπή βαραίνει τους κήπους

εκεί που ο Ίαμβιλος

λυγίζει όπως τα λουλούδια

ειρωνικά ποζάρει μες τους τάφους

για μια τελευταία φωτογραφία

πονηρή η χλωμάδα στα χείλη σου

να σβήσουν τόσοι καημοί

ζωή άνθησης ήσουν

μα ξαναγυρίζεις στην βρύση

λόγια και δροσερές αισθήσεις

μετράμε τις λέξεις

εφόσον παιδευόμαστε

δίχως άλλο νόημα

μουρμούρισμα

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 210-211

 

Συνήθισε πια

γι΄αυτό παραδέχτηκε

όσα ανίερα η αγνή τότε

ψυχή του βδελυσσόταν

τώρα να τον ξεγράψεις

Κοινοτυπίες,

λέμε, αλήθειες τριμένες

κι έτσι εξοφλούμε

τις φοβερές κακοτυχίες

με αδιάφορα έτσι λόγια

[…]

Σε έναν αδιάφορο

όσο κι αν του φώναξε

που αυτός αδιάφορος

ξένος κι εχθρός περνούσε

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Όσο ανιερά κι αν σβήσουμε

συνηθίσαμε πια

και βέβαια τα δικά σου χέρια

ήτανε αταίριαστα, σχεδόν ξένα

αλλά δεν πειράζει

πάντα μαζί θα γράφουμε

δεν εξοφλήσαμε ούτε μια αλήθεια

παραδέχτηκες όμως πως

εκείνα τα φοβερά ευαίσθητα λόγια

που κάποτε ξεστομήσαμε

θα μείνουν στην ιστορία

ως η αρχή μιας ψυχρής ποίησης

όσα κι αν ακούει ο καιρός μας

πάντα θα αισθάνεται ξεπερασμένος

πόσο ταιριάζουν οι κακοτυχίες

με τη ψυχή μας

ο εχθρός ξημερώνει

τα πιο επικίνδυνα λόγια:

ΚΟΙΝΟΤΥΠΙΕΣ

Μα εσύ περνούσες όπως η ηχώ

μαυροντυμένος

ήσουν αφανισμένος θάνατους

κυπαρισσιού κι έκλαιγες

στέκεις νικημένος και ρωτάς τους νικητές:

σε πόσο καιρό ο μαύρος κύκνος

θα ‘χει ξαναγράψει τα λόγια σας;

θυμάσαι πόσο αδιάφορη

ήταν εκείνη η νύχτα

που μέσα της οι φωνές

κυνηγούσαν τη σιωπή

και μια αγνότητα συνηθισμένη πια

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 202-203

 

Μην ξεχνάς, Γράφε!

Πηγαίναμε στην Κρήτη,

[…]

Πέτρινη πλώρη!

προσμένω καπετάνιο να ταξιδέψεις.

Στην ξενητειά σου

Λίγη οδός Σταδίου

Κι άνθη το βράδι.

[…]

Εκείνοι σώπασαν και πια δεν είναι

μονάχα καμμιά φορά οι πρόγονοι τους

κανένα λησμονημένο όνομα τους βρίσκεις

σε λόγια ή στις σελίδες ενός βιβλίου..

[…]

άδικος κόπος·

να κατεβάσεις τ’ άστρα

στα δυό σου χέρια.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Βήρα καπετάνιε της Κρήτης

όμως μην ξεχνάς

πως κάποτε όλοι οι

φίλοι σου δύουνε

και σκορπάνε λησμονημένοι

να ταξιδέψεις μέσα σε μια βάρκα

είναι κι αυτό ένα είδος μοίρας

στη ξενιτιά βραδιάζει στους κάβους

όπως εσένα σε προσμένει

ο πέτρινος καπετάνιος

βήρα λοιπόν τα κύματα

και γράφε σαν να ‘σουν ένα

αδιάφορο άγαλμα

στην οδό Σταδίου

η θάλασσα μονάχα τη νύχτα ζει

καθώς ξημερώνει

γίνεται εμπόδιο στις στεριές

πηγαίναμε μονάχοι

βαστάγαμε στο χέρι

λίγα άνθη Αμερικάνικα

όλη νύχτα έγραφα

παράλογα βασανισμένος

οι μέρες εκείνες

λες κι ήταν αθάνατες

συμπεριφέρονταν

οι νεκροί χαμογελούσαν

αφού εγώ πολεμούσα

το αιώνιο νόημα

φορώντας μια περικεφαλαία

περισπωμένης

τόσο λίγο σοφός

που δεν θα βρείς

στις σελίδες των βιβλίων

παρά ελάχιστες λέξεις μου

πόσο άδικος κόπος ήταν η Κύπρος

μην πιστεύεις στα τραγούδια

των θριάμβων

ο άπιστος εκείνος ήλιος

μου ‘δωσε τον λόγο

μα εγώ αν κι δεν ήξερα

πολλά γράμματα

φλογισμένος ήμουν ποίηση,

φως προγονικό

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 180-181

 

[…]

Στο παράκαιρο

κρυμένο μιας άνοιξης

το πικρό νόημα.

[…]

Πόσο αδιάφορος

που είδε ανθό κερασιάς

και δε δάκρυσε

τυφλό παιδί, το άκουγε

μητέρας παραμύθι.

[…]

Να μην ξεραθεί,

η γέρικη κερασιά δες,

πως ξανάνθισε.

Ήταν για στερνή φορά

ξεράθηκε ανθισμένη.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πικρό χιόνι και παράκαιρο

ενώ η σημερινή άνοιξη δεν έχει νόημα

πόσο ρόδινο ξεράθηκε

ώσπου η ομορφιά ζαλισμένη

να χαθεί κι η ευλογία μιας κερασιάς

κρυμμένη στο φούντωμα

κάμποσο κάρπισμα χρειάστηκε

για ένα δάκρυ που θ’ ανθίσει

και το τυφλό παιδί

σπατάλησε σκοτάδι

μητέρα άκουσες

τι είπανε οι θεοί;

έχει παραλλαγές πολλές

ο θάνατος κι η

γέννα μου ήταν

παραμύθι

για στερνή φορά ξεχάστηκες

ανοίγοντας τα μάτια μήπως

σε ρώτησαν: ήσουν φως;

μα δεν θυμάσαι

αυτό ήταν ένα θέμα

πόσον καιρό ο γέρικος καρπός

σπατάλησε, ξανάνθισε;

όχι βέβαια

ας μην ξεκινήσει λοιπόν

η κερασιά άλλο ταξίδι

αδιάφορος κι απρόσεχτος

ο μαραμένος κήπος

ώσπου ξεράθηκε η ζωή

ενώ εσύ απόμεινες

ανάμνηση δίχως ούτε ένα φύλλο

κι οι άσβηστες αλήθειες

δεν σου ‘δωσαν παρά μονάχα

εκείνο το ψέμα ομορφιάς

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 160

 

[…]

και στην εικόνα αυτή που φέρνω τώρα

δουλεύτρες μέλισσες βουίζουν

αγουροξυπνημένες άνοιξη να θέλουν

προχωρημένης εποχής να μοιάσει.

Μα ένα τζιτζίκι δεν ξυπνά, το αποζητώ-

στο μίλημα του γλώσσα κι ήχος που μιλούσες

στα πέλαγα μελίπικρη σου έγνοια ταξιδιού

το ίσο να κρατά εκεί μαζί σου.

Αυτό που βλέπεις δεν ήταν χιόνι,

δίχως την λάσπη

–το άσπιλο σύμβολο της μοναξιάς σου

κι αν είταν το πρώτο,

θα ‘ταν το πέρασμα των ανθρώπων

τα δυό μαζί που ανακατεύει.

[…]

Στην ομίχλη του κόσμου

σε λιμάνια και σε βασανισμένες ζωές ναυτικών,

φωνές συρτές του χωρισμού

και μοναξιάς στα μουράγια

θα παραστέκουν τις εικόνες,

αυτές όταν μιλούσε,

σε πειραχτική ανάμεσα γλώσσα

κρύβοντας το παιδί που τρόμαξε τον κόσμο

αυτός που έγινε πικρό-γλυκό ανάμνησης του…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Αγουροξυπνημένες οι μέλισσες

δουλεύτρες του βουητού

με νυσταγμένη φωνή μας προϋπαντήσανε

αυτό που βλέπεις

ένα κομμάτι ομίχλης

κι εσύ τ’ ονόμασες

αλήθεια

ο κόσμος γέμισε βασανισμένες ζωές

τόσο που κρύβονται στα λιμάνια οι θάλασσες

κι η γλώσσα των ναυτικών

φτιάχτηκε από έγνοιες γλυκιές

πικρού ταξιδιού

μες τη μοναξιά και τις λάσπες

ανακατευτήκαμε σαν χιόνι ψυχής

ποιό να ‘ταν άραγες το σύμβολό μας;

μια κάλπικια εποχή η κούφια γη

καθώς θαφτήκαμε σ’ άσπιλο χώμα

πειραχτικοί ήχοι τζιτζικιών

τρομαγμένα πελάγη

συρτές αναμνήσεις

μιας άλλοτε ανθισμένης εποχής

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 159

 

[…]

Κι αυτό το δένδρο-

για να σωθώ,

ειν΄ ο καιρός στο χρόνο που έζησε.

Σαίτα του έρωτα!

πάλι στο χέρι μου,

για φτερουγίσματα πουλιών

και καρδιοχτύπια

στις αστραπές των λουλουδιών

γύρω στο σώμα της παλιάς αγάπης.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 5th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Αψηφώντας τα χρώματα

μαύρες οι καρδιές στον ίδιο πάντα

απαγορευμένο στόχο της

αγάπης σημαδεύουν

που πήγαν μεσημεριάτικα

εκεί ψηλά οι τόσες όψεις

του ήλιου σκοτεινιάζοντας;

πλάι πάλι στο χέρι

φτερούγισμα πουλιού

μελάνι αδάκρυτο

και καρδιοχτύπια στίχων

θα ξαναβρείτε άραγες παιδιά

την αρχή της χαμένης σας ζωής;

είταν ένα μάθημα προκλητικό

ο αφανισμός του κόσμου

και πόσες γλώσσες χαμένες

γιατί τότες παραξενεύεσαι

που αυτά τα ποιήματα

σου ακούγονται παράξενα

ακατανόητα σχεδόν άχρηστα;

κουτσό, κρυφτό

σ’ ολόκληρο παράδεισο

αδιάφορα θα ξαναπαίξουν οι θεοί

κι άντε μετά εσύ παράξενο παιδί

να τους μιμηθείς

άλλη μια μέρα έρωτα

παραξενεύεσαι

που στο καλό βρέθηκε

από ένα παλιό πέρασμα

θανάτου ξανάρχεσαι φως

μεταμορφώνομαι σε ποίημα

μήπως σωθώ

κρατήσου δένδρο

απ’ τις ρίζες σου

όσο κι αν έζησες

άχρηστος ήταν ο καιρός σου

σαΐτα ψυχής ήμουν

και χάθηκα.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 151

 

[…]

η εγκαρτέρηση μες’ στο σκοπό

της μπόρας τούτης πιά δεν υπάρχει

[…]

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 5th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Στη ταραχή μέσα κοιμόμαστε

