Navigation Menu+

KATERINA ANGHELAKI ROOKE AND KARAGIOZIS

Posted on Aug 10, 2016 | 0 comments

 

ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΝΕΛΑΟ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ, ΤΩΝ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ, ΠΟΙΗΣΗ 1963-2011”, ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ, 2014.

 

aggelaki_rouk2

 

aggelaki_rouk_4

 

aggelaki_rouk3

 


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ” (ΣΕΛ. 489)

 (13/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

karagkiozis_9

 

“ΠΑΝΤΑ ΘΑ ΘΕΛΩ”

Ας μην ξεχάσω

να της χαρίσω

ένα τάφο/

προσκυνηθήκαμε από

γόνατα πονεμένα

μα έμπειρα

όσο κι αν ασχημύνεις

εγώ θα πλαταίνω

την ομορφιά σου/

μαράθηκαν στο μέλλον

κάποιου ποιήματος

οι πείρες που

θρέφονται μονάχα

όταν υπηρετούν

ότι γρήγορα ξεχνιέται/

ίσως είναι ωραία η αλήθεια

δεν μπορώ πια να δυναμώσω άλλο

ας ανθίσουν οι πληγές μου

πάντα θα θέλω κάθε λίγο

μην με ξεχνάς/

βέβαιοι εκείνοι

πως μονάχα αυτοί

θα κλειστούνε σε σώματα

φαντασιώσεις οι

οριζοντοποιημένες της ποίησης

μπορούν τώρα και τους

επιτίθενται.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Ο ΤΡΟΒΑΔΟΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΑΛΕΞΑΝΤΡΟΥ” (ΣΕΛ. 78)

 (10/08/2016,  ΑΘΗΝΑ ΠΑΤΗΣΙΑ)

karagkiozis_9

 

“ΕΙΜΑΙ ΤΑΓΜΕΝΟΣ”

Μ’ ένα τόσο δα μπαστουνάκι

ερωτοποίητος περιπλανιέμαι

μοναχικό κατόρθωμα

ήταν κάποιο ταξίδι μου

ονείρου δόξα κι απόσταση σκιάς/

τραγουδούν οι πασχαλιές

έτσι ακριβώς όπως εγώ

είμαι ταγμένος στη σιωπή

πολλοί ήταν οι ήρωες

που μ’ ανάθρεψαν

γεννήθηκαν σε μεθυσμένες μοίρες

προφήτεψαν μπρός

ότι άστρο τυφλό

φάνηκε να τους οδηγεί

και πίσω θάλασσες μοναδικές

φτιαγμένες από παραμύθια

τόξο Κενταύρου

τράβηξε το ως την δική σου

άνοιξη τσιγγάνικη

με πολύφυλλο βήμα

κι αίμα κολλημένο

στο χώμα/

δέλτα ουρανού διάγραμμα

ηλιακό τραγούδι

ξανθή τροχιά καλοκαιριού/

ποτάμι ως το γόνατο πετρωμένο

ακράτητα λαρύγγια τρέλας

σου μαθαίνει πως τα

ξημερώματα των πετεινών

πλάθει δάχτυλα και χαϊδεύει

όσα  δεν σε κράτησαν

στο δικό μου ποτέ εγώ

τέτοια λοιπόν γεράματα

θεών θεοφώτιστα απολαμβάνεις/

μετράει άρα ο Μεγαλέξανδρος

τις εποχές κι εκεί κάτω

από το αυτί του Κένταυρου

φωλιάζει χλωμός

ολόιδιος σφήκας φως ξανθό/

κυκλωμένος ο έρωτας

βγαίνει και νίβεται

ζεστός, απόμακρα νεκρός

στα όνειρα μου

μαγικό χελιδόνι

ροδοδάνφη του χειμώνα

σου πικρίζουν το λαιμό

αηδόνια σφαιρωμένα

τεντωμένα ως τον θάνατο/

μας άγγιξαν οι αρκούδες

κι εσύ έρχεσαι

από τ’ ανατολικά

εκείνα ξάρτια της θάλασσας

ταξίδεψε ο Μινώταυρος

έως ότου τυραννισμένος

νερό σεμνά πεσμένο

έπεσε άπειρες φορές/

βασιλικά μελτέμια

ξαναρχίστε την

Ιστορία των Ουρανών

ιέρεια τελετή αμοιβάδας.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΒΑΒΥΛΩΝΑ” (ΣΕΛ. 75 )

 (10/08/2016,  ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

karagkiozis_9

 

“ΦΩΤΕΙΝΕΣ ΚΡΥΨΩΝΕΣ”

Οι περσικοί περίπατοι

των ήλιων

φάνηκαν σαν να μάθαιναν

οι φίλοι

πως θ’ αναγνωρίζουν

τις φωτεινές κρυψώνες

στα παιδικά χωράφια/

τριζόνια και πέτρες ολόγυμνες

χρυσή φρυγανιά

κι ο έρωτας

μπαίνει στους κόσμους

σαν στήθος λαγού

ή βρύση τοιχογραφημένη

στις πατρίδες των ουρανών/

με ακέραιη όραση

κατακτήσαμε χώματα

νυχτερινά κι αλλιώτικα

αρραβωνιαστικοί μιας ζέστης

ήμασταν

παίρναμε τη θέση μας

σαν βρύσες που ξαφνικά γιομίζουν

σπορές μοναδικές

κάποιας κάποτε

βίαιης εποχής/

λέγαμε ούτε ναι

μήτε όχι στη πατρίδα

δεχόμασταν ότι γίνεται

πως φτάνει ως εμάς

σαν σπασμός λεμονιού

φρυγανιές Βαβυλώνας

και πυρηνικές κεφαλές

μεταποιούσαμε σε δείλι

κι αγοράζαμε/

υπήρξαμε έμπειροι

σταυροφόροι ποιημάτων

νιώσαμε όχι μόνο τον πόνο

ενός δαμάσκηνου

μα και τις τόσες

Ελληνικές θυσίες/

καθώς εκείνοι οι

Βαβυλώνιοι μοναχοί

προχωρούσαν στα μέτωπα

ανεβήκαμε πάλι

σ’  εκείνα τα μοναστήρια

που φτιαγμένα από σύννεφα

και δάχτυλα λουλουδιών

αλλάζουν αδιάκοπα

καθώς μεγαλώνουν

θρέφονταν με

νησιώτικα σκαλοπάτια

κι υπόγεια περάσματα γης/

σαν κύμα προχωρούσε

το γαλάζιο ποτάμι

ασφοδέλι αέρινο

κι η βουνίσια ελιά των ηρώων

χρυσοκόκκινη μαραίνεται

δεν μιλάει μ’ ανθίζει κακίες/

 κι εκείνο το γαλάζιο

όργωμα των παιδιών

σοφοπροχώρητο

σε μια σταθερή ηλικία/

πόσο λοιπόν μοιάζουν

οι πέτρες απερίσπαστες

μετεμψυχώσεις φωτός

ροδακιές συκιές

περιμένουν τί;

λίγο ασπροκάλαμο ίσως

μερικούς σοφούς τόπους

αμάραντο ρεύμα χρόνου/

πάνω στις γαλάζιες ταράτσες

ανασαίνω αβασκαμούς

βουβαίνομαι μάνα εσύ γάτα σατανική.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΗΣ ΝΕΚΡΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ” (ΣΕΛ. 64 )

 (13/07/2016,  ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

karagkiozis_9

 

“ΞΕΜΑΚΡΑΙΝΕΙ ΤΟ ΝΥΧΙ”

Όνειρο μηλιάς

βαθύ σαν μυστική Γραφή

κι ένα δένδρο οικόσημο

ρίζωσε πάνω στο νερό/

πέτρωσες Ελένη

και μεγάλωσες

κλαδευτήρι σου η έρημος

υποκινητής ο Μωυσής

κι ακόμη περιμένει

τις μεγάλες περιπέτειες

των ποιητών/

καμπούριασε η φωτιά

σαν την άγγιξα

κι η κατάρα να πεθάνω διασκεδάζοντας

έλεγε είσαι εσύ ο ιππότης

πέρα από το φως

κι εκείνα τα σύννεφα

πιότερο τριαντάφυλλα πόρτας ήταν

παρά σκιά αγάπης

ή ζωγράφισμα πάχνης/

ξεμακραίνει το νύχι

καθώς γράφεις

μονάχο του

χαράζει ιερατικές λέξεις

φανερώματα ψυχής

μαγνητίζουν τις πέτρες/

εγκαταλείψαμε ότι είναι καλό

διστάσαμε να διαλέξουμε

ανάμεσα σε κορφές ή πηγάδια/

οι αμυγδαλιές

έχουν πια πεθάνει

και το τοπίο τούτο

που σε γέννησε

αιχμαλωτισμένο είναι

στον ήλιο

θέλει θάρρος και κατάρα

να  ‘σαι

φωτισμένος αγιοσύνη/

περισσεύει θάνατος

πολύ μοιάζεις

με τίποτα σημάδια ουρανού

γεράκια στηριγμένα στ’ άνθη/

κι ο Μυστράς καματερός χαιρετισμός

δράκοι αγέρινοι, πασχαλινοί

μακρόσυρτες σκιές

έχει τ’ αλάτι/

μπολιασμένος φαντασία και κίνηση

ο κόσμος υψώνεται αδιόρατα

κι η θάλασσα

ριζώνει στις ελιές/

πόσο σκληρός αναβλύζεις κλάμα

κι οι γκρεμισμένες σου πηγές

πάλι δόξα και ρεματιά

θα κουβαλήσουν/

τολμώ και χάνω

βυθίζομαι στην πιο παλιά αιτία

όνειρο φως

εκεί τελειώνεις στη δική σου γη/

ιερέας ή ιππότης

δεν έχει σημασία

μιας πικρής απάντησης

και στην πρώτη αμυχή

της νεκρής θάλασσας

πας φαρμακωμένος ζωή

πάλι εγώ μαζί σου

χώρισμα νου μονάχο

από σπόρους και

αφαλούς ομφάλιων λώρων

βλάστηση

καθώς κλαίνε και προχωρούν

σέρνουν πίσω τους ακρότατο χώμα/

με πείσμα αφήνεις ένα μεσημέρι

να σε ραβδίσει σκοτάδι

και σιγοψέλνεις ιδρωμένη θάνατο

αχτίδες μυρωδικές/

νυσταγμένος σύντροφος νεφρών

σβόλος πεταλουδίσιος ποιητικής κάψας/

ξεραίνεσαι στο φως

και μοιάζεις όλο και πιο πολύ

τετράστηλο φάντασμα

κίνηση ξαναγυρισμένη

στα αρχικά της δροσίσματα/

άλογα πρωινά

λιοτρίβια χαίτης

και βοσκοί καλπασμών

όλα σου μιλάνε/

απειροδουλευτής που

μονάχος αυξάνει ο θεός

και πόσα μάτια θα μετρήσεις

φαίνονται οι άνεμοι της καλοσύνης/

αποτίναξε από τον Ίκαρο

το βάρος κάθε μοίρας

βαθύστερνη ανεβαίνει η σπορά

και στάθηκε ως τα σηκωμένα πουλιά/

πιο κοντά κι από την άνοιξη

εκσφενδονίστηκαν σύνορα πολλά

στους ουρανούς που σιωπηλοί

σαν λάκκοι χωρίς κλαριά

φανήκανε οι Ικάριες πληγές/

ρίζωσαν οι κάμποι στον ορίζοντα

κι εσύ ψυχοκλωτσούσες

έφτυνες δένδρα στα περβόλια

πέταγες ψηλά πάνω από το μαύρο

ξυλιασμένος και ξοδεμένος

κόκκαλα/

αόρατες βροχές

φεγγαρίσιοι χυμοί

μας κύκλωσαν τέλεια μήλα

σε μια μικρή κορφή

πλήθαινες τα φύλλα

κι οι διηγήσεις των δένδρων

σου αποκάλυπταν μυστικά φορέματα/

πόσο σπάνιοι είναι οι ήχοι

των περιστεριών

τότες που η φθορά της σκιάς σου

είχε κοπεί πάνω στα κλαριά/

διάλογος με τη φωτιά

δάγκωσες το δειλινό

λαρύγγι αστροπελέκι είχες

χόρευες με τους σεισμούς

γεύτηκες θειάφι, ψωμί και στάχτη

έσταζε αλάτι από τον ήλιο

πριν ακόμη τα πρώτα θλιμμένα

ταφοκυπαρίσσια

σε λιβαδίσουν παραδοχή

και παραδεισένιους κήπους

εσύ βρισκόσουν πάντα κάτω

σκαρφαλωμένος πάνω

από μια γυναίκα/

κατάπιες μυριοκέφαλα ούλα

ποτέ κανείς δεν γέννησε

τόσο τρόμο όσο ο χρόνος

λειτουργικά τέρατα τ’ άστρα

κάποιας μελλογέννητης αυγής

όλοι μαζί οι Κύκλωπες

είχανε μονάχα μια γλώσσα

βούιζε ωραία ο ιππότης

έσφιξες ότι κοντινότερο

υπήρχε σε σένα

ασφοδέλια φωτεινά

πλάθεις ποτάμια

(βαλσαμωμένα όνειρα)

Αι-λιάδες και

φοβισμένους γκρεμούς/

μεγάλο λιοπύρι η νύχτα

η γεμάτη νέες κυψέλες

και βρέθηκε είπαν στάχτη

και φόβος στις καρδιές μας

κι έσπειρες εσύ

ίχνος θανάτου

χνάρι φωτιάς

ανοιξιάτικους Οκτώμβρηδες

ακροτείχια παρθενικά/

μα χάσαμε πάλι μες τη θάλασσα

τον κυρ-Ψαρά.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΗ” (ΣΕΛ. 480)

 (13/07/2016,  ΤΗΝΟΣ)

karagkiozis_9

 

“ΞΕΓΕΛΙΕΣΑΙ”

