ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ (1906-1994)-Ia
ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 424-425
Για μια στιγμή πίστεψα πως ήταν εκείνη
μ΄όλο που ήξερα πως έλειπε
κι αυτή που πήρε το πρόσωπο της
δίπλα μου κι ήξερα από πριν πως ήταν άλλη;
[…]
κ’ πως μπορείς ν’ αλλάξεις εσύ μ΄αυτό που μόνο του αλλάζει
δίχως από σένα η μήπως μόνο από σένα;
[…]
Η ανταλλαγή μορφή και ιδέας
προσώπου και ψυχής
κι αυτό που όρια δεν έχει
και δεν υπάρχει το δυνατό από το αδύνατο
μοναχά το ένα, τ’ ολόκληρο μαζί μ’ όλα τα κομμάτια
όσο μικρά κι αν είναι το ίδιο είναι που κάνουν το
ένα τ’ ολόκληρο-
[…]
Το άγαλμα τούτο
προτιμά να το ξεχνούν
στη σιωπή κήπου
παρά να το χλευάζει
χυδαία αγορά του κόσμου
Σαν κάποιους ποιητές
κελαδούν τις έγνοιες τους
τα πουλιά, λένε.
Μακαρισμένοι όσοι
μαζί τους το θυμούνται
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Έλειπε το πρόσωπό της
μόνο έτσι γίνεται η ποίηση
να χωράει στο κενό.
Ανταλλάσουμε
στιγμές κι ονόματα
μ’ ένα άγαλμα.
Ψυχή νυχτερινή
σε χλευάζει η σιωπή
κι εσύ χυδαία κομματιάζεσαι
σ’ ιδέες και μορφές
που καίγονται
πάνω στα όρια της μέρας
και κάπως έτσι ξαναβρίσκεις
το ΟΛΟΚΛΗΡΟ δίπλα σου.
Περιβόλι θέλησης
ο καρπός μικρός
κι όμως κάνει το αδύνατο
παιχνίδι της γνώσης.
Γλυκαίνω την άνοιξη
με μαχαιριές μοναξιάς
και νιώθω πως δεν υπάρχει
θάνατος μονάχα λίγες
ώρες ανυπαρξίας
στον αιώνιο κήπο
όπου χανόμαστε
ξεπερνώντας τα όρια
ενός λουλουδιού
μακαρισμένοι με κάτι που μοιάζει
σαν δίψα.
Τόσες ανταλλαγές
και πόσοι γυρισμοί
ώσπου ν’ αισθανθώ
πάλι πως εγώ είμαι
ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
κι ας με χλευάζουν
οι έγνοιες του κόσμου.
Μιλώντας περί
χρώματα-κελαηδήσματα,
ποιητές-πουλιά,
κι ας μας απομένουν
μονάχα λίγες λέξεις
για παρηγοριά
κι αυτό ακόμη
θαύμα είναι.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 433
[…]
Δεν είμουν εδώ με βροχή
στα λασπωμένα κ’ πατημένα λουλούδια και φύλλα είμουν γύρω
κ’ στη θαμπωμένη ώρα εκείνης της στιγμής
για να χω κι άλλη από εσέ στιγμή
με άλλη μουσική σιωπής να ταιριάξω
Ναι είμαι μονάχος
κι ο καιρός περνά
δε βοηθάει να ξεχάσω από αδυναμία
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ο χειμώνας, η νιότη
το φούντωμα του καιρού
όλα ήταν σημάδια ζωής
που χάθηκαν στο γύρισμα
της μοίρας.
Οι πέτρες πατημένες
από ρίζες και βήματα
ολάνθιστες μες τη μοναξιά τους
ενώ πάνω σε μερικά ξωκκλήσια
βρέχει η άνοιξη και
τριαντάφυλλα πολλά
σκαρφαλωμένα στο καμπαναριό
ολάνθιστα σιωπηλά
αφού είχε περάσει πιά
ο καιρός της μουσικής.
Θυμάσαι πως το χώμα
σβησμένο πάνω στα λουλούδια
συντροφεύει τις σιωπές
και τόσα κλάματα;
Παράταιρα μαραμένος
ο απόηχος των πουλιών
πεταλούδες πνιγμένες
μα οι ψυχές τους τυφλές
τριγυρίζουν σε φύλλα
λασπωμένα.
Εκείνη την στιγμή
ταιριάξαμε
στο απόμερο μιας γης
μονάχοι
θαμπωμένοι από αδυναμία
όπως ένα καντήλι σβηστό
και λίγο λιβάνι στα μάτια.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 418-419
[…]
Σαν βροχή με ήλιο
την άνοιξη μαζί σου
που το σκέφτηκα·
και δίψα από χρώματα
να σας μιλήσω πάλι;
[…]
Η πεταλούδα
θα μπορεί να θυμάται
πως είταν κάμπια;
Μα πρώτα πάλι θα ‘ναι
να μη θυμάται η κάμπια;
[…]
Σαν το τζιτζίκι
ψέλνεις ευτυχισμένος
τον ίδιο σκοπό
έλα μακαρισμένος
κι από δάκρια ξένος
που δεν ξέρεις αγκάθια
όπως ένα αηδόνι
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Χιονισμένα φτερά πεταλούδας
παγωμένη η βροχή
πάνω στους ήλιους
διψάς, σκέφτεσαι
αποκοιμήσου
άπραγος όπως η ελπίδα
κι άνεργος σαν περασμένος πόθος.
Ευωδιαστά σας μιλάω
τι να πρωτοθυμηθώ
κάμπιες που γίνονται πεταλούδες
η σάρκα της ζωής
όμορφο ψέμμα
μονάχα τ’ οστά αισθάνονται
την αλήθεια ή έστω
κάποιες αναμνήσεις.
Ξένη η καρδιά σου
ενός γέρου που έκλαιγε
ξανάγινες παιδί
δεν άντεξες όμως άλλο
κρύφτηκες στη μήτρα
για να μην σε βρούν
οι καινούργιοι
καιροί κι άνθρωποι.
Ποιό αηδόνι
φέρνει τον ήλιο
για να μας γιατρέψει
απ’ τις νύχτες;
κι ένα τζιτζίκι
που μες τα σωθικά του
ξανάγινε ο κόσμος
ολάκερος
ευτυχισμένος
γιομάτος αγκάθια
και δάκρυα
μακαρισμένος.
Σας μιλάω δίχως στόμα
καίω τις νύχτες
έτσι φτιάχνω αναμνήσεις
από στάχτες σκοταδιού
και μες τον πυρετό
της μέρας
γεννηθήκαμε πάλι
μεστωμένοι ζωή διψούσαμε
με μια γεύση θανάτου στα χείλη.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 417.
Σε γαληνεύει
βλέμμα ανυποψίαστου
γαλάζιου ουρανού
αμαρτωλό που ξέρει
έτσι τις αμαρτίες του.
Είναι τα μάτια
στο όνειρο της θάλασσας
που ξημερώνει
τέτοιο σας λέω το χρώμα
που κι εγώ ονειρεύτηκα
[…]
Κι όσα που υπάρχουν
ζουν και μαζί σου αλλάζουν,
στην κούραση σου,
κύκλος ξαναγεννημού
μέχρι να κλείσει η μέρα.
Με όσα αυτός ξαίρει
φτωχότερος που μένει
με όσα δεν ξαίρει.
‘Εχει πετάξει
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Γαλαξίες
οι αμαρτίες μες τα μάτια σου.
Και το όνειρο ξημερώνει
ανυποψίαστο
πως κι η νύχτα του
είναι μονάχα
ένα μικρό παιδί
αφού στις αμαρτωλές
θάλασσες δεν υπάρχει
παρά μια ζωγραφιά αγέρα.
Όλα καίγονται στον «δεν υπάρχω»
ζήσε κι η κούραση του
«θα ξαναγεννηθούμε»
ας μην σ’ αγγίξει ποτέ.
Φτωχότερος απ’ ότι αισθάνομαι
δεν γίνεται
όλα αλλάζουν
ο κύκλος κλείνει
λέω μόνο όσα ξέρω.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 412
“I love M+Z”
Το μικρό παιδί σε εικόνα
λένε, πως την καθαρή Δεύτερα
τον αετό πετούσε.
