Γεώργιος Καρανάσος 1923-2015; Μάγδα Πασσάλογλου 1935-2012, Ι
ΟΜΟΡΦΙΑ, ΝΕΟΤΗΤΑ, ΠΟΝΟΣ, ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
Αυτή η ιστοσελίδα θα ξεκινήσει με ομορφιά, όση ομορφιά μπορεί να προσφέρει η «Η ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΤΩΝ ΩΡΑΙΩΝ»,
θα συνεχίσει με νεότητα- την νεότητα που διαθέτει ένα νεογέννητο μωρό- με νεότητα αλλά και δύναμη, όση δύναμη περιέχει ο ανθρώπινος νους και περικλείει μέσα της η ψυχή καθώς ανδρώνεται,
και θα τελειώσει με πόνο, τον πόνο που φέρνει η φθορά της σάρκας κι ο ερχομός του θανάτου
μετά το τέλος όμως θα συνεχιστεί υπαρξιακά η ανθρώπινη υπόσταση, ένα είδος μισοπραγματοποιημένης ανάστασης
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ
Εις μνήμην λοιπόν του Γεώργιου Καρανάσου που γεννήθηκε το 1923, δηλαδή σχεδόν στην αρχή της λεγόμενης πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, μια γενιά που σχεδόν πιά έχει φύγει;
αλλά και εις μνήμην της Μάγδας Πασσάλογλου η οποία γεννήθηκε το 1935, στην καρδιά της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, μιας γενιάς που τα εναπομείναντα μέλη της έχουν μπει πιά για τα καλά στη λεγόμενη ζώνη θανάτου.
Αν κάποιος θα έπρεπε να χαρακτηρίσει με μια λέξη τις δύο αυτές γενιές “του μεσοπολέμου”, ίσως η πιό κατάλληλη θα ήταν: “ποιητικές” αφού και οι δυό τους γέννησαν τόσους πολλούς και αξιόλογους ποιητές στην Ελλάδα αλλά και σ’ όλη την υπόλοιπη Ευρώπη.
ΠΡΟΣ ΤΙΜΗ
Και προς τιμή όχι μόνο αυτών των δύο ανθρώπων αλλά και των δύο αυτών γενεών που τόσο απλόχερα μας πρόσφεραν το υπέροχο και σεμνό δώρο της ποίησης. Η ιστοσελίδα αυτή και τα λίγα μεταποιήματα του Μενέλαου Καραγκιόζη: Προς τιμή … για αυτή τους τη γενναιοδωρία.
“I Can See Clearly Now”, 1972
I can see clearly now the rain is gone.
I can see all obstacles in my way.
Gone are the dark clouds that had me blind.
It’s gonna be a bright (bright)
bright (bright) sunshiny day.
It’s gonna be a bright (bright)
bright (bright) sunshiny day.Oh, yes I can make it now the pain is gone.
All of the bad feelings have disappeared.
Here is that rainbow I’ve been praying for.
It’s gonna be a bright (bright)
bright (bright) sunshiny day.(ooh…) Look all around, there’s nothing but blue skies.
Look straight ahead, there’s nothing but blue skies.Jimy Cliff (Jamaica, 1948-present)
αφού όπως είπε ένας μεθυσμένος εξηνταπεντάρης που απήγγειλε ελαφρολαϊκά τραγουδάκια, περασμένα μεσάνυχτα, σ’ ένα δρομάκι στο Μοναστηράκι:
«Ο άνθρωπος φεύγει
αλλά οι στίχοι μένουν»:
Σβήστε με απ’ το χάρτη
“Μια γυναίκα αγάπησα
και μου βγήκε σκάρτη
σβήστε με απ’ το χάρτη
είμαι για κρεμάλααα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλααααωχ και τι θα γίνω
το κρασί μου ανάμεικτο
με τα δάκρυα πίνω
σβήστε με απ’ το χάρτη
μόνο πίκρες μείνανε στη δική μου πάρτη”Στίχοι: Χρήστος Γιαννακόπουλος
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ (1906-1958)
ΦΙΛΑΝΔΡΟΣ
Σωτήρης Σκίππης (1881-1952), “Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ”, Σελ. 1366
Είν’ η ψυχή μου σα μιαν αίθουσα
που εδώ και λίγο η χαρωπή
η συναναστροφή τη γέμιζε
κι οι καλεσμένοι ήταν πολλοί.Κ’ οι καλεσμένοι ξάφνου σκόρπισαν,
εκατεβήκαν τα σκαλιά·
τα βήματά τους στο πλακόστρωτο
αντήχησαν βαριά-βαριάκαι στο μεγάλο δρόμο χάθηκαν…
Από μια μάντρα ένα σκυλί
αλύχτησε για λίγο κ’ ύστερα
απλώθηκε βαθειά η σιγή…Τώρα σαν ίσκιος μες στην αίθουσα
κάποιος εμπήκε· μια ματιά
μες στο πικρό κενό της έρριξε
και τ’ αναμμένα τα κεριά.προχώρησε κ’ ένα-ένα τάσβησε
και σκότος έγινε βαθύ…
Είν’ η ψυχή μου σαν μια αίθουσα
που ερμητικά είναι πια κλειστή!© ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ, ΡΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ & ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ,
PRETENDERS, WHEN I CHANGE MY LIFE, 1986
When i change my life
There’ll be no more disgrace
The deeds of my past
Will be erasedAnd you’ll forgive me
Then you will come back
Hold my hand and say “i still love you”
When i change my lifeWhen i change my life
And all the scars have faded
I’ll be someone you look up to
Not excused when your friends come aroundAnd you’ll want me always to be there
You’ll be proud to say “i’m with her”
When i change my lifeI want a place in the sun – i do
I want to be in love with someone
I want to forget every regret
And all those rotten things that i put you throughWhen i change my life
And the idiot me
Leaves this town forever
Leaves us to be
Together – for the rest of our lives
Happily forever and ever
When i change my lifePretenders (Herefordshire, Uk, 1978-presnt)
Chrissie Hynde (1951-present)
Jimmy Honeyman-Scott (1956-1982)
Τίτος Πατρίκιος, Ταξιδέψαμε πολύ…, Σελ. 1111
Ταξιδέψαμε πολύ,
με τα καράβια, τα τρένα, τα καμιόνια.
Στην τροχαλία της καρδιάς μας
περνάει μ’ ένα βουητό ανέμου τ’ ατέλειωτο σκοινίτων στιγμών και των τοπίων.
Δύσκολο το ταξίδι· αγαπημένο,
και μακρύ· πολύ μακρύ μητέρα…Όταν δεν μας βλέπης,
να ξέρης πως πήγαμε να σε προϋπαντήσουμε…
(Όταν τα σπίτια μας χάνουν,
να ξέρουν πως πήγαμε για το τσιμέντο που τους λείπει.
Όταν η ζωή περνάη και δε ρωτάει που βρισκόμαστε,
πες της πως κάποια αυγή σε κάποιο λόφο θα μας βρη.)
Μόνο μια χάρη, μητέρα:
Ν’ αγαπάς κ΄εκείνους που δεν αγαπούσες!
Ν’ αγαπάς κ΄εκείνους που αγάπησες και σε ξέχασαν!
Να μας αγαπάς!…
© ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ, ΡΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ (1924-2004) & ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
13th FLOOR ELEVATORS, Don’t fall down,
Don’t fall down,
If you see her
Don’t fall down,
If you’re by her side
Don’t fall down
When you’re near her
Don’t fall down
If your voice is tied
Don’t fall down
Don’t decieve her
Don’t fall down
Tell her what you feel
Don’t fall down
She’ll precieve you
Don’t fall down
If your voice is real
Everytime you need her, she is there
To ease the pain that fogs you
And when you don’t need her, from her stare:
She says she’s needing you
[…]
13th Floor Elevators (Austin, Texas, 1965-1969, 1973, 1984, 2015)
Roky Erickson (1947-present)
Απ’ τα ερωτικά γράμματα, Αθήνα 28-3-62
Μάγδα, μωρό μου
Με κάνουν πολύ ευτυχισμένο τα συνεχή γράμματα σου. Όπως για σένα όταν μου γράφης είναι σαν να μιλάς μαζύ μου, για μένα όταν διαβάζω τα γράμματα σου είναι σα να ζω μαζύ σου, σα να σε βλέπω, σα να νιώθω κοντά μου τη ζεστή παρουσία σου, τη ζωντάνια σου, τη στοργή σου. Περίεργο, παρ’ όλο που λόγω της δουλειάς μου βαριέμαι το γράψιμο, έχω γράψει αρκετά γράμματα. Φαίνεται ότι τα πολλά και ζεστά σου γράμματα με έκαναν να ξεπεράσω αυτή την απώθηση μου προς την αλληλογραφία κι άρχισα να σου γράφω έχοντας την ψευδαίσθηση ότι δεν γράφω, αλλ’ ότι μιλώ μαζί σου, ότι δεν έφυγες εκείνη την πρωτομαρτιάτικη Πέμπτη, ότι συνεχίζομε τις κουβεντούλες μας, μόνον που δεν μπορούμε να πούμε και καμμιά κουβέντα παραπάνω.