Λουλούδια στιγμής και κίνησης

χρώματα ευγενικά

που σχεδιάζουν

λίγες ζωές/

ανοιξιάτικα όνειρα

βλάστησης

εφηβικό άνθισμα

κι η καταγωγή σου

σημαίνει πως ταξιδεύεις/

ανεμίζουν οι ήλιοι

και ξαναγίνονται

τόσα χνάρια και φιλιά

νεανική αρχή

στεγνωμένη για πάντα

στο σύμπαν/

επαναλαμβάνεται η άνοιξη

τόσο κοντά στις μέλισσες

που όλα πρασινίζουν/

μονότονοι αέρηδες μαλλιών

κι όμως η αγριάδα

κόβεται πάνω στα ακατάσχετα στήθη/

τόσο σ΄ευγνωμονεί η δύση

ώστε αγνοείς πως υπάρχουν

κήποι μυστηριακοί

κι ίσως εκπέμπεις τέλος

πορφυρά υποκύπτεις

στον εαυτό σου, στα σύννεφα/

κι όλα επαναλαμβάνονται

μες την πλήξη

όμως το φως, η φωνή

κάποιες ζωές του ποτέ

δεν έχει ποικιλία ο θάνατος/

γνωριζόμαστε από μικροί

κι έτσι ξεγελιέσαι

σαν στεγνωμένο λουλούδι

αντιγράφοντας

ποιητικές ουτοπίες/

στο μαύρο συνέλαβες

κάθε ψυχή

πάντα αλλοιώτικες

θα είναι οι ώρες.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΑΣ ΤΑ ΦΙΔΙΑ” (ΣΕΛ. 478)

 (12/07/2016,  ΤΗΝΟΣ)

karagkiozis_9

 

“ΓΛΥΚΙΕΣ ΑΝΑΣΕΣ”

Άγια φίδια σου υποσχέθηκαν

τόσες γλυκές ανάσες

ελίσσονται οι στιγμές

κι ελευθερώνουν μία

πραγματικότητα

αιώνιας αντοχής/

πολύτιμες μα ψεύτικες

οι ανθρώπινες

φαντασίες

πλάσματα που μας ζώνουν

και διδάσκουν υποψίες

φίλων και χρήσιμα

φίδια μεγάλης ζωής.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΝΑ ΑΠΛΟ ΚΡΕΒΑΤΙ” (ΣΕΛ. 474)

 (13/07/2016,  ΤΗΝΟΣ)

karagkiozis_9

 

“ΠΗΓΕΣ ΛΕΥΚΕΣ”

Κάτι τέλειωσε απόψε

τι πιο απλό

από ένα δίχως

εντυπώσεις κρεβάτι

που σε οδηγεί

στον ύπνο

η ελπίδα αναπάντεχα έρχεται

κι απλώνεται

στην επιφάνεια

της απελπισίας/

τώρα μια ταλαιπωρημένη μέρα

φαίνεται τόσο παλιά

σαν ένα κομμάτι χρόνου

μονοσήμαντα

κακοφορμισμένο/

όνειρα σάρκας

σημαίνουν κινήσεις κι εφιδρώσεις/

τόσα καλοκαιρινά σεντόνια

με βλαστήμησαν

κι οι βραδινοί μου έρωτες

απλές πηγές λευκές/

η ειρήνη καταδικασμένη

φαίνεται πως υπέγραψε

ότι δεν σε πρόδωσε

κι ας είχες

πόδια βάναυσα

μάτι δίχως προβολή/

άδειες εμπνεύσεις πια

οι μάχες χωρίς

καμία γλύκα

τέσσερα ποιήματα

χάθηκαν

κι εσύ ήσουν

περιβρεγμένος ποίηση.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΤΙ ΔΙΝΕΙ Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΙ ΠΑΙΡΝΕΙ” (ΣΕΛ. 472)

 (02/08/2016, LONDON )

karagkiozis_9

 

“Η ΩΡΑΙΟΤΗΤΑ”

Τρυφεράστριφνη

η απαίτηση του έρωτα

μα θα τον ανταμείψει

εκείνον που λαχταρά

κάποιους σκοπούς

και βαριές πληγές καινούργιες/

η γη, η πραγματικότητα

όλα τελειώνουν εκεί

σε κάτι ανέγγιχτα υψηλό

στίχοι-δεσμά

κι η ποίηση

να βασανίζει τη ψυχή

χέρια θλιμμένα

ακόμη δεν ήρθε

το μέτωπο τους

πιστεύεις λοιπόν

στα ονόματα, χρώματα

κι ανταλλάγματα/

για την αθανασία

θυσίασες τη ζωή σου/

το μέλλον μέσα στα σύννεφα

πιστεύει πως γίνεται

σαν εσένα

καθώς συλλέγεις

αποθέματα χρόνου

κατοίκησες τις αποστάσεις/

αιώνια όλα γύρω σου

λάμπουν οι αγάπες

και τα φανάρια/

η ωραιότητα όταν κατοικείται

απαιτεί βλέμματα αγέλαστα

κι ας είναι η αναπηρία

του ουρανού τόσο κοντά της.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΘΕΑ ΣΥΝΗΘΕΙΑ” (ΣΕΛ. 470)

 (13/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

karagkiozis_9

 

“ΕΠΙΖΗΣΑΜΕ”

Κλεισμένος μέσα

σ’ ένα κενό μήνυμα

στεφανώθηκα πορφύρα/

ποιός προστατεύει

ακόμα τις λέξεις;/

συνήθισες να διατάζεις

τις ανάσες σου

καθώς μπαινοβγαίνουν

ολόιδια καθημερινά

ηλιοβασιλέματα

και το επικίνδυνο κενό

ξεχάστηκε

άδειο από χρόνο/

κλειστήκαμε στις

χαρές μιας ζωής

επιζήσαμε

τυλιγμένοι ιδέες,

σώματα/

λεηλάτησα το πρόσωπο σου

κι εσύ

ως θαύμα αυγής

φτώχυνες

κι ήρθες να μου δώσεις φως/

πραγματικές κινήσεις

χωρίς προορισμό

μαγικό ξεκίνημα

κι ο δρόμος βατός

ως τον τάφο/

μαγικά ισορροπημένη

απελπισία

αυτόματες οι μέρες

και βαρετές

διευκολύνουν το

“όλα πάνε καλά”/

ότι κι αν πίστευαν

τους βαρέθηκα

άδειασα από ευλογίες

κι η θέα που είχα ερωτευτεί

ήτανε επικίνδυνα αδέξια.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΣΤΙΓΜΙΑΙΑ ΖΩΗ” (ΣΕΛ. 468)

 (12/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΤΙ ΠΙΟ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ”

 Στεκότανε η πραγματικότητα μακριά μου

τι πιο συναρπαστικό

από το ν’ αλλάζει η αγάπη δέρμα!/

σου περιέγραψα κάτι

και τώρα

χωρίς τίποτα άλλο

θα υπάρχεις

μήπως ίσως

σαν επιθυμία

πατζούρια ξεραμένα

κι ο ήλιος της αγάπης

θνητή έχει θέα/

αγγίζω σάρκες κλεισμένες

σ’ ένα ανθρώπινο βλέμμα

κλαδιά αστεριών

που τόσο πολύ γέρνουν

για μια στιγμή όλα ήταν δικά μου

κι εγώ φλεγόμουν

κλεισμένος στους κήπους

ως τ’ ασύγκριτο παράθυρο.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΦΟΒΟΣ ΤΟ ΝΕΟ ΠΑΘΟΣ” (ΣΕΛ. 466)

 (12/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΣΑΒΑΝΩΜΕΝΟΣ”

Κατακτούσα κάτι δυσοίωνο

ξημέρωνε ο πόνος

κι η κάθε κακοφορμισμένη στιγμή

χαιρόταν που δεν τη μάστιζε

πια η θάλασσα/

στα ανοιχτά κάποιου ποιήματος

μονάχα φουρτούνα και τραγούδια

θα βρεις/

γελωτοποιός της ζωής

κατάντησες

βυθίζεσαι σε κόκκαλα

που δεν ανήκουν

πια στο κορμί σου

είσαι ένας αλυσοδεμένος

τύραννος

ζητιανεύεις μέρες

και νέους φόβους/

αντί για κορμί τώρα

η φύση μέσα σου

εκσπερματώνει

ότι πιο ωραίο

είναι αυτός ο θάνατος:

τον φόβο που πλέει/

ο παντοδύναμος πόθος

τι ωραία που αντηχεί

στους καθρέφτες!/

άνεργος ο έρωτας

σε σκεπάζει

και μοιάζεις

με μια γωνιά κατάρρευσης

κανένα πάθος

δεν ανθίζει

όσο σαβανωμένος

θ’ ουρλιάζεις.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΑΛΛΗ ΜΟΝΑΞΙΑ” (ΣΕΛ. 461)

 (02/08/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΕΣ ΥΠΑΡΞΕΙΣ”

Σφίγγεται η λέξη

“μοναξιά”

γραμμένη από κάποια

φιλάργυρη πένα/

η παρουσία ενός τέλους

άνοιξε τόσα χάσματα

κουβαλά ότι πιο άχρηστο

η πολύτιμη ψυχή

για να ταΐσει τη σάρκα/

και τα αγαπημένα σου σκυλιά

απουσιάζουν

αμετάκλητες υπάρξεις

που δεν ειπώθηκαν ποτέ

μοιάζει η φύση

εκτελεσμένη/

όλα εξισώνονται

στους πόνους

και τις αρρώστιες

περιττά τα μοναχικά τους χρόνια/

δεν υπογράψαμε πάνω σε σπλάχνα

η συμφωνία ήταν πως μονάχα θέλουμε

να έχουμε μετρημένα κόκκαλα

σιγανή λύση κι ενηλικιωμένη.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗς ΟΡΑΣΗΣ” (ΣΕΛ. 453)

 (03/08/2016, ΛΟΝΔΙΝΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ”

Διαπληκτίζεται η επιβίωση συντηρητική

με ζωές του εγώ καταρρακωμένες

ανήλεα υποφέρεις προδομένος

γιατί ξέρεις πως ότι δεν κρεμάστηκε

πολύ περισσότερο πληγώνεται/

τόση σπατάλη θεάματος

και μια κακόγουστη σαπίλα

καθημερινής θέας/

η ευημερία του ήλιου

σχεδιάζει την πιο ζωντανή μου ανυπαρξία/

ακόμη κι όταν δεν είδες ποτέ

τόσες φορές

η όραση ξαναπλάστηκε

σαν χαρά καρπού

ατενίζοντας βρίσκω

αυτό που κοιτάς

λάτρεψες, γλίστρησες κι έλιωσες

φαντάσματα της επιφάνειας

σου ‘χουν τάξει

μια επινόηση από φύλλα

ειδωλολατρικά.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΤΟ ΚΛΑΡΙ” (ΣΕΛ. 452)

 (03/08/2016, ΛΟΝΔΙΝΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΚΑΙ ΧΑΘΗΚΕ”

Μαζί αγαπηθήκαμε

σαν θεοί

και χάθηκε η φώτιση

μακριά κόπηκε

αποκλεισμένη/

αιώνια γκρεμίστηκε

η ξαφνική θέα

το κλαρί του μέλλοντος

πόσο αβασίλευτο

στάθηκε μπροστά μου/

κι οι άλλοι είχαν την αίσθηση

πως βουνά και θάλασσες

θέριευαν

η απεραντοσύνη ενός παχύσαρκου

στόματος

μεγάλωνε και

χάθηκε το γαργαλητό

για πάντα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΘΟΥΣ” (ΣΕΛ. 449)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΠΟΣΟ ΘΑΡΑΛΛΕΑ”

Άκουγες το θόρυβο που κάνει

ένα στήθος καθώς ζαρώνει/

όλα κρύβονται

ακόμη κι ο πολύς ο πόνος

η πτώση της ζωής

μέσα σ’ ένα ανώγειο/

με μισόκλειστες σάρκες

κι ελκυστικά μάτια

τυφλώνεται και λάμπει

το σκοτάδι

χλωμά σώματα/

ξαναγεμίζουν οι άδειοι αγωγοί

λιβάδια κι αίματα

είναι σα ν’ αδειάζει

από καθημερινότητα

η σκούρα σου ψυχή/

αλλά μήτε βλέπω ζωή

μονάχα προς τα πάνω

καμπύλες θανάτου

ενώ έχω πάντα από κάτω μου

ότι έπεσε

φυσούσε η ελπίδα

μα δεν έκανε διαφορά διόλου/

η είσοδος κάποιου μπαλκονιού

εικονογραφημένη

στον αέρα

φυσούσε αίθριο θείο

κι είχε αυτόνομη γεύση η ζωή/

πόσο θαρραλέα είναι τ’ αγάλματα

αντιτάσσονται απέναντι

στις εύγλωττες μοίρες τους/

γκρεμίστηκε πάνω στο άπειρο

η πιο μπροστινή από σένα μέρα.