Μεθυσμένο, δες το! αυτό το παιχνίδι
ψηλά που σε ανεβάζει μαζί του
σε βουτιές και τσακίσματα,
ο χάρτινος αυτός κομήτης
*
Μπορεί καθ΄ένας ίσα να θυμάται
πράσινα τα χρόνια σαν την χλόη
τη σπαρμένη ακόμα σε ανεμώνες
κι άστρα πεσμένα χαμομήλια.
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
ΔΕΚΑ μεγάλοι ποιητές
τώρα σπαρμένοι
σε στίχους και πεσμένα λόγια
στο τέλος
μια βουτιά στη ποίηση
όπως η καθαρή δευτέρα
πεντακάθαρη
για να θυμόμαστε εμείς
την χλόη απ’ τα χρόνια
πόσα πράσινα άστρα
τσακισμένα εκεί ψηλά
ανεβασμένος όπως ένας αετός
πετούσα χάρτινος πια
παιχνίδι της μνήμης.
Ίσως να μην με θυμάστε
κι οι ανεμώνες
μεθυσμένες στα χέρια του
μικρού παιδιού.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 391
Το γερασμένο πρόσωπο της
στην άλλη ομορφιά της σε πηγαίνει
σα φυλαχτό ανάμνησης απομένει
σαν άρωμα παλιό πιό γλυκά αβάσταχτο στη μνήμη
για συλλογή και σκέψη ακριβή στη σιωπή σου μένει.
Ο καιρός άδειος πέρασε μα απομένει
σημάδι άσβηστο στη μνήμη
όπως στο καινούργιο άγαλμα το σημάδι
του καιρού και του χρόνου.
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Και τι απομένει από ένα άρωμα;
κάποιο σημάδι ομορφιάς;
στην γερασμένη μνήμη
σαν αδυσώπητο ρολόϊ
χτυπά ο χρόνος του καιρού
άδεια πλέον η σκέψη
όμως γίνεται ομορφιά
ακόμα κι η σιωπή
φυλαχτό προσώπου
ήταν το βλέμμα σου
θα ‘ρθεις πάλι
αυτή τη φορά άγαλμα.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 293
Είταν η πύλη της αγρύπνιας
κι οδήγησεν ορθάνοιχτη τα βήματά τους
σε κόσμους χορταριασμένους λήθης
όσα είδαν εκεί λένε όνειρο
βασίλειο ύπνου
[…]
Όλα παλιώνουν
ζωή που έσφυζε
θεϊκά ανθρώπινη
κελαϊδώντας έρωτα,
Αράχνη τώρα ερημιάς.
Μα την αγάπη
ας φυσήξει ο αγέρας
που όλα τ’ αλλάζει
και τα καινούργια να γυρίσουν στα παληά
κι ας μη μαραίνεται το τώρα.
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ο ύπνος μου διηγείται
τη λήθη μιας αράχνης
καθώς έχτιζε το τοπίο της
στα θεϊκά βασίλεια μέσα.
Ποιητή χορτασμένος είσαι αγρύπνια
πιστά τα χέρια σου
μα όμως όλα παλιώνουν
ακόμη και το μελάνι
μια κόλλα χαρτί χορταριασμένο
η πύλη που σ’ οδήγησε
στους ορθάνοιχτους κόσμους
τώρα κοιμάται.
Και φύσηξε παλιούς αγέρηδες
η μνήμη
μαραμένες αναμνήσεις
συνεχώς όλα αλλάζουν
πάλι απ’ την αρχή
ανθρώπινο κελαηδητό
με κρατάς ξύπνιο
σε κόσμους ονείρων
καινούργιος έρωτας
βήματα ερημιάς
τώρα ξαναφτιάχνεται
σιγά σιγά
το τέλος.
Να ‘σαι λες αληθινό
χρώμα γκρίζο κι αχόρταγο
του πάθους;
βελούδινες ξυφομαχίες
κατρακυλούν
σε βυθούς λυπημένων ψαριών
ολόγυρα ραγίζουν και σπάνε τα ναυάγια
κι ο αφανισμός των σπαθιών
μ’ οδήγησε
στο άδειο χέρι.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 385
[…]
Είναι αδιέξοδο το παιχνίδι με ότι υπάρχει και δεν υπάρχει.
Με αυτό μετράς κι αλλάζεις μέτρο
με αυτό ανεβαίνεις και γκρεμίζεσαι
και γι αυτό δε μπορείς να ξεφύγεις απ’ τη δόση
του υπαρχτού που χρωστιέται στο ανύπαρχτο.
[…]
ο χρόνος είναι το μαύρο, κι ο βυθός· το χάος το ανοιχτό
να καταπιεί τα πάντα, όσα που μπορεί
του κόσμου αυτού που λένε πως έχει τελειώσει.
Με αυτά στο άδειο το πηχτό
σαν άστρο που έχει σβήσει ταξιδεύουν
όχι στο ανέβασμα-
αλλά αυτό που λένε, από ψηλά, στα τάρταρα πηγαίνουν.
[…]
εκεί θυμάμαι πέρασα ώρες στη συλλογή μου
σε αγωνία κι ελπίδα μαζί σου φίλε-
Η βεράντα, όπως τη θυμάμαι τότε-
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Αυτό που σου χρωστιέται
γίνεται φυλακή
αφού όλο ανεβαίνεις
προς ένα ανύπαρχτο
ύψος
κι οι καιροί μας
σκονισμένοι.
Σε τάρταρα που
καταπίνουν τα πάντα
πηγαίνεις, εκεί
θα κολυμπήσεις
όσο μπορείς γυμνός
ήθελες να ξεφύγεις
ακόμη κι απ’ τη σάρκα.
Άδειος βυθός
ήσουν κάποτε
χάος
σκεπασμένο με λογική
ταξιδεύεις γύρω
από κάποιο άστρο
αγνώριστο, πηχτό
όπως ο ίσκιος των θεών.
Δεν υπάρχει ούτε ένα
ποίημα
λευκό η μαύρο
σιγά σιγά όλα αυτά
συσσωρεύονται
γκρεμίζεσαι όπως οι αετοί
δεν μπορούν να ξεφύγουν
απ’ τα φτερά τους
στο αδιέξοδο της αλήθειας
ανήμπορος
θα καταπιείς τις
αχώνευτες λέξεις
απροσμέτρητα τυφλός.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 384
Στον κόσμο πάλι
μια στιγμή καθώς συλλογίστηκα
τα μάτια κλείνοντας σε αστραπή-
τα χρώματα
του ανοίγουν μια πόρτα σε άλλο κόσμο.
Εκείνος, άλλη έγνοια πια
ξαναγυρίζει στον κόσμο μας
περιδιαβάζοντας
πάλι σε κήπους τώρα μοναξιάς,
ο κηποτύραννος.
Ω ξαναχτύπησε λοιπόν καμπάνα,
χρώματα ξανατυλίξτε τον,
στον κόσμο
φτέρωσε μουσική
σαν κίνδυνος πουλιού
τα βήματα του.
Ο κήπος χάθηκε στην έγνοια της πολιτείας
παρμένα τα σκήπτρα
και της τέχνης τα σύνεργα.
Σε μιαν αραχνιασμένη σκέψη
κάθε ανυποψίαστη καρδιά…
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Δεν ξαναγύρισαν πια σε μας
τα χρώματα της μοναξιάς.
Παιχνίδι με δόσεις
αυτός ίσως είναι ο
ορισμός σου.
Περιδιαβαίνοντας αστραπές
τυλιγμένοι καμπάνες
φτέρωσε η σιωπή το μάτι
κι οι έγνοιες των πουλιών
κινδυνεύουν να γίνουν
τύραννοι του κόσμου.
Με γκρεμισμένα σκήπτρα
βασιλέψαμε
είχαμε για σύνεργα ψυχής
αραχνιασμένες τέχνες
ήσουν ανυποψίαστο
ανύπαρχτο
πως κάποτε θα σε χτίζαμε
τυρρανισμένοι άστρα
συλλογιζόμασταν.
Η βεράντα του παραδείσου
ήταν επικίνδυνα ετοιμόρροπη
στηριζόταν στα ανθρώπινα βήματα.
Ψηλά κάπου πέρα
απ’ το ανέβασμα
συνάντησες έναν τοίχο
απέναντι έστεκαν
οι πιο ψηλές σου ελπίδες κι αγωνίες.