μας δέρνουνε τόσα όνειρα

και ποιός είναι ο σκοπός

των λουλουδιών;

η εγκαρτέρηση της γαλήνης

ανεμοζάλη απ’ ένα φως

ας ξεριζωθούμε μέσα σε μπόρες

σκόρπιες ψυχές

θα φτιαχθεί

το κομπολόι μιας καρδιάς

κι ο ανήσυχος όρκος

τούτος με κυριεύει

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 413

 

[…]

Το μσό κλάμα με το στεναγμό

η κιθάρα απόψε σε πέρνει

φεγγάρι λυπήσου τη μοναξιά μου τώρα

που γυρνώ να βρω τα βήματα της

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Οι μικρές δόσεις που πληρώνεις κάθε τόσο

(και μια μικρή δόση στωϊκότητας)

κι έτσι απόκτησες

τούτη τη βασανισμένη ΣΟΥ ψυχή

πουλιών φευγιό κατάντησαν

ένα παιδί στερεμένο από γέννηση

παίζει μ΄ εκείνη τη λέξη

της λυπημένης μας αγάπης

φθινόπωρο μοναξιάς

ακόμα δεν με φτάνουν

βήματα αχόρταγα

χιονισμένος μισοφέγγαρα

κι όμως ακόμη δίνω

ατελείωτο δόσιμο

λίγο στεναγμός

κι άνθος γεμισμένο

κλάμα

όπου κι αν γυρνώ

σπέρνω

ας φύγουν λοιπόν

όσα ξανάρθαν μόλις τώρα

κοίταξε δεν φτάνει

που σου φέρνω

μια ολάκερη άνοιξη

και την περίεργη ομορφιά

από κάποιο αδιέξοδο

σε παίρνει ο στεναγμός

και δεν βρίσκω παρά

τα μάτια της κιθάρας

κλεισμένα

σαν βραδινός ήλιος

απόψε θα δύσει η σιωπή

διψά για κίτρινα άστρα

Related image

από χείλια κρήνης

ευλογημένα δίπλα μου

πιές θα ξεδιψάσεις

Ηγέρεια μουρμουρισμένη Νύμφη

ακόμη μέρα

κι όμως θυμάσαι

εκείνη τη νύχτα

στους ώμους μας

κουβαλούσαμε σκοτάδι

σκοντάφταμε και πέφταμε

ώσπου ως το

ξημέρωμα ξαναδιψά

η ματιά για να πιεί

φύλλα ανάλαφρα,

δροσερά, λησμονημένα.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ, Σελ. 415-416

 

Στη φιλόφρονη

την ησυχία στενάζει

η παλιά κρήνη

σαν τότε τα λόγια σου

που ακούς κηποτύραννε…

[…]

Σαν προσευχή ήταν

μέσα στη νύχτα αγρύπνιας

στον κίνδυνό μας

στα πέλαα της μοναξιάς,

μέσα στον κόσμο ξένος

[…]

Μόνο βρέχει είπε

σε άδικους και σε δίκαιους;

-ρώτησεν ο άλλος.

Τότε δικαιοσύνη πιά,

παραδέχτηκε ο πρώτος

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσο κοστίζουν ένα λίτρο δάκρυα

κι οι αναμνήσεις από τόσα λόγια;

που τώρα πια τ’ ακούς

σαν να ‘σουν

ο κηποτύραννος

της σιωπής

στάζεις κρήνη μαργαριτάρια

και μια παλιά ησυχία

σαν προσευχή

τότε στενάζεις

κι ας είναι ξένος ο κίνδυνος

πέλαα αγρύπνιας

κι αδάκρυτες μοναξιές

φιλόφρονη εικόνα δειλινού

αυτά τα φτερά της νύχτας

τι δουλειά έχουν εδώ

μες το σπλάχνο του αετού;

παραδέχτηκες όμως

πως κι ή άνοιξη

(αν κι αιώνια)

κάποτε χειμωνιάζει

δίκαια ρώτησες κι άδικα

δεν σου απάντησαν ούτε

θεοί μήτε αγέρηδες

όπως ένα ξελογιασμένο

δένδρο πικρόκλαδο

ανθισμένης δικαιοσύνης

ο πρώτος καρπός

ήταν το χρέος

φούσκωμα ψυχής

και μάτια γεμισμένα αναμνήσεις

παραδέχτηκες πως δεν ήταν παρά

αδύναμο βλέμμα

τυφλός τρελόκαιρος

φταίει μήπως η βροχή (αβάσταχτα πικρή)

που είναι ο κόσμος τόσο σκονισμένος;

οι πέτρες έμειναν απλήρωτες

κι εσύ έγραψες λάθος όνομα

πάνω σ’ όσα δεν ήτανε

ποτέ δικά σου

έως πότε όμως

θα γράφεις μεταμορφωμένος;

(ακόμη κι αν η ποίηση

γίνει πραγματικότητα)

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 

images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 411

 

Τόσο μας έγειρε η πληγή μας σ’ εσένα

που σε πήραμε στα σπίτια μας τα βελουδένια

με την ανάμνηση του πρώτου, ρόδου.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσο ξεπέφτει η πρώτη ανάμνηση

χειρονομία κάποιων αγέρηδων

κι ένα πηγάδι μνήμης

πληγή ανθρώπινη

εσωτερικό ψυχής;

ή μήπως σκηνικό πλήξης;

εικόνα από λόγια

μισά σιωπή και το

υπόλοιπο μουσική νύχτας

ετούτη η ανθισμένη ιστορία

θυμάμαι πως εσύ

ήσουν βελουδένια

σπίτια ριγμένα στους κάμπους

έπειτα ήρθε κι έγειρε

ο στίχος αψιός

σα να ήτανε χαρισμένος από φίλο

δαντέλα στιγμής

ακούοντας ψιθύρους

μισοτελειωμένων ίσκιων

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 410

 

[…]

ξεφυλλισμένα χλωμά κ΄σκοτεινά τριαντάφυλλα

μαζί στην κλαίουσα βροχή

πάνω στ’ άλλα σκόρπια λουλούδια

στο άστρωτο που σε σκέπασε χώμα.

[…]

Πως να ξεχάσεις

όχι! γιατί να ξεχάσεις

όλα αυτά που υπάρχουν αφού γίναν;

ανάμεσα από αυτά περνάς

κ’ υπάρχεις μόνο

[…]

είναι δίχως συνέχεια η ζωή

στα ζωντανά πλάσματα

είναι αίμα τους η ανάμνηση

η δική τους κ’ των άλλων γύρω.

[…]

γιατί να ξεχάσεις;

είναι νεκρός

ο πεθαμένος δίχως ανάμνηση

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Η βροχή χλωμή από ξεφυλλισμένα σύννεφα

φύλλα σκεπασμένα χώμα

κι οι ίσκιοι τους λασπωμένοι

μισοκιτρινισμένο λουλούδι

(μίζερα σκορπισμένο

σ’ άστρωτους θανάτους)

ανάμεσα από τόσα σκουπίδια

και κλαίουσες υπάρξεις

ξέχασες ολότελα το

μισοτελειωμένο ποίημα

τριαντάφυλλο που δεν μπορεί

θα ξεχάσει τις αναμνήσεις του

αφού ίσως να μην υπάρχουν.

 Πικρή η δύναμη

της σκληρότητας

ενός τώρα

κάπου εκεί γύρω

δίχως καρδιά πλάσματα

ψυχραίνουν το φθινόπωρο

γλυκιά ησυχία μουσικής

και ζωντανό αίμα

όσων πολέμησαν

οι καινούργιοι νεκροί

συμφιλιωμένοι

με τους εδώ και πολύ καιρό πεθαμένους

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 409

 

Ο κήπος ο χαμένος δεν το ξεχνώ,

στα συντριβάνια του ο παλιός εκείνος κόσμος

τα μυστικά και μαγικά συμπλέγματα του γράφει

που δεν ήξερα τη σημασία τους τότε

τόσα σαν πόθησα έτσι χάθηκαν μες’ στον καιρό…

[…]

Κι αυτή η πόρτα έβγαινε στο άδειο.

Κύνθιε,

[…]

Μπορείς να ξεχωρίσεις

στο αστραφτερό ξεδίπλωμα του κόσμου

την ταραχή σου,

τη σύγχιση στην ομορφιά του κόσμου

με του ανύπαρχτου

σ’ ότι γλυστρά στη νύχτα της ψυχής τους.

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Παλιά συντριβάνια μαγικά

γράφω με νερό

αντί για μελάνι

πόσο πόθησα το χαμένο

κι έτσι κάπως χάθηκα

μυστικοί οι κήποι

ενός άδειου καιρού

πόρτες χωρίς σημασία

μπορείς να τις ανοίξεις

έβγαιναν τότε

σε κάποιο ξεδίπλωμα

ανύπαρχτη ομορφιά

αστραφτερού κόσμου

τόσα συμπλέγματα

σύγχισης και ταραχής

και μια μονάχα ψυχή

ξεχώρισε τη νύχτα

γλυστράς σ’ ότι είναι σκοτεινό

όχι όμως και σκοτάδι

Κύνθιε δεν ξεχνώ

το λιγοστό έστω φως.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ , ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 408

 

Εκείνος που μίλησε από πέρα

Χαμένες όχτες, εδώ κι ουρανοί αφάνιζαν τις όχτες

είναι βράδι ή κι αυγή το σύνορο μιας μέρας,

της πληγής μου αρχή για τέλος:  ένα ξέρω: την αρχή

το δηλητήριο της ιστορίας.

Μισό για ολόκληρο, είμαι μαζί σου·

[…]

Μπροστά μου είναι ο καιρός, μην τον σταματήσεις.

Ο καιρός είν’ από λόγια πικρά.

Τα μικρά λόγια σταματούν τον καιρό

τα μεγάλα λόγια είν’ ο καιρός-μην τον σταματήσεις.

Μέσ’ από γυαλί σε βλέπω ακόμη

στον κάμπο της μοναξιάς να γυρίζεις

βουβή και παρμένη τα λουλούδια

μιας άλλης εποχής να μελετάς

Φώναξε με· ο καιρός είμαι πάλι

τα μαύρα του χείλη φίλησε πράσινα..