Γλύκα μου, μαννούλα και μωρό μου, μπορεί με τα γράμματα να κουβεντιάζω μαζί σου, μου λείπεις όμως, μου λείπει η αγκαλίτσα σου και τα ατέλειωτα χάδια σου. Παράξενο, θυμάμαι και ζω με γλυκειά ευχαρίστηση όλες τις μέρες κι όλες τις στιγμές που ζήσαμε, αλλά την πιό έντονη γοητεία και νοσταλγία ασκούν στο είναι μου οι δυο πρώτες μέρες της γνωριμίας μας, το Σαββάτο και η Κυριακή, θέατρο, κινηματογράφος, κι ατέλειωτα χάδια των χεριών μας, λες και γνωρίζονταν από χρόνια, λες κι ένιωθαν ότι φτιάχθηκαν για να χαϊδεύονται και ύστερα τα πρώτα μου “Θα φύγω…να χωρίσουμε…” και τα πρώτα σου “Σ’ έχω ανάγκη…μη μη…φεύγεις” και τα πρώτα μας φιλιά…
Ο Γιωργάκις το πιό πειθαρχικό παιδάκι, θαύμα κι αυτό, λες και κατάλαβε πιά ότι ανήκει αποκλειστικά σε κάποιο Μαγδάκι περιπατητικό.
Μ’ αγάπη και φιλιά δικός σου
Γιώργος
“Σ’ αγαπώ, δε μπορώ τίποτα άλλο να πω ποιό βαθύ, ποιό απλό ποιό μεγάλο”
Πιστεύω να θυμάσαι το ποίημα της Μυρτιώτισσας, σου αξίζει
Γεώργιος Καρανάσος, Αθήνα 28-3-62
“Σ’ αγαπώ”
Σ’ αγαπώ
Σ’ αγαπώ, δεν μπορώ
Τίποτ’ άλλο να πω
Πιο βαθύ, πιο απλό
Πιο μεγάλο!
Μπρος στα πόδια σου εδώ
Με λαχτάρα σκορπώ
Τον πολύφυλλο ανθό
Της ζωής μου
Τα δυο χέρια μου, να…
Στα προσφέρω δετά
Για να γείρεις γλυκά
Το κεφάλι
Κι η καρδιά μου σκιρτά
Κι όλη ζήλια ζητά
Να σου γίνει ως αυτά
Προσκεφάλι
Ω μελίσσι μου, πιες
Απ’ αυτόν τις γλυκές
Τις αγνές ευωδιές
Της ψυχής μου!
Σ’ αγαπώ τι μπορώ
Ακριβέ να σου πω
Πιο βαθύ, πιο απλό
Πιο μεγάλο;© Μυρτιώτισσα, Ποιήματα, 1953
Μάνος Χατζηδακης/Φλέρυ Νταντωνάκη, Σ’ αγαπώ
Σωτήρης Σκίππης, “Το παλιό σπιτάκι”, Σελ. 1368
Γυρίζει η σκέψη μου σ’ ένα σπιτάκι
επαρχιώτικο, παλιό, ζεστό·
μπρος του ένα τούρκικο στενό σοκάκι-
το περιβόλι του πλάι το χλωρό.Εκεί πρωτάνοιξα τα μάτια κ’ είδα
την πλάση αιχμάλωτη σε μιάν αυλή,
στα στήθη μου άνθισεν η πρώτη ελπίδα
σαν ένα λούλουδο σε χαραυγή.Εκεί πρωτάκουσα, το Μάη το μήνα,
το αηδόνι ολόγλυκα να κελαηδή·
εκεί η ξανθόμαλλη παιδούλα, η Ρήνα,
το πρώτο μου ‘δωκε κι αθώο φιλί.Εκεί -μου τόπανε σκληροί γειτόνοι-
η Ρήνα πέθανε κάποιο πρωί…
Χειμώνας ήτανε κι αργό το χιόνι
έπεφτε πένθιμα σ’ όλη τη γη…© ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ, ΡΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ & ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
NIRVANA, “Lake Of Fire”
(originally by The Meat Puppets)
Where do bad folks go when they die?
They don’t go to heaven where the angels fly
They go to the lake of fire and fry
Won’t see them again ’till the fourth of JulyI knew a lady who came from Duluth
She got bit by a dog with a rabid tooth
She went to her grave just a little too soon
And she flew away howling on the yellow moon[…]
Now the people cry and the people moan
And they look for a dry place to call their home
And try to find some place to rest their bones
While the angels and the devils try to make them their own[…]
NIRVANA (Washington, 1987-1994)
Kurt Combain (Compton, California, 1967-1994)
Chris Novoselic (1965-present)
“Η ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΤΩΝ ΩΡΑΙΩΝ”
Στις 18 Ιουνίου 1960, στα “Αστέρια”, Σταρ Ελλάς αναδείχτηκε η Μάγδα Πασάλογλου (ψευδώνυμο “Μανταλένα”).
VIOLENT FEMMES, GOOD FEELING, 1983
Good feeling, won’t you stay with me just a little longer?
It always seems like you’re leaving when I need you here just a little longer
Dear lady, there’s so many things that I have come to fear
Little voice says I’m going crazy to see all my worlds disappear
Vague sketch of a fantasy laughing at the sunrise like he’s been up all night
Ooh, slipping and sliding, what a good time but now, I have to find a bed that can take this weightGood feeling, won’t you stay with me just a little longer?
It always seems like you’re leaving when I know the other one just a little too well
Oh, dear lady, won’t you stay with me just a little longer?
You know it always seems like you’re leaving when I need you here just a little longerViolent Femmes (Wisconsin, 1980-1987, 1988-2009, 2013-present)
Gordon Gano (1963-present)
“Κάτω απ΄το φως”, Σελ. 81
Κάτω απ’ το φως, που περισσεύει,
χαδιάρα, αδύνατη, λιγνή
η Χτίση ακούει-και δε σαλεύει.
Βλέπει η ψυχή, και τη ζηλεύει·
κ’ είναι σαν άχαρη ορφανή,
λαίμαργη, οκνή, που διακονεύει.
Άχνη μαβειά-βαθειά-μουδιάζει…
Στον καθαρό, αλαφρόν καιρό,
ήχος αντίλαλο δε βγάζει
μονάχα, ολούθε φως- ακόμα
κι’ από τα σπίτια, απ’ το νερό,
φως απ’ τον ήσκιο, από το χώμα.
-Όμως για εμέ-κρίμας εσένα!-
Ήλιε, δεν είχες γυρισμό·
δε σε πιστεύω. Είσαι στα ξένα
κι΄ανώφελα σε περιμένει
να φρίξη, σαν από λυγμό,
μια αρχαία χαρά μπαλσαμωμένη.
Το λέω-μεγάλη της η χάρη,
η Άνοιξη η θαματουργή·
μα δεν μπορεί να συνεπάρη
και την ψυχή μου- όσο κι’ αν θέλη
να λυώση μέσα της, να βγη
-σα σύντομη, άφαντη νεφέλη!
© Τέλλος Άγρας, Επιλογή απ’ τα Ποιήματα, Εκδόσεις Ανθολόγος Ερμής
Κι η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη, 29/06/2015
Ο αντίλαλος
νερών μονάχων
κι ένα φως
αρχαίο, βαλσαμωμένο
πέρα τ’ ανάλαφρα σπίτια
ορφανά απ΄ανθρώπους
κι όμως θαυματουργά
κρίμα κοίτα πως
μουδιάζουνε οι ίσκιοι
κάτι
κάτω απ΄το χώμα
σαλεύει
λαίμαργο όπως η άνοιξη
κι ο γυρισμός ανώφελος
στα ξένα σε περιμένει
άφαντη
όσο κι αν είναι βαθειά
μια ψυχή αχνή
άραγες η δικιά σου
χαδιάρα μοίρα;
κι ολούθε
μια χτίση
γιομάτη χάρη
οκνή,
σας συνεπήρε τούτο
το χώμα
όπου από κάτω του
περισσεύουν
τόσοι νεκροί
κι ωιμέ
σύντομε ήλιε
ποιός σε ζηλεύει;
έτσι όπως κατάντησες
όμοια λιωμένο νεφέλωμα
διακονεύεις έως και το φως
ακούγονται λοιπόν
οι μεγάλοι λυγμοί
ακόμη κι ο καιρός
όσο κι αν το θέλει
δεν πιστεύει πια σε
κάτι
κι ο ήχος απ’ τα
τριαντάφυλλα
στέκει θολός
ήταν βλέπεις
παραμονή σιωπής
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
MISS UNIVERSE GREECE 1952-2010
Είναι 1980 και ενώ ξεκινούν οι πρώτες ετοιμασίες για τα Καλλιστεία της χρονιάς αυτής, η διοργανώτρια εφημερίδα Απογευματινή και ο Γιώργος Πρεβελάκης (η ψυχή του ελληνικού θεσμού) έχουν μια πρωτότυπη ιδέα. Να καλέσουν όλες τις Σταρ Ελλάς από το 1952 μέχρι και το 1979 και να αποτελέσουν αυτές την κριτική επιτροπή για φέτος.
Το έργο τους δύσκολο και επίπονο γιατί πολλές Σταρ έχουν χαθεί τελείως από το προσκήνιο, άλλες έχουν παντρευτεί και δε θέλουν να επιστρέψουν ούτε για μια βραδιά στο χώρο των Καλλιστείων, άλλες ζούνε πολύ μακριά, άλλες είναι αρνητικές και απρόθυμες, κ.τ.λ.
Για τις Σταρ Ελλάς που δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για το που βρίσκονται, η Απογευματινή δημοσιεύει πρόσκληση με την ελπίδα όχι μόνο να τη διαβάσουν, αλλά και να την αποδεχτούν.