Φίλε σ’ ανταμώσαμε
μόλις είχε τελειώσει ο κόσμος
πέρασαν ώρες πολλές
θυμηθήκαμε έως και το μέλλον
έτσι όπως ήταν σκεπασμένο
απ’ την άγνοια μας.
Μαζί λοιπόν
στη περισυλλογή
της πιο κρίσιμης ώρας
ας γράψουμε μ’ ανοιχτές παλάμες
κάτι όμορφο.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 381
Μα τi σας γράφω πάλι;
ίδια πως βρίσκομαι σ’ ένα λιμάνι,
και ίδια στεγνός στη μοναξιά με ένα ποτήρι,
θέλω τη φαντασία να κεντρίσω;
Αν ήμουνα χιλιάδες μίλια πίσω
αυτό το βράδι θα ‘μαστε μαζί κι οι τρείς σε ένα τραπέζι
θα ‘χαμε ώρες να μιλήσωμε κι όχι σαν τώρα
απ’ την ταβέρνα της “Χρυσής Ανέμης” που σας γράφω.
[…]
Θα ‘ μουν μαζί σας, σε μια γωνιά ρωμέικης ταβέρνας,
πατώντας το χώμα τόσο θερμό κοντά μας σαν τη σάρκα
κι η ατμόσφαιρα τόσο θαμπή και καπνισμένη
με τα όνειρα και με τους καπνούς μας αδελφώνει
Στη θύμηση καθ’ ένας βρίσκαμε να πούμε
ο ένας δινόταν όλος στη διήγηση του
ο άλλος σώπαινε αισθητικά κι ο τρίτος
σωπαίνοντας κι από τους δυό δινόταν
τίμια στη συγκίνηση τους
βρίσκαμε πάντα έξοχα περάσματα γυναίκας
σε μια ιστορία που δεν τέλειωσε για να ‘ναι ωραία
-έξω απ’ το χρόνο μας λυγίζουνε τέτιες στιγμές,
Μα ατέλειωτο της θύμησης το κομπόλοι απόψε φίλοι
Βρήκαμε τον αγέρα που μας πήρε
χιλιάδες μίλια πίσω,
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Γούστο κακό
έχουν οι Έλληνες
και κρύο το
αρχαίο τους.
Εδώ οι τοίχοι
μιλάνε σαν να ‘ταν γλώσσες,
ερείπια οι ώρες
αφού πια
χιλιάδες χρόνια είναι γκρεμισμένα
γιατί θα απαγγείλουμε έτσι πρέπει
κι ας είναι θαμπά τα λόγια μας.
Τόσα μίλια νύχτας έχουμε πίσω
ένα άσπρο τραπέζι από σημύδα
σημάδι πως θα ‘μαστε
μαζί ακόμη κι αν παραγραμμένο
το όνειρο δοθεί στη θύμηση
κι όχι στους ύπνους.
Τίμια διηγούνται οι αγέρηδες
τις ιστορίες-καπνισμένες
από ωραία μέρη
αδελφωμένοι χορεύουμε σαν
ρωμέικη σάρκα
πατώντας στα περάσματα εκείνα.
Κι η γωνιά που αναπεύεται
το χώμα των νεκρών
σ’ ένα στεγνό ταβάνι
τόσα γονατισμένα λιμάνια
βαραίνουν τις θάλασσες
να φύγουμε λοιπόν μακριά.
Σωπαίνουν έξοχες οι γυναίκες μας
κι εμείς βρήκαμε ένα ατέλειωτο κομπολόι
λυγισμένο στις άκρες
ας πούμε ότι
ζήσαμε μέσα σε μια
θερμή ατμόσφαιρα.
Επιτέλους βρήκαμε τι να διαβάσουμε
στη ταβέρνα μέσα δίπλα σ΄ένα
ποτήρι κρασί συγκινημένο
στάθηκε αφορμή η φαντασία
κι ο τρίτος προ Ζαρατούστρα
αιώνας.
Τέτοιες στιγμές στη κάμαρα απόψε
ακόμη χορεύουμε
χρυσή ανέμη ήμουν εγώ
ναι, ταξίδεψα μαζί σου.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 376-377
Της αυγής πάλι
που σκορπά λουλούδια
φίλτρα της νύχτας
αξεθύμαστου πόθου
με ανελέητο χέρι
[…]
Μικρό βιβλίο
τις ώρες μου κρατούσε
ανυποψίαστα
μα εκεί σημαδεύτηκαν
γέλιο με δάκρυα
τα δάκρυα αχώριστα
[…]
Τριαντάφυλλο
που ‘ταν κόκκινο, τώρα
ξεθωριασμένο
μοιάζει αίμα παλιό πληγής
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ξεθωριασμένο δέρμα
δίχως παλιές πληγές
μοιάζεις με τριαντάφυλλο αλήθειας
και κόκκινο φίλτρο
ποιός φταίει
που δεν σε θυμούνται πιά;
οι λίγοι εκείνοι φταίχτες
πολυάνθρωπος
στην σφαγή των κορμιών του
αθώος όπως οι αστραπές
κι όσοι πάλι κεραυνοί…
όπως σου ταιριάζει
φωτεινότητα δηλαδή
πένθος
Μην λογαριάζεις λοιπόν
όσα έχεις
ενώ αυτά που δεν έχεις
άστα μοναχά
σαν ένα κίτρινο φύλλο σιωπής
μην τολμήσει κανείς
να σε πει ξεπουλημένο
φρόνηση του αγέρα
πέφτεις συννεφιασμένος.
Όλοι αυτοί οι
ανελέητοι πόθοι
που σκορπίζουν τις νύχτες μας
και μια ξεθωριασμένη αυγή
στενεύει η μέρα
κόψε απ΄τη καρδιά
λίγη ψυχή,
ένα κομμάτι αίμα,
στο πολύ λίγο της ζωής
ο άνθρωπος βασανισμένος
ανυποψίαστο λουλούδι
σημαδεύτηκες
κρατώντας στο χέρι
τόσο μικρό ένα βιβλίο.
Δάκρυα-ποιήματα
αχώριστα όπως οι
ώρες που δεν έχουν
πατέρα τους τον χρόνο.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 373
Σε αυτό τον κόσμο
ψέμα κι αλήθεια: πάλι ψέμα,
σαν τα ξαναγυρεύεις
άδικα ψέμα-αλήθεια
για σένα ξένη αλήθεια.
Σε αυτό τον κόσμο
ψέμα κι αλήθεια μοιάζουν
που θέλεις να ξεμπλέξεις
τον κόμπο αλήθειας,
απ’ την αρχή μπερδεύει.
Ξημέρωσε πια·
κλωστές, σπάγγοι,
χαρτόνια, ξύλα στημένα ακόμη-
ο σκελετός της νύχτας εκείνης
που παραλόγιζε.
Γύρω σου, δεν χρειάζεται να ψάξεις τα νεύρα
Οπτασία, φάντασμα
σε ποιαν άβυσσο τον πηγαίνεις,
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ξαναγυρεύεις εσύ
την άβυσσο
που πήγαινες εκεί όταν ήσουν
νεογέννητος να εξαγνιστείς
πόσο μοιάζεις με μια
παραλογισμένη πεταλούδα
τα φτερά σου
πικρής μήτρας το μέλι
δεν σου χρειάζεται
η γύρη της φυγής
στημένα στο κόσμο
τόσα ψέματα
μοιάζουν όπως η αλήθεια
άδικα ξένη.
Δεν ρώτησες
μονάχα το δεξί αυτί
ξεσκουριασμένο
σαν κάτι ένιωσε
ας ξεμπλέξουμε τώρα τα λόγια
κι η αρχή της ποίησης
πάλι θα λέει
στίχους-χνούδια
σε ποιά δάχτυλα έδεσες κόμπο
την ομορφιά;
γύρω σου νεκροί
μαζί τους φαντάσματα
κι ο σκελετός μιας οπτασίας
τρυγούσες τις κλωστές
απ’ το ξημέρωμα
κι οι σπάγγοι ήταν
ακόμη μπερδεμένοι.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Σελ. 370
Η δουλειά του είναι να μπορεί να ξέρει
σε ανέμελες στιγμέςκαι το αποτέλεσμα τους
σε εντολή πάθους ή και ψυχρής μόνο προσπάθειας
το μαλάκωμα ύστερα από το χόρτασμα τους.