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Βραδινές όχτες

σύνορα από πληγές

η αυγή μιας αρχής

και το τέλος δηλητηριασμένο

ματιών της ιστορίας

μελετάς την σκιά

με κρύα θωριά

κι όμως ακόμη βλέπω

μαγνητισμένος

πως αφανίζονται οι ουρανοί

φώναξε με

φίλησέ μου τα χείλη

μπροστά είσαι εσύ

είμαι πάλι εκείνο που καίγεται

στους πράσινους κάμπους

μοναξιές από γυαλί μαύρο

μιας γκρίζας εποχής βουβής

ενός άλλου καιρού

ολόκληρος μίλησες

κι εκείνος

ήταν τοπίο μέρας βυθισμένης

χαμένα μάγια

μονάχα οι νύχτες απομένουν

κι όλα τ’ άλλα ηλιοβασιλέματα

δεν είναι παρά μια σχεδιασμένη ταραχή

στο απόψε του έρωτα

δύση της νιότης

αρχίζεις ν’ ανατέλλεις

κι άλλαξε η φωτιά νόημα

Related image

πυρετός, κρασί, αστραπές

ο καιρός του θα σταματήσεις

να γράφεις

στέκεται μπρος σε λόγια πικρά

μικρά ή μεγάλα

παρμένα απ’ τη σιωπή

των λουλουδιών

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ , ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 405

 

Τάχα εδώ που όσο πικρός κι αν ήταν

τη μοίρα του να αρνιέται και να λέει

φιλόσοφος να ξεχωρά και ποιητής να στέκει

άβουλος; Κι άρνηση αυτός και πίστη ήταν μαζί

Τα αγάπησε αυτός όσα πειά δε ζει ξεχασμένα

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μιας άβουλης μοίρας

ο φιλόσοφος

λέει πως πικρά

ήτανε τα λόγια του

ποιητής και πίστη μαζί

στέκεις μπρος

σ’ όσα δεν έζησες

αρνιέσαι τα ξεχασμένα

τάχα εδώ στην ερημιά

είναι χτισμένη

η νυχτερινή σου κάμαρα

αυτός που αγάπησες

μισάνοιχτα τυραννισμένος

δείγμα αγωνίας

μικρές σελίδες

ψιθυρισμένες αγέρηδες

κι όλα όσα προστέθηκαν στο φως

φτιάξαν ένα σκοτάδι

σε συντροφεύει

ανάξια συντροφιά βιβλίων

ο κόσμος της εκλογής σου

βλέποντας

ακόμα μια φορά

προσπάθησες να κοιμηθείς

μες τους καθρέφτες

ξεχασμένες εικόνες θολές

από όνειρα θαμπά

μονάχα γελώντας

απέναντι στην θλίψη

ώσπου θα γυρίσεις

ένα πρωί ξυπνώντας

απ’ το τίποτε

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ , ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 401

 

Τη μουσικήν αυτή εσύ την ξέρεις

που ξεγδέρνει τη φωνή σου αν την τραγουδήσεις

μεθυσμένος

ξεμέθυστος θα ΄σαι βουβός γι΄αυτήν και θάχει ξεχάσει.

Αυτή που αγέρας σφυρίζει

στα καράβια που ‘ναι δίχως πανιά,

στα ξάρτια τους-

σαν ξυλαρμένα, που ΄ναι πιά τα καράβια σήμερα

νανουρίζοντας ή κλαίγοντας

τους χαμένους

δίχως χώμα στο βυθό όπως τα ψάρια

Αυτή που ακούς τώρα που σου γράφω

Μα είναι η θάλασσα τώρα γυαλί και καθρεφτίζει

ξελόγιασμα μικρού παιδιού

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσα βουβά καράβια

ξεχασμένα απ’ τα πανιά τους

κι ο αγέρας

μεθυσμένος ξάρτια

νανουρισμένος, βουβός

ξελόγιασμα σιωπής

θα σ’ έλεγα

ενώ η μουσική ατραγούδιστη

όπως τα ψάρια δίχως βυθούς

γράφουν στις θάλασσες

ξυλαρμένα ποιήματα

κι οι φωνές των

παιδιών καθρεφτίζονται

ενώ εμείς ήμασταν

χαμένοι σε προσταγές

κλαίγοντας ξεμέθυστος

ο θεός μακραίνει το

σφύριγμα του

τώρα όλα μικραίνουν

μ’ αυτά που ακούς

χρυσαφίζουν

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 392-393

 

Τον ξέχασε πια

στην πέτρα και στο νερό

που γράψαν τότε

μη σβηστεί το όνομα του

στον αχόρταγο χρόνο..

[…]

Είναι από πίκρα

φύλλα και καρποί δάφνης

το περιβόλι..

[…]

Όλα που πήγαν;

δεν ξέρεις, αποκρίσου

σκόνη της λήθης..

Ξέρεις πως βάφω

στη μοναξιά πέλαγα

γαληνεμένα

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσο αχόρταγο

τ’ όνομα

που γράψαν εκείνα

τα χρόνια

πάνω στις πέτρες

τώρα πια ξεχασμένο νερό

γραμμένο ίσως

από σβησμένη δάφνη

σε περβόλια πικραμένων

φωνών καθώς περνούσαν

οι μνήμες άφυλλες

αποκρίσου

καρπός σκόνης

και λήθης δεν ξέρεις

γαληνεμένος πού

πνίγηκες ποιό ήταν

εκείνο το πέλαγος

μιας περασμένης μοναξιάς

άλλαξε η καρδιά σου

νιότη τώρα τριγυρίζει

ανέμελα

δεν υπάρχει η ερώτηση:

‘όλα που πήγαν;’

ξελογιασμένο λιοπύρι

και καλοκαίρι πλατύ

σχεδόν χειμωνιάτικο

ένα τζιτζίκι σε πήρε

στην πλάτη

φλύαρους τάφους

προς τα ‘κει

κατευθυνθήκατε

κάθισε, κελαήδησε,

νήστευε και προσευχήσου

ο κόσμος όλος

ένα κάλεσμα

από ξένα λόγια

στα ξεχασμένα δένδρα

απάνω αγρύπνησε

άσβυστος από νύχτες

καντήλι ημέρας ανοιξιάτικο

τραγούδι που δεν σ’ άκουγε

κόσμος μοναχικός

κάλεσμα χειμώνα

προσευχής λόγια

ανοίγουν οι κήποι

τις μοίρες σου

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΚΟΡΠΙΑ, Σελ. 156

[…]

Δε θυμάσαι πια;

Η φωνή πως να σταματήσει

το χρόνο που περνά…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πόσο αμετάπιστα περνάνε

από δένδρα και δάση

οι αγέρηδες

σταματημένη πάνω σ’ ένα

παράθυρο βοριά η ομίχλη

βουερός ο πόνος σας

παπαρούνες

μελίσσια άνοιξης

η σιωπή τους ξέχασε

βροχή περιβολιού

κι ο χρόνος έγινε στάχια

θα σβήσει η φωνή

χειμωνιάτικες εικόνες

βραχνιασμένες

αγκαλιασμένοι ήμασταν

σκοτάδι

κεντούσαμε πουλιών

τα μεθυσμένα τους φτερά

μας χώρισε ο νους

η μοιρασιά των ήλιων

ήταν άδικη

δεν υπάρχει καιρός

πλέον για ιδέες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΚΟΡΠΙΑ, Σελ. 149

 

Μια στιγμή ‘ταν όλα-όλα περνούν-

ύστερα πάλι σαν πρώτα

το άδειο κι η αηδία σε στιγμές σε ώρες

ξεχειλώντας μας ετοιμάζει.

-Στιγμή, στιγμή μουσικής!…

Τότε το πρόσωπο τούτο, που ΄ναι πρόσωπο όμοιο σαν τ’ άλλα

είναι μονάχα ένα

και στολίδια και πετράδια τότε ασυλλόγιστα,

που πληρώνει το αίμα μας,

του σκορπάμε μπρος του…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ο γαλάζιος καημός των άστρων

δεν υπάρχει

μονάχα μια πληγή

να σου χαμογελά

ενώ ο πόνος τόσο μακρινός

σαν όνειρο

κι η τέχνη της χαραυγής

μαύρη φαίνεται

μες τον καθρέφτη

άνω κάτω η βροχή

δίνει αφορμή στους ουρανούς

που μας φέρονται

με αδιαφορία

κόκκινο βάθος ψυχής

φτάνεις ως τ’ άστρα

εκεί γυρίζει η νύχτα

έχοντας σκοτεινά μαλλιά

κι εσένα

μαγικά σε περίμεναν μάτια

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 105

 

GLOBI· το ρόδο·

«το τριαντάφυλλο»

Η σκόνη του από θύμηση

στα δάχτυλα μου.

Τόκοψα πάλι

-σνα τότε φεύγοντας

όταν στην άμμο φόρτωναν

τις βάρκες

και την απόσταση ξοδεύαμε

ως το καράβι·

για να σε ξαναβρώ

τόκοψα το παλιό τριαντάφυλλο,

καπετάνιε

της θάλασσας δάσκαλε μου,

γιατί του κόσμου τούτου πια δεν είσαι

όμως τα λόγια σου είναι,

και θάναι πάντα της θάλασσας:

«Κακόμοιρε! η πληγή δεν είταν μικρή

μήτε η απορία που βρέθηκες

για να χαθείς ή για να ζήσεις.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Γέμισα τα δάχτυλά μου

με άμμο, σκόνη και στίχους

ενώ από απόσταση

τόσα τριαντάφυλλα φεύγοντας

ξοδεύαμε το άρωμά τους

αφού ένα καράβι

πάλι υπάκουσε στην θάλασσα

ήτανε φορτωμένο κύματα

κι εσύ που βρέθηκες εκεί

κακόμοιρε βυθισμένος

ήσουν λόγια για να ζήσεις

μικρή πληγή

σε ξαναβρήκα

τούτος ο κόσμος

χάθηκε

δίχως μνήμη

με χλεύη καπετάνιου

κα φαρμάκια

οι βάρκες μονολογούσανε

ζυγώνοντας το ρόδο

Κύριε ελέησον

πολλά λιμάνια

κι απόρησαν οι θάλασσες-δασκάλισες

γιατί ξάδελφε

στη γέφυρα απάνω

σε βρήκε το κακό

με τεντωμένο αυτοκτόνησες

πρόσωπο

δεν είχες τελειώσει

καν δύο ζωές

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 102-103

 

Θολά ένα πρωί τραγουδούσε,

τον ξύπνο σου λες και μαχόταν

σε όνειρο ακόμη,

τις αστραπές και το στρίνιασμα των γλάρων

των σιδερικών το γρίνιασμα

μες’ στα σφυρίγματα των καραβιών που φεύγαν.

Ξανάρχεται τώρα

από την τελευταία εκείνη νύχτα στο λιμάνι

το καράβι πούχε φορτώσει το κάρβουνο

με τη νέα φλόγα της καρδιάς σου,

το παλιό εκείνο τραγούδι

στους κάβους που λύνονταν

στα σύρματα μπρος μπερδευόταν-

τ’ ακούς;

[…]

Λάθος!

Εκείνος μουρμουρίζει τότε, στάχτες!»