Ύστερα από αρκετό καιρό και ακόμα περισσότερο κόπο, πολλές Σταρ εντοπίζονται και είναι έτοιμες για τη μεγάλη βραδιά.Ρίκα Διαλυνά – 1954
Μαριλή Καλιμοπούλου – 1958
Ζωή Λάσκαρη – 1959
Μάγδα Πασάλογλου – 1960
Ρία Δελούτση – 1961
Κορίνα Τσοπέη – 1964
Κάτια Μπαλαφούτα – 1966
Έλλια Καλλιγεράκη – 1967
Έλενα Αλεξοπούλου – 1969
Βιβή Αλεξοπούλου – 1970
Γωγώ Ατζολετάκη – 1971
Νάνσυ Καπετανάκη – 1972
Βάνα Παπαδάκη – 1973
Αφροδίτη Κατσούλη – 1975
Μαριέτα Κουντουράκη – 1978
Κάτια Κουκίδου – 1979
“Feelin’ Alright”, 1969
Seems I got to have a change of scene
Cause every night I have the strangest dreams
Imprisoned by the way it used to be
Left here on my own or so it seems
I got to leave before I start to scream
But someone’s locked the door and took the keyFeelin’ alright
Not feelin’ too good myself
Feelin’ alright
Not feelin’ too good myselfBoy you sure took me for one big ride
Even now I sit and wonder why
And when I think of you I start to cry
Got to stop belivin’ in all your lies
Cause I got to much to do before I dieBefore someone comes along and takes my place
With a different name and yes a different faceJoe Cocker (Sheffield, 1944-2014)
Οι παραπάνω Σταρ Ελλάς μαζί με την εκπρόσωπο της Απογευματινής, Λουή Πασαλάρη, αποτελούν πλέον την επιτροπή που θα αναδείξει τις νικήτριες για το 1980.
Όλες οι παλιές Σταρ είναι πιο ώριμες, πιο κατασταλαγμένες και πολύ όμορφες, ακόμα και οι παλαιότερες. Ο χρόνος τους έχει φερθεί όσο καλύτερα γίνεται χωρίς να αφήσει έντονα τα χνάρια του στο πρόσωπο τους. Ανταλλάσσουν τις εμπειρίες τους, όχι μόνο από τα Καλλιστεία, αλλά και απο τα μετέπειτα χρόνια. Για κάποιες, ο τίτλος είναι μια γλυκιά ανάμνηση χωρίς να έχει επιφέρει μεγάλες αλλαγές στη ζωή τους, και για κάποιες άλλες ο τίτλος αυτός την έχει αλλάξει ριζικά.
Τη βραδιά του τελικού οργανώνει και σκηνοθετεί ο ηθοποιός και σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου, Δημήτρης Μαλαβέτας και την παρουσίαση κάνουν η Κορίνα Τσοπέη και ο Χρήστος Οικονόμου. Ο Δημήτρης Μαλαβέτας απορρίπτει εξ’ αρχής κάθε ιδέα περί τραγουδιστών, show και μπαλέτων και στήνει ένα non – stop πρόγραμμα όπου κυριαρχεί το σπικάζ και οι τεράστιες οθόνες. Το αποκορύφωμα όμως, είναι η οπτικοακουστική ανασκόπηση της περιόδου 1952 – 1979.
Η βραδιά στέφεται από πολύ μεγάλη επιτυχία και σημειώνει ρεκόρ τηλεθέασης.
Στο τέλος της, ακόμα μια ωραία νεαρή γυναίκα προστίθεται στον μακρύ κατάλογο των Σταρ Ελλάς. Είναι η Ρούλα Κανελλοπούλου και το όνειρο γι’ αυτήν μόλις αρχίζει….
Αποκόμματα ομορφιάς _ Ελληνικά Καλλιστεία 1957-1981
“Θυμούμαι πως μ΄αντίκρυσες”, Κώστας Χατζόπουλος, Σελ. 1615
Θυμούμαι πως μ΄αντίκρυσες την πρώτη
φορά ταράζοντας μου την καρδιά·
δε σου ανθούσε στην όψη η πρώτη νιότη,
δε φάνταζε η περήφανη ομορφιά,
μα κάποια κρύφια λάμπαζε ωραιότη
καθρεφτισμένη σε απαλή ματιά.
Ένιωσα: εμπρός μου σ’ είχε η Μοίρα στείλει
σαν ένα αργά φτασμένο θείο Απρίλη!..
Και με άρπαξες· αλλά όχι όπως η μπόρα
την που διψά γι’ αντάρες νέα ψυχή·
με δρόσισες καθώς δροσά τη χώρα
η καρπερή ανοιξιάτικη βροχή·
απλή και ταπεινή, μα πλουτοφόρα,
σε μια ζωή ήρθες σκσοτεινή, φτωχή,
την άνοιξες στον ήλιο, στη γαλήνη
που σε όσους αγαπά ο θεός τα δίνει!..
Και κοντά σου περάσαν τόσα χρόνια-
ευτυχισμένα πως να μην τα πω;
Αν είναι αγάπη αθόλωτη κ΄η ομόνοια,
το βαθύ τους συ μ’ έμαθες σκοπό·
αν η ζωή είναι αστείρευτη κ΄αιώνια,
τον πιό όμορφο της χάρισες καρπό!
Ω!.. μια ματιά σου μόνο ησυχασμένη
πόση μέσα μου αντάρα δε σωπαίνει!..
Ευλογημένη ας είναι η ώρα εμπρός μου
που σ’ έβγαλε γλυκειά κ΄ευγενική·
γλυκό μυστήριο μου άνοιξες του κόσμου,
μια απολαμπίδα από χαρά θεϊκή,
σπόρος δικός σου ότι σαλεύει εντός μου,
χαρά δική σου ότι βλασταίνει εκεί!
Ω, ας σε αφήση η Μοίρα ως σ΄έχει στείλει
κοντά μου πάντα αμάραντον Απρίλη!..
© ΡΕΝΟΥ ΗΑΡΑΚΛΗ & ΣΤΑΝΤΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Κι η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη
Ταραγμένη την αντίκρυσες
καρδιά απαλή
ένιωσες το κρύφιο λαμπύρισμα
ωραιοτάτη μοίρα
σταλμένη από κάποια μνήμη
καθρεφτισμένη ομορφιά
κι η ανθισμένη νιότη
αργά φτασμένη πρώτη
θεία όψη περήφανη εμπρός μου
και πόσο ευτυχισμένα μας δρόσιζες
ταπεινά ανοιξιάτικη
σαν μια πλουτοφόρα δίψα
βροχής απλής
ζωή γαληνεμένη
που κι αν την άρπαξαν
οι μπόρες
παρέμεινε αθόλωτη
ήλιος αστείρευτος
τα δίνει όλα
ησυχασμένος κοντά σου
βαθιά καρπισμένος αγάπη
τόσα χρόνια
βλασταίνει ο σπόρος εκεί
πέρασαν οι θεοί
αμάραντο μυστήριο
κι ομόρφυναν
δε σωπαίνεις, νέος, βαθύς
γλυκά σαλεύεις
κοντά σου ο κόσμος
ευλογημένο σπέρμα
του Απρίλη η ματιά
σ΄ έχει στείλει
φως-δώρο
εμπρός είναι η ώρα
Μεγάλη, ευγενική χαρά
μα σκοτεινή
φτωχό αηδόνι
σ’ άφησα
και μου άνοιξες
τις φτερούγες
ήταν θάμμα τ΄
όνειρο γοργό
απολαμπίδα
και συγνεφιά από άστρα
σκορπισμένο κλάμα
όμως όλο και κάτι μένει
© Menelaos Karagiozis, Hellenic Poetry, 2015
A letter to Mr. Sol Marks, April 18, 1961
Mr. Sol Marks
Deputy District Director
United States Department of Justice
Naturalization & Immigration Service
20 West Broadway
New York City, New York
Dear Mr. Marks
I am writing you in reference to your file number A-12088510, Magda Passaloglou, who entered the United States, June 23, 1960 as a contestant delegate representing the Rebublic of Greece in the Miss Universe Beauty Pageant.
Miss Passaloglou has proven herself a young lady of the highest moral standards and has conducted herself within the confines of the highest precepts of the Miss Universe Beauty Pageant credo, which is promoting “international understanding and peace through beauty.”
We are holding the Finals for our Pageant on Sunday, June 11, 1961, and it would be our great honor and privilege to have Miss Passaloglou the current Miss Greece, participate in the Pageant activities in which she will play a major role.
I am enclosing for your information, an airline ticket to Europe in the name of Miss Passaloglou, dated June , 1961. We would be most greatful if you could extend her visa through June 20, 1961.
Very cordially yours,
Paul Zerler
Pageant Director
It gives me great pleasure to bring greetings from my country to the people of America. I particularly want to thank the people of Miami Beach who have made my stay here such a pleasant one.
When I return to my country I will take with me many pleasant memories of my stay here. I hope that someday you will come to my country and give me the opportunity to make you as welcome as you have made me.
Magda Passaloglou
LOVE IS ALL AROUND ME, 1967
I feel it in my fingers,
I feel it in my toes
Well, love is all around me,
and so the feeling growsIt’s written on the wind
it’s everywhere I go
So if you really love me
come on and let it showYou know I love you, I always will
My mind’s made up by the way that I feel
There’s no beginning, there’ll be no end
Coz on my love you can dependI see your face before me
as I lay on my bed
I kindly get the thinking
of all the things you said
You gave your promise to me
and I gave mine to you
I need someone beside me
in everything I doYou know I love you, I always will
My mind’s made up by the way that I feel
There’s no beginning, there’ll be no end
Coz on my love you can dependIt’s written on the wind
it’s everywhere I go
So if you really love me
come on and let it show
Come on and let it show
Come on and let it show
Come on and let it show
Come on and let it show
Come on and let it showTROGGS (1964-present)
Reg Presley (Hampshire, UK, 1941-2013)
Απ’ τα ερωτικά γράμματα, Αθήνα, 22.3.1962
Σου γράφω από το σπίτι, είναι απόγευμα.