  @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ, IV” (ΣΕΛ. 446)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΣΠΛΑΧΝΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ”

Σε συνεπαίρνει

η πείνα των ποιημάτων σου

ο έρωτας όμως

είναι χωρίς ορίζοντα

και πνίγεται

στα δύο μας σπλάχνα της λογικής/

πέλαγα λατρευτά

κι απολεσθέντα

φοβάσαι μην πατήσεις

ότι απεχθάνεσαι να λατρεύεις/

γράψε πως είσαι παντοδύναμη

κι ας μην αποδειχτεί ποτέ

ότι έχεις πλανόδιες μασχάλες

μια αδιάφορη διακυβέρνηση

της μυρωδιάς του φόβου

σε κάνει και λιγοθυμάς/

γλάστρες ερωτικές

συνουσία προϊστορικής παρουσίας

γιατί όπως κι εγώ

θ’ απαλλαγώ από  ένα

τελευταίο ποίημα/

η γραφή της ακοής

κάποιας μουσικής/

θεριεύει εκείνου

του εαυτού ο ερωτικός λόγος.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ ΜΕ ΕΛΑΧΙΣΤΑ” (ΣΕΛ. 443)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΠΕΘΑΝΑΝ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ”

Όλοι εμείς ελάχιστα ριζωμένοι

χάνουμε ότι κερδίζουμε

δίχως να καταλάβουμε

πως όλα φεύγουν και μπαίνουν

στην μία κι οριστική

κλειδαρότρυπα της εξαφάνισης/

ανασαίνω ότι φλογίζει

και σε συνδυασμό με κάποια

ανεφεύρετη ζωή

ανάμεσα από αποχρώσεις

αθανασίας

πετάω προς τους αναστεναγμούς

των πετάλων/

καθημερινά η σοφία

μου υπενθυμίζει

ότι της χρωστάω λίγα θαύματα/

στο τίποτα ο ουρανός

αποθηκεύει περιττά σύννεφα/

κρατάω στους αέρηδες λίγο χώμα

και λέω: “οριστικά τίποτα”/

πάντα αυτή η πρώτη

κατασκοπευτική φορά

όταν λιώνει ο νους

σαν σώμα γιομάτο

χιονισμένα τραύματα/

χωρίς ίχνος ενθάρρυνσης

αναρωτιέμαι

τι άλλους φόβους χρειάζομαι

και πόσες αρρώστιες μακρινές

μου επιβάλλονται;

αγγίζουν ότι πιο

κοντινές αξίες γεννήθηκαν

και πέθαναν σ’ απόσταση

κρυφοκοιτάζονταν μ’ ελάχιστα…

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΑΠΟΣΥΡΟΜΑΙ” (ΣΕΛ. 438)

 (12/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΕΛΑΦΡΟΧΡΩΜΑ ΨΥΧΗΣ”

Αποσύρομαι όταν διαβάζω

για να γράψω

πότε η μέρα

αγριεύει δεν ξέρω

κι ο χρόνος μέσα

μου θηλυκεύει

γίνεται λατρευτός σαν μοίρα

οι θάμνοι ήσυχοι και πνιγηροί

διαθέτουν ένα ελαφρόχρωμα ψυχής/

στήθη και χώματα

όλα είναι υποπροϊόντα φανταχτερά

του κακού λευκού/

πάντα θα βράζει ο έρωτας

στα στήθη

κι ένα σκηνοθετημένο γαλάζιο

αντιγράφω

στύση θαλασσινή

διακοσμημένη κύματα

και μονοπάτια

που καθώς σουρουπώνει

γκριζάρουν/

περιέγραψε μου

βαθιά μέσα στο νου

τι παφλάζει;/

μολυβόχαρτο φανταστικό

κι η γλώσσα παλεύει

ν’ απαγγείλει τη φύση

τόσο ξεκάθαρα ήταν όλα γραμμένα

ώστε εγώ δεν άκουσα

παρά μόνο ότι

νόμιζα πως ήθελα

άνθιζε ακόμη κι η χύτρα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΧΑΣΑ ΤΗΝ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΜΟΥ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ” (ΣΕΛ. 432)

 (12/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΟΣΟ ΑΓΝΗ ΚΙ ΑΝ ΗΣΟΥΝ”

Πόση συνείδηση κι εμπιστοσύνη!/

φίμωσε τη μουσική με πείσμα

κρύψου λοιπόν

ποιμενικό μου πλάσμα

κι η επόμενη φράση σου

ας ακουστεί ως εκατόπλασμα/

η ανημποριά μας σύμφωνησε

πως αιώνια θ’ έχανες

σε σιωπές και ψιθυρίσματα

όσο αγνή κι αν ήσουν/

δεν πρόσεξα πόσο πολύ

οι φωνές σου μονολογούσαν

φοβόσουν ηχηρά

και ποιός βουβός πόλεμος

ακούστηκε σαν αύριο

που δεν αφήνει τον χρόνο

να μας απειλήσει

ω ναι κουφάθηκαν

οι λυγμοί σου

όμως εγώ

ακόμη καλοπροαίρετα

και λυσσαλέα

σ’ εμπιστεύομαι.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΙΔΕΟΛΗΨΙΕΣ” (ΣΕΛ. 429)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΑΡΧΑΙΑ ΥΠΟΔΟΧΗ”

Στρωμένες σάρκες

πάνω στα κρεβάτια

θα βρεις εμένα

η κάθε κάμαρα

καμωμένη κι από μια μαγεία/

ψίθυροι αφιερωμένοι

στο να σε αναγγέλλουν/

μαυροχτυπημένος θα πεθάνεις/

κι ένα κλάμα

που διάλεξες εσύ

για ν’ αρέσεις/

αρχαία υποδοχή

καμωμένος από ψεύδη

ιερά τσουλούφια ζωής

λέγαμε τότε:

“μου αρέσεις”

ανεκπλήρωτα παλιά λόγια

κι η αγάπη πρασινίζει

κοίτα πως γίνεται χάος/

ότι παλιό δεν περιμένεις πια

τι ωραία που πεθαίνει

πάνω στη γη

κάθισε και μέριασε

αυτό το σώμα/

θλιμμένη πατούσες

κι οι ποιητικοί διάδρομοι

τα σκέλη-στίχοι σου

δεν δοκίμασαν ποτέ

να κοιτάξουν εκείνη

τη Παρασκευηάτικη

δοσοληψία.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΚΟΜΠΑΡΣΟΣ” (ΣΕΛ. 427)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΣΠΑΝΙΑ ΣΤΑΛΑ”

Απαραίτητα αγγίγματα

οι εξάρσεις του μέλλοντος

κι η ερωτική θέα

παραθαλάσσιο σκηνικό πόθων

 ανάμεσα από αγνώστους

η έλξη του ιδρώτα/

τέσσερα δωμάτια

και δάση πολλά

ανακατοκλεισμένες ζωές

σε δεύτερους ρόλους

στην άκρη των θεών/

κατασκευάσματα στήθους

οι ψυχές

κι όντα της αλήθειας

ηχηρά σιωπηλές

γνωστές αλλαγές δροσιάς/

και μια σπάνια στάλα από

ονόματα αγαπημένα/

θέλω φτωχούλης και γυμνός

να συνδιαλλαγώ με τον θάνατο/

φτιάχνω μικρά κοριτσάκια

και τα χάνω

ζω κάτω από μια διαίσθηση

ότι κάποτε έζησα/

κακομαθημένα μάτια

κοιτάνε τους ουρανούς πριν χαθούν/

μονάχα ο ήλιος ίσως θελήσει

να γυρίσει πίσω στην κλειδαρότρυπα

εκεί που  η άλλη μεριά των λουλουδιών

έμεινε απρόσεχτη και χάθηκε/

θα σε ξαναδώ πάνω στα στεγνά φύλλα

πρόσεχε τι τρως

κάνει δίαιτα η ιστορία σου/

τι απρόσωπη σιωπή

το να’ σαι κομπάρσος μικροσκοπικός/

ξαφνικά πλουσιοπάροχα

η ζωή άστραψε

κι ένα βαθύ κλειδί

άγνωστης βεβαιότητας

τυλίχτηκε γύρω από τον έρωτα

σαν συμφέρον.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ” (ΣΕΛ. 425)

 (12/07/2016, ΤΗΝΟΣ )

 

karagkiozis_9

 

“ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΤΟΠΙΟ”

 

Το πεύκο αδειάζει δέρμα
κι έτσι κάπως
απουσιάζουν απ’ τη φύση
οι αναθυμιάσεις του/
χρειάζεται κάμποσα εικοσιτετράωρα
ο απρόσωπος χρόνος
για να κοιταχτεί
σε κάποιον καθρέφτη/
ωραίες εκπνοές
ασήμαντο σύμπαν
και το σκοτάδι στη συνάντηση του
με λίγο φως
θα ξανακερδίσει/
συνδυασμός συντηρητικής ποίησης
κι υπέροχης σκιάς
ο θρίαμβος της αιώρας
κάτι το στιγμιαία ανθρώπινο/
απόλυτες ματιές
επικρατούνε
πάλι εκείνη η περπατησιά
θυμίζει αυτό το τόσο
συγκεκριμένο τοπίο.
@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΣΥΝΤΑΓΗ ΖΩΗΣ” (ΣΕΛ. 423)

 (03/08/2016, ΜΟΝΑΧΟ )

 

karagkiozis_9

 

“ΣΥΣΜΠΥΚΝΩΜΕΝΗ ΖΩΗ”

 

Η φύση με μισεί
εμφανίστηκε ένα αεράκι
νίκης κρυωμένης/
συντονίζεσαι τόσο τέλεια
που η ήττα
σου έγινε συνταγή αραιωμένη/
αρχέγονη υπόθεση ο τρόμος/
λέω καθημερινά πως τρέχοντας
θα χάσω μερικά
δευτερόλεπτα πανικού/
συστηματικά όνειρα
στιγμιαίας αγανάκτησης/
όλο και πιο πολύ
η λιγότερη χαρά
βράζει και χάνεται/
πόσο περιττό
το να σε προδώσω/
έσπασα ένα βαζάκι θλίψης
ελαφρά αραιωμένη
εμφανίσθηκε η αγάπη/
συμπυκνωμένης ζωής
η βραδινή λύπη/
σερβίρεται το
βραδινό του χρόνου
εμένα πια
όταν όλα μου τα σπλάχνα
είναι τόσο δολοφονημένα
δεν με αφορά/
πασπαλίζοντας τους ουρανούς
ακόμη ζω
οι μηχανές των τρένων
περνούν γρήγορα πολύ.
@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΘΝΗΤΟΥ” (ΣΕΛ. 420)

 (12/07/2016, ΨΥΡΡΗ )

 

karagkiozis_9

 

“ΠΡΟΣΗΛΩΣΗ”

Πλησίασα μια κυρία
ντυμένη σύντροφος
περιέγραψα τέλεια
τη πατούσα της
θνητό σανδάλι
και προσήλωση
στις παρατηρήσεις/
άμεμπτα σέρνονται
τα σκουλήκια
κι ας μην ανέχονται
ούτε ένα κόκκο άμμου/
πρέπει να είναι αρσενικός
ο αέρας
πως αλλιώς δικαιολογούνται
οι τυχαίες κινήσεις του;/
τι εννοούσε
με τα ποιήματα του
εκείνος;
μήπως ότι δεν καταλαβαίνουμε
την αλήθεια;/
κάθε λεπτομέρεια
είναι ανωτέρου επιπέδου
αυτό που μας εξηγεί ο έρωτας/
έχοντας αραχνοΰφαντο πέος
κατρακύλησα ως το φόρεμα σου
η δε άλλη μου γυναίκα
κουμπώνει τώρα με ακρίβεια
τις απαιτήσεις  κάποιου
(ξένου προς εμένα)
άνδρα/
όπως φεύγουμε βολίδα
από τούτη τη ζωή
είμαστε όλοι εξασφαλισμένοι
μες τον θάνατο/
η αιωνιότητα μου φάνηκε
πως έχει χοντρύνει λίγο
τα τελευταία χρόνια
ίσως μια δίαιτα
ελάχιστων στιγμών
και κάμποσες πιρουέτες
να την κάνουν κάπως
πιο θηλυκιά.
@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΕ ΕΡΩΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ” (ΣΕΛ. 415)

 (03/08/2016, LONDON, HEATHROW)

 

karagkiozis_9

 

“ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ”

Λεξικό συνήθειας σκληρόπετσο

φρούτα γυμνά κορίτσια

θέλω να μάθω ότι δεν μεταφράστηκε/

στην γραμμή της ζωής απάνω

τέλειωσες

θα σου απαγγείλω

αλλόθρησκα επίθετα/

ξεντύθηκαν οι γλώσσες

έτοιμες να μεταλάβουν/

η απαγγελία μιας

αλλόφωνης λαλιάς/

κούρνιασα στο πάθος σου

από κάτω πετάω

φτερά και σελίδες

όλα απογυμνώνονται

καθώς σε ντύνω

ξανοίγεσαι

και ψάχνεις ανέγγιχτη

μυρωδιές όσων αγαπάς

που μετουσιώνονται

σε μεταγλωττισμένα βιβλία/

τι κι αν ξεφυλλίζω σημάδια

γυμνά;/

εργάζομαι όπως μπορώ

κι ας πάλιωσα

στολισμένος

σπάνια ποιήματα

ηλιόλουστης ασυδοσίας/

διαβάζω γκρίζες λέξεις/

χρυσόδετη ιστορία ξένη

αφημένη σε μια

βιβλιοθήκη νοσταλγίας

ο δικός σου τόμος

δεν βρέθηκε πότε

σε κανένα ράφι

αφέθηκα φαντάζομαι

στους ουρανούς

να γράψω για σένα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΑΛΛΑΓΕΣ” (ΣΕΛ. 410)

 (31/07/2016, LONDON, UXBRIDGE)

 

karagkiozis_9

 

“ΓΙ’ ΑΥΤΗΝ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕ ΤΙΠΟΤΕ”

Πόσο πολύπλοκο πουλί

και βραδινό

η κραυγή του:

“πια κανένα μήνυμα”/

επίτηδες αλλάζουνε

τα κύματα

ουρανούς και ήλιους/

γιομάτη βήματα η νύχτα

καταβροχθίζει τις σιωπές/

χωρίς ποτέ να πετάς

απόψε ανατέλλεις/

αχανείς κρωξίματα

φωνές και αλλαγές

συνδυάζονται/

προστέθηκαν κάποιοι θεοί

στο κενό/

από τους ποταπούς

κι ανίερους έρωτες

προτιμώ το:

“καλώς ήρθες θάνατε”/

δώδεκα λόγια

επιμένουν να πιστεύουν

πως η ψυχή μου

σημαίνει “κατευόδιο” φως

μέλλον κατά δω

μάτια εαυτού…

η φύση πεζή επίτηδες

τάχυνε κι ακούγεται

γι’ αυτήν δεν άλλαξε τίποτε.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΤΙΜΩΡΙΑ” (ΣΕΛ. 407)

 (06/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΓΡΑΦΗΣ”

Οι άγγελοι τιμωρημένοι

με τον ίδιο πόνο πάντα

που πέφτει πάνω στην

ομορφιά της σάρκας

σαν ένα θλιμμένο μαστίγιο

καρφωμένο σε μια όραση

δίχως μάτια/

πόσο λησμονημένοι

μπορεί να είναι

οι σαρκοδαίμονες

καθώς τους ρουφά

η συγκίνηση/

εκείνη η νηστική ψυχή

πίκρας

ξαφνικά σήκωσε

το λάθος κεφάλι

κι οι μεγάλες αστραπές

που νύχτωσαν

ακουμπώντας στο θειάφι

αναγγέλλτες ενός

παράξενου φως

ξαναμπήκαν μουρμουρίζοντας

σε καλοκαίρια γραφής/

 ο αίλουρος χρόνος

μύριζε φετινό φάρμακο/

ως τον πάτο του παραδείσου

σκλαβωμένα σώματα

ταχτοποιούνταν

μέσα σε κάμερες θλιβερές/

πέφτει η μνήμη να περάσει

απ’ τις θυμωμένες

οροφές του έρωτα

κι όλο στενεύει η τιμωρία

που θα μείνει αιώνια υψηλή

έτσι ώστε να μην χωράνε

πλέον τα καράβια

στα σχισμένα στενά

των ανασηκωμένων σου καρδιών.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΕ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ” (ΣΕΛ. 407)

 (13/07/2016, ΤΗΝΟΣ)

 

karagkiozis_9

 

“ΑΥΤΟΤΙΜΩΡΙΑ”

Η χαρά μιας φωτογραφίας με σκουντάει

μακρινά καθώς περνάς

κι η θέση που πήρες

δικό της πέταγμα ήταν

μιλώντας ότι πιο ωραίο

περιχυμένο είσαι εσύ/

ουρές από φως

κι ο ήλιος πού κοιμάται;/

γιορτινός καταρράχτης

εαρινός

από μακριά οι γάμοι

σ’ ερωτεύονται

να κοιτάς τη φύση

και θα απομακρύνεσαι

η ψυχή μου μέσα σου

λούζεται φυσικότητα

περνάς και τρέμεις

ξανακάλεσα τη μόνη

φωτογραφία

που μας κατάλαβε

πραγματικά/

κυοφορεί ονειροπολήσεις

το μέλλον

κανένας δεν διακόπτεται

απότομα

απλά εκείνη την στιγμή

πεθαίνει/

όμως όσο φτιαχτό

αγροτεμάχιο κι αν ήταν

το ψέμα

η αληθινή ζωή

βλάστησε χωρίς δυσκολία/

σε βοήθησε η αυτοτιμωρία.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΘΗΛΑΣΤΙΚΟ” (ΣΕΛ. 115)

 (08/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΘΥΜΩΜΕΝΟ ΘΥΜΑΡΙ”

Ατίθαση Μαγδαληνή

που άρχισες σαν μια φτιασιδωμένη μύγα

φυσητήρι γίνεσαι και μυρίζεις

το θυμωμένο θυμάρι

τους ριζωμένους φόβους των αγέρηδων

αλλάζεις κάθε πρωί τα βραδινά όνειρα σου/

ράβω τη κεφαλή μου

κι εσύ μεγάλο θηλαστικό τραγουδάς

οι ίδιες πάντα βελόνες

μας πενθούνε

ενώ οι εποχές ανέμελες

γλεντούν μέσα σ’ ένα γαργαλητό

καιρών κι αιώνων/

φτιάχνω υφάσματα ηρώων

όλα γνωστά τα πάθη μου

αλλάζει στάση ο έρωτας

κι απομακρύνεται

πλανόδιος

στο κέντρο μιας καρδιάς/

αμαθής στις κοινοτυπίες

ξέρω μόνο

πως οι καιροί φουσκώνουν

κάνουν ζάρες οι ζωές

και κάπως έτσι

σκουριάζουν οι δρόμοι,

οι πλατείες, οι πόλεις/

χορταρένια σώματα περνούν

και παλάμες μασκαρεμένες σε χάδια/

ερωτεύτηκα στη ζωή μου

μονάχα το προϊστορικό χώμα

τι χειρότερο μπορεί να ‘ρθει

απ’ ένα μέλλον φαρμακωμένο

λόγια δαιμονικά

κι είναι τόσος λίγος

ο σπόρος της ποίησης

που μηρυκάζω, πεθαίνω και παίζω

ο ρόλος μου μετρημένος/

επιζούν οι άνθρωποι

σέρνοντας πίσω τους

κατσαρίδες βαθιές

και μωρουδίστικες

η λάμψη της τελευταίας ώρας/

σκότωσες τόσα πλάσματα

πολλά για να τα φας

άλλα γιατί  σιχαινόσουν

τη ζωή σου/

τραβούν οι βράχοι

πάνε στο φως

να σπάσουν λουρίδες έρωτα

κομμάτι ερημιάς

βγαλμένο από μια

άστεγη σάρκα/

χρειάζεται μήπως ν’ αποδείξω

πως φορέσατε απελπισμένα ρούχα;

εσείς οι Μεσσίες κι οι Χριστοί/

κουρνιάσαμε σε τραγούδια

δίχως ανάσταση

κάναμε τις ζωές μας αιώνιες

αντισταθήκαμε δηλαδή

για λίγο στον χρόνο/

κούρνιασαν τώρα οι πράξεις σου

αποθηκευμένες σε μια ψυχή

πελεκημένη από ανόμοια

και σκληρά σκοτάδια/

θεία λιμάνια πηδούν στους ουρανούς

έχοντας φτερένια νερά

τελειώνει η θάλασσα στα νησιά της

κι ένας βυθός τόσο όμορφος

που δεν μπορεί

θα ‘ναι από ρετσίνι φτιαγμένος/

στέριωσε τώρα η αποβάθρα

μοιάζουν χαλάσματα τα κύματα

κι εσείς έχετε γαλάζια σκληρά

ονόματα/

ονειρευόσουν τ’ αηδόνι

στο σχήμα των πεθαμένων

που κοιτούσες

έτσι διαιωνίζονται

οι φωτογραφίες

στέλνοντας τις γρατζουνισμένες

τους εικόνες

στα θρησκευόμενα άστρα/

σταμάτα τώρα εδώ

πάνω στο θεϊκό σου χνάρι

αυτή είναι η γοητεία

ένα απόβραδο άνθος

μια φλεγόμενη διαδικασία

μυρωδιάς θανάτου/

αλλά κι εσύ αβάσταχτο βάρος

της αδειοσύνης

κάτι με μαθαίνεις

μεταλαβαίνω βλέπεις αίμα/

μύρισε λίγο αμύγδαλο

τίναγμα της πίστης

λιβάνισε σώματα

κι αφαλούς

προχωρώντας αντίθετα

στους κόσμους

σκουραίνεις κι αποκαλύπτεσαι

βαθούλωμα μήλων,

κόκκαλων και δοντιών/

βατός βάτος θανάτου

παλεύεις ολόκληρος

και σ’ ακουμπάνε οι ευκάλυπτοι

πιο κίτρινο βαραίνει τους χειμώνες

και πόσα δάχτυλα

στρωμένα στις σκιές;/

για μια δικιά μου γοητεία υγρή

υπήρξες εσύ ο ξαφνικός επισκέπτης

που μαζί συμπάσχουμε στην αλήθεια

και πιέζουμε ότι μας αποκαλύψανε

τα λόγια…

φως κρυφό και σκοτεινό/

ουρανοί ψύχρας

σιγομουγκρίζουν παγωνιές

είναι δύσκολο να τους πείσουμε

ότι θα  φύγουν/

καθίζει το πάθος μέσα σου

και βαραίνει η πίστη

βουβό δέρμα καίγεσαι

είμαι εγώ ο ένας ότι έμεινε

έρημο τοπίο παρόμοιο δεν υπάρχει

μοναδικά ανεπανάληπτος

σήκωσα πάνω μου τα πάντα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΒΟΤΑΝΙΚΟΣ” (ΣΕΛ. 119)

 (07/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΣΤΟΥ ΨΥΡΡΗ)

 

karagkiozis_9

 

“ΑΝΑΣΚΕΛΑ ΒΡΕΧΕΙ”

Με νερό και πετρέλαιο

τρέχουν οι καιροί

μπρούμυτα δίχως πόδια

πόσο κατεστραμμένος

ο Βοτανικός

φυτρώνει στα γκαράζ

και τις παράγκες

κι οι ήλιοι

πασπαλισμένοι νύχτα

μουντζούρα βραδινή/

πότε ανάσκελα βρέχει

κουλουβάχατα και χαλκομανίες

της ποίησης τα μαρούλια/

τέλος πια

φυτρώνει εδώ κι εκεί

θολή η γοητεία

φωτοστέφανο χάους/

και μια κομμώτρια αγριωπή

στρέφεται προς τη μαγεία

ασχήμια χαράς/

και τίποτα

όταν υποφέρεις

για όλα όσα γίνονται γύρω

ασπόνδυλε αέρα

ξεκόλλησε η ζωή

κι έγιναν κρέας τα φαντάσματα

μύριζες πιο πέρα δύο τάφους

τώρα περνάνε οι νεκροί

τέλος

κι ήμουνα πάλι νέος

Βοτανικός/

κι από τον ομφάλιο λώρο ψηλά

μια Ακρόπολη του αέρα

κρεμάστηκες πια

πάλι σε φως και κυπαρίσσια

ψαριού η μαγεία κολυμπιμένη/

σκιές τ’ ανθρωπάκια θα φύγουν

πηγαινοέρχονται

στις τρύπες των ματιών

δόρυ φορτωμένος ο νέος

και γαλήνη σβέρκου/

συλλογισμένος ακουμπάς

εκεί ψηλά

φοβεροί οι χρόνιοι αέρηδες

δεν θέλουν να σ’ απειλήσουν/

ξανακερδηθήκαμε πάλι

στις πόλεις

όπου φαγώνονται οι έρωτες

στωική η λεωφόρος αδειάζει

από μυστικές νύχτες

και πράξεις μικρές

βραδινό ψιλοκουβέντιασμα

νόημα μην το ταράζετε/

κιόσκι μοίρας

έφτασε η αρχαία ορχήστρα

ως κάποια τρέλα

και στάζει γλέντια/

ο Βόρειος Πόλος

τραβιέται ως την Ακρόπολη

μαρτυρικά διαμελισμένη

ζωή

κι ένα τοπίο ρόλου

στο κέντρο της φτώχειας

υποκρίνεται/

ξαφνικά σημαίνει κάτι

η ζωή

βαθούλωμα και διαιώνιση

θανάτου

θεϊκά μοναδικής επανάληψης.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ” (ΣΕΛ. 103)

 (08/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΑΠΟΘΕΩΘΗΚΕΣ”

(Αφιερωμένο στον γέροντα πατέρα)

Λιμάνια πατέρα σε συλλάβιζαν

και στο χώμα αλφαβητάρι

που θάφτηκες

κιόλας επιφάνεια μόνο

παιδιού

κάτι σαν συμπέρασμα

αργόμυαλο

άνθος παλιό και φορτωμένο

βαθιά γερασμένες φλέβες

απελπισμένη κηλίδα

της τέταρτης εποχής

και γαλανή τρύπα

πεπερασμένη ενός

καρβουνιασμένου χεριού/

χαράματα χιονισμένα

δίπλα σε δάση

και κρέμονται οι αγριόχοιροι

πάνω στο τζάκι

θήραμα σημάδι

γύρω σου πατέρα

χειμώνιασαν οι ώμοι μου

τι πιο μαγικό και σκοτωμένο

από το κρύο;