και διορθώνει πλάι στης μανούβρας τους ναύτες:

«ο ένας του άλλου κάρφωσε το μοιραίο  μαχαίρι·

κ’ η φωτιά στον αγέρα τρώει τη φωτιά, πεθαίνει…»

-«Σε στάχτη;» ο άλλος γελά και ξεσπάει

κοιτώντας, είταν νωρίς να τους γνέφουν μαντήλια…

[…]

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Γράφουμε ξεσφίγγοντας κόμπους στίχων

ο καθένας μας χρωστά

κι απ’ ένα νόημα

άλλωστε είμαστε αγέρηδες

που γελούνε μεταξύ τους

όνειρα γλάρων

κι αστραπές ψυχής θολής

ξανάρχεται τώρα ένα ακόμη πρωϊνό

όπως εκείνο το τελευταίο καράβι

που είχε σιδερικά

φορτωμένα στη ράχη του

να κάποιο τραγούδι

από κάρβουνο

τ’ ακούς;

καρδιές σε κάβους

δεμένες

κόκκαλα και σύρματα

μπερδεύονταν έτσι κατέληγε

η ζωή

σφυρίγματα σιωπής

λάθος των τάφων

διορθωμένος μαχόταν

ο ήλιος στέρευε

σε στάχτες

σκοτάδια που φεύγουν

κι οι μοιραίοι ναύτες

καρφωμένοι στο κύμα

μαντήλια απλωμένα

σε μια θέση

καθημερινά νεκρική

αφού ότι λάβαμε αβάσταχτα πικρό

παλιά μαχαίρια ξεχασμένα

κι όσα έκανε ο θεός

απλήρωτος λογαριασμός

κόμπους ψυχής δένεσαι

και μουρμουρίζεις

μαχόταν η καρδιά σου

στο κριμάτισμα και

μαλάκωμα της μέρας

γνέφεις ζωές

κι όσα έκανες

σε γερνάνε

με τέτοιο τρόπο

που όμως ακόμη

είναι νωρίς για

να πεθάνεις

πάντα πλάι στα καράβια

κυλάς δελφίνι γνώσης

κι απόγνωσης

μα πρέπει εδώ

στον ουράνιο μώλο

σαν παραμύθι καλοτάξιδο

κάνοντας μανούβρες

θα γευτείς

καινούργιες φλόγες

κοιτάζεις κι ακόμα λες:

χίλιοι ήλιοι θολοί

αχόρταγα σκλαβωμένος

σε δένουν απ’ τις μέρες

λύτρα του έρωτα ζητούν

και χείλη νύχτας

ασυλλόγιστα

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

πόσες γεύσεις λιώσανε

βαριές καθώς φτάνεις

σ’ ένα σακατεμένο τέλος

μοίρας η βραχνή φωνή

που μπερδεμένη κι απ’ τη σιωπή

παιδιών-φαντάσματα

πλάι σου μακρύ το πρωϊνό

πικροχαμογελάς

σε μια γωνιά της μοίρας

γερασμένος

ξοδεύτηκες

μα φτάνει πια

όχι άλλο τραγούδι

θύμησης

μπήκες σε δρόμο

αυτόματου πιλότου

 © Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 100

 

Τους γνώρισα από παλιά γράμματα τους·

χαμένες ιστορίες, τις ξαναβρήκα τότε

παραμύθια παραδείσου

στα παιδικά μου χρόνια

και κόλασης πια τώρα.

Τρυφερότη και σκληρότη μιας μοναξιάς·

η θάλασσα

κ’ η καρδιά σου

φωλιά από φίδια και λουλούδια

κλειστή

μένει

σαν εκείνων…

Απόψε

το σκέφτεσαι κ΄η λησμονιά τους

θα γιατρευόταν μ΄ένα μικρό παιδί

κλαδί από το ίδιο δέντρο τους,

αυτό τουλάχιστον θα ξαναφώναζε

στα σαρακωμένο πύργο τους

τον αγέρα νάρθει

στα πανιά του παίρνοντας

μισεμούς με συγκρατημένα δάκρυα

κι’ άγρια πανηγύρια γυρισμού τάζοντας.

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Φορτωμένος δάκρυα πανιών ο αγέρας

νάρθει άγριος πανηγυρίζοντας

απόψε τουλάχιστον σκεφτόμουν

τις χαμένες ιστορίες

εκείνων των λουλουδιών

τάζοντας τρυφερότητα

και παίρνεις σκληράδα

οι παραδεισένιοι πύργοι

της κόλασης…

και κάμποσα παλιά γράμματα

ενός συγκρατημένου γυρισμού

παιδικές μοναξιές

οι θάλασσές μου

είναι τώρα

ξαναβρήκα μια φωλιά

από παραμύθια

τότες που ήμουν ακόμη

ένα μικρό παιδί

και τα φίδια

μ’ αναγνώριζαν

τώρα γιατρεύτηκα

κι ας υπήρξα κάποτε

κλαδί δένδρου σαρακωμένο

κλειστή μένει η ζωή

σαν μια λησμονιά

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 100-101

 

Τα ίδια μόνο στα ίδια υπάρχουν,

όσα ξέρω εσύ τραγούδησε τα,

σκοπέ του αγέρα Βοριά,

το δικό σου κάλεσμα φωνάζω,

κ΄έρωτα της νιότης.

Τα καράβια

τα χαροκαμένα σπίτια

τα ίδια

τα παλιά και τα καινούργια,

ανοίγοντας ξανά για το παιδί τούτο

την αχόρταγη αγκαλιά τους…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Δικός μου α αγέρας

τραγούδησε τον

εσύ νιότη

κάλεσμα αχόρταγο

τα παλιά

κοιμόταν ο έρωτας

σε παράθυρα σιωπής

καιρού ξελογιασμένου

σκοπός μιας νύχτας άβουλης

τι κοίταζες;

ποιές εικόνες

πηχτές σκοταδιού;

παλιά κοιμόσουν

και ξύπναγες

αγκαλιασμένος σιωπή

κι υπομονή θανάτου

απόφαση ανάμνησης

καινούργια καρδιά

ας πιούμε!

εκείνη η λάμπα

πάλι τα ίδια

παιδί του βοριά φώναξες:

‘σαράκι το φως’

σαν φλογισμένα καράβια

υπάρχουν οι πρόγονοι

και σπίτια αιώνια κατεστραμμένα.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 99

 

Ένα φάντασμα μύρου λευτέρωσα

σε παλιό μυρογιάλι μιας θύμησης μου είταν

Ω, σ΄ανάστησα, Σιτά!

Τ’ όνομα σου ξυπνά στην ακοή μου

μελίσσι·

ξαναβλέπω τον κόσμο σου

φτερωτό και πολύχρωμο νάρχεται…

Σε πρωτόδα στον κόρφο της Βεγγάλης,

στο χωριό σου κοντά,

σαν στεφάνωσες το είδωλο

του μικρού σου θεού…

«Ε, Σιτά! έ, μπένε…»

Ξαναφεύγεις…

«Ποιός είμαι;…»

Στα ηχοχρώματα πάλι

της φωνής σου

με τυλίγεις…

Το λουλούδι κρατούσες εκείνο·

την ψυχή του μαζί σου ξεσκλάβωσα απόψε…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ξαναβλέπω το παλιό μελίσσι

κι ο κόσμος ένα φάντασμα φτερωτό

να σε έρχεσαι

απ’ το πολύχρωμο μυρογιάλι

όπως μια θύμηση

λευτερωμένη απ’ την μνήμη

ανάστησα το είδωλο

μικρών θεών

πρωτόδα λουλούδια τυλιγμένα

σε ψυχές στεφανωμένες

και ξεσκλάβωτες φωνές απόψε ξαναφεύγουν

ξυπνάς ηχόχρωμα

ποιός είμαι;

ρωτάς την ακοή μου

πάλι μαζί σου

κρατούσες εκείνο το μύρο

κοντά κοντά θαμμένοι

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 95

 

Είχε βραδιάσει

κι’ όταν βρήκα τον καπετάνιο

για τη στεριά τούλεγα κι’ όσα είδα·

μ’ άκουγε πλάι στους ινδούς που μας φόρτωναν,

και μούπε ύστερα δείχνοντας τους:

«Νάναι άραγες κανείς τους να θυμάται

πως είμαστε από κείνους, τόσα χρόνια πριν,

που φτάσαν στον τόπο τους;

[…]

Οι έλληνες το εμπόριο τους είχαν τότε

το λένε βιβλία.»

[…]

Και πρόστεσε, λές πειράζοντας με:

«Όλ’ αυτά θα τα γράψεις;

Πρέπει όμως να βρείς έναν άλλο τρόπο

-να τα ξαναθυμηθούμε,

σαν της μέρας κάθε φορά που γίνεται καινούργια·

κι ας είναι ίδια,

αυτό το ίδιο αν ειν’ αληθινό είναι πάντα καινούργιο…»

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Στο μαβύ νύσταγμα

που τέλειωνε ο ήλιος

κυμάτισμα θάλασσας

είσαι χωνευτήρι

κι οι Έλληνες

δείχνοντας προς την

ακρογιαλιά

απ’ τις Ινδίες

ακούγαμε πλάι στους θεούς

που φορτώναν μπύρες

ακούγαμε τον τόπο εκείνο

καθώς μακραίνανε οι πορείες

κι όλα όσα είδα

είχανε βραδιάσει

ο καπετάνιος

επέστρεφε

απ’ τα όρια μιας αντοχής

τόσα χρόνια πριν πεθάναμε

μπορείτε να καταλάβετε

πόσες πολλές φορές ξαναγεννηθήκαμε;

νάναι άραγε κανείς αθάνατος;

μαργαριτάρια και σαΐτες

είναι αληθινό: ότι αισθάνεσαι

σε μαρμαρώνει

καίγεσαι όπως ένα εμπόριο από βιβλία

οι αρχαίες λέξεις

κάθε φορά γίνονται ο τόπος σου

αλλά ας ξαναθυμηθούμε

τώρα την στεριά

με μια αίσθηση πελάγους όμως

σας ξαναλέω: είναι πραγματικό

το ποίημα τούτο

και με νόημα αληθινό

μόνο όσα καράβια

αγγίξανε τις παγωμένες θάλασσες

πραγματικά ταξιδέψανε

ξαναθυμηθείτε πόσο

μακρυά γεννηθήκαμε

κι ας πεθάναμε γαληνεμένοι

πειράζοντάς μας

χαμογελάστε και γράψτε:

‘φτάσατε έστω και μια φορά

στο κάθε τι πάντα καινούργιο’

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 93

 

Εδώ έμεινα σιωπή και τριβέλισμα ήχου·

μ’ έκλειναν έρμαιο της στιγμής εκείνης.

Τώρα σας γράφω, αλλιώς δεν μπορώ να εκφραστώ

στο σάλο της διήγησης μου.

Και σαν μαλάκωσαν αυτά,

πηγαίνοντας για το καράβι

άκουσα τον ινδό γιατρό πριν χωριστούμε:

«…σαν είναι ακόμη ζωντανός εκείνος

που ότι έκαμε η καρδιά του

το ξεπληρώνει μόνο η καρδιά του

με πόνο και με στέρηση από το αγαπημένο…»

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


 

 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Για μια στιγμή η

έκπληξη, ο φόβος

γίνανε αναμνήσεις

κι όλο στενεύουν οι

αγαπημένες σας καρδιές

ενώ το βλέμμα κάποιων λουλουδιών

είπε φωνάζοντας:

«στη μέση του χωριού

αντιστεκόταν ένα δένδρο

και ξέφευγε από δρόμους,

κτίρια κι ανθρώπους

αντιστεκόταν

δίχως να ξέρει γιατί

σαν παραμύθι

που το νιώσανε

μονάχα μερικά

γυναικόπαιδα»

σταμάτησαν όλα

μ’ έκπληξη

χάνονταν οι θάνατοι

νούρουβαρχαλού

Αντωνίου

νούρουβαρχαλού

βουβά οι θεοί

χορεύουνε

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

μας αναγνωρίσανε

οι γιατροί

δείχνοντας

τις πληγές που

ντροπαλά αγγίζαμε

με κορμιά μικρά

κοριτσίστικα σχεδόν

σταμάτησαν τα λόγια

μπρος στο άγραφο χαρτί

αγαπημένη σιωπή

συνήθειο των λουλουδιών

κατρακυλούνε ίσκιοι

ανατριχιάζουν χρώματα

οι καημοί σας

σερνόμαστε, γράφουμε

σκορπίσαμε σε βωμούς

έχοντας μελανιασμένα στήθη

σταμάτησα κι άκουσα τα καράβια

να μου διηγούνται πηγαίνοντας

γέλια ανέμων κι αγαπημένα

ονόματα συντρόφων

αποκρίθηκαν:

‘μας ξεπληρώνει

ο πόνος κι η στέρηση’

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 90-91

 

[…]

νοιώθοντας κάποιον να φεύγει από δίπλα μου,

τον είδα να μακραίνει σε σύννεφο σκόνης…

Ποιός είταν;

Και χάλασε η στιγμή· σ’ αυτό το χάσμα

τι αποζητούσ’ ακόμη;

Η αλήθεια θάταν έτσι τώρα,

πλάι μου, αν δεν γινόταν στις δυό της όψες,

νάμενες εσύ εκεί που με βρήκες

δίχως νάμουν ο άλλος και να φύγεις.