[…]
Ο άδικος ζητά από όσους αδίκησε δικαιοσύνη;
Ο αδικημένος παρηγοριέται να μην αδικήσει άλλους
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Σαν καλάμι μ’ αδίκησαν οι άλλοι
κι ας μην ζήτησα ποτέ μου
δύναμη, δικαιοσύνη, παρηγοριά
όχι πως πειράζει
αφού κατάφερα
και μαλάκωσα τον κόσμο
φωλιάζουν στα λόγια
τόσες ανέμελες στιγμές
ενώ το αδιέξοδο
μιας γλώσσας
η μοναξιά
είναι η δουλειά μου
να μιλώ
ακούω τους στίχους
δεν μπορεί
πάνω σ’ αυτό που λένε
θα στηριχτώ
αφού οι εντολές της λογικής
ψυχρές.
Αδικημένος ο Έλληνας
ξένος στους αγέρηδες
και την Ευρωπαική δύναμη
παρηγοριέσαι μ’ άγριες φωνές
σιωπή σπαραγμού,
μια πείνα που ‘χουν
τα θηρία,
χορτασμένοι οι ισχυροί φίλοι
μα πολιορκημένοι από πάθη
η δικαιοσύνη λίγων ανέμων
μονάχα αυτή μας χρειάζεται.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 368
Αυτός είναι μόνος
και παίζει με τα πουλιά,
τ’ άλλα που ήμερα κι άγρια λένε
στη συντροφιά τους
τον παράδεισο των ανθισμένων κήπων
οι γάτες με τα μάτια τους είναι σε άλλο κόσμο
σε αυτόν με φέρνουν σαν τις κοιτάζω
και είναι πλάσματα τρυφερά όλα εκείνα
που γίνονται σαν τα φωνάζω
στη χλιδή του μακρινού παραμυθιού τους
με το δικό τους χάδι στη φωνή μου.
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Μια συντροφιά πουλιών
άγρια ανθισμένη
και νεκρές γάτες πολλές
που σε κοιτάζουν ήρεμα
τρυφερά μάτια
γίνονται χάδι
αγγίζοντας το φως
πόση χλιδή ζωής
ενώ εσύ τώρα παίζεις
μόνος ανάμεσα σε
τάφους παραμυθιών
που φωνάζουν:
‘υπάρχεις κάθε φορά
δικές σου είναι αυτές
οι σαπισμένες σάρκες’.
Όμως ποιανού πλάσματος
ανήκει τούτη η φωνή;
ακούγεται κι ο απόηχος
ενός άγριου παραδείσου
ήρθες παιδί μου
στους ήρεμους κήπους
θαλασσινό άνθος αμμουδιάς
που μας φανέρωσε
το πέλαγος.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 365
Είναι που σε περιμένει τόσο
γι αυτό κάθε φορά πιο ξένη γίνεται
στον κόσμο αυτό των δυο σας κι όλο πιο στενάχωρα,
το μαύρο στο άσπρο και να σκοτεινάζει
έτσι το γκρίζο έγινε αυτή με μια καρδιά τόσο άσπρη
μα δεν οφέλησε γι’ αυτό κι αποζητάει
τη συντροφιά σε άλλη φυλή στη μοναξιά της
στον πράο που ξεχώρισε από εχθρούς και φίλους
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Κι ας σκοτεινιάζεις ξένη γη
πιο στενάχωρη γίνεται η πατρίδα
γκρίζες ήταν όλες οι καρδιές
της φυλής σου
μα εσύ αποζητάς
στη μοναξιά κάποιον εχθρό
δεν ωφελεί τόσο γαλάζιο
ξεχώρισες λοιπόν τ’ άσπρα κύματα
συντροφιά έγινε ο πράος κόσμος
κάθε φορά σε περιμένει
κι απ’ ένας νεκρός φίλος
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 359
Τα νερά φεύγουν σε λίγο ο καιρός θα μείνει
λάσπη στην ακροθαλασσιά.
[…]
Για να μιλήσεις κι εσύ πρέπει
όσα αγάπησες να δεις τώρα δίχως καρδιά
στη σιωπή αυτής της νύχτας,
καράβια που κυβέρνησες και τους ανθρώπους,
φίλους κι εχθρούς μαζί χαμένα
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Οι λασπωμένοι γλάροι
πόσο μακραίνει ο δρόμος τους
θάλασσες που
δεν σ΄αγάπησαν
αγκαλιασμένες
σιωπές καραβιών
δίχως ούτε μια νύχτα
δίπλα σου για να μιλήσεις
κυβέρνησες τόσα ταξίδια
ο καιρός των εχθρών
μαζί μ’ εκείνο κάποιων φίλων
χάθηκε μες τους ανθρώπους
τα νερά του φεγγαριού
ακόμη ψάχνουν στις ακροθαλασσιές
σε λίγο η καρδιά
θα χαθεί σαν άνθος
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 356-357
Στο απόβροχο ‘ναι
ξαναβαμμένος κόσμος
κοίταζε γύρω
παιδί που ξανάγινες
κι άχόρτγα τον θέλεις.
[…]
Σαν τότε πάλι
ρώτησες την καρδιά σου:
τα χρόνια άλλαξαν.
Κι αυτή πιο βίαια χτυπώντας
σου ‘πε πως δεν άλλαξαν.
[…]
Τα μάτια σου εκεί
στο βάθος αν κοίταζαν
θα ‘παιρναν χρώμα
πράσινο της θάλασσας
σε χρυσό αντιφέγγισμα
Με την αυγή ήταν
στην αχάλαστη Φύση
σαν προσευχόταν.
Εκεί που δεν στέγνωσαν
δάκρυα, δροσιά του κόσμου…
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Άδικα φεγγαρόφεγγε
το περασμένο βράδυ
μιας πεταλούδας η στιγμή
γίνεται χρόνια
που άλλαξαν βίαια
χτυπώντας πάνω στις θάλασσες
ξημερώνουν όνειρα πολλά
και ξαναθυμάσαι
πόσο άδικα είχες πετάξει
ξένο πουλί
αχόρταγο κόσμους
στο απόβροχο χρώμα
στην αχαλίνωτη άκρια της καρδιάς
στέγνωσαν τα μάτια
αντιφέγγισμα από δάκρυα
στέγνωσε η δροσιά
χνούδι χρυσό αυγής
παιδί είσαι κι ανοίγεις τα χρόνια
άνθος σπαρμένο
εκεί που δεν άνθισες
μ’ αυτό θέλεις να πεις:
προσευχήσου
τότε πάλι ρώτησες:
που ‘ναι τα μαργαριτάρια,
οι πεταλούδες;
έχεις ένα άδικα ορκισμένο
πρόσωπο
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 355
[…]
Αλήθεια, Ψέμα.
ποιο του άλλου είναι η αλήθεια
δεν χωρίζουνε
μαζί στο ίδιο νόμισμα
περνά και στις δυο του όψες
Αυτό το άλογο
είναι της φαντασίας
με δίχως σέλλα
όπου θέλει αυτό σε πάει
και όχι όπου θέλεις εσύ
[…]
Με απόβροχο είναι
φρεσκοβαμμένη η Φύση
όπως ποθούσες
και δε χορταίνεις, μάθε
απ’ την αρχή τον κόσμο.
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Στο ίδιο νόμισμα
δυο όψεις απελπισίας
χωρίζουνε το πρόσωπό σου
ποιός σκοπός ήσουν εσύ;
η αλήθεια της μαύρης νύχτας;
ή μήπως ένα ψέμα-αδιέξοδο;
δεν έλπιζες όπως
άλογο δίχως σέλλα
άπιαστος αγέρας στιγμής
σταμάτησες στη χαίτη
τέτοιο ήταν το θαύμα σου
ενώ οι πέτρες των λιμανιών
ανάθεμα
φρεσκοβαμμένες
σαν Φύση
ποθούσαν και δεν χόρταιναν
τους κόσμους
στο απόβροχο
η πρώτη αγρύπνια
θαύμα προσευχής
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 354
[…]
Ήχαν όλοι ξεχαστεί, τους ξανάφερες
και ξαναζήσαν από κει που μείναν
μα πάλι από την αρχή δεν προχωρήσαν
όσο είχαν σταματήσει όταν χαθήκαν.