[…]
Στο σπίτι με περίμενε ένα γράμμα σου από το Duisburg, ποιό κακογραμμένο κι από αυτό που μου έδειξες από το Salzbourg, το διάβασα τρείς φορές για να ολοκληρώσω τι έγραφες. Μωρό μου γιατί μου έδειξες την διεύθυνση του Wuppertal για την 20/3/62 και μετά και εγώ σου έγραφα μέχρι τώρα 2 γράμματα εκεί και τα καϋμένα θα έχουν φθάσει και θα νιώσουν εγκαταλελειμένα και περιφρονεμένα αφού δεν δεν θα βρίσκονται εκεί τα χεράκια σου να τα ανοίξουν βιαστικά. Τέλος πάντων, τι να κάνω έμπλεξα με χαζοκουκλάκι. Θα σου στείλω κι αυτό μου το γράμμα στο Wuppertal. Τα επόμενα θα τα στείλω στις άλλες διευθύνσεις. Προχθές πήρα το καλύτερο σου γράμμα, και τι σύμπτωση γραμμένο από την αντιπαθητική μου Βιέννη!!! Ίσως πρώτη φορά μέχρι σήμερα να άκουσα από σένα τόσο όμορφα λόγια ακριβώς έτσι που τα θέλω. Μ’ έκανες να νιώσω πολύ ευτυχισμένος, γιατί έτσι ακριβώς σε θέλω και έτσι φαντάζομαι τον σύντροφο μου. Δικό μου ολοκληρωτικά και απόλυτο. Πραγματικό έρωτα δυνατώτερο από μικροεπιθυμίες και μικροσυνήθειες. Σ’ αγαπώ Μάγδα μου πολύ κι ας σου φέρομαι μερικές φορές βίαια και παράφορα. Αυτή η ερωτική συμπεριφορά μου σου έδειχνε ότι μαζί μου μόνον απόλυτο και ολοκληρωτικό έρωτα μπορείς να νιώσης και να έχης. Όχι μισοαγάπες και συμβατικότητες. Αν και το κατάλαβες από την αρχή όταν μια από τις πρώτες βραδυές, σκεπτική και σοβαρή μου είπες ότι “μαζί σου θα νιώσω και θα ζήσω ή την απόλυτη ευτυχία ή την απόλυτη δυστυχία”. Ναι μωρό μου αν μου δώσεις απόλυτα το είναι σου, ολοκληρωτικά το σώμα σου και την ψυχή σου θα σε κάνω απόλυτα και παντοτεινά ευτυχισμένη, αν βέβαια νομίζεις ότι αξίζει να θυσιάσεις τον εγωϊσμό σου και τις συνήθειες σου για να ζήσεις κοντά μου ευτυχισμένη.
[…]
Γράφε μου πιό καθαρά. Σε φιλώ πολύ, σ’ έχω επιθυμήσει πάρα πολύ εσύ δεν μου γράφεις στον τομέα αυτό πως αισθάνεσαι ή ξέχασες τα βράδυα μας;
Δικός σου Γιώργος.
Γεώργιος Καρανάσος, Αθήνα, 22.3.62
“Maybe Tomorrow”, 1958
I know we’ll love again
Maybe tomorrow
I don’t know where or when
Maybe tomorrowYou say, you say you’re gonna cry
Because they’ve made us say goodbye
Our love will stand their test of time
And our ages won’t be there to draw the lineI know we’ll love again
Maybe tomorrow
I don’t know where or when
Maybe tomorrow
Maybe tomorrowEverly Brothers (1957-1973; 1983-2005)
Phil Everly (Chicago, Illinois, 1939-2014)
Don Everly (Kentucky, 1937-present)
[Η δύστυχη μητέρα έρχεται εκεί τρέχοντας], Διονύσιος Σολωμός, Σελ. 1382-1383
… Στέκει, μυρίζεται
εις τον αέρα
και συλλογίζεται-
μαύρη μητέρα!
σαν κάτι νάθελε
να θυμηθή.
Στον τοίχο σύρριζα
σκύφτει, κοιτάει,
γλυκολυπούμενη
χαμογελάει
κατά τα εντάφια
χόρτα πικρά.
Κατά τα σύγνεφα,
κατά τ’ αστέρια,
τρεμοπαίζοντας
ρίχτει τα χέρια
και κλαίει
και ρυάζεται
τρομαχτικά.
Της πέφτουν έπειτα,
και ληθαργίζει-
και πάλε αρχίναε
να τριγυρίζη
το περιτείχισμα
πασπατευτά…
Γύριζε, γύριζε…-
τέλος εμπαίνει
στο σημαντρήριο
και τ’ ανεβαίνει
τα ίχνη αλλάζοντας
σπουδαχτικά…
Ήτον στην άλαλη
τη μοναξία
στρογγυλοφέγγαρη
φωτοχυσία
σαν τη λαμπρόπλαστη
πρωτονυχτιά·
όμως η δύστυχη,
ξεφρενωμένη,
κοιτάζει ολόγυρα
τετρομασμένη,
πράχνει τα σήμαντρα,
κράζει σφιχτά:
-Γλήγορα ας φύγουνε
απ’ τα λαγκάδια
κειά τα φριχτότατα
πυκνά σκοτάδια-
αχ! με πλακώνουνε
μες στην καρδιά!
Γλήγορα ας φύγουνε,
δεν τα ‘πομένω-
μοιάζουνε, μοιάζουνε
με το σχισμένο
ρούχο που σκέπασε
τα δυό παιδιά!…
Γκλάν-γκλάν, τα σήμαντρα
της εκκλησίας,
γκλάν-γκλάν, οι αντίλαλοι
της ερημίας
αποκρινότανε
φριχτά-φριχτά!…
-Από την έρημη
Αναφωνήτρα,
πουναι εις τους δύστυχους
παρηγορήτρα,
είχαν δυό ξέμετρα
τα δυό παιδιά·
τάχω στον κόρφο μου
και τα φυλάω
με αυτά τα ξέμετρα
θενα μετράω
τα δυό τους μνήματα
καθημερινά!..
… Γκλάν-γκλάν, τα σήμαντρα
της εκκλησίας,
γκλάν-γκλάν, οι αντίλαλοι
της ερημίας
αποκρινόντανε
φριχτά-φριχτά!…
-Βραχνό το ψάλσιμο·
τα κεριά αχνίζουν·
του νεκροκρέββατου
τα ξύλα τρίζουν·
αργά τα σήμαντρα
και τρομερά!..
Ναι, ναι απέθανανε·
μέσα στο σκότο
τα κατεβάσανε-
ακούω τον κρότο!-
τα κατεβάσανε
βαθιά βαθιά!…
…Γκλάν γκλάν, τα σήμαντρα
της εκκλησίας,
γκλάν-γκλάν, οι αντίλαλοι
της ερημίας
αποκρινόντανε
φριχτά-φριχτά!..
-Γιατί τινάζετε
πάνω τους χώματα;
Μη, μη σκεπάζετε
τα μικρά σώματα
που αποκοιμήθηκαν
γλυκά γλυκά!
Αύριο θα κόψουμε
κάτι λουλούδια,
αύριο θα ψάλουμε
κάτι τραγούδια
εις την πολύανθη
πρωτομαγιά!..
…Γκλάν γκλάν, τα σήμαντρα
της εκκλησίας,
γκλάν-γκλάν, οι αντίλαλοι
της ερημίας
αποκρινόντανε
φριχτά-φριχτά!..
γκλαν γκλαν παράδερνε
με τα γλωσσίδια,
κι ματαρχίναε,
κι έλεε τα ίδια,
ώς οπού εβράχνιασε
θανατερά…–…Νά, που δροσόβολη
αύρα ξυπνάει,
και ψιθυρίζοντας
μοσχοβολάει
από τα αρώματα
τα αυγερινά·στα φύλλα επέρναε
και της καρδίας,
σαν τα κινήματα
της φαντασίας,
που ζωγραφίζουνε
την ευτυχιά·εκείν’ η δύστυχη
τραβάει την άχνα,
βαθιά τα αισθάνθηκε
μέσα στα σπλάχνα
αχ! κι εκατέβηκε
στην ερημιά…Με λύπη εγκάρδια
εθεωρούσε
όλα τα μνήματα
και τα μετρούσε
με τ’ αργό κίνημα
της κεφαλής…© Ρένου Ηρακλή & Στάντη Αποστολίδη, Ανθολογία της Νεολληνικής Γραμματείας, Εκδόσεις: Tα Νέα Ελληνικά.
Χαροκόπου, Καλλιθέα, Αθήνα, 1965.
CATCH THE WIND, 1965
In the chilly hours and minutes
Of uncertainty, I want to be
In the warm hold of your loving mindTo feel you all around me
And to take your hand along the sand
Ah, but I may as well try and catch the windWhen sundown pales the sky
I want to hide a while behind your smile
And everywhere I’d look your eyes I’d findFor me to love you now
Would be the sweetest thing ‘twould make me sing
Ah, but I may as well try and catch the windDi di di di, di di di di
Di di di di, di di di di
Di di diWhen rain has hung the leaves with tears
I want you near to kill my fears
To help me to leave all my blues behindFor standin’ in your heart
Is where I want to be and long to be
Ah, but I may as well try and catch the windAh, but I may as well try and catch the wind
DONOVAN (Glasgow, 1946-present)
Κι η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη, 18/06/2015
Μοιάζουνε τα δυό παιδιά
ληθαργισμένα όπως είναι
μοιάζουνε
με ξέφρενο σκοτάδι
τρεμάμενο
και σου χαμογελάει
η πίκρα
στέκεις μητέρα
πλακωμένη από κάτι
γλυκολυπούμενα αστέρια
γιομάτη μαύρους συλλογισμούς
φριχτή αναφωνήτρα
της ερημιάς
παρηγορήτρα
και μες τη λαμπρόπλαστη εκκλησιά
γκλάν-γκλάν
τα σπλάχνα
ένα περιτείχισμα
κοκκάλων
και τόσα ίχνη καρδιάς
πασπατεύοντας
λίγο αίμα
φριχτά-φριχτά
λαγκάδια
ας φύγουν
απ’ το νεκροκρέβατο
τους οι αετοί
φτερά που τρίζουν
τρομερά
μου αποκρίνονταν
τα σήμαντρα
κλαίω δύστυχος
και σκαρφαλώνω
στο κόρφο σου μνήμη
ευτυχιά στρογγυλοφέγγαρη
που ‘ναι το τέλος;
κι έπειτα όλα πέφτουνε
δυστυχισμένα
σε ξέμετρα πηγάδια
καθημερινά
θε να μετράω
τις μοναξιές
μοίρα πως μοσχοβολάς
γρήγορα σκέπασέ μας
χώμα πυκνοσκότεινο
άλαλα λουλούδια
τριγυρνάτε σκυφτά
ψιθυρίζοντας αρώματα
αρχινά το κλάμα
και κανείς δεν μου
αποκρίνεται
μονάχα σχισμένα ρούχα
παιδιών που θανατερά
αποκοιμούνται
βραχνό σήμαντρο
κι αντίλαλοι ενταφιασμένοι
απ’ το μέλλον
έρημος γυρίζει ο χρόνος
κι έλεε τα ίδια
η μοίρα ρυάζεται
γρήγορα δεν απομένει
παρά το τέλος
αργά ζωγραφισμένο
που ‘ναι λοιπόν
οι τοίχοι και τα σύννεφα
σώπα με θλίψη
ας ψάλλουμε
πρωτονυχτιά θανάτου
ανεβαίνει ως το κόρφο μας
η θεϊκή κατάρα
κι εγώ φυλάω
όλες τις λύπες μου
μνήματα πρωτομαγιάς
και γκλάν-γκλάν
εβράχνιασε πάλι
η χαρά ειρηνοφόρα
μα αποκεφαλισμένη
εγκάρδια κεφαλή
αποκοιμήθηκες
κι εσείς
δαφνοφόρες φωνές
συμμαζωχτήτε
φύλλα αυγερινά
τ’ αισθάνθηκες
Χριστός Ανέστη
φωτοχυσία πολύανθη
κάτι λουλούδια
που τάχα σε θωρούσαν
μικρά σώματα μυρμηγκιών
κατεβάσανε τον ήλιο
ετοιμαστήκατε και φιληθήτε
δροσοβολούσε σκότος
χείλη που αχνίζουν
στις ερημιές
παράδερνε η φαντασία
έρμεο αγριοκέρι και
αυριανό τραγούδι
αντίλαλος λύπης
αχνοξυπνήστε σπλάχνα
πεθαμένη η αύρα σας
φριχτά φριχτά
απεθάνανε
βρέφη και δάφνες
φυσάει στους τάφους
φως χριστιανικό
ασήμι στο χέρι
ομπροστά οι στίχοι
και κατέβηκες
αχ βαθιά βαθιά
κατέβηκες
στης ποίησης το χώμα
ωραίος, γλυκόφωνος
γκλάν-γκλάν
Χριστός Ανέστη
μανάδες
μ’ ολόστρωτα στήθη
γιατί δεν τινάζετε
στην απελπισία
τα λαμπερά σας πρόσωπα
ελεήθης αναγαλλίαση
οι εκκλησίες τραβάνε
προς το πέλαγος
ας τις ακολουθήσουμε
© Menelaos Karagiozis, Hellenic Poetry, 2015
“If I Should Die Tonight”, 1973
Oh, If I should die tonight
Oh baby, though it be far before my time
I won’t die blue, sugar yeah
‘Cause I’ve known youOooh, oh, how many eyes
Have seen their dream
Oh, how many arms
Have felt their dream
How many hearts, baby…
Have felt their world stand stillMillions never, they never never
And millions never will baby
They never will[…]
Oooh, oh, I’m thankful that you’re lovin’ me
My one desire
Is to love you ’til
I’m no longer here and never tired
Love has been so good to me
I’m so thankful[…]
Millions never, no, never
And millions never will, sugar
They never willIf I should die tonight, ahhh baby
I just want you to keep this thought in mind
That I would never die blue…
‘Cause I’ve known you
Oooh!!Marvin Gaye (Washington, DC, 1939-1984)
“Η τρελλή μάνα ή Το κοιμητήριο”, Διονύσιος Σολωμός, Σελ. 1381
Τώρα που η ξάστερη
νύχτα μονάχους
μας ηύρε απάντεχα,
και εκεί στους βράχους
σχίζεται η θάλασσα
σιγαλινά·Τώρα που ανοίγεται
κάθε καρδία
στη λύπη, ακούσετε
μίαν ιστορία,
που την αισθάνονται
τα σωθικά:Σε κοιμητήριο
είναι στημένα
δύο κυπαρίσσια
αδελφωμένα
που πρασινίζουνε
μες στους σταυρούς·όταν μεσάνυχτα
καταβουΐζουν
οι ανέμοι, αν τα ’βλεπες
πώς κυματίζουν,
έλεες πως κράζουνε
τους ζωντανούς!Δύο αδέλφια δύστυχα
κοιμούνται κάτου
τον ανεξύπνητον
ύπνον θανάτου,
κ’ έχασε η μάνα τους
τα λογικά.Τα μαύρα! επαίζανε
εκεί όπου στέκει
ο πύργος, κι έπεσε
τ’ αστροπελέκι,
κι άψυχα τ’ άφησε
τα θλιβερά!Ροδοστεφάνωτα,
ασπροεντυμένα,
τα κατεβάσανε
αγκαλιασμένα
μέσα εις την ύστερη
αλησμονιά.Δεν άκουες βάβισμα
χαμένου σκύλου·
πουλιού δεν άκουες
λάλημα, ή χείλου,
ή κλωνοφλίφλισμα
να πνέει τερπνά·νερομουρμούρισμα
οπού αναβρύζει
και τ’ς επιτύμβιες
πέτρες δροσίζει
μόλις αντίσκοβε
τη σιγαλιά.Θανής δεν έμνεσκαν
άλλα σημεία,
πάρεξ του λίβανου
η μυρωδία
οπού εχυνότουνε
στην ερημιά…© Ρένου Ηρακλή & Στάντη Αποστολίδη, Ανθολογία της Νεολληνικής Γραμματείας, Εκδόσεις: Tα Νέα Ελληνικά.
Κι η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη, 18/06/2015
Αδέλφια
πρασινισμένα ανέμους
και χαμένα πουλιά
αδελφωμένα
δύστυχα ν’ αναπνέεις
ζωντανός
ώσπου σε κατεβάσανε
εκεί στα βράχια
κι έπεσαν δίπλα σου
τόσα κύματα
ασπροντυμένα
σιγαλιά σταυρού
έστεκες
στηριγμένος
στην αλησμονιά
άκουες πως κράζουνε
άψυχα τα μεσάνυχτα
με ξάστερα σωθικά
μονάχοι
όπως τώρα η νύχτα
αισθανόμαστε
πως κι η μάνα-θάλασσα
έχασε θλιβερά
τα λογικά της
αναπάντεχο
αστροπελέκι λύπης
μια ροδοστέφανη ιστορία
κι ο μαύρος ύπνος
όμοια ανεξύπνητος
θάνατος
ακούσετε δυό κυπαρίσσια
σε κοιμητήριο
πως αγκαλιασμένα κοιμούνται
τερπνό λάλημα σκύλου
γαβγίσματα
επαίζανε και κυματίζουνε
σε θλιβερά χείλη απάνω
ένα έλεος και
κλωνοφλίφλισμα
καρδιάς
κι εσύ
τρομαχτική μητέρα
αντίσκοβες
με την επιτύμβια
ψυχή σου
αναβρύζεις ερημιά
σιγαλιά από πέτρες
κι η μυρωδιά απ’ το
νερομουρμούρισμα
«σαν κάτι νά ‘θελε»
δήθεν μαύρο λιβάνι
και σ’ άλλα
εντάφια σημεία
τρεμομανιάζοντας
εχυνότανε
© Menelaos Karagiozis, Hellenic Poetry, 2015
Ιανουάριος 1972, Αθήνα
Ο Θάνατος της Μαρίας, Διονύσιος Σολωμός, Σελ. 1387
…Επεριπλανάτο εις τον κάμπο μονάχη χαμογελώντας, και οι αχτίνες του ηλίου όπου ανατέλλοντος εκαλούσε τους θνητούς να χαρούν τη ζωή, αναγάλιαζαν μέσα εις όλα τα ησυχώτατα νερά της ερημίας…
Ολόστρωτη ακίνητη ήταν η μέση της λίμνης ωσάν γαλάζια κόρη οφθαλμού που μένει ατάραχη όταν του μέλλοντος μέριμνα δεν έρχεται να την πειράξη. Αλλά εις την άκρη της λίμνης εδώ και εκεί σκόρπια τα δένδρα που την ετριγύριζαν εξαναφαίνονταν εις το μάτι απαράλλαχτα όπως είναι…Η μαύρη Μαρία επλησίασε αυτού, αφού εγύρισε όλα εκείνα τα μέρη, και βλέποντας τα αντικείμενα εκεί μέσα να αντανακλώνται, εις το τυφλωμένο λογικό της εφαντάσθηκε ότι εκείνος ήταν άλλος κόσμος. Εκοντοστάθηκε-και υψώνοντας τα μακρία της χέρια, και δείχνοντας εις την όψη της το χαμόγελο της τρέλλας, εμουρμούρισε εις τα χείλη της:
-Εκείνος βέβαια θενα είναι κόσμος καλύτερος από τούτον, κ΄εγώ θα ετοιμασθώ να πάω εκεί…Θα ιδώ, τάχα, θα ιδώ αν κ΄εκεί πέρα δεν θα ευρέθη ούτ’ ένα χέρι ελεημονητικό να απλωθή προς εμένα…Γιατί εις τη γη τούτη έχω τόσους καιρούς όπου διαβαίνω ξιππασμένη ανάμεσα εις τόσα προσωπάτα ξένα, ως να είχα πρωτοφανή τώρα ομπροστά τους…Θα πάω εκεί πέρα…Ας στολισθώ λοιπόν, όσο μπορέσω καλύτερα, μη με καταφρονέσουν οι νέοι ξένοι εκεί κάτω…[]
…Και βλέπει μέσα στα νερά καθάρια
άλλος λάμπει ουρανός, άλλα κλωνάρια…
-Σκύφτω εδώ μέσα, και ξανοίγω ομπρός μου
αναπάντεχα μέρη αλλουνού κόσμου…
Και εις το κύμα, που βλέπει ως τον καθρέφτη
ξανακοιτάει, χαμογελάει-και πέφτει!…
…Και δεν έμεινε μήτε ένα κλωνάρι,
φιλέρημο πουλάκι να καθήση,
το βράδι, την αυγή, να κιλαηδήση…-
© Ρένου Ηρακλή & Στάντη Αποστολίδη, Ανθολογία της Νεολληνικής Γραμματείας, Εκδόσεις: Tα Νέα Ελληνικά.
Κι η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη, 18/06/2015
Ατάραχη χαιρόταν τους θανάτους
θνητή επεριπλανάτο σ’ άλλους κόσμους
εκοντοστάθηκε μονάχη σαν τυφλωμένο δένδρο
μια γαλάζια ζωή την επλησίαζε
κι εκείνη απαράλλαχτη
χαμογελώντας ήλιους
εμουρμούρισε:
ελεήστε με πουλιά
κι η αυγή σας
ας κελαηδήση
χέρι υψωμένο ως
την αγαλλιάζουσα λίμνη
κι εκεί στα σκόρπια νερά
αντανακλούσε το λογικό
της τρέλας
κι ένα βρόντημα
κόσμου αλλουνού
κι απ΄ το αναπάντεχο πέλαγος
καθάρια βουνά
ορθώνονται μπροστά μας
σ΄ ανατέλλοντα νερά
εξαφανίσθηκες
κι ‘κει μέσα φαντάσθηκες
αχτίδες Ανάστασης,
φιλέρημα ακρογιάλια
κι η μαύρη του
μέλλοντος πορεία
σου λέει:
διαβαίνοντας αστροπελέκια
έλα κοντά μου
ελεημονητικό πλάσμα
απλώσου στο παράδεισο
σαν ολοστρόγγυλα
σαστισμένος ουρανός
βλέποντας τις
ξιππασμένες όψεις
τόσων ανθρώπων
σαλπιγγίζεις όπως η σιωπή
κι αργοπορημένος λάλησες:
καλύτερα δω στους
φεγγαροντυμένους τάφους
στολισμένοι
ασάλευτα λουλούδια
παρά καταφρονημένα να ζείτε
όσο μπορείτε μείνετε
ξαπλωμένοι
κι ο κόσμος
δεν θα είναι καλύτερος
μα ούτε χειρότερος
χωρίς εσάς
και πέφτει απάνω στη γη
ένα πρωτοφανή φως
γιομάτοι λαβωματιές
ετοιμασθήκατε
αν κι αργοπορημένοι
έχοντας όψεις ουράνιες
διαβήκατε καιρούς ομορφιάς
απλωθήκανε σαν κλωνάρια του βοριά
αχνισμένες μπροστά σας
οι ανάερες κόρες
με χείλη κυπαρισσένια
ολόστρωτοι κύματα
ας πάμε έως εκεί πέρα
καθάρια ακίνητοι
ανατέλλοντας στην ερημιά
σκυφτό χαμόγελο λάμπεις
και σ΄ όλα εκείνα τα μέρη
κανένας δεν σε βλέπει
νερό θρεμμένο γάλα
απ’ της γης τα σωθικά
εβγήκες
κι αχτινοβόλησες
ολούθε ναούς
βρύσης βαριόμοιρης θλίψης
τ΄ όνειρο ήσουν
και μνήμη χτισμένη
με θαυμασμό
© Menelaos Karagiozis, Hellenic Poetry, 2015
IT’S ALL TOO MUCH, 1999
When I look into your eyes
Your love is there for me
The deeper that I go inside
The more there is to seeIt’s all too much for me to take
The love that’s shining all around you
And everywhere, it’s what you make
For me to take, it’s all too muchFloating down the sea of time
From life to life with me
Makes no difference where you are
Or where you’d like to beIt’s all too much for me to take
The love that’s shining all around you
And all the world is birthday cake
So take a piece but not too muchSet me on a silver sun
Where I know that I’m free
Show me that I’m everywhere
And get me home for teaIt’s all to much for me to see
A love that’s shining all around here
The more I learn, the less I know
And what I do is all too muchIt’s all too much for me to take
The love that’s shining all around here
And everything is what you make
For me to take, it’s all too much(It’s all too much)
We’re gonna rock down to Electric Avenue
Then we’ll take you higher
Good God!With your long blond hair and your eyes of brown
With your long blond hair and your eyes of brownToo much
Too muchCHURCH (Sydney, Australia, 1980-present)
Steven Kilbey (Canberra, Australia, 1954-present)
Peter Koppes (Canberra, Australia, 1955-present)
Marty Willson-Piper (Manchester, UK, 1958-present)
Απ’ τα ερωτικά γράμματα, Αθήνα 17 Μαρτίου, 1962
Δέκα μέρες πέρασαν πού ‘φυγες και μου φάνηκαν χρόνια. Μου λείπεις πολύ και νιώθω τρομερή μοναξιά. Έχεις μπεί στο είναι μου, στο αίμα μου και σ’ αναζητώ κάθε στιγμή. Εργάζομαι και σε σκέπτομαι, βαδίζω-τρώω-αναπαύομαι σε συλλογιέμαι κοιμάμαι και σ’ ονειρεύομαι. Ώρες ώρες θυμώνω σαν φουντώνουν μέσα μου οι γνωστές σου αμφιβολίες μου και ανησυχίες μου και τα βάζω με τον εαυτό μου, αλλ’ ευτυχώς έρχονται τα γράμματα σου, το σημερινό τηλέφωνημα σου και με καθησυχάζουν ότι μ’ αγαπάς πολύ και ότι αξίζει να σ’ αγαπώ και να σε περιμένω. Μωρό μου ίσως ν’ άργησες να πάρης το πρώτο γράμμα μου, αργεί βλέπεις το ταχυδρομείο και γω υπολόγισα ότι θα βρίσκεσαι στο Salzburg όπου και τώστειλα. Αγκαλιά μου ζεστή, τρυφερή, χαδιάρα, στοργική, αχόρταγη, μεγάλη, πούσουν χτες το βράδυ με το ξαφνικό κρύο του Μάρτη να χωθώ μέσα κι ατέλειωτες ώρες να νιώθω την ζεστή σου αναπνοή και τ’ αγαπημένο μου κορμάκι σου να κολλάει απάνω μου. Θάθελα το κρύο αυτό που έπιασε να κρατήση μέχρι τη μέρα που θάρθεις για να χαρούμε μαζύ τις πρώτες ανοιξιάτικες ημέρες του Απρίλη.
Σ’ αγαπώ Μάγδα μου πάρα πολύ απόλυτα και θάθελα και η δική σου αγάπη να είναι απόλυτη και νάχεις ξεπεράσει τους μικροευρωπαϊσμούς σου, θάθελα να ζούμε μαζύ τις χαρές, τις λύπες και τους αγώνες της ζωής σα πραγματικό ζευγάρι αγαπημένων που ξέρει τι ζητάει απ’ τον έρωτα, την αγάπη και τη ζωή.
Σε φιλώ πάρα πολύ στα χειλάκια σου Μάγδα
δικός σου Γιώργος
Γεώργιος Καράνασος, Αθήνα 17 Μαρτίου 1962.
“Growing Υoung”
Πάρις Τακόπουλος
Από τα Προλεγόμενα των Ποιητικών (2010)
Στα είκοσί του αισθανόταν
Πως ήταν έφηβος ακόμα·
Και όταν έφθασε σαράντα
Πως ήταν έφηβος διπλά.
Στα εξήντα, το ‘νιωσε τριπλά.
Και στα ογδόντα του, καθώς
Πλησιάζουνε διστακτικά,
25 Μαίου 2015, Ευαγγελισμός
Ελπίζει να το νοιώσει τετραπλά.
Για τα εκατό του, τώρα τι να πει;
Ξέρει, δεν θα τα φθάσει μάλλον·
Εφηβο πια δεν θα τον ξαναδούν.
Ισως να μείνει μόνον έτσι
Στη μνήμη κάποιων άλλων,
Εφήβων φυσικά κι αυτών,
Μικρότερων ή πιο μεγάλων.© Πάρις Τακόπουλος, Ποιητικά, 2010, Εκδόσεις Ποταμός.
“Keep on growing”, 1970
I was laughing
Playing in the streets, I was unknowing
I didn’t know my fatePlaying
The game of love, but never really showing
I thought that love could waitI was a young man and sure to go astray
You walked right into my life
And told me love would find a wayTo keep on growing
Keep on growing
Keep on growingI was standing
Looking in the face of one who loved me
Feeling so ashamedHoping
And praying, Lord, that she could understand me
But I didn’t know her nameShe took my hand in hers and told me I was wrong
She said, “You’re gonna be all right, boy
Oh, just as long”“As you keep on growing
Keep on growing
Keep on growing”
Yeah, yeah, yeahBaby
Maybe
Someday baby, who knows where or when, Lord
Just you wait and seeWe’ll be walking
Together hand in hand, along forever
Woman just you and me‘Cause time is gonna change us
Lord, and I know it’s true
Our love is gonna keep on glowing
And growing and it’s all we gotta doKeep on growing
Keep on growing
Keep on growing
Yeah, yeah, yeahKeep on growing
Keep on growing
Keep on growingDerek and the Dominos (London, 1970-1971)
Eric Clapton (1945-present)
Bobby Whitlock (1948-present)
Γεώργιος Καρανάσος 1923 Μάγδα Πασσάλογλου 1935
“Walk On The Water”, 1968
Late last night, I went for a walk
Down by the river near my home
Couldn’t believe, with my own eyes
And I swear I’ll never leave my home again
I saw a man walking on the water
Coming right at me from the other side
Calling out my name; “Do not be afraid.”
Feet begin to run, pounding in my brain
I don’t want to go; I don’t want to goNo, no, no, no, no…
I don’t want to go
Mmmmmmm…Creedence Clearwater Revival (California, 1967-1972)
John Fogerty (1945-present)
©Η ΖΩΗ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ, Κωνσταντίνος Τσάτσος, ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ, Έβδομη Έκδοση, 2007
ΕΒΔΟΜΟΣ ΚΥΚΛΟΣ (Σελ. 115-128)
“Θάνατον εισορώ πέλας,
ιερέα θανόντων”
Ευρυπίδης
Από την ώρα που ξέρω ότι είμαι εν τόπω και χρόνω ξέρω πως δεν είμαι τίποτε-απολύτως τίποτε.
Το μόριο ενός ατόμου άπειρο όσο και ο άπειρος κόσμος.
Όλα τα μεγέθη είναι σχετικά. και το ελάχιστο είναι άπειρο.
Ως μέγεθος και ως διάρκεια είμαι τίποτε.
Σελ. 123
Ο καλλιτέχνης ως το τέλος μπορεί να διορθώνει το έργο του, ακόμη και να το καταστρέψει αν δεν το βρει καλό. Ο άνθρωπος τη ζωή που έζησε δεν μπορεί πια να τη διορθώσει. Είναι χαραγμένη ανέκκλητα.
Και όταν έχει όλη τη ζωή πίσω του και την κρίνει, είναι καταδικασμένος να τη δεχθεί όπως την έζησε, με όλα τα λάθη της, όλες τις αστοχίες της.
Η μετάνοια ίσως να τακτοποιεί τη θέση του απέναντι του Θεού. Απέναντι των ανθρώπων είναι αυτός που υπήρξε, αναλλοίωτα ασυγχώρητος.
Σελ. 119
“THESE IMPORTANT YEARS”, 1987
Well, you get up every morning
And you see, it’s still the same
All the floors and all the walls
And all the rest remains
Nothing changes fast enough
The hurry, worry days
It makes you want to give it up
And drift into a hazeRevelations seems to be another way
To make the days go faster anywaysWe’re all exchanging pleasantries
No matter how we feel
And no one knows the difference
‘Cause it all seems so unreal
You’d better grab a hold of something
Simple but it’s true
If you don’t stop to smell the roses now
They might end up on youExpectations only mean you really think you know
What’s coming next, and you don’tYearbooks with their autographs
From friends you might have had
These are your important years
You’d better make them last
Falling in and out of love just like…
These are your important years, your lifeOnce you’ve seen the light, you finally
Realize it might end up all right
It might end up all right nowHusker Du (Minnesota, 1979-1988)
Bob Mould (New York, 1960-presnt)
Όταν δεν έχεις μπροστά σου δρόμο προς ένα στόχο που πασχίζει να πετύχεις είσαι κιόλας νεκρός. Νεκρός σαν τους νεκρούς του νεκροταφείου. Μόνο που εκείνοι δεν το ξέρουν.
Όσο νιώθεις ότι πλησιάζει το τέλος του έργου σου, τόσο γίνεται ο θάνατος πιο ευνόητος. Τι να στέκεις κούρβουλο χωρίς φυλλωσιά μέσα στο πράσινο δάσος; Καλλίτερο το πριόνι του ξυλοκόπου.
Σελ, 118.
LONELY, 1960
Lonely (lonely), lonely (lonely)
Lonely is the man, who walks alone
And lonely is the man, who has no home
And lonely, lonely, lonely am I
I am so lonely, wish I could die (lonely)
I asked the Lord up above (lonely)
What is this thing, mortals call love
And why can’t I have one of my own
I am so lonely, so all aloneLonely is the bird, without a tree
And lonely is the sailor, without the sea
I asked the Lord up above (lonely)
What is this thing, mortals call love
And why can’t I have one of my own
I am so lonely, so all aloneEddie Cochran (Minnesota, US, 1938-1960)
Sharon Sheeley (1940-2002)
Τόσο μόνος
Ξένος από όλα τα γύρω
Πάω στους αγαπημένους μου νεκρούς
Τους κουβεντιάζω για τα δικά μου
για τα δικά τους
και πόσο χαίρονται
Είναι τόσο απαλή η κουβέντα τους
Σελ. 116.
Η λεγόμενη πραγματικότητα είναι κάτι μόλις και λίγο πιο πραγματικό από το όνειρο. Ζήτημα κλιμάκωσης. Σαν πεθάνω εκείνο που θα μου λείψει πιό πολύ δεν είναι η ζωή.
Είναι το όνειρο.
Σελ. 116.
“THE LONG GOODBYE”, 1992
My soul went walkin’ but I stayed here
Feel like I been workin’ for a thousand years
Chippin’ away at this chain of my own lies
Climbin’ a wall a hundred miles high
Well I woke up this morning on the other side
Yeah yeah this is the long goodbye
Hey yeah this is the long goodbyeSame old faces it’s the same old town
What once was laughs is draggin’ me now
Waitin’ on rain hangin’ on for love
Words of forgiveness from some God above
Ain’t no words of mercy comin’ from on high
Oh no just a long goodbye
Yeah yeah just one long goodbyeWell I went to leave twenty years ago
Since then I guess I been packin’ kinda slow
Sure did like that admirin’ touch
Guess I liked it a little too muchThe moon is high and here I am
Sittin’ here with this hammer in hand
One more drink oughta ease the pain
Starin’ at that last link in the chain
Well let’s raise our glass and let the hammer fly
Hey yeah this is the long goodbye
Hey yeah this is the long goodbye
Kiss me baby and we’re gonna fly
Hey yeah this is the long goodbye
Yeah yeah this is the long goodbye
Hey yeah this is the long goodbye
Kiss me baby ’cause we’re gonna ride
Yeah yeah this is the long goodbyeBRUCE SPRINGSTEEN (New Jersey, US, 1949-present)
Μια ολόκληρη μέρα και δεν σκέφθηκα τίποτα το ουσιαστικό, ούτε καν το θάνατό μου!
Κάποτε συρρικνώνεται ο ορίζοντας έτσι που δεν βλέπεις ούτε δυό βήματα μπρος σου. Και τότε πονάς λιγώτερο.
Ο πόνος το άλας της ψυχής.
Σελ. 116.
TERRIBILLIS
ROSA CRUX (Ruen, France, 1984-present)
Olivier Tarabo
Το μόνο μέλημα που ένας φρόνιμος άνθρωπος στην ηλικία μου οφείλει να έχει, είνα να τελειώσει με αξιοπρέπεια τη ζωή του και να τακτοποιήσει το έργο του, ώστε οι περιλειπόμενοι να διευκολυνθούν στη μελέτη του και στην αξιοποίηση του για το καλό μερικών ανθρώπων.
Και ενώ ξέρω ότι σε αυτά πρέπει αποκλειστικά να συγκεντρωθώ, εν τούτοις λογιών-λογιών φροντίδες και στεναχώριες, που όλες προέρχονται από τον γύρω μου κόσμο, με περισπούν.
Σπαταλώ και χρονικά και ψυχικά τον εαυτό μου για πράγματα που ίσως δικαιολογημένα θα έπρεπε να με απασχολούν αν είμουνα ακόμα του κόσμου τούτου, ενώ τώρα θα έπρεπε να υψώσω γύρω μου ένα τείχος και να αφιερωθώ στην αξιοπρέπεια του τέλους μου και στη διάσωση του έργου μου.
Με τόσα σχοινιά είναι δεμένος ο πρόσκαιρος εαυτός μας με τον πρόσκαιρο κόσμο που ούτε το έσχατο αυτό χρέος της τελικής αυτοσυγκέντρωσης δεν κατορθώνομε να το βγάλωμε πέρα.