Εσύ!

Τα μάτια σου αργότερα

σαΐτες

τάνοιωσα, σαν μπήκα στο χωριό σου.

…….

Τον καιρό δρασκελώντας μαζί της

εκεί στη ροή του…

[…]

Στου χρόνου τα ξερά ποτάμια διψασμένες

οι φωνές· μόνο πλοκάμια ανεβοκατεβήκαν

ξεχνώντας λες πως είχαν μια φορά φτερά

και πως γλυκά

δολερά οδηγούσαν.

Τα στόματα τους ακόμη σ’ αυτή την άλλη ζωή πίναν…

Σαν παραμύθι ολόκληρης ζωής η μνήμη,

παρηγορηθήκαν.

παρηγοριά τέτοιες φωνές να τις ακούμε.

[…]

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Το χάσμα στα μάτια μια ροή από βλέμματα τυφλά

μισοκαταλαβαίνουμε πως ο παλιός καιρός κύλησε

και δίπλα του ότι καινούργιο απόμεινε μακραίνει

αν κι έφυγε μισονιώθουμε,

ο χώρος είναι απέραστος

είδαμε κάποιον που αποζητούσε ακόμη

την αλήθεια

συλλογιζόμουν πόσα βήματα ανθρώπινα

χρειάζονται ώσπου να ωριμάσει ο κόσμος

και τότες άραγες θα πέσει ο καρπός του χρόνου;

εκεί βρεθήκαμε ακομμάτιαστοι

σπρώχνοντας τον ύπνο

προς ένα όνειρο

θα μέναμε εκεί

μετρώντας τις εκτάσεις

αν κι αχανές

δίπλα ο παράδεισος

ακινητούσε

κάποιοι μιλούσαν άλλη γλώσσα

αργότερα όλα ήταν σιωπηλά πάλι

μας τριγυρίζεις νύχτα

παρηγοριά απειλητική

άπλωσε το χέρι

ωφέλιμο ή άχρηστο

δεν έχει σημασία

και χάϊδεψε όσους πονάνε

πάντα ακούμε τις φωνές

πλοκάμια ολόκληρα σιωπής

σύντροφοι με δολερά φτερά

δρασκελώντας ανεβοκατεβαίνουν

τις μνήμες μας

σύννεφα σκόνης οι ψυχές

παρηγορηθήκαμε μες τα παραμύθια

ξεχνώντας φόβους και μισοξυπνημένες ανάγκες

 ωρίμασε ο πυρήνας

εσύ ήσουν άνθος απ’ ένα φως

έτρεχαν πλοκάμια γύρω μας

σείοντας την σκόνη

πριν ξαναμπούμε σε κάποιο

άλλο σύμπαν

τους βρήκαμε εκείνους

να κοιμούνται κοντά μας

είχαν δύο όψεις, ποιοί ήταν;

νιώθοντας πως κάποτε

ο κόσμος μίκραινε

κι άλλοτε μεγάλωνε

δεν γνωρίζαμε παρά

μόνο την αλήθεια

 © Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 88-89

 

Για λουλούδια άδικα ψάχνω·

μόνο ένα ποκάμισο κόμπρας βρίσκω,

κ΄οι σύντροφοι μου αμίλητοι,

τους είχα ξεχάσει,

περπατούν δίπλα μου βυθισμένοι.

Με φωνές τώρα άλλων πουλιών

μπήκαμε για καλά στο δάσο·

μελωδίες μισές και κομμένες

σ’ ερωτηματικά και χλευάσματα…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Κάποιοι ζητιάνευαν

μελωδίες λουλουδιών

λάμβαναν όμως μονάχα

χλευάσματα πουλιών

χωριά βυθισμένα στις

φωνές των παιδιών

δίπλα σε κοιτάγματα

από δάση

φοινικόδεντρα που διψασμένα

κουδουνίζοντας ερωτηματικά

τα’ χαν ξεχάσει οι σύντροφοι

περπατούσαμε δίπλα

τους αμίλητοι

είχαμε ξεχάσει το πόσο σκοτεινές

ήτανε οι ρίζες μας

μια σύναξη από παιδιά

σαν αρχή χορού

λίκνισμα νεκρών

μπήκαμε για τα καλά

στους τάφους

δεν είχε άλλο κατώφλι η ζωή

δίπλωσα αναμνήσεις

και τις τοποθέτησα

προσεχτικά μες το συρτάρι

σαν να ΄ταν εσώρουχα

ενός γέρου ανθρώπου

κι οι κάλτσες του χαμένου καιρού

πρόσεχα μην σε πατήσω γη

ρίζες περιστεριού

βυθίστηκα μέσα σας

αγριολούλουδα

παρότι δεν άνθισαν

μας οδήγησαν

σ’ ένα αδιέξοδο

τραβήχτηκαν τα πόδια μου

τρομαγμένα

θα ‘λεγες πως είχα

μαραμένα φτερά

κι όχι γόνατα

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

βαριεστημένος ανάσαινα

σε ξέφωτο θανάτου

λουλούδια που αντί

για να φέρουν γαλήνη

συντρίμμια μας πρόσφεραν

κι ο ίσκιος των θεών

καταμεσής ενός βωμού

που ΄ναι η σάρκα.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 86-87

 

[…]

Υφαντά θαλασσιά, άσπρα, ροζ, κίτρινα φόραγαν

και βραχιόλια στα χέρια·

στο λαιμό μερικές, και στα πόδια χαλκάδες.

Κι’ άλλες πάλι μικρά σκολαρίκια στ΄αυτιά και στις μύτες·

κ’ είχαν τα μέτωπα βαμμένα

με τα ιερά χρώματα τους.

Μ’ αυτή τη συντροφιά τους πήγαμε

σε ρηχήν ακροποταμιά, στα νούφαρα

τ’ απαλόχρωμα, εκεί σταθήκαμε…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μεσημέρι κι η

σύναξη των πουλιών

αργοσαλεύει

κοντεύοντας οι γυναίκες

να γεννήσουν

τραγουδούσαμε ακόμη

παράξενα με πνιγμένες φωνές

οι μεγάλες γλώσσες κι άντρες

μας τριγύριζαν

πρώτοι μίλησαν οι σοφοί

είχαν φωνές άμοιαστες

σαν μια ασημένια σιωπή

ξεκουφαίνοντας τους ντόπιους

ξανάρχιζε ένα

καινούργιο κάλεσμα

με βαμμένα χέρια

Κύριε προσευχόμασταν

στις ακροποταμιές

εκεί σταθήκαμε λίγο

ρηχά νούφαρα ψυχής

ιερή συντροφιά

η θαλασσιά

δουλεύαμε μασώντας

τους λωτούς

πλήθος από λαιμούς κι αυτιά

μα πάλι μικρές ήταν

οι ανάσες

πικροκουτσαίνοντας οι

άλλες γυναίκες

πλένουν κάμποσα

απαλόχρωμα τραγούδια

γριούλες λησμονημένες

θυμόντουσαν πως απ’ ένα

σημείο κι έπειτα

καταργήσανε τον χρόνο

κοροϊδίστικα εαυτέ

γεννήθηκες, όπως οι πέτρες

και τα πλατιά τραγούδια

κοιτούσες τώρα τη γαλήνη

τάχα ποιό μάτι γητεμένο

σωπαίνοντας, φτύνοντας φως

αντιφωνούσε τα βήματά μας

τερατόμορφοι καρποί σκέψης

συντροφιά με τους σκαντζόχοιρους

προσκυνήσαμε τις μύτες

μαύρων πουλιών

πόδια δένδρων

με ξεσηκωμένα βήματα

κάπως έτσι

ξαναρχίζει η πορεία

ενός δάσους ασυντρόφευτου

πήγαμε κι εμείς

προς τα ΄κει

πέρα σε τόπους διψασμένους

κουδουνισμένους χρώματα

ξανοίγονταν οι μπανανιές.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 84-85

 

[…]

Κοιτάμε μπροστά μας και λέμε:

το παραμύθι μοιάζει

η αρχή του δάσου.

Για να κερδίσω τα σχόλια της συντροφιάς μου

μπρος στην εικόνα προσμένω:

Ώ, μα τη δίψα που μίλησε, λέει τον παράδεισο

της ύπαρξης τους η κραυγή.

Μα, τα πουλιά, ψίθυρος δάσου

δίχως τα χρώματα, θέρμη ή ξεχείλισμα,

κείνη η φωνή τους…

Έτσι μιλούσε ο αρμυρός καημός τους.

Ακούν τις φωνές των πουλιών,

μέθης χρώματα κι΄αντίφωνα

στο σούσουρο ερμήνευαν ρώτημα

κι’ απάντηση μαζί καινούργιας τύχης.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Πικρό το κέρδος σου

πανί

ξέρεις πια πως τελειώνεις

και σπέρνεις σύννεφα

στις αμμουδιές θάψαμε

τους ναύτες

ξεχασμένα λιμάνια

με καινούργιες φτερούγες

ανεβήκαμε όπως τα τζιτζίκια

σε καλοκαίρια κλειστά

από θάλασσες

φλύαρος πάλι ο άνεμος

λέει πρώτος, ταξίδι

πίσω μας αγέρας

κι εσύ σφυρίζεις ψηλά

εκεί χρυσές μνήμες αρχαίες

ψιθύρισε δεσμώτη

οι φωνές ξυπνούν

τα παραμύθια προσμένω

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

μοιάζει η θάλασσα

του Μαρμαρά

όρκο σκευρωμένο

που ΄ναι η μέθη;

συντροφευμένοι ήμασταν

κραυγές

δίψα να κοιτάξουμε

μπροστά κι οι

καημοί μας ένα αντίφωνο

χρώματα παραδεισένια

ψίθυροι πουλιών ή

φτερουγίσματος ξεχείλισμα

κι εκείνη η φωνή της ύπαρξης

που μας ερμηνεύει

μεθυσμένο ρώτημα ήτανε

τέτοια πουλιά μ’ ασάλευτους

ίσκιους

άκουσε τα καθώς

ρυθμικά ψιθυρίζουν

καλό και κακό

αρχίζουν να κρώζουν

ψηλά στις καινούργιες

τύχες

αρχαία φίδια μνήμης

κι οι σκευρωμένοι πόνοι

σταματημένοι πάνω στη σάρκα

ένα βήμα πιο πέρα

το μεσημέρι θροΐζει

πλατωσιά καρδιάς

ανασύραμε τότε απ’ τον αγέρα

σύννεφα πολλά και

βρήκαμε βαθιά γκρεμισμένους

τους ήλιους

ξεχασμένο φως ξανάρθες

προς εμάς

τι θέλεις;

ένας κόκκος δάφνης

σπίτι μικρό ποιητή

χτισμένο με λάσπη

και μπαμπού λέξεων

στην αρχή κάθε

λογής άνθρωποι

γεννιόντουσαν

κι εμείς βρίσκουμε παντού

μισοκομμένους, θρυμματισμένους

θάνατους

όπου κι αν προχωράγαμε

οι γυναίκες με τις τόσο

αλαζονικές καρδιές

στο άσπρο του έρωτα

φουντωμένες ήτανε

σπέρμα

τρώγαμε μάνγκο

κι ήμασταν ευτυχισμένοι

όλοι μας

άντρες και γυναίκες

όμως

μια μαδημένη

ψυχή λουλουδιού

σφυρολογούσε

νούρουβαρχαλού

Αντωνίου

νούρουβαρχαλού

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


 images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 82

 

[…]

Το τραγούδι τους

καθώς δυναμώνει

στον παλμό των δέκα κουπιών·

των έντεκα κουπιών που μετράω,

από κάθε πάντα

μας πάει

η στεριά!