ξάπλωσες μαγικά

στους πιο αμαρτωλούς

ουρανούς της Ελλάδας/

μικρό μυρμήγκι ήσουν

που δεν είχε όνομα

αμάρτησες γέροντα

κι αποθεώθηκες

τώρα σ’ ακολουθούν

στους τάφους

μονάχα τ’ ενοχλητικά ζουζούνια

ορθόδοξα κι επίορκα/

γεννήθηκαν χωριά

εκεί που πέθανες

χρόνια βαριά

μποστάνια από γάλα

κι ο ιδρώτας τους

μπλαβέ, λειτουργικής

κατάληξη μνημονικού

είσαι

κι υποχωρείς

στην Ελληνική μυθολογία/

δάκρυ κρυμμένο πίσω

από το σκούρο γυαλί

διασχίσαμε σαν τα μουλάρια

περβόλια και φεγγάρια

είχαμε ολόγιομα καπούλια/

μένουν παιδιά

και κόβονται οι ζωές

μικρός γονιός ήσουν πατέρα

οχτώ χρονών γίνηκε τώρα

ο θάνατος σου

και ξεσηκώθηκες

γίνονται ατμοί τα νερά

όταν πεθάνουν

τι έκανες θα θυμηθείς;/

στενό πράγμα η νύχτα

και φαρμακωμένο ρούχα το κορμί

κόβεις καρπούζια

και ξεριζώνεις

μακρινούς άγιους ανθρώπους

από τη θεία δίκη τους

μπροστά σου παραφύλαξε ο θεός

και σου έκλεψε φεγγάρια/

νάτος λοιπόν κακόβουλος

ο θηριοδαμαστής

ψάχνει χίλια λιοντάρια

συγγενικά του/

προφυλαγμένος σ’ ανέμους

λουσμένος πουλιά

πετάχτηκες πατέρα

τι γυρεύεις εσύ μέσα

στο σακί;/

αν σταματήσει η καρδιά να τρίζει

άκουσε μόνο πως τιτιβίζει

ο φόβος κι η τέφρα της ζωής

ακούμπησες τ’ αυγά σου, τις φλέβες

σ’ επίμονες φωλιές

ήμασταν περβόλι, πουλί, κλαδί

αποκρυσταλλώθηκε απάνω μας

η φύση/

κι ας είναι μικρός ο χώρος

όλα όσα βρίσκονται

απ’ έξω

χτυπούν τα τζάμια σφαλιστά

μικρούλες πράσινες μοίρες και μυρωδιές

και σταματούνε οι θεοί

τις σύντομες κινήσεις/

φοβάται ο θάνατος

πως ξαφνικά ίσως

θα τελειώσει

κι ακολουθεί τις φλέβες/

σύντομο δωμάτιο

έχει μεταφυσικά παράθυρα

και τοίχους που τουρτουρίζουν

εκεί μέσα βρέθηκες παιδί

ζωγραφισμένο παραμύθια

χώρος μοναδικός

μικρής ζωής

και κρύο δεν υπάρχει/

τικ-τακ

τικι τικι-τακ

φαντάστηκες τη σύντομη ζωή

του χρόνου/

σαν αυτά τα ποιητικά πράγματα

που μεταμορφώθηκαν

σε κάτι δικό σου/

τίποτα μετουσιωμένο ποτέ δεν βγήκε

από τη ψυχή ενός

γέρικου σκουληκιού

χνάρι μπερδεμένο στα νέα κλαριά

και τους παλιούς σκίνους/

πως βρέθηκαν

τόσα δάχτυλα απερπάτητα

ως την άλλη άκρη των άστρων;/

μουρμούριζαν οι γειτονιές

τεντωμένες σ’ ένα  σκοινί

προσευχής

αρνήθηκες τη μοναξιά σου

και καταστάλαξες πάνω στο κλαρί/

η απουσία των φύλλων

κι όχι ο γυρισμός κάποιου αγέρα

έφτιαξε όλα τούτα

τα ναρκωμένα σημεία της ζωής

που αργοκινιούνται/

τι πιο εμφατικός ύπνος

από την ησυχία του θανάτου;/

μαντεύω γέροντα

πως στο τζάκι

γίνονται οι ώρες σου

άσπρο κτήμα της νύχτας/

μαλακώνουν λίγα χώματα

θυμούνται ότι μέσα τους

εγκυμονούνε οι νεκροί

και πιλατεύουν θαύματα

πιο πολύ απ’ όλα

ξόρκια και μάγια/

της ρεματιάς η αγάπη,

πατέρα έφευγες

κι ήσουν ερωτευμένος

με τη ζωή

αμέτοχες δυνάμεις

άλιωτες

στο τέλος της αιωνιότητας

συνεπαρμένος θάνατο ήσουν/

δεν έχει τελειωμό η δύση

κι εκείνο που γεννιόταν

σκιερό και βάρβαρο, υμνολογώ

από κάτω του αρχίζει η μοίρα

να χλοΐζει/

ήθελα βλάστηση και τόπους

γαλακτερούς

φρύγανα-ώρας

μα γνώρισα μονάχα

ροδοδάφνες

όλα τούτα δεν μπόρεσα

να τα θυμηθώ

προσπάθησα και σε μάντεψα

γέροντα/

ήταν ένα νησί

μικρό καράβι ανοιξιάτικο

χανόταν πάλι

στην ηλικιωμένη νύχτα/

ότι ήξερε ο γέρος

μπαινόβγαινε στις πλάκες

ξαφνικά τα βράδια γινόταν ήλιος

χτυπούσε τους τάφους

κι άνοιγε ο νεκρός

όλο φώτα τη ψυχή.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΡΩΤΙΚΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΥ” (ΣΕΛ. 98)

 (08/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

Ι (Σελ. 98)

“ΘΑ ‘ΜΑΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ”

Σοφές ξερολιθιές

οι ερωτικές σου αδυναμίες

χώμα φεγγαριού

ασπριδερές ελιές

κι οι εικόνες ν’ ανοίγονται

βαθιά στην αποσύνθεση

και τα πηγάδια/

μέσα από μια

μεταθανάτια γνώση

κυκλοφορώ

εξοχικός σαν σκόνη λουλουδιού

κι είναι ολάνθιστοι

οι δρόμοι των πόθων/

κι ας μεγαλώνουν τα σώματα

μέσα στους φόβους και τη σιωπή

εγώ θα  ‘μαι για πάντα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

ΙΙ (Σελ. 98)

“ΟΤΙ ΑΠΟΜΕΙΝΕ ΑΦΕΘΗΚΕ”

Σκεπαζόμαστε κι αγγιζόμαστε

εδώ πάντα σαν σύννεφα

η δήθεν αρρώστια

του ουρανού/

λυτρωθήκαμε απ’ τις περιπέτειες μας

ακουμπήσαμε όπως τα μεγάλα πρόβατα

στην αρχή του παιδεμού

κι είχε σχήμα τέλος η ελιά/

οι μισές λέξεις γύρισαν πίσω

κι έζησαν κάτι το τέλειο

ποτέ απόψε δεν γέρασες

έγινες μονάχα η πιο κοντινή ώρα

στα χόρτα/

νυχτερινό και διχασμένο σκοτάδι

τράβηξες κάτω απ’ τον αρκουδίσιο χρόνο

κι ότι απόμεινε αφέθηκε

τίποτα άλλο.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


ΙΙΙ

“ΚΑΛΑ ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ”

 Οι άλλοι εκείνοι λόφοι

μου έδειξαν πως κάθε τοπίο

γλυκαίνει και πρασινίζει

σαν δένδρο

που πίσω του οι ώρες

καλά κρυμμένες

φτιάχνουν τ’ απόψε.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


IV

“ΕΤΣΙ ΑΠΛΗ”

Κινδυνεύω καθώς

καρφώνομαι στο χώμα

φωταγωγημένη

ρουτίνα του θανάτου

ψίχουλα, νύχι, συννεφιά

έρχεται κι ανεβαίνει

πάλι η μυωπική μου τρύπα/

και ξαφνικά περνώ

στις μοίρες των μυρμηγκιών

απέναντι μου αφήνεται ανοιχτή

εκείνη η παγιδευμένη πόρτα/

τώρα τελευταία αδίδαχτος

σαν ένας τζίτζικας

ξεφωνίζω

τόσα πικρά πάθη που τρίζουν

και με απέραντα μπράτσα

και κυλά ξεραμένη στο θάνατο

μαλακή γίνεται η εξαφάνιση

καθώς φοβάται/

κουβαλάω τι πιο μικρό και συνεσταλμένο

μπορεί να είναι ένα πεύκο

δικές μου ήταν οι πρώτες πόρτες

κι έτσι απλή η τελευταία μέρα

κάνει απτό το μέλλον.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


V

“ΕΓΩ ΗΜΟΥΝ ΜΕΛΛΟΝ ΣΚΛΗΡΟ”

Καταχείμωνο μοίρας έξω

κι εγώ αστράφτω

σαν τις αβέβαιες

άκρες ενός αβάσταχτου ζώου/

ντροπαλές οι φτερούγες

μ’ αγγίζουν

κι εσύ τυλίγεσαι αβέβαιη

δεν ξέρω πια αν χάνεσαι/

ζούνε όλοι οι ταπεινοί

σε κάποιον Οκτώμβρη μήνα

έγινα σύννεφο

θαμπό βαθύς φωλιάς

και κρύβομαι από το φεγγάρι/

κάτι βρίσκω πολύνεκρο

όπως ο πλατύφυλλος

τούτος σπόρος

και παίζοντας με λίγο χώμα

μεγαλώνει η Κοίμηση

βγήκε πάλι σαν σαλιγκάρι υγρό

έξω στην ασυνείδητη ζωή

σερνόμενο κι εξαφανισμένο

μέσα σ’ ένα φρέσκο δένδρο

κατάπτωσης/

πού και πώς

ζούνε οι εικόνες σκοτεινές

σάρκινο πρωινό

άγγιξε με στα πεύκα/

έφερα στον θάνατο

λίγο έρωτα και σπόρο

ζητιάνευα

πώς να πάψω θα υπάρχω

και ξέχναγα

πως εγώ ήμουν μέλλον σκληρό

κι άφησα πίσω μου τα σπίτια.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΤΡΙΑ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ” (ΣΕΛ. 101)

 (08/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

Ι (Σελ. 101)

“ΘΛΙΨΗ ΕΡΩΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ”

Τρία φύλλα λύπης, ζωής κι αράχνης

και μια θλίψη ερωτική του τίποτα

σύνοψη οργανισμού/

κι η παγίδα κάθε σκιάς

φέρνει σ’ απόγνωση το φως

ακρότατη γωνιά μυρμηγκιού

γκρίζα ακόμη/

κι οι μέρες λιονταρίσιες θαρρεύουν

και παίρνουν τον θάνατο ενός παιδιού

και τον γλυκαίνουν

στους παραδείσους.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

ΙΙ (Σελ. 102)

“ΜΙΚΡΑΙΝΩ ΤΟΣΟ”

Η καρδιά μου

αυξάνει τ’ άστρα

κι εγώ μικραίνω τόσο

που ν’ αγγίζω το τίποτα/

λίγη χαμένη φύση

κι ο καιρός μοιάζει

σαν πέτρα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


 

ΙΙΙ (Σελ. 102)

“ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΟ ΣΧΗΜΑ”

Περαστικό χρώμα προσώπου

κι η ηλικία της πέτρας

κάτι λιγότερο

από μια θαμπή μοίρα/

μοιάζεις ανάγλυφο ημέρας

σ’ αγγίζω και τελειώνω

όπως η γαλάζια κίνηση

στα πουλιά μέσα τρομαγμένη

περνώ από πάνω σου

συγκινούμαι και φεύγω

ζω μυρμηγκιασμένος

σαν μουδιασμένο όνειρο

κι αν όλα σου τα σχέδια

σε σκέφτηκαν αληθινά

εγώ τα βοήθησα

μ’ ένα ανοιξιάτικο σχήμα

πόσες φαντασίες γέννησες

και μονάχα τόσες λίγες δυνατότητες

ποικιλία, συμπάθεια…

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΑΥΤΟ ΥΠΝΟΣ ΚΑΙ ΞΗΜΕΡΩΜΑΤΑ” (ΣΕΛ. 90)

 (09/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

Ι (Σελ. 90)

“ΣΕ ΣΠΡΩΧΝΕΙ Η ΠΑΛΑΜΗ”

Ήταν η κατάρα όλων μας

πως η Ελλάδα

γιόμισε θάλασσες

και μια μονάχα

ευδαιμονία ήλιου/

εσύ μετριέσαι στα ξημερώματα

λίγο μετά το φεγγάρι άνθισε

δειλινό λύχνου

και οι πέτρες οι τόσο ακίνητες

 ολόκληρο τον θάνατο

κρύβουν μέσα τους

και συμβολίζουν

σκιές τόπων ιερών/

απροχώρητα δένδρα

κορυφωμένα στους ανέμους

σε σπρώχνει η παλάμη χέρι

μαλακά να γράψεις.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

ΙΙ (Σελ. 91)

“ΑΠΛΩΝΟΜΑΙ ΜΕΣΑ ΣΟΥ”

Χάθηκαν σ’ ένα λιμάνι

τόσα σπίτια

κι εκείνοι οι δρόμοι

που οδηγούν κάποτε

στις εκκλησιές

στρίβουν δεξιά του φεγγαριού

και συναντούν

ανήσυχους ανέμους/

δεκαοχτώ χρόνια

και κάποιες φορές

μ’ έκανε η αιωνιότητα

ν’ απλώνομαι μέσα σου

σαν ένας χώρος νυχτερινός/

ήτανε αυτή η επανάσταση του θανάτου

που μας ξεκίνησε όλους

πόσο γνωστό κτήμα

μου είναι η τρέλα/

κι εκείνο το κονάκι της κόρης

η οποία καημένη πέθανε

η κυρά Ξανθή

το γιόμισα κόκκαλα μελαχρινά/

κάποια ανήσυχη ανάσα

κόβει από τον θάμνο

τη μοίρα σου

κι έτσι για πάντα θα μυρίζεις

γκρεμισμένα χώματα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


ΙΙΙ (Σελ. 91)

“ΑΣΗΜΑΝΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ “

Κι ας χίλιασαν οι θάνατοι σου

βαστάς ακόμη στο χέρι του Σεπτέμβρη

τις καλοκαιρινές σοδειές/

σε ροδαλά σπίτια γκρεμίστηκαν τ’ όνειρα

κι οι άπιαστες φροντίδες των τοίχων

δεν πρόσεξαν πως ένα ευκαλύπτιο όρος

σαν συννεφιασμένο σκουληκάκι

χτίστηκε πάνω στο φεγγάρι

συγκρατημένο από φλοίδια βρύσης/

οραματιζόμασταν ασήμαντοι Έλληνες

μια συγκομιδή φυτών μεσογειακών

δαγκώσαμε τις ψυχές μας

γλιστρήσαμε πάνω σε μπαλκόνια ουράνια

αντικρίσαμε το πιο μικρό κι ασήμαντο φύλλο

σπείραμε τη λιγότερο ανίδεη σοδειά

εκείνη της ΣΟΦΙΑΣ

κι ότι χάσαμε ούτε καν το είδαμε

πίσω μας ν’ ακολουθεί.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


IV (Σελ. 92)

“ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟ”

Πώς ήξερες εσύ

κοριτσίστικο μου πρόσωπο

φαγωμένο από τα

ερωτικά παιχνίδια

πως το μέλλον θα ‘χει

επτά δάχτυλα;/

σοβάδες θάλασσας και καραβιών/

προλέγεις και χορεύεις

μάγισσα δεμένη στα παραμύθια

καρφωμένα πάνω σου

τα παλιά φίδια/

κι οι τοίχοι δακρύζουν

σημάδι ότι κιτρίνισε

του άγιου τ’ όνειρο/

πότες κρεβάτια

χαρακωμένα από

άγνωστους θανάτους

κι άλλοτες λουλούδια

απότομα άνθη της μητέρας/

τρομάζει τώρα το τάμα

κι ο Μεγαλέξανδρος

μεγαλώνει κι άλλο

σαν παιδιά συννεφιασμένα

του μιλάνε οι δικές μου μοίρες.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


V (Σελ. 93)

“ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΣΑΡΚΑΣ”

Βαδίζει κάποιος που μασά

μαστίχα ερωτική

ανέγγιχτος πάνω στα πεύκα

ανάσα ύπνου/

γυρισμένος βρίσκεσαι πια

πίσω στη μάνα σου

η Οδύσσεια της μήτρας

μέσα σε υγρές φωλιές

ξαναγίνεσαι ο

αβάσταχτος Παράδεισος/

σακιά σώμα

ποτισμένα με ηλιοκούκουτσα

βαδίζεις ονειρευτός

κι απόψε σφίγγεσαι ίσως

σαν έκρηξη τέλους/

χώμα ο κόσμος πάλι

κι η μεγάλη Ελλάδα

ησυχασμένη στα

αναμάρτητα σκυλιά/

ξύπνησες και τι θα πει

το κυπαρίσσι που πεινάει;

και σε ξεχνάει/

φυτείες πατρικές

κι εσύ έκοψες

ένα κομμάτι σάρκας

από τον ουρανό.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

VI (Σελ. 94)

“ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΜΑΣ”

Με το τραμ

να συγκρατείται από τους

λευκούς αλλιώτικους χειμώνες

της Ελλάδας

πόσες φορές ξημέρωσα

ξενιτεμένος και διψασμένος

για κείνο το πρωινό

που δίχως να βρει ο ήλιος φως

με  ξάφνιασε

φωτίζοντας μας έτσι  στραβά/

δικό μου πράγμα άραγες

μικρό κι ελάχιστο

αυτό το αμάραντο τοπίο;/

και πόσο απερίσκεπτα

η γλώσσα που αγαπούσα

μου δόθηκε γιομάτη λέξεις

θανάτου και γέννησης

έχω μάθει λοιπόν

κάμποσες φορές να συγκρατούμαι

κι άλλες τόσες νοσταλγούσα

με κάθε βλέμμα

ότι δεν έζησα εδώ

στην Ανατολή/

σε αγάπησαν οι αμυγδαλιές

ως τα πικρά νερά τους

κι η γριά πέτρα

ερχόταν πρώτη να σου φέρει

χόρτα και κυπαρίσσια

ήξερα πως θα με ταΐσεις

τη πείνα του ουρανού.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


VII (Σελ. 95)

“ΟΠΩΣ ΕΖΗΣΑ”

΄Ετσι ανάλαφρα όπως έζησα

σταματώ, γυρίζω…

και πηγαίνω πίσω

σε κάτι χρόνια

που δεν είναι να ‘ρθουν/

δυσανάλογος ο ήλιος

που γεννήθηκα

μοιάζει σαν θλίψη

θανατόχρονη

κι ας μου ‘παν πως

τέτοιο θαμπό πάθος

έχει μονάχα ο μπλε ψαράς

αχώριστο ήταν το τέλος μιας βάρκας.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

VIIΙ (Σελ. 95)

“ΑΙΩΝΙΑ ΑΞΙΑ”

Οι γκρεμοί μου

την ώρα εκείνη του ονείρου

φτάσαν ως τα ξημερώματα/

κοντά μου ποιά είσαι εσύ που πέφτεις

και σκηνοθετείς μες το σώμα

θανάτους ανθρώπων;

κάποτες ακούγεσαι

σαν ανάσα μοίρας

πολύπνοη

κι άλλοτες αντικαθιστάς

στα πουλιά

μ’ ένα πέταγμα τραγουδιού

τα φτερά και τη ψυχή τους/

χθεσινά φύλλα

βρίσκω δίπλα σου

όταν είσαι μόνη

και βαραίνει

βαραίνει αλύπητα

ότι ίσως ως τότε

μας είχαν αφαιρέσει

οι μεγάλες περιπέτειες των θεών/

η πιο ανέγγιχτη στιγμή

σε γέννησε

μες τη κοιλιά μου

τόσο που να ‘χεις τώρα

πεταλουδίσια ηλικία/

ξεραίνονται οι νύχτες

και φτωχαίνει η άνοιξη

κι ας είναι φωτισμένη

από δεκαοχτώ σκοτάδια

και κάμποσα αζύγιστα θαύματα

εγώ ούτε σου ‘ταξα

την αιώνια αξία των ζώων

μήτε κάποια δήθεν τυφλωμένη

αθωότητα φύσης υψωμένης

ως τους χαρταετούς/

“πεθαίνω σαν βουνοκορφή”

μου είπες

κι εκείνη την ώρα

χίλιοι ποιητές

ξημερώθηκαν στα χείλη σου απάνω

που τα σκουραίνει

το γρύλισμα του ουρανού/

εγώ κι εσύ γνωρίσαμε

μονάχα ένα σώμα

σφαδάζει εκεί μέσα

ο έρωτας

συνταιριασμένοι στον ύπνο

γνωρίσαμε πως κάποτε

ήμασταν λύκοι.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

 


 

VIIΙ (Σελ. 95)

“ΣΤΟ ΚΡΕΑΣ ΜΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΕΝΟΣ”

Σάπιζα

σε σύννεφο ακτινωτό

μπηγμένος

μ’ έχει αποκλείσει

τούτη η στιγμή/

παίζαμε μπάλα

περιστρεφόμασταν

γύρω από τις ώρες

κι ο κόσμος μου

ας εφαρμόζει

σ’ ένα σκουλήκι μουριάς/

έξω τι;

σφιχτοδεμένη μουσική τέλεια

μουδιάζω το τραγούδι

και βουβαίνομαι/

στρέφομαι στο κέντρο

μιας παχύρευστης κίνησης

μπουκώνει τα πάθη η ζωή

και με βαριά φωνή κυλάω

στο κρέας μου αποκλεισμένος.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΜΙΑ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝΜΕΓΑΛΕΞΑΝΤΡΟ” (ΣΕΛ. 71)

 (09/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΣΕ ΣΠΡΩΧΝΕΙ Η ΠΑΛΑΜΗ”

Μας κατάκτησε έλεγες η θάλασσα

μικρή άβυσσος ο βυθός της/

ξύπνησες σαν αμαρτημένος θεός

κοιμισμένος στ’ αστέρια

όπως ο γέρικος τούτος κόσμος/

γεννήθηκε η πόλη

χωρίς ούτε ένα θαύμα

όπως η νύχτα σήκωσε

τα βουνά και τ’ άφησε

να κρυφτούνε

πίσω από τις θυμαρίσιες πέτρες/

περιέγραψε μου σε παρακαλώ

με σιγουριά

ένα άλογο θλίψης και σύννεφου

αναχωρητής είμαι

και σε κοιτώ να μεγαλώνεις

πόσο τέλειος είναι ο κύκλος

των άστρων/

κλεισμένος σε κάποια αυγή

αναγάπητη

μάγισσα ανθισμένη

αφοσιώθηκες

στα καταδικασμένα εκείνα λουλούδια/

διάττοντες ήταν όλοι οι ύπνοι

κι οι αμαρτίες

του Μέγα Αλέξανδρου/

ξέχασες να μου πεις

πιο θεϊκό σχέδιο

είναι ριζωμένο

στα αγγελικά φύλλα/

ξύπνα, πλάσε τραγούδια

έμεινες πίσω

όπως οι κάκτοι

αγγίζουν το κρίνο

και χάνονται/

φυτά κρύβεις καρπερά

κι ανασαίνεις

η εξαφάνιση της πιό

ωραίας σου κοιλιάς/

σταύρωμα ζωής

πάνω στο ξημέρωμα

πριγκίπισσα ελπίδας

άνθος μαλακωμένο

στις βελόνες/

στρογγύλεψε η καταιγίδα

τα μυρμήγκια/

πεύκα απροστάτευτα

κι αστροπελεκισμένα

σ’ ευχαριστούν

που τράβηξες από πάνω

τους τον καιρό/

τραβάω (ολομόναχο ερπετό)

στο πέλαγος και τους βοριάδες

εκεί θα με συναντήσει

κάποτε η τρέλα/

τέρας η ευτυχία

κι εγώ σηκώθηκα και ξεσκλαβώθηκα

επίμονα κρατούνται

τόσο κοντά μου

έντομα κι άνθρωποι

ζήτησα να με φέρουν πίσω στο χώμα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΤΙΓΡΗ” (ΣΕΛ. 61)

 (09/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

Ι (Σελ. 61)

“ΔΙΧΩΣ ΦΥΛΛΑ ΚΑΙ ΠΟΔΙΑ”

 Ότι κι αν με αγγίζει

σηκώνεται το νύχι

και σιωπά/

τρυφεροσύνη τίγρης

άκου την πως τοποθετεί

τα μυστικά

σ’ αέρινους χρόνους

κι έπειτα με το τέταρτο της πόδι

ακουμπισμένο στα μεσάνυχτα

διψά για δροσερό ξημέρωμα/

σταμάτησε ο κύκλος

και πήδηξε στο κέντρο

μιας μουσικής/

όλο και κατεβαίνει

η βροχή

στάλες από χώμα

συνοδευμένη/

φως συντροφευμένος είσαι

και τίγρεις

που διάλεξαν την εξαφάνιση τους/

ακολουθήσαμε ότι φοβόμασταν

ξεχασμένοι σε τοπία

νυχτερινού έρωτα/

ήμουν απλά η λεία σου μάνα/

ελαφροπερπάτητες φωνές ζώων

ο λήθαργος σκύβει

και πίσω του ξεδιπλώνονται

τ’ αστέρια/

σε θάλασσες νοτιάδων

χτίσαμε τιγροφωλιές/

άγνωστα μάτια είχες

κι ας ήσουν ωραία

πέρα από το φεγγάρι

πάντα τινάχτηκες

έρχονται οι κινήσεις σου

κι όμως δίχως

φύλλα και πόδια

η μέρα μας μοιάζει.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


ΙΙ (Σελ. 61)

“ΩΣ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ”

Πόσο τρελός είναι

ο θάνατος

να μας κρατά ολονυχτίς

με ορθάνοιχτα τα μάτια/

βυζαίνει γάλα ο λαγός

(άστρο των νεκρών)

διασκεδάζουν οι τίγρεις

καθώς πεθαίνουν

κρεμασμένες

από το μαστίγιο

του μάγου/

θαλασσινές σταυροφορίες

η καυτή άμμος

σε σπρώχνει ορίζοντα

σε κλίματα ψυχρά/

μαργαριτάρια κρατά

στη παλάμη η γάτα

κι εδώ που στέκεται

ξαγρυπνούν οι μέρες της/

μας φέρνει χιόνια η Σκωτία

ανοιγμένα

και τραβιέται η παλίρροια

πηγαίνει να ευλογήσει

εσάρπες

και ψοφίμια γαϊδουριών

μεταθανάτια/

ανεβαίνει ο ιππότης

χωρίς δόντια

ξεχασμένος βασιλιάς βράχων/

γιόμισε ο ωκεανός

ερείπια και

γκρεμισμένα πουλιά/

εκκλησιάς κοχύλια

αόρατα κραξίματα τίγρης

ο ερχομός των πέτρινων νυχιών

και μια νεογέννητη ακτή

θυμωμένη

σαν τεντωμένο φύλλο

και κύμα μάγισσας/

παλιό ένστικτο η σοφία

κι οι φοβισμένες πηγές

αγιασμένες πάντα στο άστρο

κούρσεψαν τόσα πράγματα/

χάδια βιολέτας, στεριές αγίων

λειτουργημένες

σε κάποιας τίγρης τη ζέστη

κλειδωμένες στα χιονισμένα περβόλια

που αμίλητες ανθίζουν/

θήραμα η έρημος

και φύκια ουράνια

ζυγίζουν δυο κομμάτια καταιγίδας/

και κάπως έτσι άραξε ο Μάης

στις ζεστές μέρες του χειμώνα/

μονάχοι οι βράχοι κι οι ταφόπετρες

φτάσαν ως την άκρη του κόσμου

και τόσα χτυπημένα πλευρά

που ‘χει η τίγρης

μετρά χίλιες κορφές γέννησης

απόκρημνης νιότης ο θάνατος/

κι ένα ελάφι

σχισμένο αστραπές

έμεινε πάλι

στο ακύκλωτο κέντρο.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ” (ΣΕΛ. 64)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΒΗΜΑΤΑ ΩΣ ΤΗΝ ΑΛΛΗ…ΥΠΑΡΞΗ “

Ο επίλογος της μνήμης

ξεχωρίζει από λίγα όνειρα

τους αγέρηδες εκείνους

που κάνουν τα πράγματα

να γυμνώνονται/

κλείνω στο χέρι

φοβερούς καιρούς

ποιά φωνή κυκλωμένη σιωπές

με ντύνει άφωνους κόσμους

και χρόνια ακίνητα;/

κυκλωμένος δάκρυα

σου περιγράφω τις

μισητές εκείνες λέξεις:

έρωτας (κιτρινισμένος)

(τυφλή κι αδύνατη) αγάπη

μεταπλάθω ονόματα/

μοιραζόμαστε τις

πρωτογκρεμισμένες μας εποχές/

κάποτε βρίσκουμε

στην αρχή της γέννησης

μια αφορμή θανάτου

σημειώνουμε εκεί

πάνω σε μια μέρα συνηθισμένη

ότι ώρες σε περιέβαλαν

ηρωικές μικρότητες

πλαγιάς τρικυμισμένης/

μονάχα φαντάσματα

είναι κρυμμένα στο χώμα

τότε πηγαίνω ζώο πρισματικό

προς την ευδαιμονία

συγκεντρωμένος θάνατος

υπάρχει πάντα

πολύς ή λίγος

δεν έχει σημασία/

οι θεότητες κρυώνουν

και κινδυνεύουν

μ’ ένα μονάχα πανί

ν’ ονειρευτούν/

στους αμείλικτους βοριάδες

φυγή ο νοτιάς/

πόσο παράλογη είναι η όραση

που άοπλη πηγαίνει προς το φως/

εξήγησε μου σκουλήκι

πώς αλλιώς θα ονειρευτώ

άυπνος

βαθιές εικόνες

μετουσιωμένες

σε ζωική πείνα

είμαι άραγες μία απάτη;