Το μαγικό παιχνίδι σου δεν ξέφυγε τη μοίρα τους
μόνο ξανάγιναν όλα από την αρχή
άλλο από τη μονοτονία δεν πέτυχες
ούτε τη φρεσκάδα της αρχής.
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Δεν ξέφυγες
ξανάγινες φουσκωμένη θάλασσα
και ξανάζησες εκεί που μείναν
τα μελανά ψάρια
σκλάβος ανέβηκες
ως τη κορφή του αγέρα
δίδυμα χείλη
ερωτευμένων
γαλήνη της πρώτης θάλασσας
είμαι οι ήχοι που ξανάφερες
σαν παιχνίδι μαγικό
σιωπής
ξεπλήρωσες τόσες γυναίκες
απροστάτευτες
με λαβωματιά αγάπης
και πληγές παιδιών
πλάι σου η σκληρότητα
φρεσκάδα μοίρας
όταν όλα σταμάτησαν
τα καρδιοχτύπια
χάθηκαν σε λόγια
οι μονοτονίες του έρωτα
μέσα απ΄ ένα φίλτρο καρδιάς
όλα χάθηκαν ξανά απ’ την αρχή
νεκρός ξανάζησες
τους πόθους σου
παράφορα
σ’ ανατρίχιασμα ονείρων
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 351
[…]
και τα λουλούδια εκεί δεν πεθαίνουν με τις γυναίκες
που μαρμαρώνουν τις στιγμές σαν χαμογέλιο
Ω πια βαρέθηκα τούτη την αλλαγή και το μπαλσάμωμα
της ζωής να καθρεφτίζεται στην καθημερινή μας μέρα
φαντάζει μες στη νύχτα μας παιδιάστικα φαντάσματα
ηλικίας που χασομεράει στων περασμένων τον καθρέφτη
πιά, η νύχτα δεν ομορφαίνει ότι ήξερε μοναδικό
η μέρα ξεπέφτει στον ξύπνο μιας ανάξιας πράξης
για λογαριασμούς συναλλαγής που ντρέπουνται οι κήποι
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Χασομεράει τούτη η νύχτα
σ΄ ένα περασμένο σκοτάδι
μια ανάξια πράξη ζωής
το ανθρώπινο
κάμποσα παιδιάστικα φαντάσματα
καθρεφτίζονται στον παράδεισο
και ποιά είναι η αμοιβή της φωτιάς;
πόσες φλόγες μας ζητάει
να δώσουμε;
υπάρχουν τουλάχιστον
ακόμη τα λουλούδια
έστω και βαλσαμωμένα
καθημερινά χαμόγελα
συναλλαγές σάρκας
κι όλες αυτές οι
μαρμαρωμένες στιγμές
κάποτε πεθαίνουν
ρωτάω τώρα
δεν ομορφαίνουν οι ξεχασμένοι
κήποι
κάτω απ’ τον θόλο του ουρανού;
την στιγμή που αλλάζουν πόρτες
οι θεοί σ’ έναν παράδεισο;
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 382
Φτάνοντας στα τυφλά με φώναξε η αγριόγατα
από πόσα χρόνια πρίν ήταν, ξαναρωτήθηκα
εκεί αριστερά πάλι ξαναφώναξε
[…]
που δίπλα μου ο γέρος καπετάνιος τι να σκεφτόταν;
κι εγώ, δεύτερος του, που έπινα τη γνώριμη ύστερα από τόσα
χρόνια ομίχλη
ανήμερα πρωτοχρονιά θαμπό ξημέρωμα φτάνοντας στην χιονισμένη
πολιτεία πάλι, πάλι,
ποιός ξέρει; στο σκηνικό που ξεδιπλώθηκε,
η πολιτεία των περασμένων, κι εμένα, ακόμη
[…]
Ξαναγύρισα εδώ:
Έλα κοντά, είπα, κι άπλωσα το χέρι
Πινγκουάλια πάλι
αγριογαρύφαλο,
γεράνι, άσπρο της ομίχλης
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Εκεί αριστερά της μοίρας μιας άλλης ζωής
συμβιβάστηκα με τα περασμένα
(και πρασινοφτέρουγες σβήνουν οι νύχτες)
ανήμερα πρωτοχρονιά
ίσως δεν ήταν η κατάλληλη ώρα
ν’ αυτοκτονήσει ο τυφλός καπετάνιος
τι να σκεφτόταν; ανεβασμένος στον εξώστη.
Διαβάζοντας ασυλλόγιστα
ίδιος αγριόγατα
αναρωτήθηκα ποιός
σχεδίασε τα παλιά χειρόγραφα
κι έτσι ξεδιπλώθηκα
σαν κύμα
πίνοντας το θεατρικό νερό
μιας θάλασσας γνώριμης
όπως η ομίχλη
δίπλα μου
το ξημέρωμα από τόσα χρόνια
ποιός ξέρει
φτάνοντας ο γέρος
στους χιονισμένους τάφους
τι θα βρεί;
μια πολιτεία νεκρών
κι εμένα ακόμη
αλίμονο πόσο θαμπό σκηνικό
υπομονή, αγριογαρύφαλλο, μαθηματικά
περασμένες αισθήσεις ή ξένες μνήμες
όλες αυτές οι κατάρες
πάνω και κάτω απ’ τον κόσμο
δεν χωρούσαν.
Ξανθιά παλάτια
ελάτε κοντά
σας άπλωσα το χέρι
συνεχίζουν οι σκάλες
κι εγώ κατεβασμένος
κάμποσα χρόνια
συμβιβάστηκα τώρα
βρώμικη τύχη
βιομηχανική
όπως τότε
όλα εκείνα τα γεράνια
ξαναγύρισα εδώ
διδάσκω πάλι
στο συνταίριασμα
των αγέρηδων
θα’ χω γεράσει μάλλον
ίσως αυτός να’ ναι
ο δεύτερος θάνατός μου.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 350
Τη νύχτα της μοναξιάς σκεπάσανε τότε
τραγούδια του γυρισμού στην πατρίδα
[…]
Μα τι,
όχι. όχι
ο καιρός ξεχναέι που μας πηγαίνει
και εμείς το θυμηθήκαμε
αργά και τώρα βγαίνει
της φαντασίας των περασμένων τα χαλάσματα
το φεγγάρι
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Περνάω πάνω απ’ τη πατρίδα
μινιατούρα φαντασίας
όχι στα σύννεφα κι όχι στους ήχους
της ηρωϊκής σου μοναξιάς.
Περήφανο μεθύσι γιορταστικό
να μια συντροφιά πουλιών
ένα σύννεφο μοναχό
ξυπνάει κελαηδώντας
αργή στιγμή αναγαλίασης.
Πόσο τρελός είναι ο χειμώνας
χαμηλός σε πόλεις
όπως το Παρίσι
γέλια Λονδρέζικα
κι οι φωνές του Βερολίνου
διαλαλούσαν όνειρα θολά
Γερμανικά
τέτοια είναι η τύχη μας
αυτή ενός δένδρου
γκρεμισμένου.
Ξυπνάει η καρδιά
ντυμένη αίμα και το
καρδιοχτύπι συντροφιά
μα τι περήφανος ο ήλιος
κι ας μην ανήκει
στο έθνος εκείνο
που σκορπά όπως
ο Ελληνικός αγέρας
μονάχα λίγη θύμηση
από περασμένα φεγγάρια
χαλάσματα φαντασίας,
αργό λαχάνιασμα στίχων,
χνούδι ποίησης και πλάνη
φεύγοντας η ώρα.