Φτάσαμε κ΄είμαστε καταμεσής ακόμη·

πηδάνε στο νερό οι ντόπιοι της μεγάλης βάρκας

μας παίρνουνε στον ώμο τους·

-το τραγούδι υπάρχει δίχως χείλη

μόνο στις ακοές μας…

Έτσι πατάμε ένα πρωί το χώμα σου, Ινδία.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Βλέπω ακόμη πέρα

την Ινδία

φτάσαμε ως τις ποιητικές κορφές

σε κάθε χρώμα

πάντα κοιτάζω

συμπλέγματα

από πρόσωπα

είμαστε εμείς

το πρωϊνό χώμα

πατάτε στους ώμους μας

μετράω γαλανές γραμμές

μιας θάλασσας χωρισμένης

από κουπιά και κύματα

καταμεσής στα χείλη

υπάρχουνε

αναπνοές, ακοή κι ανάσες

ντόπιο κορμί δυναμώνεις

βασανισμένο ως τη μέση

όπως ένα τραγούδι

μεγάλης βάρκας

οι λουρίδες του πελάγους

μας πάνε

στο ιερό κόκκινο

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 81

 

[…]

Πέρασε πλάι στο φινιστρίνι μου

μια σκιά.

-Κύριε!

Κανείς δεν ήταν…

Ποιός θα μας πρόσεχε;

όταν όλα, λίγο ή πολύ ησυχασμένα,

βρίσκουν τον ύπνο,

εμείς οι αχάριστοι αγρυπνάμε

γρινιάζοντας,

σ’ άνθη μόνο

ομολογώντας χάρη·

Κύριε!

καθένας υποφέρει χωριστά,

κι’ όπως λένε

ένας παραλογισμός

κάνει υποφερτή

τη ζωή μας…)

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ταξιδεύοντας υπάρχουμε

υποφερτή Κύριε η θέα σου

τυφλός ο ύπνος μας

χαράζει μάτια

πόσο σκοτεινή η αυγή

νιώθω περισσότερο σαν νύχτα

με δρόσισε μια σκιά αγέρα

φινιστρίνι στεριάς

αναπνέω ησυχασμένος

θάλασσα

κανείς παραλογισμός

δεν ήταν αχάριστος

αγρυπνώ, γράφω, συλλογίζομαι

περιμένοντας τόσους

καπνούς καραβιών

ομολογώντας τα μαλλιά σου

στη τύχη ενός άνθους

υπάρχει πάντα μια φωνή

ακοής που είδα και της

μίλησα

γκρινιάζοντας λίγο ή πολύ

όταν όλα αυτά πέρασαν

στο πλάι

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 80

Ανακωχή,

καθώς βλέπεις να γυαλίζει

γύρω σου θαμπά

του καραβιού η βλάστηση.

Τώρα

καμιά φωνή, τίποτε·

μόνο το ιππάσιο στενάζει,

και το βαρύ περπάτημα

της βάρδιας στην κουβέρτα.

Μένω έτσι·

λογαριάζω τις τύχες που δοκίμασα

που θα δοκιμάσω·

θέλω να γράψω·

μια αρχή:

«Στο μπουλμέ της κάμαρας μου

μια τεράστια σκούρα πεταλούδα

είναι καρφωμένη…»

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μετρούσε γραμμές και βλέμματα

η πεταλούδα

πάλι της μουρμουρίζω

μην με ξεχνάς

βυθισμένος στη λαμαρίνα

τσουβάλια σάρκας

σκούρα ήτανε

η κάμαρά μου

σχήμα ανακωχής η μοίρα

ένα θάμπος

πόσο ψηλά μας ντύνει

η θάλασσα με νύχτες

ώσπου νυστάζουν οι φωνές

τώρα τίποτε

άστρο βαρύ

τρεισήμισυ όλη μέρα

κι ο ουρανός περπάτημα

γύρω σου

καράβια σκουριασμένα

στο μπλέ απάνω

‘θέλω να γράψω’

μένω έτσι

ατελείωτος

δοκίμασα να γυαλίσω

τα φτερά μιας

πεταλούδας

ως που τελειώνει τ’ άνθος;

σέρνοντας πίσω μου

ακοές από κάτασπρα

λουλούδια

τεράστια γέρος

θα δοκιμάσω να πεθάνω

ώστε δεν έχει πια αρχή η μοίρα

απ’ τα βίντσια της ανάμνησης

βλέπω βλάστηση πολύ

τόσο μακρυά μου φεύγω

καρφωμένος τύχες

 © Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΕΣ, Σελ. 79

 

Την καρδιά του καραβιού μας

να χτυπά με τον ίδιο χτύπο της καρδιάς μας,

ψάχνεις στον ουρανό για έν’ αστέρι·

εκεί

πρύμα προς τα εκεί

δυό άστρα λοξά

-δυό από τα τέσσερα άστρα,

πάνω από τη γραμμή του ορίζοντα

που περισσότερο μαντεύεις,

το ξέρεις·

εκεί κάτω

πολλούς μήνες που κάνουνε χρόνια

τα κοιτούσες…

Έτσι τ’ όνειρο μας αφέθηκε

ταξιδεύοντας

στα χέρια του ξύπνου…

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 27th April, 2015):

 

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

 

Κοιτούσες για μήνες πολλούς

λοξά στον ουρανό

περισσότερο φανταζόσουν

παρά έψαχνες

πολυφωτισμένος ορίζοντες ήμουν

κάνουνε χρόνια να

πνιγούνε τα καράβια

γύρω μου βυθίζεται η ζωή

κι ένα τοπίο γιομάτο σίδερα

εγκαταλείπεται στη κουπαστή

τσουβάλια ώρας

συλλογίζομαι ταξιδεύοντας

πάνω από τόσα σίδερα

ασημί τα μάτια

φωτεινό κουπί

δαγκώνω το φως και σκέφτομαι

αγρυπνώντας όνειρα

αφήνω στη θάλασσα

πληγές ο πυρετός τους

έτσι μετράω στα χέρια

τις μέρες

κοιτάζω κι αφέθηκα

εκεί κάτω

κανείς δεν μαντεύει

τι ακούω

νυχτερινά χτυποκάρδια

πρύμα στ’ άστρα

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΚΟΡΠΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ,  Σελ. 150

[…]

Τρόμαξες;  Άκου·

αγάπη που ονειρεύεσαι πλάϊ στα νερά της λίμνης

κι εγώ τους πόνους που γλυστράν μαλακά ξαίρω

σ’ ονειρεμένη βραδιά σαν τούτη τώρα που ΄σαι βυθισμένη.

Άκου, άκου

ήσυχα και βελουδένια σαν κύκνος που περνά, βλέπεις ξαίρω

τους δρόμους για να ΄ρθω μπρος στης συλλογής σου τον καθρέφτη.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 29th April, 2015):

 2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Διάλεξε μια σιωπή

και  θα ‘ναι οι λέξεις μουσική

νάσαι βέβαιη φωνή

ως τ’ άστρα

όχι όμως παραπέρα

σπασμένες νύχτες έφτασαν

κι ο πειρασμός του φεγγαριού

σε περιμένουν καταιγίδες

κάμπος στιγμών

ανθισμένος μες το σκοτάδι

κι εσύ να μιλήσεις πένθιμα

χλωμό σημάδι ονείρου ήσουν

αν ποτέ μπορέσεις

πέθανε

κι ύστερα

θα σε φέρνω

πλάι στα νερά

μήπως και φτάσεις

ως τη βελουδένια λίμνη

όπως μια αγάπη κύκνου

τρομαγμένη κοιτάζεσαι

στον καθρέφτη

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

μέσα σε συλλογή από όνειρα

βυθισμένη

ακούς τους πόνους πως γλιστρούν

σαν βράδια μαλακά

βλέπεις τώρα τις αστραφτερές

βροχές

αν και ξέρεις πόσο ωραίος είναι

ο αγέρας

τούτη η ώρα

ματωμένη από σιωπές

αφού πια δεν μου μιλάς

για μένα το τίποτα

κι ο ήσυχος δρόμος

γιόμισε γρύλλους

αναπαμένη καλοκαίρια

περνούν οι ομορφιές σου

δεν μπορείς πια

θα ζήσεις

να χαίρεσαι άγρια

κι ας μην χτυπά η καρδιά

για μένα σε φωτίζουνε

τόσες νύχτες

άκου τη φωνή τούτη

βαθύς ρυθμός

έκφραση χλωμή

μας ανατριχιάζουν κάποιοι στίχοι

ποίημα στοιχειό

πλανέψου όπως όταν

ήσουν αγέρας ή βροχή

βγαίνεις έξω απ’ τις φλόγες

κι ύστερα γίνεσαι

ωραία πάλι στάχτη.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΚΟΡΠΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 152-153

 

Στάθηκε μπρος στον καθρέφτη

την ώρα του λογαριασμού·

κι η γωνιά πλάι του ιστοριζόταν-

η ξεχασμένη άκρη της θάλασσας

σ’ απόγκρεμη ερημιά·

μια του γελά και μια ξαναβουρκώνει.

Εκεί δυο πουλιά χάρηκαν την ομορφιά τους!