Σελ. 119.
“GUIDING LIGHT”, 1977
Do I, Do I?
belong to the night?
Only only
Only tonight.
All the ladies
Stay inside.
Time may freeze,
A world could cry.
All this night running loud
I hear the whispers I hear the shouts.
And tho they never cry for help…Tell me who sends these
infamous gifts.
To make such a promise
and make such a slip.
Oh no
Can’t pull a trick
Never the rose
Without the prick
But tell me how do I say?
I woke up and it was yesterday.
Do I again face this night?Guiding Light. Guiding Light
Guiding thru these nights.Darling Darling
Do we part like the seas? The roaring shell…
The drifting of the leaves…
All intent
Remains unknown.
It’s time to sit up
Up on the throne.
It’s seen before but it’s always new.
So look close and see who’s come thru.
Never again to face this night
Guiding Light, Guiding Light
Guiding thru these nights.
TELEVISION (New York, 1973-1978, 1991-1993, 2001-present)Tom Verlaine (New Jersey, US, 1949-present)
Γύρω από τους ογδοντάρηδες εξυφαίνεται μια συνήθως καλοπροαίρετη σιωπηλή και καθολική συνωμοσία για να καλυφθεί η απορία: «Μα ακόμα ζει αυτός;» «Καλέ κοίτα τι καλά που στέκεται!» «Περπατάει. Τάχει τετρακόσια». Η απορία δικαιολογείται γιατί πρόκειται για κάτι που και αν δεν είναι παρά φύσιν, είναι όμως εξαίρεση στη φύση.
Τούτη την ενοχλητική απορία την αισθάνομαι να κρύβεται πίσω από όλους τους καλούς λόγους που μου απευθύνουν οι πιστοί φίλοι που απλώς απορούν και οι πιστοί εχθροί που επιπλέον ενοχλούνται.
Σελ. 122.
Hayyam
Hiç hiçbir şeyi bilmiyorlar, bilmek istemiyorlar.
Hiç hiçbir şeyi görmüyorlar, görmek istemiyorlar.
Şu cahillere bak, dünyanın sahibi onlar
Şu cahillere bak, dünyanın hakimi onlar
Onlardan değilsen eğer,sana zalim derler
Onlara aldırma hayyam.Dostum (Dostum)they don’t know any, anything,they don’t wanna know
they don’t see any, anything ,they don’t wanna see
look at these ignorants! they are the owner of the world
look at these ignorants,they are the lord of the world
if you’re not one of them, they call you cruel
don’t care about them Hayyam..my friend my friend…
Siya Siyabend (Turkey, )
Όλοι ξέρουμε το γερμανικό παραμύθι του Chamisso για τον άνθρωπο που είχε χάσει τον ίσκιο του.
Εγώ τώρα πια είμαι ένας ίσκιος που έχει χάσει τον άνθρωπό του.
Σελ. 123.
“LIFE GOES ON”, 1977
A friend of mine just had a real bad time.
You see, his life was shattered and he lost his mind.
His girl ran off along with his best friend,
And through emotional stress he brought his life to an end.
It was such a tragedy,
But that’s the way it’s got to be.
Life goes on.Life goes on.
It happens ev’ry day.
So appreciate what you got
Before it’s taken away.
Life will hit you
When you’re unprepared,
So be grateful and take all
That you can while you’re there.
Get that frown off your head,
‘Cause you’re a long time dead.
Life goes on and on and on.
Life goes on and on and on.No use runnin’ ’round lookin’ scared,
Life could get you when you’re unaware.
One day it’s gonna come, so you better accept it.
Life will hit you when you least expect it.
And one day when you are gone,
You know that life will still go on.
But no one’ll care if you’ve been good, bad, right or wrong.
Life will still go on.My bank went broke and my well ran dry.
It was almost enough to contemplate suicide.
I turned on the gas, but I soon realized
I hadn’t settled my bill so they cut off my supply.
No matter how I try, it seems I’m too young to die.
Life goes on and on and on.
Life goes on and on and on.Tornado, cyclone and hurricane
Can batter the houses with the thunder and rain.
Blizzards can blow; the waves hit the shore,
But the people recover and come back for more.
Somehow the people fight back, even the future looks black.
Life goes on and on and on.
Life goes on and on and on.KINKS (London, 1963-1966)
Ray Davies (1944-present)
Dave Davies (1947-present)
Pete Quaife (1943-2010)
Όπως ο νέος έτσι και ο γέρος έχουν το μέλλον τους. Οι νέοι μέσα στη ζωή· οι γέροι πέρα από τη ζωή.
Οι νέοι αγωνίζονται να πετύχουν συνήθως σε τούτη τη ζωή με τα μέσα που σπάνια είνα υψηλά και καθαρά. Οι γέροι δεν μπορούν να πετύχουν μετά τη ζωή παρά μόνο με υψηλά και καθαρά μέσα.
Γι’ αυτό είναι ευκολώτερο και συνηθέστερο για τους γέρους που βλέπουν πέρα από τούτη τη ζωή να έχουν υψηλό και καθαρό ήθος.
Σελ. 123.
Πάντα θερμαίνω στους κόλπους μου πόθους που τους ξέρω απραγματοποίητους. Αυτή η περιπλάνηση μέσα στο αδύνατο με αναπαύει, χωρίς να με ταράζει η επίγνωση του αδύνατου.
Ο πιο ζωηρός μου πόθος, ένας που κάθε λίγο ξανάρχεται ίδιος, είναι να ανασταίνονταν η μάνα και ο πατέρας μου, να ζήσω έναν καιρό μαζί τους, να τους διηγηθώ τη ζωή μου.
Και εγώ που τώρα τελείως αδιαφορώ για τη γνώμη του κόσμου, θα ήθελα -αυτό είναι το κορύφωμα- θα ήθελα να με καμαρώσουν. Μεγαλύτερη αγαλλίαση δεν θα μπορούσα να νοιώσω. Ξέρω πως τα λίγα που κατώρθωσε ο γυιός τους θα τους φαίνονταν σπουδαία.
Σελ. 120
“Teach Your Children”, 1970
You, who are on the road must have a code that you can live by.
And so become yourself because the past is just a good bye.
Teach your children well, their father’s hell did slowly go by,
And feed them on your dreams, the one they fix, the one you’ll know by.
Don’t you ever ask them why, if they told you, you would cry,
So just look at them and sigh and know they love you.And you, of the tender years can’t know the fears that your elders grew by,
And so please help them with your youth, they seek the truth before they can die.
Teach your parents well, their children’s hell will slowly go by,
And feed them on your dreams, the one they fix,the one you’ll know by.
Don’t you ever ask them why, if they told you, you would cry,
So just look at them and sigh and know they love you.Crosby Still and Nash (California, 1968-1970, 1973-1974, 1976-present)
David Crosby (1941-present)
Stephen Stills (1945-present)
Graham Nash (1942-present)
“Απ’ τες εννιά”, Σελ. 114
Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.Το είδωλον του νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με ηύρε και με θύμισε
κλειστές κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην ηδονή— τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.Το είδωλον του νέου σώματός μου
ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.© Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΟΝΙΑ ΙΛΙΝΣΚΑΓΙΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ, 2003.
Και η μεταποίηση του απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη, 04/07/2015
Δώδεκα και μισή
καθόμουν μάταια
αφού όσα είχα
διαβάσει έως τότε
διαρκούσαν το πολύ
για πολύ λίγο
ήμουν ανέκαθεν
συντροφευμένος
απ΄ ένα νόημα
χωρίς όμως ποτέ
να μου μιλά
όπου κι αν βρισκόμουν
σε καφενεία, στα θέατρα
ήλθες και με ηύρες
είσαι μου ‘πες
όχι απλά αλλαγμένος
μα κι αγνώριστος
μέσα στο σπίτι αυτό
τόσο αποξενωμένο
ώστε θα το ‘λεγα
πατρικό
σαν κέντρο διασκεδάσεως
που το ρήμαξαν
οι στεναχώριες
καθόμουν εδώ
απ’ τις εννιά
χαμογελώντας
σχεδόν ποιητικά μάταια
δίκαιη μοιρασιά
ζωής και θανάτου
λίγο είχα εκτιμηθεί
μα δεν πειράζει
αφού μορφωνόμουν
από νέος
ήλθες ώρα αρωματισμένη
δώδεκα και μισή
θύμησέ μου ηδονή
στα μάτια εμπρός
πως τέλεψαν
όλοι οι δρόμοι εκείνοι
και μια οικογένεια
πένθιμη
λυπητερά χωρισμένη
το είδωλό της
κατάμονο
σε κάμαρα κλειστή
ήλθες και μου έφερες
θλίψη
ένα σώμα νέο
γιομάτο όμως
αισθήματα των πεθαμένων
τι τολμηρό που ‘ναι
το σκοτάδι μιας
περασμένης ηδονής
σου μιλώ τώρα
λάμπα γιομάτη
μετανιωμένο φως
δώδεκα και μισή
κι εγώ έστεκα
βαρυά ηδονισμένος
αδιάφορος
όπως ένας χρησμός
ας κρατηθώ απ΄ το ελάχιστο
αφού γρήγορα
περνούν τα χρόνια
λουσμένος στα
μυστικά της νύχτας
μ΄ αφθονία σοφίας
σχεδιάζω μια κηδεία
υπέρτατα επιπόλαιος
διαρκώ…
© Μενέλαος Καραγκιόζης, Hellenic Poetry, 2015
Recent Comments