Τρυφερεμένος χρυσαλίδες
στου γέροντα το χέρι
στάθηκες αργά, ευλαβικά,
σαν δειλινό
με πόση γρηγοράδα
μας ξεχνάει ο καιρός.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 347
Η δουλειά μας-το εμπορικό μας- θέλουμε να πάει μπροστά
κι ύστερα ξέρουμε το δέντρο που περιγελούμε
να δέρνεται στη μοναξιά του απελπισμένο
με τα τριζόνια γύρω του πουλιά να κελαδούν στο φάντη
στη λιτανία τη βουερή πολύχρωμη κι ιδρωμένη
με γλώσσες της Βαβέλ σαν καταφέρεις να συνεννοηθείς
Ανθρώπινη μοίρα μεσ’ από καημό της ράτσας σου
στις πέτρες, τα χαλάσματα στην ερημιά
που οδηγάν στη ματωμένην αγορά
με δύο λόγια: ένα κρύο νερό μ’ ένα καφέ όπως να ‘ναι…
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Άλλοι πολλοί σφυρίζοντας
βαδίζανε στον δρόμο της αφάνειας
καταφέραμε και συνεννοηθήκαμε
με τον καημό μιας μοίρας
εμείς τ’ ανθρώπινα χαλάσματα
και τούτα τα παλιά σύννεφα
δίχως ομπρέλα όπου να ‘ναι
θα ματώσουνε
οι νόμοι της μάχης
τους περιγελούσαν τα
τριζόνια που ‘χαν
μαζευτεί γύρω μου
πολύβουη ψυχή νεκρού
ας μην αλλάξουμε
τη φορεσιά σου.
Η ερημιά του νερού
που ονομάσαμε θάλασσα
ή με δυό λόγια
κρύα μοναξιά
βουερή γύρω μας κι απελπισμένη
έβρεχε έως και παιδικά χρόνια
ήμασταν ράτσα δουλειάς
ντυμένοι με φορεσιές σάρκας.
Στη λιτανία μιας γλώσσας
πολύχρωμης
ήταν σαν άδικα
να κελαηδούνε τα πουλιά
πού οδηγεί η κρύα νύχτα;
σε κάποιον δοξασμένο δρόμο;
χατήρι κανενός
η μοίρα μας.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 346
Εκείνος μιά σύγχιση είναι λένε όταν αγαπά
μα ένα ξαστέρωμα βοριά σαν λογαριάζει.
Για νο το εξηγήσεις:
ο ίδιος άνθρωπος χαρίζει και πουλάει τον κόσμο
σαν βλέπει το χαλί του κόσμου να ξεδιπλώνεται μπροστά του,
πίνακας λογαριασμού ή πέλαγο ρεμβασμού
Ποιό θα διαλέξει
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Διαλέγεις έναν βοριά, μια σύγχιση από ξαστέρωμα
ενώ μπροστά στέκεται ο ίδιος άνθρωπος
που δεν θέλησε παρά μισό και πιο λίγο
απ’ ότι του ανήκει
ξεδιπλώνεσαι όπως το πέλαγος
ολόκληρος είσαι ρίζες
διακλαδισμένος ονειροπολήσεις
κι άνθη
ανεβασμένος στη κορφή μιας πορείας
αφημένος εκεί που δεν υπάρχεις
μουρμουρίζεις
προσπάθησες
τώρα ρεμβάζεις τις πληγές σου
ο κόσμος απόψε
χαρίζει δεν πουλάει
ή ίσως και τα δυό μαζί
πόσοι λογαριασμοί
κρυμμένοι
κάτω απ’ το χαλί.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 341
Αυτή ‘ταν η σιωπή κ΄η μοίρα του τελιώνοντας,
μαζί βυθίστηκαν,
λόγια μισά κι αν προσπαυήσεις
στάχτη και σκόνη μοναχά κ’ αν προσπαθήσεις
σαν ξαναζεσταμένου φαγητού τη γέψη
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Δίχως μοίρα
πεθύμησες τ’ αδιέξοδο
αφού ο κάθε σου δρόμος
γκρεμισμένος
προσπάθησες και
ξαναζέστανες τις στάχτες
τελειώνοντας ως σκόνη
θα βρεις σιωπή πολύ
μιλάς στους τοίχους
μονάχα μισόλογα
δίχως γέψη
κλείστηκες στον ίδιο χώρο
μαζί μ’ όσους βυθίστηκαν
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 317
Σ΄ένα ξέφωτο δάσου βρέθηκα
με σπιτάκι από λάσπη στη μέση
σαν εκείνα που χτίζουν παιδάκια
φωτοίσκιος αχνόπαιζε γύρω του
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Σαν εκείνα
τα παιχνίδια της λάσπης
χτίστηκα
φωτόϊσκιος ψυχής
αχνόπαιζαν γύρω μου
κόκκαλα
και στη μέση
ξέφωτο καρδιάς.
Μια όπερα σιωπής
βρέθηκε κάπου
στο δάσος
εκεί που ο ήλιος
μέτραγε πανιά κι ανθρώπινες φωνές
έκαψε ο αγέρας
τις γωνιές του.
Ξύπνα λοιπόν
αγκαλιασμένος πέλαγος
μέτρα πλάι σου
πόσα σπιτάκια ακατοίκητα
κι ας ανεβαίνουν οι άστεγοι
τώρα φαντάσματα
μαζί μας
στους κήπους των
χίλιων φεγγαριών
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 316
Όταν θέλεις να πάρεις το δίκιο σου
αναγκαστικά κάνεις αδικία.
κάπου έχεις αφίσει ατέλειωτο το ζήτημα
γιαυτό οι περιπλοκές αυτές
γιαυτό κι η δίψα αυτή να γεμίζεις τις θάλασσες
με μοναξιές και με φαντάσματα καράβια
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Του χειμώνα η στεριά
κι ο θάνατος μιας θάλασσας
σε γέμισαν πόθους
ώσπου ρουφήχτηκες
ήταν θυμάμαι μεσημέρι μοναξιάς
μετά από τόση αδικία
αναγκαστικά
κατάντησαν φαντάσματα οι μέρες
ενώ εσύ διψούσες
σε κήπους
γι’ αλμύρα
όπως εκείνο τ’ ατέλειωτο λουλούδι
περίπλοκο ζήτημα
ήτανε οι ευωδιές του
για αυτό είχες αφήσει
(όχι όμως χαρίσει)
στα φεγγάρια ό,τι θέλησες
να πάρεις ως δικό σου
αφού ήσουν μιας
ζωής νυχτερινή
η φτωχή αυγή
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 310-311
Τα λουλούδια μου!
ποιά να διαλέξω
χρώμα κι ανάσασμα
μια μαχαιριά ομορφιάς
στην αίσθηση, από γκρεμνούς
σε ουρανόφτερο χαμό..
ποιό ανατρίχιασμα ηδονής
της ανοιξιάτικης νύχτας
σε χλεύη ανημποριάς!
[…]
η ανάμνηση,
καμπάνα κούφια που χτυπά
στην επέτειο
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Πόσο ανήμπορη
η ανάμνηση
της περασμένης νύχτας
ηδονισμένη άνοιξη
κι ένα ουρανόφτερο λουλούδι
με στολίζουν
αυτή η αίσθηση
από σκόνη κι αίμα
ο μακρινά όμορφος τάφος
πως ξεθωριάζουν λοιπόν
δε χωράει πια
ο αετός
μες τα φτερά του
ενώ εσύ διάλεξες
γκρεμνούς πολλούς
αλλοίμονο όνειρο ντροπής
στην αγκαλιά ενός
μαχαιρωμένου λουλουδιού
δεν θα υπάρχεις
κι ας κρύφτηκες εκεί
μην ανατριχιάζεις
ούτε φιλία σκουριάς
σε λίγο το τίποτε
της πατρίδας
σκορπίζει
ολόκληρους θησαυρούς
τόσα χρώματα δύναμης
αφοώ μόνο ελάχιστο γαλάζιο
μας θρέφει ζωή
και τη τρώει
ανάμνηση χιονισμένη
μιλώ θλίψη, ομορφιά
στιβάδες οι λέξεις
σύννεφα τάφων περνούν
στο μώβ της δύσης
μια βιόλα
ποτισμένη αράχνες
κι απόψε μπουκέτο από
ανάσες
ανατρίχιασμα σίδερου
κούφια επέτειος
γέννησης μην
τη λυπάσαι
κι ο ανάερος θάνατος
επιθυμιά
πόσοι καπνοί καμπάνας
γίναν καταιγίδα
ή και «φτάνει λίγο χώμα»
κυνηγημένοι έρωτες.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 309
[…]
Τώρα λεν ήσυχος σ’ ένα περβόλι
τις ώρες πλέκεις, βαλσαμώνεις
την φλόγα την παλιά·
[…]
ακίνδυνα το χέρι σου το βάζεις
σε κρύα φλόγα πιά.
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ήσυχος σαν θάλασσα
ζεις τις βαλσαμωμένες
ώρες
μικρό σημάδι νιότης
που ήσουν κάποτε
χαμόγελο φλόγας παλιάς
νιώσε πως γιατρεύεσαι.