και ξαναβλέπει σ’ αστραπή

τον εαυτό του να χαμογελάει·

ατάραχος κυρίευε τα περασμένα;

μα ο καθρέφτης δε βάσταξε

θαμπώνει·

συννεφιασμένο πέρασμα

πάνω στο νερό

σβήνει την εικόνα…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


 

Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 29th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Σε μιά άκρη εαυτού

ατάραχη γωνιά ψυχής

ιστοριζόσουνα σαν τα

περασμένα

πλάι πλάι

συννεφιασμένες σβήνουν

οι εικόνες σου

απόγκρεμη θαλασσιά

γελάνε τόσοι αετοί

δυό πουλιά ευτυχισμένα

χαρήκαν ερημιές

ξαναβουρκώνει η ομορφιά σου

στον καθρέφτη

σιωπή αστραπής ξεσπά

κι η ώρα στάθηκε

το χρόνο να θαμπώσει

πέρασμα νερού

στάθηκες μπρος

στα χίλια είδωλα

αστραφτερός μα ξεχασμένος

αμέτρητα κομμάτια σου

κι όμως χαρήκαν

κι ας πέθανες

αφού δεν βάσταξε

πολύ η ζωή

αβάσταχτα μονάχη εσύ

κέρδισες λιγάκι φως

και ξαναβλέπεις

σπάζοντας τόσα λόγια

σε κυριεύει πάλι το εγώ

που μ’ οδηγάς λοιπόν;

ήρεμος

φέρνοντας σκέψεις

σαν να ΄σουν δώρο.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΚΟΡΠΙΑ, Σελ. 154-155

 

Μια φορά σαν γίνηκε

δεν έχει σημασία πως ξεχάστηκε·

είναι σα να βλέπεις δίχως να γερνάς,

την ομορφιά της παραδομένη στα σκουλήκια.

Στους καιρούς που ήρθαν

είναι η ανάμνηση το άφθαρτο·

στα μέσα της ζωής

τα μάγια μιας ψευδαίσθησης.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 29th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μαλλιά ονείρων

ήταν το βασίλειό μου

εξουσιασμένος απ’ το μαύρο

και πάνω σ’ ένα γυμνό φεγγάρι

βρέθηκα τώρα μπλεγμένος

πορφύρες χειμωνιάτικες

κυνηγημένος ήμουν σύννεφα

και ξημερώνοντας ταξίδια

έγειρα προς τις καταιγίδες

λαλούσανε οι νύχτες

και φούντωσε το φως

εσύ χαιρόσουν

ξαπλωμένος

πνιγμούς μισοθανάτιους

σε θαλασσινό κρεβάτι

μοναξιά αθανασίας

ξαναθυμάμαι ενός ονείρου

το ξύπνημα

ονειροπόλος δύσης υπήρξα

κι εσένα

βοκοπούλι των ποιητών

δεν σε ξεχνώ

βαρειά τα λόγια σου

όπως η πικρή ασπίδα

δίχως σωτηρία

κι αυτό τώρα το τέλος

δεν μου φέρνει καν ταραχή

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΚΟΡΠΙΑ, Σελ. 163-166

 

[…]

Από μαργαρίτες

ο χιονισμένος κήπος

πλάι στη στέρνα

εκεί περνούσε ο κύκνος

σαν στάθηκες θυμόσουν.

Μην τον ρωτήσεις όμως

αν θα ξαναπεράσει

γιατί είναι παγωμένος

 σε μια σβησμένη εικόνα

Εσύ που δε θυμάσαι

την αστραπή της νιότης

που σ΄έκαψε μαζί του

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (El Portet, Spain, 29th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Φαρμακερή μοιάζει

η μοίρα του ουρανού

σβήνει ο χορός μας

τα βήματα συννέφων

και ξαναφέρνει αγέρηδες

αλλοτινών καιρών

αγιάτρευτη τώρα κι αφύλαχτη

η πατρίδα

σαν μάθημα σκληρό

κι όμως κυλάει το δάκρυ τρυφερό

αφού η καρδιά του γέρου

μέσα σ’ άνθη κρύβεται

κι έχει αίμα κλειστό

όπως η πόρτα μιας άδολης εποχής

σε κορφές λουλουδιών

ανοιγοκλείνουν οι αναπνοές μας

παράταιρα η μνήμη

πληγώνεται

στον κήπο με τις

μέλισσες

κι οι πεταλούδες

μένουν στο άγαλμα

απάνω

περνούν και σβήνουν

τόσα λόγια

σταγόνες σκέψης

βροχοστροβιλιζόμαστε

λες κι είμαστε

ανοιξιάτικες νύχτες

μιας άλλης μέρας

εφτάψυχα σκοτεινής

κάποιου χειμερινού

γκρεμού το άνθος

σε φύλαξα προσεχτικά μέσα μου

όπως ένα ρόδο

ανοίγει τα πέταλα του

της ανάμνησης

και ξεπετάγονται

ολόδροσα αρώματα

μαράθηκαν τώρα

τόσα ονόματα ανθρώπινα

δίχως φύλλα

γκρίζο πουλί η μοίρα

για να μην πέσει

στα μικρά χέρια

των γαλάζιων κεραυνών

σπατάλησες κάμποση γαλήνη

ώσπου άνθισες

κι ας ξεράθηκε η καρδιά σου

προσμένεις κλαίγοντας

τις πρωϊνές θάλασσες

παγωμένες σχεδόν σβησμένες

πλάι σου ένα παγώνι νιότης

με χιονισμένα φτερά

ανοίγει τα δαντελένια όνειρα

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

για να εισχωρήσεις ΕΣΥ

ή ότι έχει απομείνει

από σένα

ουράνια ονειροφαντασιά

μαργαριτάρι ανάμνησης

χωνάκι ο χρόνος

θήκη ψυχής

κι ένα άδειο τζιτζίκι

σε προσπέρασε

αναζητώντας θύμησες

πλάι του κάποιο καλοκαίρι

μην ρωτήσεις

αν είχε μάτια φωτεινά

κύκνεια μοίρα

ποιός να την έβαψε άσπρη;

δεν ρωτήθηκες 

όπως οι λυπημένοι τάφοι

κι ας ήσουν εικόνα μαύρου

άβαφτο φεγγάρι περσινό

στην στέρνα των αστραπών

θαμμένο

στάθηκες πάλι

απ’ την αρχή

γεννημένος

εκεί περνούσε

πλάι ο θάνατος

μαζί του κι η νιότη

από μαργαρίτες

μια εικόνα φτιαγμένη

χλωμιάζει

μα εσύ δεν θυμάσαι

τι σε φέρνει εδώ

ποιό χρώμα

σου δίνει

τις μεταθανάτιες μέρες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 321

 

Μακαρισμένος που δενέκανε φαύλο κύκλο της ζωής του

τάχα αισθήματα για τους άλλους που δεν ξέφυγαν απ’ το σκοπό τους

άλλο από εκείνο τον επαγγελμένο κ΄διατυμπανισμένο

σε ασκητική υποκρισία κι όμως δίχως να μπορεί

γενναία σε χοϊκή έλξη να ξοδευτεί.

σαν μέθη από κρασί μαζί κι από αίμα

ασυλλόγιστα έτσι επαληθεύοντας

δυστύχημα του

την αρχή μέση και τέλος σε αφεύγατο κύκλο.

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 10th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Γιατί έτσι έπρεπε

ν’ επαληθεύσεις το αίμα σου

ασυλλόγιστα μεθυσμένος

δυστύχημα που ξοδεύτηκες

στην υποκρισία ενός επαγγέλματος

μακαρισμένος ως το τέλος μ’ έναν σκοπό

ταφοζωϊσμένος φαύλους κύκλους

άσκησες τα καθήκοντά σου

με καθήκον

δίχως να θεωρηθείς γενναίος

άλλωστε δεν μπορούσες

να ‘σαι άλλος

απ’ εκείνος που ήσουν

κι όμως ξέφυγες

έστω και δυστυχισμένος

από μια αφεύγατη μοίρα

κρασί μαζί και μελάνι

διατυμπανισμένος

λέξεις ως το τέλος

δεμένη απ’ ένα δένδρο

κάρπισε η λύπη

σαν να ‘σουν εσύ

το στείρο εκείνο πια κλαδί

γιομάτος κορμί

μα δίχως φύλλα

θα μείνεις

χαρούμενα άκαρπος

το ανθρώπινο σχήμα σου

δεν έκανε για κύκλος

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 330-331

 

[…]

Από το φυλακισμένο παράθυρο

κοιτάζοντας

βρίσκω να μη συμφωνώ με την αναγκαστική τούτη θέα

[…] δίχως όμως τις εικόνες της που με συντηρούν

θαμένα δίχως μνήμη και παρόν λογικεύομαι

σαν τώρα αργόσχολος λοιπόν υπάρχω

[…]

 © Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή  του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Θαμμένα δίχως νόημα

κορμιά ξεχύνονται

αφού είναι αναγκαστικά

αργόσχολος ο θάνατος

δεμένος απ’ ό,τι γράφω

λογικεύομαι

φυλακισμένος ορθάνοιχτα υπάρχω

κι οι φλογισμένες θέες

λιγοστεύουν τις νύχτες μας

αλλάζοντας ο βοριάς νησιά

γεύτηκε τη ζωή

ντάλα μεσημέρι

κι η ανθρώπινη ελπίδα

φλογίζει τις αιώνιες φωνές

κι ας λιγοστεύουν

ενώ εμείς

φυλακισμένοι στο παρόν

ταίζουμε τους ήλιους

μνήμη

κοντά στα μίση

και τα σπασμένα παράθυρα

συντηρούμαστε

βρίσκω μαζί σου

την στιγμή εκείνη

που μπροστά στα περασμένα

στέκουμε πάλι κι ας μην ήταν

έργο δικό μας η ζωή

κοιτάζοντας

εικόνες γνώριμες

συμφωνούμε όπως λίγοι

φίλοι που δεν ξεχνιούνται

κοντά σπαρμένοι

ο ένας στον άλλον

γευτήκαμε

χείλη κι αγάπες

κυλήσαμε σαν δένδρα

παίζοντας στους κήπους

αβοήθητο νησί

σε περιμέναμε

εσύ που ποτέ σου

δεν ταίριαξες στο κύμα

τώρα μαζί ξαναβρεθήκαμε

στις γωνιές τραγουδιών

γιατί μια καινούργια

πόρτα σιωπής

είναι πάντα

ταίριασμα από

φωνή κι άνοιγμα

δοκίμασε λοιπόν ψυχή

να ζυγιστείς ως το κόκκαλο

χρώματα αδειασμένα από χρόνο

ξεχύνονται

κι η τύχη του καθρέφτη έσβησε

θαλασσινές σκιές

κατεβαίνουν μέσα μου

σκαλοπάτια

εκείνα που πέρασαν

κι οι αγέρηδες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 334

[…]

Γιατί ‘θελα να φέρω καιρούς περασμένους

τα μαγικά τερτίπια πήρα

μουσικής δεμένης

 με φάντασμα ευωδιάς που ερχόταν

κάθε φορά σαν πρώτη

στον κήπο κατεβαίνοντας μαζί της

πριν ξεχαστεί και πριν με πάρει

της λησμονιάς η λησμονιά μαζί της…

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Φάντασμα δεμένο σε κορμιά

και τερτίπια μοίρας

η ανθρώπινη ζωή

προσπάθεια αστραπής

ενώ εμείς

χρωστάμε λίγο αγέρα

στους τάφους

μαγικά κάποιου νεκροθάφτη

οι περασμένοι ήλιοι

στη σιωπή των ίσκιων

ο γκρεμός

γίνεται τύφλωμα

και δύναμη φωνής

του νου ο δρόμος

απ’ ένα παράξενο κάμπο

ερχόταν μουσική ταραχής

πλατωσιά κοίταξε την

και σκέψου πολύ

κατεβαίνοντας στους

ουράνιους κήπους

πόση λησμονιά

ευωδιάς γεύομαι

κατρακύλισμα λησμονιάς

θα το ‘λεγα

έστω ή και

σκαλοπάτι ευωδιασμένο

πριν ξεχαστώ

σας έφερα καιρούς κρυμμένους

στο ξαστέρωμα

και σε κύλισμα συννέφων

άγονο αθλοθέτημα η ποίηση

και παιάνας ήττας

κι όμως βρίσκω λίγη γαλήνη

ποθώ το τέρμα σ’ ένα όνειρο

θέλω να σας φέρω κι εγώ

τραγούδια, σμαράγδια και λουλούδια

αυτός είναι ο πειρασμός μου

κι ο αγώνας μιας γενναιόδωρης καρδιάς

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 336-337

Τη μοναξιά του την ξέρεις

δεν είταν σε κορφή βουνού

μα χαμηλά στις θάλασσες

εκεί πάλεψε τη ζωή του·

όπως σε βράχο πάνω σαν αυτές μανιάζοντας

απ’ τον αγέρα φέρναν

στη δίψα του τ΄άγρια φίλτρα της γης

σ’ αυτόν που αποζητούσε

μες στην αρμύρα να γιατρευτεί

νηστεύοντας τον κόσμο.