σε παρακαλώ μην απαντήσεις

αυτή μου την ερώτηση/

όταν όλα θα ‘χουν εξηγηθεί

κάποιο βίωμα στο κάθε τι καράβι

ψεύτικο άγγιγμα θάλασσας

υπάρχει πάντα

κι εγώ πηγαίνω/

ένα μονάχα συγκεκριμένο κύμα

κάποτε κάποιος μου έφερε

μια γνωστή φωνή

ασύστολα εφηβική

κλαίουσες ποιητικές ανάσες

σε μα άλλη διάσταση/

να μην υπάρχω

μισός θλιμμένο ψάρι

τίποτα λιγότερο και πιο δύσκολο

τάχτηκα κατεστραμμένος

θα συντριβώ σε μια επικράτεια έρωτα/

κάτω από το ποτάμι οι γύπες

φιλτραρισμένοι βραδινές σταυροφορίες

υπάρχουν, ομαλό φως ζωής

μα τι πιο δυνατότερο έφερες λοιπόν;

βήματα ως την άλλη…ύπαρξη.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΚΠΑΤΡΙΣΜΟΣ” (ΣΕΛ. 44)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΜΕ ΠΡΟΣΤΑΖΕΙΣ”

Έχει διαλέξει πουλιά πολλά η μοίρα

να μ’ ακολουθήσουν

σε τούτες τις πλατείες

θάλασσες σκούρες φτερούγες

σμιλέψανε αγάλματα κι ουρανούς/

στάζει η νύχτα μέλι

κι οι ολάνυχτες παλάμες σου

μεσημεριάτικου έρωτα παράθυρα

αντιφεγγίζουν/

εκεί στ’ αλώνια

μη φοβάσαι γιασεμί

ξελογιάσου

χωράφια στάζουν τώρα τα μαλλιά μας

κι οι κουρασμένες πλάτες των δένδρων

με μανία φωσφόριζαν πανσέληνο/

κορμοστασιά αλλιώτικη

μαλλιά παπαρούνας

φαντασμαγορική μέθη

φτάνουν δύο άστρα εφηβικά

και στάχυα πολλά

για να βασιλέψουν οι ψυχές/

ολόστητες γιορτές

θάλασσες του Αυγούστου

σας έντυσα χειμερινά ενδύματα

ξαναγεννήθηκα σαν ψάρι

που τρέμει μη τυχόν

το αγκιστρώσω/

ιέρεια μανία

με προστάζεις γράψε κι ένα

και δύο και τρία ποιήματα

μου λες τι άλλο προτείνεις;

λατρευτό δικό μου δένδρο/

συναπάντησαν οι δρόμοι

έναν ουρανό

εκεί που εσύ εσπερινό κεφάλι

ξέρεις γιατί βαραίνει

κρινομπούμπουκα

ο Σεπτεμβριάτικος

τούτος τόπος/

αναπάντητα κρασιά ηλιοτρόπια

ανάσες αναριγούνε/

κι ας αναλάβει ο κόσμος κάτω

από τα κίτρινα τέρατα

να μην τρελαθεί το χώμα

θα σου φέξει αρμύρα αηδονιού

και κυπαρίσσια ριζωμένα

στα φεγγάρια/

έτσι το κάθε δάχτυλο θρηνεί

αφού είναι βασιλική

η ώρα της υπόστασης/

χειμωνιάτικες δάδες

γεφυρωμένες αγάπη

ξενιτεμένα ζώα

κυνηγάμε τους ανέμους

και μια άχνα Ανάστασης

μουρμουριστά πέρασε

ανεβαίνω τώρα…ακολουθία….

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΠΟΧΗ ΟΝΕΙΡΩΝ” (ΣΕΛ. 55)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΠΕΡΙΠΛΑΝΙΩΝΤΑΙ ΚΑΙ ΤΡΕΛΑΙΝΟΝΤΑΙ”

 Ένας καημός ανέμου

φορτίο ονείρων

που αποκοιμήθηκαν

ταξιδεύουν οι νύχτες

κι οι καημοί

σ’ εποχές αλεπουδίσιες/

φώλιασε η φωτιά

μια σαϊτιά προσευχής ήταν

μαντεία γέννησης

ποιός θα τολμήσει

να πεθάνει πρώτος;/

πια οι γαλαξιακές συκιές

βαδίζουν ολόισια

μπρός και πίσω

αιχμηρής καλοσύνης

κι αήττητο το κενό/

θύελλες, αστραπές, στερήσεις

όλοι μας ανιστορημένοι

γεννηθήκαμε

στο αδύνατο

τι άλλο εκεί πέρα μακριά

μοναχικό σαν ποίηση

μας χαμογελά;

κι εμείς αστερισμοί λήθαργου

παλιές μορφές ύπνου ξενυχτάμε/

ξύλινα νερά ανεπαίσθητα συννεφιασμένα

κινούμαι με τη βοήθεια ενός ανέμου

που καίγεται/

σε σπίτια ζέστης βασανισμένη

η υποχθόνια καρδιά της πάνινης αγάπης

κούκλες ελπίδες

καρφωμένες σ’ ότι ξεχάστηκε/

κι ο χρόνος μας υποσχέθηκε θάνατο

γλυκιά συντροφιά ήσουν

ακολουθώντας τις ροδιές

ανταλλάσσαμε ερημιές και θλίψεις/

για όσους περιπλανώνται

και τρελαίνονται

η χαρά τους χαρίζει

αρρίζωτες λεβάντες, καλαμιές,

εφιάλτες εποχιακών ονείρων

κι ο ουρανός καρφωμένος

στο λάβαρο απάνω.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΠΟΧΗ ΝΕΡΩΝ” (ΣΕΛ. 54)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΑΠΑΛΥΝΟΥΝ ΛΙΓΟ ΤΟ ΚΑΚΟ”

Μια καταιγίδα από πουλιά

διήγηση κραυγής

με τι ευκολία κλείνονται

τα βραδινά νερά

στο πέτρινο λιμάνι/

η αυγή της σιωπής

που ‘χασε τη κάθε

θαλασσινή κίνηση

γνώριζε πολύ καλά

πως όταν τα ψάρια

κατεβαίνουν στο ακρογιάλι

είναι πιασμένη η αγάπη

σε δίχτυα ειρήνης

και πλεούμενα σώματα

λευκά, ξανθά/

δειλινό μαλλιών

κίτρινος ο καλόγερος

πατούσε στα

μαυλισμένα μυστικά

της Σελήνης/

ευνοϊκά πρόσωπα

φυτά καθώς ανανεώνονται

ακίνδυνος βάλτος

ο φωτεινός ορίζοντας

αλλά ατίθασος τόπος/

πέρασμα χειμάρρων

η νυχτερινή επιφάνεια

μιας νεράιδας/

έντομα βλασταίνουν

στις αμφίβιες στέγες απάνω

μένουμε πάντα στην βροχή

κλαδιά άμμους

ωραία καλοκαίρια

μα εκδικητικά/

οι αρπαγμένοι νέοι στη Κολομβία

στρώνουν άρματα

κι απαλύνουν λίγο το κακό.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΤΡΕΙΣ ΕΠΟΧΕΣ, ΕΠΟΧΗ ΞΥΛΟΥ” (ΣΕΛ. 53)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΣΑΣ”

Να γεννηθούμε από σας πατεράδες

σοφά περβόλια

ξύλινοι ορίζοντες

μυρίζουν κι ανθίζουν

οι πρώτες τους ώρες

χαράματα ανθισμένα πτυχές/

κι ο αέρας μες τα σπλάχνα

χίλιες μοίρες και ζωές

ζωγραφίζει/

κορμοί καρδιάς

πηδούσαν τα δάκρυα

να καταταχτούν στο στήθος

πλάθουν μ’ αλέτρι σύννεφα

και σέρνουν μοσχοβολητό άστρων

σε κάποιο σύδεντρο σβολιασμένο/

μαζεύονται οι εκκλησιές

ως τη σιωπή

και βρέχει αετούς το αίμα/

πόλεμος κατά δύναμιν

στα μαντριά, στους ουρανούς

κι ας ξεδιψάσετε ζώα με νύχτα

πριν σας δώσω ξέφωτα

στημένα στα φεγγάρια/

μάχονται και πλαταίνουν

οι νομαδικές θρησκείες

εγκατεστημένες

σε μια ξύλινη παρουσία παιδιού/

χωροστατούν οι μοναχικές πόλεις

στις απερπάτητες ώρες

σ’ άγρια μαύρα μάτια

ακόμη υφασμάτινα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΙ” (ΣΕΛ. 49)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΑΤΕΛΕΙΩΤΑ ΦΩΤΟΣΚΟΤΕΙΝΟΣ”

 Υποσχέθηκα στους αγγέλους

σύννεφα βάπτισης

λαμπάδες ευαγγελίστριες

χαντάκια φεγγαρίσια

και μια μέρα που στον ουρανό

νυχτερινή προσεύχεται/

πλάσματα είναι και τα νερά

γεννιούνται στο γλυκό πανωχείλι

ακουμπούνε σε φύλλα φθινοπωρινά

κι ανθίζουν αιθέρια χρώματα/

ανεβαίνω εγώ ο ευαίσθητος προάγγελος

θανάτου και λίγων ημερών

ως τα περβάζια της μεσημβρίας

ριζώνουν οι ανατολές

σ’ άφωνα ψύχους πουλιά/

στέκονται οι κατοικίες κυκλωμένες

απ’ τους χειμώνες

κι ο φετινός σοφός

λουλουδιασμένος χαμογελά/

άδηλα και γενναιόδωρα

 χλομιάζουν οι εποχές

και βαίνουν σ’ ένα γκρεμό

ανεπίστρεπτο

όπου δεν φτάνει εκεί

ούτε ο ανώνυμος

έρωτας των ανέμων

έρχεται στις στέγες

ν’ εγκατασταθεί με βία

συνεσταλμένα ειρηνική/

απόμεροι σταθμοί καραβιών

σκιές φυγής

κι ο ευκάλυπτος σεμνός

γιομάτος γωνιές από νερά

αγγίζει τα παραμυθένια καΐκια/

οι φωνές των βαγονιών

δεν φτάνουν ως τους

τρελούς τραγουδιστές

πράξεις γεννημένες στη φωτιά

επαναλαμβάνονται

κι η καλή στάχτη

της ελεημοσύνης

μελετά πόσο γενναίος

είναι ο φόβος

κάποιας οργισμένης νύχτας

χτίσματα λιποψυχίας

ο ανθρώπινος πλούτος

γνωστές κινήσεις ταχτικής/

ψυχή από χαράδρες

ο οργασμός πουλιών

κυκλικής γης/

ποταμόδρομε εγκαταλελειμμένε

στα ερωτευμένα χαμομήλια

παραδομένος σ’ ένα δύσκολο θάνατο

αγγίζω μια γυναικεία αγάπη

καθώς επιμένει απλά και τρυφερά

να φτάσει ως εκεί που ανοίγουνε

οι γιορτές της ευφορίας/

οι αυτοκράτορες

στους αγρούς ευωδιάζουν/

επιστρέφουμε όλοι στα ηλιοβασιλέματα

πηγές φαντασίας, πάθη βασανισμένα

προπορεύονται φύλλα κι όνειρα

προσφορές νέων πραγμάτων/

ετοιμάζομαι όπως ένα εύθραυστο πεύκο

να συνορέψω με τη θάλασσα

αναχωρώ στις χοές του Μάρτη/

ελαφροπετάλουδοι καρποί

λυπητερές αναθυμιάσεις

παλαιών αντικειμένων

ανταύγειες μετάλλου

ξεχασμένου στα θυμάρια/

θυμάστε λουλούδια

πως απάνω σας οι ουρανοί

χαράζουν λιωμένες αυγές;/

μακρύς λαμπάδας ο δρόμος…

ατέλειωτα φωτοσκότεινος…

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ ΜΟΥ” (ΣΕΛ. 46)

 (10/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΕΡΧΟΜΑΙ ΕΔΩ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΦΤΑΣΩ ΠΟΤΕ”

Ωκεάνιοι κύκνοι

απομάκρυνση μονοπατιού

πέρασες στο φως

κι έχασες την τέλεια όραση

σκοτεινές εκκλησιές

γιορτές πέρα απ’ τον θάνατο/

πλαγιές μέρας

εκεί υποφέρουν

οι αετοί στα

προσκυνήματα τους

κι ο χρόνος μου

ήταν δασωμένος φτερά/

στη πέρα μεριά της Ανατολής

δαιμονικά κι αγκάθια

σε θορυβήσαν

σκλήρυνες μέσα στους τάφους/

μενεξεδένια χελιδονόψαρα

ωραίες γραμμές καλαμποκιού

κι ο ήλιος αλλάζει αγέρα/

περιμένω το πράσινο άγγιγμα

στις τελειωμένες πορείες μιας πέτρας/

παλιά ανταύγεια νερού

νομίζω πως ήμουν κάποτε

άνυχο παραμύθι

στο κέντρο της αδελφότητας

ζώων ισημερινών/

πάντα βρίσκω χαμό

σε τούτες τις λίγες και κουραστικές

γήινες ιστορίες/

γλιστράει με κόπο ο λύκος

σιγάζουν κρατήρες και κορφές/

χαλούν οι προφητείες

χωρίς όνειρα

πεθαίνουν οι ανάσες μου

στο σκοτεινό λαιμό σου

και φέρνουν πουλιά

ή μάλλον θ’ έλεγα

κοινωνίες πουλιών

ως την αυγή των αστεριών/

παλαβότατα μικρά

της πείνας τσιμπήματα

τρύπωσαν με φαντασία

στο θαύμα

και μια τρίχα

από σούρουπο

γυμνωμένη σε κρύα στρείδια

περίμενε ίσως να διψάσει/

χλιαρό ερπετό μοναξιάς

τρέμει η απάντηση

ανάσα τραγουδιού

κάποια δύση καλή

θα σκορπίσει μυρωδιές

ήλιου

παντοδύναμη αναμονή

σιγομιλάς μου λες

πως είναι

στραβός πλανήτης η γη/

κι εγώ έρημος τρελός λύκος χαμηλοτάβανος

τρομάζω τις θάλασσες

γεμίζοντας τες άμμο κι ελπίδα

πηγαίνω στα πίσω μου πέλματα

απλώνομαι όπως ο καιρός

σε μια παραλία/

κι ας μένει η άνοιξη

προδομένη

εγώ έρχομαι εδώ

 που δεν θα φτάσω ποτέ

κουρασμένος απ’ τις αμυγδαλιές

υδάτινα νεαρός/

στρώνω στην έρημο

παλιά ταξίδια απροσκάλεστα

και σκιές μοναχικών αετών/

πέρα απ’ τα βάραθρα

με προσκαλεί ένα χώμα

όμοια κιτρινωπό

όμως μοιάζει

σαν στάχυα, καθρέφτες, χελιδόνια

και μέρες βυθισμένες/

ακροθαλασσιές παρασυρμένες

στην αγιοσύνη

πόσα ωραία θαύματα

δύσαν απαίδευτα

σε σκληρούς βορεινούς ανέμους

πολλούς

κι εγώ φεύγω στους ουρανούς

έτσι με τη γη αγκαλιά

ή κι ας είναι προσκεφάλι.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΡΙΧΑΡΔΟΥ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΚΑΡΔΟΥ” (ΣΕΛ. 36)