Με φλογισμένο χέρι
έχοντας πικρές λαβωματιές
βάζεις τις φλόγες μιας αγάπης
κρύες πια
να τυραννήσουν τον καιρό
στο περιβόλι αχρονολόγητος πνέεις και ποιείς
αφού σου τάξουν οι ιδέες κάτι μοναδικό
τις σκέπασες.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 308
Σε τέτιες ιδέες ο κυρ ήλιος ο ρωμέικος χαζεύοντας
κι αυτός αργοπόρεσε κ’ ξέχασε να γύρει από ευγένεια
μα η ευγένεια του δίχως λύπηση
για τις καρδιές κ’ τους εγκέφαλους που παραγιόρταζαν
ένας τρελός τότε
το παιχνίδι θρησκευτικά ατενίζοντας
κέντρισε την κάψα με το γέλιο του
κι άρχισε βροχή ραγδαία
είταν πολλοί όλο άνοιξη γύρω του
με όλα τα στηριγμένα σε γερά μπαστούνια χρόνια τους
κι η βροχή έπεφτε ευεργετική γεμάτη έμπνεψη
μα δεν το καταλάβαιναν
τόσα κεφάλια που όλη μέρα καβούρδιζαν
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Τα πολλά λόγια παραμονή σιωπής
δεν είχαν σημασία
τα νοήματα απλά κάναν κέφι.
Κι ας μιλήσαμε
κλεισμένοι σε πηγάδια
έχοντας κατακούτελες ιδέες
πόσο κοροϊδευτική ήταν
η εικόνα μας
στη μάζωξη της λύπησης
χαζεύοντας ήλιους
κι αργοπορημένες ζωές
σάλεψες
ρωμέικος ήσουνα τρελός
πόση ευγένεια μάλιστα
καλώς σας ατενίζει ο καθρέφτης
αφού σου τάξαν εκείνοι
βροχές πολλές
ένα θρησκευτικό γέλιο απλώθηκε
σαν άνοιξη
γύρω απ’ τα χρόνια που ευεργετικά
καβουρδίζουνε τις γνώσεις
παραγιορτασμένος λέξεις
γύρε προς το μπαστούνι
ένα πρώτο στόμα
έμπνευση και ραγδαίο παιχνίδι
η ακίνδυνη ποίηση βουρλίζοντας
γερός όλη μέρα
εδώ καρδιά
κι εκεί ο εγκέφαλος
γομάτος τόσα κεφάλια
σ’ ότι οι άλλοι δεν
καταλάβαιναν
οι ταύροι μαζεύτηκαν
για ν’ ακούσουν το κόκκινο πανί.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 306
Έμεινε δίχως συμπέρασμα η ζωή του
γιατί όσοι με αυτόν ασχολήθηκαν
πελαγοδρόμησαν μέσα κι έξω απ’ την αλήθεια
δίχως να βρούν ή και να αντικρίσουν το λιμάνι.
καιρός που πέρασε τώρα συλλογίζεσαι
στη μοναξιά σου
όπως μια ξεκομμένη λύση απ’ το πρόβλημα
ξεκάρφωτη ή κι ασταμάτητα μπροστά σου.
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Μπροστά σου ένα παιχνίδι
ασταμάτητα ξεκάρφωτος
μα ας είναι δικός σου
ο σταυρός
θυμάσαι εκείνα τα φίδια
πόσο φροντισμένη είχες μοναξιά
κι η δικαιοσύνη ξαναγυρνά
άδικα σε μια άλλη καρδιά
ανοίγουν οι κήποι τις ζωές σου
ξέχασες πως ισχυροί άνεμοι
στηρίζουν τους αδικημένους φίλους
ένα καλάμι το υλικό που φτιάχτηκες
κι ας αδίκησες
παρηγοριέσαι πως όσα ζητάς
βρεθήκανε στην ερημιά
μια ξεκομμένη μοναξιά
συλλογίζεσαι
κάθε αλήθεια και συμπέρασμα
έξω από το τώρα
δίχως να σε βρούνε οι καιροί
πέρασες, αντίκρισες, πελαγοδρόμησες
έμεινες χωρίς ζωή
γιατί όσα μέσα σου πέθαναν λιμάνια
δεν σταμάτησαν
γίναν της θάλασσας παιχνίδια
η λύση ήσουν εσύ
το πρόβλημα
εκείνου ή κι αυτού.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 296
[…]
η φωτιά που έδεσε τα τελευταία της μαργαριτάρια
στο μέτωπο της αχνά
[…]
Εγώ βασιλεύω κι ονειρεύομαι
στην ανοιξιάτικη βροχή για τα λουλούδια
κι οι ώμοι σου μπρούτζινοι θυμούνται το περασμένο καλοκαίρι
σαν πέφτουν τα πέταλα των άχρηστων πια ανθών
κι ο καρπός;
κι ο καρπός που δένει μες στον καιρό σε περιμένει
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Μιας άλλης μέρας
οι φωτιές
ίσως ήταν σωστές
ώριμος δεν ξεχνάς πια
πόσο μπρούτζινοι
μπορεί νά ‘ναι
κάμποσοι καιροί
κι ας στεγνώσανε οι κήποι
μέσα μας περασμένες ψυχές και νύχτες
πριν χαράξουν θα γίνουν
μαργαριτάρια ή ίσως
καυτό σπλάχνο.
Τότε για τελευταία φορά
έγιναν ξανά δάκρυα
όπως παλιά
βασίλευαν
τ’ ανοιξιάτικα όνειρα
όπως η βροχή των λουλουδιών
όμως ο αγριεμένος καρπός
σε περιμένει ακόμη
κι αν εσύ θυμάσαι
τ’ άχρηστο εκείνο καλοκαίρι
που ωρίμαζαν οι βάρκες
δεμένες στην ίδια στιγμή
σ’ ένα απαράλλαχτο κύμα
ώσπου έπεσαν της καρδιάς
τα τελευταία ρόδα
και πάνω στους ώμους
άνοιγαν πέταλα αχνά.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 295
ξαναρώτουσα
δεν μπόρεσα να δω ποιός μου χτυπούσε
μα ήξερα πως θάχε πια γεράσει όποιος και να είταν
κι όταν ξημέρωνε είδα την πόρτα μου άδεια
μόνο είδα να ιστορίζεται η γειτονιά μου
σε ονείρου βαθύ λουλάκι και στο πιο ανάλαφρο πούπουλο τρυφερότης
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Γερασμένος ξημέρωσα
αφού είδα πόσο ανάλαφρα βαθύς
είναι ο νούς έως και μες το θάνατο.
Να ιστορίζομαι
κουρέλια καρδιάς
κομμάτια αγέρα
απλωμένα στους τάφους
μέχρι και τα λόγια
σβήσαν
εγώ όμως θα ιστορίζομαι
την αποχαιρέτησα
μέρα βροχερή
ούτε ελάχιστο φως
δεν μπόρεσα να ξαναδώ
εκεί που στεγνώνουν τα βράχια
ξάστερο θάμα ζωντανεύει.
Τι σημαίνει στο όνειρο
ένα λούλουδι, κάποιο πούπουλο
μια τρυφερότης
σ’ αντικρύζω
με αραιές ματιές
εσένα που δεν ξέρω
ποιόν κοιτώ;
έστω κι η
περιφρόνηση λίγων θεών
παιδεύει ακόμη και την αγάπη.
Ξεπέφτουν οι καμπάνες
μα εγώ ξαναρωτούσα:
πού είναι η γειτονιά μου;
Το απόψε σαν να φυσά
κι οι έξω πόρτες
ξεχνούν τι θα ‘νιωσαν
τόσα χρόνια
ποιός χτυπούσε τα κουδούνια;
στην ερημιά κεριά.
Ξανάρθαμε σαν απόκριση
τέτοια μέρα λησμονιάς
η φωνή μας στένευε
χίλιοι κόσμοι λιώναν
θα ΄νιωσες τα διαλείμματα
που οι ύμνοι σας
ονομάζουνε ζωή.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΤΑ, Σελ. 290-291
Κοίταξε αυτό το χέρι πως έμεινε
αέναα στη στερνή του κίνηση
κρατώντας το σπαθί-μάχεται τον αγέρα!
γιατί το άδειο μόνο κόβει η σπαθιά
κάτω από του φεγγαριού το φως.
Κι ότι αφανίστηκε, τώρα σιγά σιγά ξαναβγαίνει
στης μνήμης τη σκηνή,
ότι έμεινε από ένα ολόκληρο στρατό
το χέρι είναι τούτο,
στοιχειωμένο στην καλοκαιρινή νυχτιά..
Εκείνος! πολέμησε τους άλλους και στερνά τον εαυτό του.
Να τον! ολόκληρος τώρα
τον πέτρωσε η φήμη για να μη χαθεί.
Μαζί του κι όσοι μάρτυρες της ιστορίας
ξαναπέρνουν το δρόμο της ζωής μρποστά μας
για να ξαναχαθούν, δε θέλουν να γίνουν τραγούδι..
Απόψε λοιπόν σαν τότε
μέσα στο φρένιασμα των γρύλλων, στη φαντασμαγορία της
πυγολαμπίδας,
η ίδια νύχτα
τα φίλτρα ετοιμάζει του μεγάλου ύπνου
από τον έρωτα στο θάνατο
[…]
© Δ.Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Εκδόσεις Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2009.
Η μεταποίησή του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη (Plaka, Athens, 2nd April, 2015):
Ένα ολόκληρο χέρι πόλεμησε
ενώ τούτοι οι στίχοι στοιχειωμένοι
κρατώντας σπαθί νοήματος
κι άδειο το φως ξαναβγαίνει
σιγά σιγά από τρυπούλες μνήμης
τόσες δα
πως αφανίστηκε εκείνος
πέτρωσε
τραγούδι πυγολαμπίδας
μας ετοιμάζει τη μεγάλη νύχτα
φίλτρο γρύλλων
και γιασεμί μιας προχωρημένης άνοιξης
ίδιος ο έρωτας
η απόφαση του ονείρου
πιπέρι νιότης
για να μη χαθεί ο θάνατος
κράτησε ίσα το κόκκαλο
λιγοθυμισμένης νύχτας ο αγέρας
εφόσον η κίνηση δεν θέλησε ν’ αλλάξει
γαρύφαλλο σαν τότε
που ήσουν μάρτυρας ζωής
βαριά η σπαθιά
μονάχα κόβει αέναα
μήπως είναι πλάσμα
ο ανθός;
δεν βρήκες ούτε ένα νόμο
αφού η οποιαδήποτε εξουσία
σ’ ανατρίχιασε
πόσο μικρά τα φώτα της ψυχής
ωχρά φεγγάρια σκλαβωμένα δύναμη
και μια ξεκούραση αγάπης
ανήμερος πολεμιστής
ο ανοιξιάτικος σου στόχος
η καταστροφή του ίσκιου
μας δόθηκε το αδάμαστο
αναπαμός φωτιάς
σ’ έκαψε η δροσιά
ο θρήνος της σωτηρίας
μια σύγκρουση
έσκυψες, ήπιες
αναπαύσου ζωντανέ
πράϋνες όπως ο άπονος
θρήνος της άνοιξης
σημαδεμένος χέρια
και μέρες ήσουν
ακυριάρχητος, τυφλός,
άκαρπος θυμός
αφού παράταιρα η λυγισμένη νύχτα
ανύπαρχτη
μήτε η ομορφιά ενός θανάτου
δεν σου απόμεινε
στερνά του φεγγαριού
φήμη δήθεν καλοκαιριού
απόψε φαντασμαγορία, πόλεμος
κι ο δρόμος έμεινε έτσι όπως ήταν
δίχως άσφαλτο
να τη η πασχαλιά
σαν αλύγιστη λαχτάρα.
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
Ο Γ. Σεφέρης, ο Δημήτρης Αντωνίου, ο Γιώργος Κατσίμπαλης και η Μάρω Σεφέρη στη Ρόδο το 1955. Η φωτογραφία από το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.
Γράφει ο Σεφέρης για την ποίηση του Αντωνίου:
[…] Η ποιητική φωνή του Αντωνίου είναι πλασμένη από άσκηση και στερήσεις. Δεν θα του βρούμε πουθενά λέξεις που δεν έχουν σημασία ή βάρος. Ίσως για αυτό άνθρωποι που συνήθισαν να αντικρίζουν την ποιητική γλώσσα όπως την καθημερινή μας κουβέντα, είπαν τον Αντωνίου σκοτεινό. Στην καθημερινή μας κουβέντα λέμε άπειρα πράγματα χωρίς σημασία. Ενώ στον ποιητικό λόγο τίποτα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς σημασία, ούτε και η παραμικρή λεπτομέρεια…
[…] H ουσία της ποίησης του Αντωνίου ανάγεται σ’ ένα αιώνιο θέμα. Θέμα παμπάλαιο, αφού είναι το ίδιο με το θέμα της Οδύσσειας. Θέμα πανελλήνιο, αφού ο Έλληνας είναι ο πιο ταξιδεμένος άνθρωπος του κόσμου. Το θέμα αυτό είναι η μοίρα του ανθρώπου που ταξιδεύει…
[…] Σπάνια ήθελε να δημοσιέψει. Κάποτε που ταξίδευα μαζί του τον παρακολουθούσα πώς έγραφε. Τους στίχους του τους σημείωνε πάνω στο κουτί των σιγαρέτων του. Τους ξαναδούλευε άπειρες φορές μες στο μυαλό του. Κι έπειτα, πολύ αργότερα, όταν έφτανε στο λιμάνι, τους αντέγραφε. Θυμάμαι την πρώτη φορά που μου έδειξε την καμπίνα του. Σε μια γωνιά ήταν στοιβαγμένα άπειρα αδειανά κουτιά σιγαρέτων. Ήταν τα χειρόγραφά του….Πηγή: Άννα ΑγγελοπούλουΑπό τις Δοκιμές, τόμος πρώτος, σ. 170-172.
Ο Γιώργος Σεφέρης είχε αφιερώσει στο φίλο του ποιητή Δ. Ι. Αντωνίου το ποίημα με το ναυτικό τίτλο Σιρόκο 7 Λεβάντε από τη συλλογή Τετράδιο Γυμνασμάτων
Σιρόκο 7 Λεβάντε
Στὸν Δ. Ι. ἈντωνίουΠράγματα ποὺ ἀλλάξαν τὴ μορφή μας
βαθύτερα ἀπ᾿ τὴ σκέψη καὶ περισσότερο
δικά μας ὅπως τὸ αἷμα καὶ περισσότερο
βυθίσανε στὴν κάψα τοῦ μεσημεριοῦ
πίσω ἀπὸ τὰ κατάρτια
Μέσα στὶς ἁλυσίδες καὶ στὶς προσταγὲς
κανεὶς δὲ θυμᾶται
Οἱ ἄλλες μέρες οἱ ἄλλες νύχτες
σώματα, πόνος καὶ ἡδονὴ
ἡ πίκρα τῆς ἀνθρώπινης γύμνιας κομματιασμένη
πιὸ χαμηλὴ κι ἀπὸ τὶς πιπεριὲς σὲ σκονισμένους δρόμους
καὶ τόσες γοητεῖες καὶ τόσα σύμβολα
στὸ τελευταῖο κλωνάρι
στὸν ἴσκιο τοῦ μεγάλου καραβιοῦ
ἴσκιος ἡ μνήμη.
Τὰ χέρια ποὺ μᾶς ἄγγιξαν δὲ μᾶς ἀνήκουν, μόνο
βαθύτερα, ὅταν σκοτεινιάζουν τὰ τριαντάφυλλα
ἕνας ρυθμὸς στὸν ἴσκιο τοῦ βουνοῦ, τριζόνια
νοτίζει τὴ σιωπή μας μὲς στὴ νύχτα
γυρεύοντας τὸν ὕπνο τοῦ πελάγου
γλιστρώντας πρὸς τὸν ὕπνο τοῦ πελάγου.
Στὸν ἴσκιο τοῦ μεγάλου καραβιοῦ
τὴν ὥρα ποὺ σφύριξε ὁ ἐργάτης
ἄφησα τὴ στοργὴ στοὺς ἀργυραμοιβούς.Πήλιο, 19 Αὐγούστου 1935 Πηγή: Άννα Αγγελοπούλου
Recent Comments