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Μην φοβάσαι ότι βλέπεις

είναι στην αλλαγή του

το φως

χωρίς φωλιά ο αετός

μπορεί σαλεύοντας

μέσα σε γκρεμούς

να γιατρευτεί

αποζητούσες αλμύρα

νηστεύοντας

στη μοιρασιά

πείνας και μοναξιάς

ωφελήθηκες

καθάρισε τώρα

τα παλιά σημάδια

Image result for GENERATION OF THE THIRTIES GIF

καίγονται οι σπόροι

φτάνουν ως εδώ

οι φόβοι σου

χιονισμένος φαίνεσαι

διαφορετικός

περισσότερο κορφή

αντί για βράχος

κι εσύ συνήθισες να θυμάσαι

λιώνει η στιγμή τον χρόνο

προσμένεις τώρα λίγη πέτρα,

φλόγα και χώμα καλοκαιρινό

καθάρισε η γη

απ’ τους αγέρηδες

είναι βλέπεις ο χαρακτήρας

της λύπης τέτοιος

ψευτοαφήνεσαι στην πλανερή

μέθη μιας ζωής

άγιος βράχος

κι η φλόγα

φέρνει τη δίψα

της θάλασσας φιλτραρισμένη

στα χείλη του

ξέρεις πως βλέπεις

μονάχα ένα αντιφέγγισμα

απ’ ό,τι κοιτάζεις

ανέμελα τυφλός

κι οδηγός σου

τα σιχαμερά πουλιά

δίχως μαλάκωμα ο χρόνος

δάχτυλα πονεμένα

κι η φρόνηση του στίχου

αφήνεται αυτοδύναμη

θάλεγα μεθυσμένη

φαντασία δίχως

αύριο πικρό

μονάχα

‘συγχώρεση του σήμερα’

και μαζί σου χνούδι καρδιάς

καθώς ψευτοαφήνεσαι

να σκέφτεσαι:

αίσθηση αδυναμίας

ο χαρακτήρας της νύχτας

μπροστά μονάχα

λίγο χθές καλύτερα

κάρφωσε την έσχατη μέρα

στον καιρό

όπως σε τούτα τα τόσο ρηχά νερά

κάποτε βρήκες μια φάλαινα

να λιμνάζει

ξαναδίνεις στη συγχώρεση

ένα είδος δύναμης

πλανερά ποτάμια κυλούνε

πλάι τους μέρες χιονισμένες

καθάρισε τες

νηστεύοντας ζωή

η ανάσα καίει τόσες έγνοιες

δύναμη μιας πεταλούδας

φτάνεις ως εδώ

στις αδιάφορες κορφές

μανιάζοντας

περισσότερο χαμηλό βουνό

απομένεις παρά ψηλή

φουσκοθαλλασιά

πρόσεχε μην μας πλησιάσεις

την ώρα που ονειρευόμαστε

 εκεί έξω μείνε

ψάξε και βρες

σιγά σιγά

πόση δίψα των ύπνων έχει απομείνει

σε αίσθηση θανάτου

πρέπει να χαθείς

άγιος βράχος

κι η φλόγα φέρνει τη δίψα

της θάλασσας

φιλτραρισμένη στα χείλη του.

 © Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 


 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 352

 

Γιατί είχα κλειστεί όλη νύχτα σ’ αδιέξοδο πρόβλημα

πεθύμησα τόσο να ξημερώσει

να βγω στην εξοχή

δίχως σκοπό χαζεύοντας-

να ξεδιψούσα

από τη σκοτεινή των περασμένων ρίζα.

Κι όταν εκεί σαν βρέθηκα περνώντας

μουρμούριζα τα ονόματα των άγριων φυτών

η καρδιά μου βίαια στήριζε το μυαλό μου

κι ανέβηκα

σε πρωινή στον Κύριο προσευχή·

γαλήνευα- κι είπα ακόμη:

πλάσμα σου αδύνατο βοήθησε με..

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.

 


 

Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Βίαιο μουρμουρητό της σκέψης

η ποίηση

σε πρωϊνό στίχο γαλήνευα

βοήθησε με να ριζώσω στο σκοτάδι

πάνω σε μια άγρια προσευχή

στήριξα όλα μου τα προβλήματα

ξημερώνουν αδιέξοδα πολλά

βρέθηκα στην εξοχή της νιότης

ξεφλουδισμένο πλάσμα ξεδιψούσα

στο αδύνατο

χάζευα τζιτζίκια

κλεισμένα μες τη νύχτα

ονόματα καλοκαιριών

περνούσαν δίχως σκοπό

από μπροστά μου

πεθύμησα να βγω

κι ανέβηκα

κι είπα:

‘Κύριε θαλασσινέ

κάψε με σαν κύμα’

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 353

 

[…]

Ξελόγιασμα ‘ταν

η δροσιά της θάλασσας

για να σε κάψει

πάλι που δυναμώνει

φωτιά άσβηστη η δική σου

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η  μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Καταστροφή καλοκαιριού

η φθινοπωρινή ελπίδα

ξελογιασμένο το τζιτζίκι

δυναμώνει τη σιωπή του

πέρασμα φωτιάς ξεφλουδισμένης

μοιάζεις με πρόσωπο

και βασανίστηκες

δροσιά για κείνον

άσβηστη η μοίρα

κι όμως

κάψιμο τα όσα πέρασες εσύ

τώρα που άλλαξες

μοιάζεις πάλι

η δική σου ομορφιά

λυπητερή.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 360-361

 

Σε μια σταγόνα

ξεπέζεψε μυγάκι

και πνίγηκε εκεί

στο λαμπερό βυθό της

απ’ την πολλή βιασύνη

[…]

Είναι από ελπίδα

που ξανάγινε άνοιξη

στο πρόσωπο της

σε αυτά που ζωγραφίζω-

τα παλιά ξεθωριάζουν;

[…]

Με ένα λουλούδι

σε ένα ποτήρι το φως

μοάζει σαν ήλιος

θάμπος με σκιά παίζοντας

στο χαρτί που σου γράφω.

[…]

Τον ξέχασε πια

στην πέτρα και το νερό

που γράψαν τότε

το όνομα του μη σβηστεί

στον αχόρταγο χρόνο

Βαθειά κλάδεψες

την παλιά τριανταφυλλιά

για να σου ανθίσει

μα αυτή σου ‘καμε χάρη που σε αγκύλωσε

να τη θυμάσαι μόνο

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Ξεπέζεψες τ’ άνθη

βιαστικά ξεθωριάζουνε

οι ευωδιές

παίζοντας μαράθηκες

αχόρταγος όπως ο χρόνος

στροβιλίζεσαι

μονάχα για να περνάς αδιάφορος

μικρό μυγάκι η καρδιά σου

κι ένα σβησμένο όνομα

ποιοί το θυμούνται;

βροχή γέμισες ποτήρι

και τόση βιασύνη άνοιξης

δες πως πνιγήκανε εκεί

οι ήλιοι

μα ποτέ μια σταγόνα

δεν ξανάγινες

παίζοντας μαζί τους

βαθειά σ’ απαρνήθηκαν

περνάς εφήμερος

κλάδεψες αναμνήσεις

και ξαναπονούσες

παλιά τα πόδια σου

μαράθηκαν μαζί τους

κι οι σκιές

χωριστά έτσι όπως

ζούμε ο καθένας

όμοια αγκυλωτά

λουλούδια

γράφω με φως

και γίνομαι

βυθός ελπίδας

χαρτί τριανταφυλλένιο

αν σ’ έβλεπε

η ομορφιά που

ζωγραφίζω

θα σου ‘καμε χάρη

τα παλιά

μόνο έπρεπε θαμπό

να λαμπερίζεις

άδικα χορεύεις σαν πέτρα

θυμάσαι το νερό

δίχως ποτέ να ήσουν ψάρι

πάλι τα ίδια

έτσι που είσαι ξεχασμένος

κανείς δεν σε περιμένει

ώσπου πλήρωσες

θυμάσαι μόνο

πόσο άργησες

θ’ ανθίσεις σταγόνες

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015


images-3

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 389-390

 

[…]

Το μικρό παιδί

μπορεί να ξαναδιψάσει

σαν μεγαλώσει

αν ξεχάσει πως ήπιε

νερό αθάνατης βρύσης.

[…]

Η πρώτη σκέψη

σιωπή στη νύχτα φέρνει

με κομπολόϊ

μετρώντας χάντρες παίρνει

το χρόνο που κυλάει

[…]

© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.


Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Moraira, Spain, 30th April, 2015):

2a7435348b29490605ae08debc7c8c12[1]

Από μικρός ήσουν

αθάνατος

μεγαλωμένος ξαναδίψασες

κι ήπιες

πόσο δροσερό ήταν

εκείνο το παραμύθι

όποια βρύση κι αν άγγιξες

ανυπόμονα ξοδεύτηκες

ξεχειλισμένος

σταγόνες νιότης

μετρώντας τις χάντρες

από αίμα γέρικο

κυλάει στα ρολόγια

ο χρόνος ασυλλόγιστα

φεύγεις και παίρνεις

μαζί σου τόσες πατρίδες

άλλοι σε λένε θυσία

εσύ δεν ξέχασες

πως είσαι αφιερωμένος

πάντα στο να γράφεις

για ποιόν;

κι αυτός αγνός όπως η πρώτη σκέψη

παίρνει στην αγκαλιά

μικρά παιδιά

σαν μεγαλώσουν

και γίνουν στίχοι

θα τον ξεχάσουν

ξεχειλισμένος είμαι αίμα

πιες παραμύθι και ίσως ξεδιψάσεις

προτίμησέ με

απ’ την βρύση της ζωής

καθώς είναι

βρώμικια και σκουριασμένη

έχω γλώσσα αθάνατη

κι Ολύμπια αναπνοή.

© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015

 Related image

 

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *