Αργύρης Χιόνης-Η φωνή της Σιωπής
Argyris Chionis passed away on Christmas day at the age of 68. A Poet, a novelist and translator, born in Athens in 1943, who spent much of his life in the countries of North-West Europe. He began to write poems at the age of 14, influenced by the “mantinades” of Crete and “Erotocritos” sung by his Cretan mother. His poems were first published in 1963 in the journal “Dodekati Ora” and “Nea Estia” in 1964. His first collection of poems was published in 1966, titled “Apopeires Fotos” (Attempts of Light), while in 1967, shortly after the establishment of the dictatorship, he went to Paris, whereby he worked hard and attended French classes in the evenings. In early 1969, his poems were translated and published in literary magazines in Holland, a country bound to become his second destination. In Amsterdam, Argyris Chionis spent eight and a half years working hard and studying the language, efforts that were subsequently recognized; as he earned a scholarship from the Society of Writers, was accepted in literary circles, published his works in journals, two of his books were published, two of his theatrical plays were awarded, he was appointed instructor for Greek classes at the People’s Open University, and enrolled at the Italian Literature Department of the University of Amsterdam. He returned to Greece in 1977 and for the next five years he worked as a translator, worked on a series of children’s programs for the radio, and represented our country at the annual University of Iowa International Writing Program in the States. In 1982, he was hired as a translator at the European Union Council and settled in Brussels. In 1992 he resigned and retired to Throfari, a small mountain village in Corinth, where he was involved with poetry and agriculture. He was a member of the Society of Writers.
GREEK REPORTER
Between my fingers
and your flesh,
no matter how tightly I hold you,
burrows time.
Argyris Chionis
Ανάμεσα στα δάχτυλά μου και στη σάρκα σου,
όσο σφιχτά κι αν σε κρατώ, τρυπώνει ο χρόνος.
Αργύρης Χιόνης
HELLENIC PSYCHE AND POETIC EROS
The wood was just right – argyris chionis
The Wood Was Just Right
by Argyris Chionis (tr. Allegro Shartz & Nanos Valaoritis)The wood was just right
for us to make a house or a boat
beautiful cypress wood, aromatic,
we made a boat and we disappearedPOEMS AND PICK AXES
Ήπιε τέσσερα διπλά και ξεροσφύρι
Στο δεύτερο μια γλυκιά μελαγχολία
Κατέλαβε τις πατούσες του
Στο τρίτο η μελαγχολία πολιόρκησε
Τα γόνατά του
Στο τέταρτο η καρδιά του εκπορθήθηκεΣηκώθηκε και βγήκε απ’ το μπαρ
Έξω χιόνιζε ερημιά
Αν κλάψω σκέφτηκε τα δάκρυά μου
Θα λιώσουν όλο αυτό το χιόνι
Οι λάσπες όμως θά ’ναι ανυπόφορες
ΚρατήθηκεΣτο δωμάτιό του οι τοίχοι κάτασπροι γυμνοί
Δεν τόλμησε να βγάλει το παλτό του
Έτσι όπως ήτανε ντυμένος
Πήρ’ ένα κόκκινο μολύβι κι άρχισε
Να ζωγραφίζει πάνω τους
Έναν ήλιο ένα πεύκο
Μια θάλασσα και μια γυναίκα
Που δεν έμοιαζε και πολύ με γυναίκα
Αλλά ήταν
Καλύτερη από τίποτα
*Από το βιβλίο «Η φωνή της σιωπής. Ποιήματα 1966-2000». Νεφέλη, Αθήνα 2006, σελ. 253.
Description of a feeling
He drank four doubles and “dry hammer”*
By the second a sweet melancholy
Seized his paws
By the third melancholy besieged
His knees
By the fourth his heart stormed
He got up and walked out of the bar
Outside it was snowing wilderness
If I cry, he thought, my tears
Will melt all this snow
But sludges will be unbearable
He kept himself
In his room the walls stark white nude
He didn’t dare take off his coat
So as he was dressed
Took a red pencil and began
Painting on them
A sun, a pine
A sea and a woman
Which didn’t look like a woman
But it was
Better than nothing*The Greek word is xerosfyri. It is a slang word and it actually means that a heavy drinker is sometimes in a situation when there is nothing to acompany his drink ie food or so, just the drink.
**Translation: Dimitris Troaditis
Argyris Chionis, Descrição de uma sensação*
Bebeu quatro duplos e uma aguardente
No segundo uma melancolia doce
Agarra-o pelas patas
Pelo terceiro a melancolia
Sitiava-lhe já os joelhos
No quarto o coração era invadidoLevantou-se e saiu do bar
Lá fora nevava deserto
Pensou: se eu chorar as lágrimas
Derreterão toda a neve
Mas a lama seria insuportável
Conteve-seNo seu quarto entre paredes nuamente brancas
Não se atreveu a tirar o casaco
E assim vestido como estava
Pegou num lápis vermelho e começou
a pintar sobre elas
Um sol, um pinheiro
Um mar e uma mulher
Que não se parecia com uma mulher
Mas era
melhor do que nada
* Do livro “A voz do silêncio. Poemas 1966-2000 “. Nefeli, Atenas 2006, pp 253.**Tradução em português de Emília Cerqueira, a partir da tradução em inglês realizada pelo poeta grego Dimitris Troaditis
TO KOSKINO
TRIALS ON WELDING BY LEONIDAS GALAZIS
PAGE 56
“YOUR DAYS ARE NOT LEAVES”
BY ARGYRIS CHIONIS
“YOU FALL FROM THE BRUNCH AND CRY? WHY?
DON’T YOU KNOW YOU ARE A LEAF?
“WHEN SILENCE SANG AND OTHER INCOSEQUENTIAL HAPPENINGS”
YOUR DAYS THAT ARE FALLING
ARE NOT DESTINED FOR THE RECYCLING BINS
YOUR DAYS ARE NOT LEAVES
YOUR THOUGHTS ARE NOT TREES
BUT THEIR ROOTS ARE THREATENING
YOUR LUNGS AND YOUR HURT
THELEAVES ROT
WITHIN YOUR CELLS.
YOUR DAYS THAT ARE FALLING
KNOW THAT THEY ARE FALLING
BUT YOU DON’T BURN THEM
WITH ALL THEIR PUTRID CELLS
AS THEY WOULD EVER FERTILIZE
YOUR AILING TRUCK.
BUT YOU ARE NOT A TREE
FOR PASSERS-BY TO HUNG
THEIR HANDKERCHIEFS ON ITS BRUNCHES
LIKE BANNERS OF A VICTORY
EAGERLY ANTCIPATED BY THE DEAD
YET ONE THAT NEVER COMES.
AND THEY CRY UNDER THE GROUND
AND THEY WAKE US UP AT NIGHT
AND THEY ASK FOR THEIR TROPHIES
AND WE PUT THEM BACK TO SLEEP
WITH HOLLOW PROMISES
ΣΑΦΩΣ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΣ, ΚΑΙ Ο ΠΙΟ ΙΔΙΟΜΟΡΦΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΕ ΛΕΓΟΜΕΝΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ 70, ΔΗΛΑΔΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 70 ΚΑΙ ΠΟΥ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΤΗΝ ΠΙΟ ΤΡΟΜΑΧΤΙΚΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΔΑΣ, 1940-1950. Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΗΑΤΝ ΤΟΣΟ ΤΡΟΜΑΧΤΙΚΗ ΠΟΥ ΑΝΕΤΑ ΑΥΤΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΟΝΟΜΑΣΤΕΙ Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ-ΝΕΚΡΟΘΑΦΤΗΣ, Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΠΟΥ ΕΣΚΑΨΕ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΑΥΤΗΣ ΠΕΘΑΝΑΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΩΡΙΣ, 50-60 ΧΡΟΝΩΝ.
ΤΟΣΟ ΙΔΙΟΜΟΡΦΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΗΤΑΝ Ο ΧΙΟΝΗΣ ΩΣΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΒΟΛΗ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΠΩΣ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕ ΣΤΗΝ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ. ΗΤΑΝ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ.
ΤΟΣΟ ΙΔΙΟΜΟΡΦΟΣ Ο ΧΙΟΝΗΣ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕ ΦΩΝΗ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ
[…] Και ίσως μία γενιά που -τουλάχιστον στην αρχή- εξέφρασε αυτά τα χαρακτηριστικά είναι η γενιά του ’70. Για τους ποιητές της περιόδου από το 1968 έως τις αρχές του 1980, έχουν προταθεί οι όροι “τρίτη μεταπολεμική γενιά“, “γενιά της αμφισβήτησης” και “γενιά της άρνησης“. Στην πραγματικότητα είναι η τελευταία γενιά στην ποίηση που δικαίως φέρει τον τίτλο της γενιάς, ως ένα συλλογικό υποκείμενο που δρα συνειδητά και με εσωτερικές διεργασίες. Με βάση το κοινωνικό της ισοδύναμο θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε “αντικομφορμιστική γενιά” (ή “γενιά του αντικομφορμισμού”), τουλάχιστον κατά τις επιδιώξεις της καθώς αξιολογικά δεν επετεύχθη ως στόχος.
ΤΟΒΙΒΛΙΟΝΕΤ
Ο Αργύρης Χιόνης (1943-2011) αυτοβιογραφούμενος
Ο Αργύρης Χιόνης γεννήθηκε το 1943 στην Αθήνα. Ο πατέρας του ήταν από την Ίο και η μητέρα του από τις Βούβες, ένα μικρό χωριό στην ενδοχώρα του νομού Χανίων. Επειδή μπήκε πολύ νωρίς στη βιοπάλη, τέλειωσε το νυχτερινό γυμνάσιο, χωρίς καμιά ελπίδα για συνέχιση των σπουδών του.
Στα δεκατέσσερά του, άρχισε να γράφει ποιήματα σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, μιμούμενος τις μαντινάδες και τα αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο, που η Κρητικιά μητέρα του σιγοτραγουδούσε, ενώ έκανε τις δουλειές του σπιτιού. Την ίδια περίπου εποχή, μπήκε στη ζωή του το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο, η ποιητική ανθολογία των Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη. Έκτοτε, η ασθένεια της ποίησης εγκαταστάθηκε για τα καλά στον οργανισμό του και έγινε χρόνια.
Στα δεκαεφτά του υιοθετεί τον ελεύθερο στίχο και το 1966 εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή, οι Απόπειρες φωτός.
Το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, φεύγει στο εξωτερικό. Πρώτος σταθμός το Παρίσι όπου, εργαζόμενος πάντα (λαντζιέρης, φορτοεκφορτωτής, υπηρέτης), παρακολουθεί, τα βράδια, μαθήματα γαλλικών.
Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράζονται και δημοσιεύονται σε έγκυρα ολλανδικά λογοτεχνικά περιοδικά. Λίγο μετά τα γεγονότα του Μάη, που τα ζει από πολύ κοντά, η μεταφράστριά του, Maria Blijstra, και ο σύζυγός της, ο συγγραφέας Rein Blijstra (παλιοί φίλοι του Καζαντζάκη και λάτρεις της Ελλάδας), επισκέπτονται το Παρίσι, για ένα λογοτεχνικό συνέδριο, συναντιούνται για πρώτη φορά μαζί του και τον προσκαλούν στο Άμστερνταμ.
Μετά από δεκαπέντε περίπου μέρες, και ενώ συνεχίζεται ακόμη η απεργία των σιδηροδρομικών, επιχειρεί το ταξίδι με τα πόδια και με ωτοστόπ.Στο σπίτι των Blijstra, γνωρίζεται με τον ελληνιστή καθηγητή του Πανεπιστημίου Arnold van Gemert και την ελληνίδα γυναίκα του Τοτούλα, που του προτείνουν να εγκατασταθεί στον Ολλανδία, υποσχόμενοι να του βρουν εκεί δουλειά.
Επιστρέφει στο Παρίσι και, τον Αύγουστο, όταν παίρνει μήνυμα ότι βρέθηκε δουλειά σ’ έναν εκδότη κλασικών κειμένων, εγκαταλείπει οριστικά (έτσι νομίζει) τη Γαλλία. Φρούδες ελπίδες. Την επομένη κιόλας της άφιξής του, όταν παρουσιάζεται στην αστυνομία του Άμστερνταμ, με το διαβατήριό του και την επιστολή προσλήψεώς του από τον εκδότη, απελαύνεται αμέσως, γιατί έπρεπε να είχε υποβάλει την αίτηση παραμονής και εργασίας όσο βρισκόταν ακόμη στο εξωτερικό, δηλαδή σε κάποια ολλανδική πρεσβεία. Επιστροφή λοιπόν στο Παρίσι, με κομμένα φτερά. Υποβάλλει ωστόσο την αίτησή του στην ολλανδική πρεσβεία του Παρισιού και, μετά από τέσσερις μήνες αγωνίας, ανεργίας και πείνας, έρχεται η πολυπόθητη θετική απάντηση.
Στη μαγευτική πόλη του Άμστερνταμ, θα ζήσει τα επόμενα οκτώμισι χρόνια. Στην αρχή, θα δουλέψει σκληρά, τόσο για τον βιοπορισμό όσο και για την εκμάθηση της γλώσσας, αλλά, σύντομα, θα δει τους κόπους του να αυγατίζουν. Του χορηγείται, από την Εταιρεία Συγγραφέων, υποτροφία για γράψιμο, γίνεται δεκτός στους λογοτεχνικούς κύκλους και αποκτά πρόσβαση στα λογοτεχνικά περιοδικά, εκδίδονται δύο βιβλία του, βραβεύονται δύο θεατρικά έργα του, διορίζεται δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και, τέλος, βλέπει να υλοποιείται το όνειρό του για πανεπιστημιακές σπουδές. Με κρατική υποτροφία, εγγράφεται στη σχολή ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ. Επέλεξε αυτή τη σχολή, γιατί τον διακατείχε η σφοδρή επιθυμία να διαβάσει Δάντη από το πρωτότυπο.Το 1977, επιστρέφει στην Ελλάδα όπου, την επόμενη πενταετία θα δουλέψει ως μεταφραστής, θα συγγράψει μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο και θα κάνει ένα υπέροχο μακρύ ταξίδι στις ΗΠΑ, εκπροσωπώντας τη χώρα μας στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Iowa.
Το 1982, προσλαμβάνεται, κατόπιν διαγωνισμού, ως μεταφραστής, στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εγκαθίσταται στις Βρυξέλλες. Το 1992, παραιτείται από τη θέση αυτή και αποσύρεται στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολείται, πλέον, μόνο με την καλλιέργεια της γης και της ποίησης.Το μέχρι στιγμής έργο του Αργύρη Χιόνη απαρτίζεται από:
– ένδεκα ποιητικές συλλογές, οι δέκα από τις οποίες κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ, σ’ ένα συγκεντρωτικό τόμο που φέρει τον τίτλο Η φωνή της σιωπής. Η ενδέκατη, με τον τίτλο Στο υπόγειο, έχει επίσης εκδοθεί από τη ΝΕΦΕΛΗ.
– πέντε συλλογές αφηγημάτων, δύο εκ των οποίων, Όντα και μη όντα (βραβείο ΔΙΑΒΑΖΩ 2007) και Περί αγγέλων και δαιμόνων, διατίθενται στο εμπόριο από τις εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ. Εντός του 2008, πρόκειται να κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις ΚΙΧΛΗ, το βιβλίο του Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες.
– πλήθος μεταφράσεων, πεζών και ποιημάτων, από τα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά και ολλανδικά.
Ποιήματα και πεζογραφήματα του ίδιου έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροάτικα και ρουμάνικα.
Πηγή: 24Γράμματα
26.12.2011 | 18:40
Πέθανε ο ποιητής Αργύρης Χιόνης
To απόγευμα της Κυριακής από καρδιακή προσβολή.
Τη θλίψη του για το θάνατο του ποιητή Αργύρη Χιόνη εξέφρασε με ανακοίνωσή του ο υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Παύλος Γερουλάνος:
«Ο Αργύρης Χιόνης υπήρξε μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου και δημιουργού.
Πολίτης του κόσμου αλλά και άρρηκτα συνδεδεμένος με την Ελλάδα, άνθρωπος πολυπράγμων και συλλέκτης πάσης φύσεως εμπειριών, προσωπικότητα σύνθετη που αναζήτησε την ευτυχία στα απλά και μικρά, παρουσία χαμηλόφωνη αλλά επιδραστική, ο Χιόνης εξέφρασε με το έργο του την απορία του ανθρώπου μπροστά στο παράλογο και μάταιο της ύπαρξής του αλλά και μια βαθιά αγάπη για τη ζωή και μια ειλικρινή κατάφαση σ’ αυτή.
Στους οικείους και τους φίλους του εκφράζω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια.»
Πηγή: LIFO
Θ’ αναφέρουμε κάποια αποσπάσματα απ’ τη ποιητική συλλογή του Αργύρη Χιόνη, “Η φωνή της σιωπής”, Ποιήματα 1966-2000, Εκδόσεις Νεφέλη, 2006.
“ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ”, Σελ. 259
Ήταν ωραίο αυτό το καλοκαίρι
Ωραίο αλλά και επικίνδυνο
Ένας παππούς που έκανε αμμόλουτρα
Ξεχάστηκε θαμμένος μες στην άμμο
Όταν τον θυμηθήκανε ύστερ’ από μέρες
Σηκώσαν το καπέλο του
Δεν ήταν από κάτω
Μια πάλλευκη τουρίστρια απʼ το βορρά
Τα ʽφτιαξε με τον ήλιο
Κοιμήθηκε μαζί του μέρες μήνες
Σκούρυνε, αφομοιώθηκε απʼ το τοπίο
Οι δικοί της τώρα την αναζητούν
Μέσω του Ερυθρού Σταυρού
Ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός
Αν τους βαστάει τώρα
Ας με ξαναδείρουν, είπε
Πήρανε ο μπαμπάς κι η μαμά
Μαχαίρι και πιρούνι
Και χωρίς να τρυπηθούν
Του φάγαν την καρδιά
Ένα σκυλί κυνηγημένο
Δάγκωσε την ουρά του και την έφαγε
Ύστερα έφαγε όλο το κορμί του
Έμεινε μόνο το κεφάλι του στα βότσαλα
Νʼ ασπρίζει από τα κύματα γλειμμένο
Βαθιά ένα καράβι έμενε ακίνητο
Ακίνητο ένα καλοκαίρι
Φυσούσαν άνεμοι φουσκώναν τα πανιά
Δεν έλεγε να φύγει. Τι περίμενε;
Κανείς δεν ξέρει.
© 2006, Αργύρης Χιόνης, “Η φωνή της σιωπής”, Εκδόσεις Νεφέλη.
”Το Κόσκινο’‘
ΕΙΚΟΣΙ ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΑΡΦΙΑ ΓΙΑ ΜΑΛΑΚΑ ΚΡΕΒΑΤΙΑ, ΙΙΙ, Σελ. 267
Οι άνθρωποι το πιο συχνά
δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους
Τα δίνουν – τάχα χαιρετώντας – σ’ άλλους
Τ’ αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες
Ή – το χειρότερο – τα ρίχνουνε στις τσέπες τους και τα ξεχνούνε
Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
Ένα σωρό ποιήματα άγραφα© 2006, Αργύρης Χιόνης, “Η φωνή της σιωπής”, Εκδόσεις Νεφέλη.
ΗΤΑΝ ΩΡΑΙΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΩΡΑΙΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ
ΠΕΤΡΕΣ, Β’. Σελ. 278.
Απ’ το κορμί του δεν απόμεινε παρά ένας σωρός στάχτη
που κανείς δεν διεκδίκησε και που, τελικά, οι αρχές, μην
ξέροντας τι να την κάνουν, την άφησαν εκεί κι η βροχή, που
έπεσε μετά από λίγο, τη μεταμόρφωσε σε μια γκρίζα λάσπη
που κόλλαγε στις σόλες των ανυποψίαστων περαστικών.
© 2006, Αργύρης Χιόνης, “Η φωνή της σιωπής”, Εκδόσεις Νεφέλη.
ΑΚΙΝΗΤΟΣ ΣΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΤΗΝ ΚΟΙΤΗ
‘ΟΤΑΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΘΑ ΣΤΡΑΓΓΑΛΙΖΟΝΤΑΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥΣ’, Σελ. 298.
Θα’ ρθει μια μέρα που οι άνθρωποι θα μισήσουν τόσο τον
εαυτό τους, ώστε θα σφίγγουν με τα χέρια το λαιμό τους
και θα στραγγαλίζονται μονάχοι τους. Λίγο πριν απ’ το τέλος,
θα παραλύουν και θα λύνονται τα χέρια τους. Θα συνέρχονται
και θα ξαναρχίζουν. Αυτό θα γίνεται επ’ άπειρον και θα ‘ναι η
κόλαση που κανείς δεν προφήτεψε ως τώρα.
© 2006, Αργύρης Χιόνης, “Η φωνή της σιωπής”, Εκδόσεις Νεφέλη.
ΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
[…] Οι άνθρωποι προσφεύγουν στη ποίηση, όσοι την αγαπούν, για να έχουν αυτήν τη παραμυθία, τη παρηγοριά. Δηλαδη ένας τρόπος να παρηγορηθούμε για τα πράγματα τα αποτρόπαια που συμβαίνουν γύρω μας. [..] Έχουμε περάσει μια μεγάλη περίοδο εδώ και κάμποσα χρόνια, εμείς λίγο αργότερα απ’ τους άλλους τους Ευρωπαίους, γιατί αρχίσαμε να πλουτίζουμε με κάποια καθυστέρηση. Περάσαμε σε μια φάση απληστίας που μας έχει οδηγήσει εδώ που φτάσαμε. Εκεί νομίζω ότι η ποίηση δίνει ένα μεγάλο μάθημα.Το μάθημα της εγκράτειας, της αυτάρκειας, και της οικονομίας, οικονομίας στο λόγο και οικονομίας στις ανάγκες μας. Είμαστε εξαρτημένοι από ένα σωρό επίκτητες ανάγκες που στην ουσία είναι άχρηστες. Και επίσης μας βοηθάει να ζήσουμε, νομίζω τουλάχιστον όσοι την ακολουθούν τη ποίηση γιατι είπαμε είναι πάντα περιορισμένο το κοινό της, νομίζω ότι βρίσκουνε ένα αποκούμπι εκεί, είναι το δεκανίκι ενός ανάπηρου κόσμου. […] Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν υποκύψει κι έχουν αλλοιωθεί απ΄την καταναλωτική κοινωνία. Υπάρχουν όμως κι άλλοι που αντιστέκονται. […] Ναι στη ποίηση μου υπάρχει ένας μηδενισμός αλλά είναι σαν κι αυτόν του Καζαντζάκη η σαν αυτόν του Μπέκετ η σαν αυτόν του Καμύ, είναι ο ηρωικός μηδενισμός. […] Ο Μπεκέτ έχει μια φράση απ’ το τελευταίο παιχνίδι όπου λέει ότι: “Χωμένος ως το λαιμό στα σκατά επιμένω να τραγουδώ” […] Η ποίηση είναι τρόπος ζωής. Κυρίως για μένα η ποίηση είναι το μόνο πράγμα που μπορώ να κάνω καλά στη ζωή μου . Στα άλλα είμαι άχρηστος. Έ κανά καλό φαί μπορώ να φτιάξω επίσης, να μαγειρέψω. Αλλά δεν είμαι ικανός για πολλά πράγματα. Νομίζω ότι σ’ αυτό το πράγμα είμαι καλός. Κι είναι για μένα το δεκανίκι μου. Με βοηθάει να ζήσω δηλαδή.
-Γιατί διαλέξατε για τη ποιητική σας συλλογή το τίτλο: “Ότι περιγράφω με περιγράφει”
-Γιατί είμαι τα έργα μου. Δηλαδή όλοι οι άνθρωποι όχι μόνον εγώ όλοι οι άνθρωποι νομίζω ότι είναι το έργο τους. Ο καθένας είναι το έργο του. Ότι κάνης σε χαρακτηρίζει.
ΕΚΔΟΧΕΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ (Ι-ΧVII)
Ο Αργύρης Χιόνης (1943-2011) απαγγέλει τα ποιήματα που απαρτίζουν την ενότητα “Οι Εκδοχές του Τέλους” από το (τελευταίο) βιβλίο του με τίτλο: ” Ό,τι περιγράφω με περιγράφει “, το οποίο κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης το 2010.
ΕΑΡΙΝΗ ΣΗΜΕΡΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ .21 Μαρτίου 2010. Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης
“ΕΑΡΙΝΗ ΣΗΜΕΡΙΑ ΔΩΔΕΚΑ ΩΡΕΣ ΜΕΡΑ ΔΩΔΕΚΑ ΩΡΕΣ ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΚΟΤΑΔΙ ΤΟ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΣΚΟΤΑΔΙ ΕΝΝΟΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ Η ΦΥΣΗ ΑΓΝΟΕΙ ΦΟΡΩΝΤΑΣ ΠΑΛΙ ΤΟ ΦΑΝΤΑΧΤΕΡΟ ΕΜΠΡΙΜΕ ΦΟΥΣΤΑΝΙ ΤΗΣ. ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΑΝΘΙΣΜΕΝΕΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΕΜΩΝΕΣ ΞΕΒΡΑΚΩΝΟΜΑΙ ΚΑΙ ΧΕΖΩ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΑΝΘΙΣΜΕΝΕΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΕΜΩΝΕΣ ΔΕΝΕ ΕΧΩ ΑΛΛΗ ΑΜΥΝΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΑΣΠΛΑΧΝΗ ΟΜΟΡΦΙΑ.”
[…] ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΠΙΣΩ ΥΠΑΡΧΕΙ ΒΕΒΑΙΑ Η ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΑΓΩΝΙΑ ΕΤΣΙ, ΟΤΙ ΑΥΤΗ Η ΦΥΣΗ ΜΕ ΟΛΗ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΑΔΙΑΦΟΡΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΑΣ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΕΚΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑΠΙΕΙ ΟΠΟΤΕ ΚΙ ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΚΑΝΩ ΠΑΡΑ ΝΑ ΤΗΝ ΕΚΔΙΚΗΘΩ ΚΑΙ ΚΑΤΕΒΑΖΩ ΤΑ ΒΡΑΚΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΝΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΚΑΝΑ. […] ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗ ΠΟΛΥΕΠΙΠΕΔΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΜΕ ΠΟΛΥ ΛΙΤΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ Ο ΚΟΠΟΣ ΠΟΥ ΚΟΣΤΙΣΕ ΣΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΤΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΦΤΙΑΞΕΙ. ΔΗΛΑΔΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΑΠΛΟΣ ΑΦΟΥ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΟΛΗ Η ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ. ΑΠΛΗ ΜΕΝ ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ, ΚΑΤΑΝΟΗΤΗ ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΓΙΑΤΙ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΑΖΟΥΜΕ ΤΑ ΕΣΩΨΥΧΑ ΜΑΣ ΜΟΝΟ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑΝ ΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥΕΠΙΠΕΔΗ ΠΟΥ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΤΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΚΟΥΒΟΥΛΑΕΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΝΑ ΒΡΕΙ ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΠΟΙΗΜΑ.
[…] ΟΣΟ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΠΝΙΓΟΜΟΥΝ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΗΚΩΘΗΚΑ ΚΑΙ ΕΦΥΓΑ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΞΕΡΩ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΑΠΟ ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ. […] ΤΟΤΕ ΥΠΗΡΧΕ ΠΛΗΘΩΡΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΚΑΙ ΗΘΩΠΟΙΩΝ ΚΤΛ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝΕ ΦΥΓΕΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ.
ΤΗΝ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΤΗΝ ΣΠΟΥΔΑΣΑ ΓΙΑΤΙ ΗΘΕΛΑ ΚΟΥΤΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΦΑΝΕΙ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΩ ΔΑΝΤΗ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ. ΗΞΕΡΑ ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΟΥ ΠΟΛΥΑΡΕΣΕ. ΚΙ ΟΤΑΝ ΑΝΑΚΑΛΥΨΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΤΡΕΛΛΑΘΗΚΑ.
[…] -ΖΗΣΑΤΕ ΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΟΥΛΕΨΑΤΕ ΣΚΛΗΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΤΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΝΑ ΖΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΚΟΡΙΝΘΙΑ ΝΟΜΙΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΥΘΕΝΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΛΑΤΑ. […] ΚΑΙ ΕΙΣΤΕ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΠΗΡΑΝ ΤΑ ΒΟΥΝΑ. ΤΙ ΣΑΣ ΧΑΡΙΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΠΙΟ?
-ΚΥΡΙΩΣ ΤΗΝ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ, ΤΗΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ. […] ΚΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΕΤΣΙ ΛΙΓΟ ΠΑΛΙΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ. ΔΗΛΑΔΗ ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΕΙΣ ΤΟ ΣΚΑΠΕΤΙ ΠΟΥ ΛΕΜΕ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΤΟ ΞΙΝΑΡΙ ΠΟΥ ΛΕΝΕ ΣΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΝΑ ΚΛΑΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΧΕΡΑΚΙ ΣΟΥ, Ν Α ΚΑΝΕΙΣ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ Η ΦΥΣΗ. ΚΙ ΕΙΝΑΙ Η ΜΑΝΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΓΕΝΝΑΕΙ ΚΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΤΡΩΕΙ.
-ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΤΑΙ?
-ΒΕΒΑΙΑ ΕΧΩ ΦΥΤΕΨΕΙ ΕΛΙΕΣ ΓΥΡΩ ΣΤΙΣ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΡΙΖΕΣ, ΕΙΧΑ ΕΚΑΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑ ΑΛΛΑ ΜΟΥ ΤΙΣ ΕΚΑΨΕ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΕΧΩ ΟΠΩΡΟΦΟΡΑ ΔΕΝΔΡΑ ΕΧΩ ΚΛΗΜΑΤΑ ΑΜΠΕΛΙΑ ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΕΧΩ ΤΟ ΚΗΠΟ ΜΟΥ, ΝΤΟΜΑΤΕΣ, ΚΟΛΟΚΥΘΙΑ, ΑΓΓΟΥΡΙΑ ΟΛΑ ΑΥΤΑ.
[…] ΝΑ ΜΗ ΣΗΚΩΝΕΙΣ ΚΕΦΑΛΙ ΝΑ ΜΗ ΠΕΡΗΦΑΝΕΥΕΣΑΙ ΝΑ ΜΗ ΛΕΣ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ. ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΛΕΕΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ. “ΑΥΤΗ ΤΗ ΓΗΣ ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΑΤΟΥΜΕ ΟΛΗ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΘΑ ΜΠΟΥΜΕ”.
[…] ΤΟ ΝΑ ΑΠΟΣΥΡΘΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΟ ΕΙΜΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ, ΖΩ ΜΟΝΟΣ ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ ΠΟΥ ΤΟ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΡΙΑΝΤΑ ΑΤΟΜΑ ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟ ΑΝΑΚΑΤΕΥΟΜΑΙ ΚΑΙ ΣΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΟΥ. ΕΧΩ ΕΚΛΕΓΕΙ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ, ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ.
[…] ΑΛΛΑ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΑΠΟΣΤΑΣΗ. ΠΧ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΑΦΙ. ΑΓΑΠΩ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΟΥ ΚΙ ΕΧΩ ΠΟΛΥ ΚΑΛΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΛΛΑ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ.
ΕΧΩ ΟΣΦΡΑΝΤΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΦΟΒΕΡΗ ΔΗΛΑΔΗ ΘΥΜΑΜΑΙ ΤΑ ΣΕΠΟΛΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΕΚΕΙΝΗΣ ΠΟΥ ΗΜΟΥΝ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΘΥΜΑΜΑΙ ΤΗΝ ΟΔΟ ΣΕΠΟΛΙΩΝ ΠΟΥ ΦΤΑΝΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΚΑΙ ΦΤΑΝΕΙ ΩΣ ΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ ΕΚΕΙ ΕΙΧΕ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΜΑΓΑΖΙΩΝ ΠΟΥ ΕΧΩ ΑΚΟΜΑ ΤΩΡΑ ΣΗΜΕΡΑ ΤΗ ΜΥΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ ΜΑΓΑΖΙΟΥ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ. ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΗΤΑΝ ΤΟ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ ΤΟΥ ΚΟΝΒΕ. ΜΟΣΧΟΒΟΛΑΓΕ, ΒΑΝΙΛΙΕΣ ΚΑΝΕΛΕΣ, ΤΑ ΦΡΕΣΚΑ ΒΟΥΤΥΡΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΑΝ ΤΟΤΕ ΓΙΑ ΤΑ ΓΛΥΚΑ ΔΕΝ ΗΤΑΝΕ ΤΟΤΕ ΤΑ ΒΥΤΑΜ ΚΙ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΑΗΔΙΕΣ. ΠΑΔΑΔΙΠΛΑ ΗΤΑΝΕ ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ ΘΥΜΑΜΑΙ ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ Ε ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝΕ ΜΟΝΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΗΤΑΝΕ ΦΑΡΜΑΚΟΤΡΙΒΕΙΟ ΔΗΛΑΔΗ ΦΤΙΑΧΝΑΝΕ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΦΑΡΜΑΚΑ ΑΛΛΕΣ ΜΥΡΩΔΙΕΣ ΕΚΕΙ ΠΙΟ ΠΙΟ ΠΙΚΡΕΣ ΠΙΟ ΣΤΥΦΕΣ. ΠΑΡΑΔΙΠΛΑ ΗΤΑΝΕ ΕΝΑ ΚΟΥΡΕΙΟ ΜΕ ΤΗ ΠΑΤΣΟΥΛΙ ΜΥΡΩΔΙΑ ΠΟΥ ΒΑΖΑΝΕ ΜΕΤΑ ΤΟ ΞΥΡΙΣΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΜΕ ΤΑ ΑΠΟΝΕΡΑ ΠΟΥ ΤΑ ΠΕΤΑΓΑΝΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΜΥΡΙΖΑΝΕ. ΠΑΡΑΔΙΠΛΑ ΗΤΑΝΕ ΤΟ ΧΑΣΑΠΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΒΡΩΜΑΓΕ ΗΤΑΝΕ Η ΜΥΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ ΤΑ ΖΩΝΤΑΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΖΩΟ ΚΡΕΜΟΤΑΝΕ ΚΑΙ ΧΡΑΠ ΤΟ ΕΚΟΒΕ ΜΕ ΤΟΝ ΜΠΑΛΤΑ. ΠΑΡΑΔΙΠΛΑ ΗΤΑΝΕ ΕΝΑ ΣΙΔΗΡΟΠΩΛΕΙΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΙΧΕ ΝΕΥΤΗ ΑΛΛΗ ΜΥΡΩΔΙΑ ΦΟΒΕΡΗ ΑΥΤΗ ΤΟΥ ΝΕΦΤΙΟΥ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ ΚΤΛ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΜΟΥ ΦΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΜΥΡΩΔΙΕΣ.
[…] ΚΑΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑ, ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ΠΡΟΧΘΕΣ, ΟΤΙ ΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ, ΓΙΑΤΙ ΒΓΗΚΑΝΕ ΠΕΡΣΙ 450 ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΤΡΟΜΑΧΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ, ΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΠΟΥ ΓΡΑΦΟΥΝΕ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΔΟΥΝ ΑΓΟΡΑΖΑΝΕ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΑ, ΑΓΟΡΑΖΑΝΕ ΠΟΙΗΣΗ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΗΡΧΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΘΑ ΕΠΕΡΝΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΚΑΝΑ ΦΡΑΓΚΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΚΔΟΤΕΣ. ΓΙΑΤΙ ΟΛΟΙ ΓΚΡΙΝΙΑΖΟΥΜΕ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΟΙΝΟ Η ΠΟΙΗΣΗ.
[…] ΜΕ ΕΠΗΡΕΑΣΕ Ο ΚΑΦΑΒΗΣ ΠΧ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΦΟΥΣ ΤΟΥ ΕΠΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΤΟΛΜΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ
[…] Ο ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΩΣ ΨΥΧΟΣΥΝΘΕΣΗ, Ο ΣΕΦΕΡΗΣ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΥ Ο ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ ΓΙΑ ΑΛΛΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ. […] ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΝΕΦΕΡΑ ΜΟΥ ΑΡΕΣΑΝ ΓΙΑΤΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΝΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΛΕΜΕ Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΠΕΣΙΜΙΣΜΟΣ. ΓΙΑΤΙ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ ΕΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΜΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ. ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΗΡΩΙΚΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ.
[…] ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΦΟΒΑΜΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΑΠΙΣΜΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΑΝΗ. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΜΕ ΕΝΟΧΛΕΙ.
ΓΙΑ ΜΕΝΑ Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΛΟΓΙΑ. ΟΤΑΝ ΒΡΙΣΚΟΜΑΙ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΕΙΜΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΑΤΟΣ. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΚΑΛΟΓΕΡΟΣ ΤΥΠΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΑΛΛΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ.
ΧΩΡΙΣ ΧΑΡΤΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙ
ΠΡΟΣΕΞΕ ΤΟ ΚΑΘΕ ΒΗΜΑ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΟΙΗΜΑ
ΝΑΤΗ ΠΑΛΙ Η ΖΩΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΠΑΡΤΗ
ΗΤΑΝΕ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΟΥ
ΕΝΑ ΤΡΙΚΟΥΒΕΡΤΟ ΠΑΡΤΥ
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΑΠΑΝΩ ΜΑΣ
ΣΕ ΠΕΝΘΙΜΟ ΧΑΡΤΙ
(WEST DRAYTON, LONDON, 21/05/17))
©MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2017
ΝΑ ΞΕΚΙΝΑΜΕ ΑΡΑΓΕ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ
ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΓΕ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΙΘΑΚΗ;
ΑΛΛΟΚΟΤΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ
Μια φορά κι έναν καιρό
ζήσανε (πάνω και κάτω από τη γη)
κάτι πλάσματα
τόσο παράξενα άσματα-χάσματα
που ο κόσμος τους ονόμασε
ποιητές-αλήτες
γράφανε για περίεργα πράγματα
δήθεν γινόντουσαν συνέχεια θαύματα
ίσως επειδή είχανε αφύσικα δάχτυλα
και τόσο αλλόκοτα μάτια
αλλάζανε χρώμα κάθε λίγο
γινόντουσαν έως κι ασημένια κατάρτια
λίγο πράσινο καθώς δεν ήταν πράσινο
μα γαλάζιο φύλλο
(η ζωή μου χάρισε μονάχα κάποιο φίλο)
κι η κόκκινη πεταλούδα
σαν μια πολύβουη πλεξούδα
μοίρα του Ιούδα
(προσκυνώ σημαίνει τον θεό παρακινώ
μα πού ανήκω; πουθενά σπλάχνα απύθμενα)
άλυτη όπως εκείνη η γυναίκα η παράλυτη
από το στήθος κι απάνω
τι πιο χειρότερο
αχάιδευτη εκ των άνω
πολύχρωμο μπαλόνι νάτο όλο μεγαλώνει
το σύμπαν σιγά σιγά φουσκώνει
μνήμες χαώδες του Κάλβου οι ωδές
θεού ταραγμένες πορδές
ψυχές καπριτσιόζες
δεν ικανοποιούνταν με τίποτα
πίναν πολλά ποτά
χωρίς όμως να μεθάνε
ώσπου ο ποιητής ετούτος πέθανε
ένιωθες πως αναποδογυρισμένα χείλια
σου δίναν φιλιά χίλια κομμάτια
γκρεμισμένα μάτια
ατέλειωτη πορεία πουθενά όρια
ιερά κόκκαλα, Ελληνικά εγχώρια
φεγγάρι αθάνατο με ατμόσφαιρα γάργαρη
(WEST DRAYTON, LONDON, 21/05/17))
©MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2017
ΩΣΠΟΥ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΕΤΟΥΤΟΣ ΠΕΘΑΝΕ
Recent Comments