 (12/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΚΑΙΝΕ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ”

Βίαιες κινήσεις περιστεριών

και πληγωμένα σύννεφα

στα κρυφά δάση βρήκα

σήμαντρα από σταφύλια

κι οι πηγές σε καλοκαίρια και βροχές

μεγάλωσαν

δίχως τη πανοπλία του καιρού/

σκιερή παλάμη είχε

εκείνος ο ποιητής

έσφιγγε βραδινούς περίπατους

η λεοντόκαρδη γροθιά

γεννήθηκαν οι καρδιές μας

κι έφευγαν πληγωμένες

κι ακολουθούσαν θάνατοι πολλοί

σαν θυμωμένες βρύσες/

κορίτσια αρπαχτικά

μα αθώα χωρίς σφιχτό στήθος

μπολιασμένα αγάπη

μεγάλα πουλιά βροχοσταλίδας/

πριν τις άγνωστες αλλαγές στη γη

μια περιπέτεια ιστορική

προσεχτικά φορούσε κράνος/

κι η μακρινή θάλασσα

γιομάτη μαργαριτάρια ξένα

και κήπους

χάθηκε

άκου λίγα πρόβατα

πως πενθούν τους νεκρούς σου

πόλη/

δεν έχουν ανάγκη τα νεκροταφεία

τούτη τη φορά οι μελλοθάνατοι

αφού σύντομα θα ξαναγεννηθούνε

μέσα από στενά παράθυρα

μονάχα μεγάλωνε ο βορεινός Ριχάρδος/

πριν φτάσουμε ως τη καλοσύνη των δέντρων

ήδη ήμασταν γεροπλασμένοι

βραχίονες ματιών

κι ήλιοι δακρυσμένοι κρασί/

πέρα από τις κνήμες σου αιωνιότητα

δεν υπάρχει τίποτα άλλο

παρά λευκό ζωγραφισμένο γκρίζο

κι οι κοριτσίστικοι άνεμοι

μας μάθαιναν ιστορίες

παλιές μορφές αλόγων/

οι ινδιάνοι περήφανα

έκαιγαν τις ψυχές τους

στην έρημο

νομαδικά ηφαίστεια ταύρων

αγριοκόκκινα

και Μογγολικοί κατακλυσμοί

έρχονταν να πλημμυρίσουν τους θεούς

μ’ εκδικητικές φωνές/

σε πρόσταξα γλυκύτατα

ν’ ανοιχτείς ως τον ισημερινό

μεγάλη η κοιλιά του λουλουδιού

λιτανείες χρημάτων

γυαλίζουν τα σφαγμένα ζώα και μορφάζουν

ενώ εσείς καμωμένοι σφάχτες

αγοράζετε κραυγές πουλάτε/

φυλές αγαπημένων έρχονταν

και χόρευαν γύρω μου

πορευότανε η γνώση

θεμέλια φιδιού/

περνούσαν οι περιπλανήσεις

άμφια τέρατα

αυτοκρατορίες μέγα πόλεων

όλοι συμβιώνουν, συνταράσσονται

κι αργούν να γεράσουν/

τα παρηγορητικά κορίτσια

μακριά στους πάγους

ο μίνι Αλέξανδρος

έπλεκε φωτιές

και στρατιωτικά γαρύφαλλα

βαθυγάλανες αυτοκρατορίες

εταίρες της Ανατολής/

Ιταλοί τραγουδιστές

στερημένοι από γερατειά

και χειμωνιάτικοι ορίζοντες/

εκείνη η θάλασσα απαραίτητη

όσο και μια γυναίκα

ήταν απλησίαστη/

αχ λαχάνιαζα

τράβαγα ασύστολα

ως τους φροντισμένους

έρωτες

μαζευόμουν, μίκραινα

λίγο άνθος συντροφευμένος

και τόξο θανάτου

λιγανθρώπινος

με οδηγούσαν πολύβουα κτίρια

προς τις πόλεις

και καβαλάρηδες τρέλας

θεατές που μυρίζουν

απειθαρχία

γλιστερά ντυμένοι/

πλήθη από αρχοντικές κυράδες

κι άλλες τέτοιες

ράτσες φρενιασμένων σκυλιών

παράβγαιναν ανατολικά

των ποταμιών

ζωγραφιές που μπλέκονται

σε μαντίλες

και κάπως έτσι

παρουσιάζεται βυθισμένη

η δύναμη της θάλασσας/

αρένες αγέρηδων

της κάθε μέρας

οι πόλεις

καμώνονται στην αρένα

πως ξέρουν αν οι δήθεν

βαριές ζωές βλαστίζουν

στα κυνηγάρικα πρόσωπα/

κι έτσι σκληραίνει η θύελλα

την προστατευμένη από αγάπη

ή ίσως κι αδιαφορία

παντοδύναμη ήττα/

σε πρόδωσε ο φόβος

κορίτσι γιασεμιού

κι απάτη του καημού

δειλές κορδελίτσες

χλιαρές οι φλέβες

σε τρυφερά δίχτυα πιασμένη

πεθαίνει ταϊσμένη ήλιους

μια θνητή κόρη

αμετανόητο σκυλί

που λάμπουν στην ερημιά

οι τόσοι τόποι

καθώς τους διέτρεξε/

οι ανδρικές πατούσες μου

σε μαγικά μονοπάτια

αναχωρούν

κι ας αρνούνται

να μεγαλώσουν τα βουνά/

άστρα πηγάδια και χαλάζι μήτρας

αστραποβροντούν

μια μήτρα χώμα/

κι εσύ θεός λεοντόκαρδος

κύρης Ριχάρδος

τράβα προστατευμένος

από την θλίψη σου

στη ράχη απάνω των αθάνατων

να συγκατοικήσεις

έφευγαν τα αρμονικά ποτάμια

μικρά κι ανήμπορα/

προδομένοι ήμασταν όλοι

κι όμως ένα

καθεδρικό ποίημα ανωνυμίας

μας νοσταλγούσε απειλητικά/

ανήμπορος θυμός

τ’ όνειρο

κονταροχτυπιόταν

κι αστοχούσε ο ύπνος

στη Πίστη που παζάρευε

δεν ξέρω κι εγώ

τι ερημιές και χτίσματα

ατελεύτητα

μοναχικός ο ήλιος

θαύμα πρωινού στόματος/

ωραία η ερημιά

κατάφατσα μου

περβόλια και σεισμοί

δημοσιά αγάπης

φωτιά όρκου

κι ότι έκανε

ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος

σωστό ή λάθος

κρεμασμένο τώρα στις πλατείες

σαν αγαλμάτινα μαλλιά/

κι η αιωνιότητα μιας νίκης

φώναζε:

είναι τσιγγάνικος αυτός

ο έρωτας ο ανθισμένος

στην αμυγδαλιά

που μυριάδες σταυροδρόμια

τρυφερότητας

σου υποσχέθηκαν

αρραβωνιάσματα κοριτσιών μαυριδερών/

κόρη τρομαγμένη γυναίκα

γέννησες καχεκτικούς θεούς

οργή των γιών σου ανατριχίλα/

κι είναι τυλιγμένη γελοίες κορδέλες

η μήτρα αυτή

δημόσιους αγώνες

έκανε η αγάπη

ναύλωσε σύννεφα

της Ελλάδας

δειλινά

τράβηξες καΐκι

αγγιγμένο άνθη

στο ακρογιάλι μιας σιωπής

δειλή μέρα κι απροστάτευτη

ώριμο πρωινό

ρόδι ουρανού και θάλασσας/

νησιά πλασμάτων σκιερών

ανώνυμα αρχαία

θριαμβεύουν στα ρέματα

κι ανοίγουν φτερά

οι δρόμοι της

καλοσύνης/

γλυκές ροδοδάφνες

η πλώρη σου

αγαπημένη μου κοπέλα

με καλούσε σε λιμάνια

που περίμεναν ακίνητα πρόσωπα/

φως, ώρες και συκιές θανάτου

γεννιόμασταν και προσπερνούσαμε

με βήμα αργό τον νεκρό χρόνο

καλησπερίζουμε/

χέρι βραδινό είχες

κι έδυες κουρασμένη

καλοκαίρια

και καθώς αποκοιμιόσουν

γινόταν ο Χριστός αγκάθι φιλικό

απλωνόταν

άνθιζε λίγο καλό

στους κήπους ματιών αιωνιότητας/

η γαλάζια γύμνια σου

βγήκε κι ανέβηκε

στη πίστη

πιο πέρα οι πέτρες

πληγωμένες σαν πεύκα/

κάποια σοδειά

ουρανού κι ήλιου

ξεστράτισε

αφήνοντας μυρωδιές

λαχτάρας στα θαμνόδεντρα/

λεύτερες κραυγές

σε ρίγος χωραφιού

απάνω αφημένες

συνάντησε η θάλασσα

καράβια, γέλια και βουνά

πίσω της

η κάθε κίνηση

μικρή θεά θύελλας

στάθηκες κονταροχτυπημένη

στο νερό

γύρω σου

θυμωμένος ο κόσμος/

ημέρεψες και βαπτίστηκες

χωρίστηκες

σε αλώνια, αναμνήσεις

κι Αποσπερίτες

άκου μένουν πια ξοπίσω σου

μακριά

χαμόγελα σιωπής

προγονικοί άνεμοι πουλιών

αμπέλια φαντάσματα από

μανταρινιές κι ελιές

κατά λάθος έστριψες

στην επιστροφή της σκιάς σου/

χάθηκε λέει η ελιά

ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος

ποτισμένη και κλεισμένη

σε μια τοποθεσία

ανεκπλήρωτου ουρανού χρυσάφι

αερικό ονείρου

κορίτσι μάντισσα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “ΛΑΦΙΚΤΟΣ” (ΣΕΛ. 31)

 (12/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΕΤΣΙ ΑΠΛΑ  (διακρίνω μια αίσθηση από μονοπάτι)”

Έτσι απλά οι μεγάλοι ελέφαντες

απόκτησαν νύχια και ψυχή

μου έλεγαν εκείνα τα ζώα

όρνεα του Απρίλη/

βρέχει σπλάχνα και θολούς ανθρώπους

απόψε

κανονικά η σφίγγα θέριεψε

παλιά ευωδιά Κενταύρου/

κορμοστασιά μυρμηγκιών

διακρίνω μια αίσθηση

από μονοπάτι/

έτοιμη για οτιδήποτε άλλο

εκτός από την μεγάλη Αναχώρηση/

αγέρωχα οι κουκουβάγιες

με περιγελούν

μοιράζουν μάτια και πουλιά/

μένουν οι γυναίκες στις πλατείες

να θρηνήσουν

ψήνουν φωτιές κορφές

που τρεμοσβήνουν

γύρω μου λόφοι και δημοσιές

ανεβαίνω σ’ εκείνο το θηρίο

που άνθρωπο το λέγαν/

θυμιατό τροφής η πείνα

τώρα μόλις κάτι σημαδιακό

ρίζωσε σαν δασωμένα κλαδιά

σε τόπους εκεί

συμφιλιωμένης νεροποντής/

βραδινή χαρουπιά

τ’ όνομα σου ονειρευόταν περπατήματα

από γέρικα μα γερά γόνατα

λαφικτοπετάγματα

κι άλλα τέτοια

μονάκριβα αυτιά πουλιών/

τοπία ζεστά και μαλακά πρόσωπα

σε ταπεινές φωλιές μέσα

με συνόδευαν χινοπωρινές ανάσες

κρατούσα στο χέρι μια λευκή κάμαρα

γιομάτη κορίτσια

κι ακολουθούσα όπως εκείνοι οι άντρες

με τα φροντισμένα κεφάλια

ότι πιο στοργικό και πειθήνιο

βρισκόταν στους αγέρηδες ακροατές/

κι ας είναι τέτοια η μελλούμενη ιστορία

εγώ περιδιαβαίνω κάποια

εσωτερική μου ανάγκη

και με σκυμμένο κεφάλι τραγουδιστό

φοράω στους κύκνους ζεστά ρούχα

έρχεται βλέπεται το καλοκαίρι παγωμένο/

κι αποτραβιέται σε πάρκα

σούρουπου παιδικού

ότι έμεινε στην παλιά γλυκιά μου

της γαλάζιας εξοχής παλάτι

Αθηναϊκό

με μικρές στέγες/

κελαρύσματα νοσταλγικά

βουνίσιας αγάπης η περιπέτεια

πιστέψτε με ερπετά

ήρθαν μηνύματα ωραία

των πρώτων καινούργιων

εκείνων καιρών

που λέγαν:

δεν θα παλιώσει η αιωνιότητα

σε κύκλους καταστροφής

και ξενιτέματος/

νέος όπως η πατρίδα μου

πάντοτε αρχίζω αμίλητος

να ζω δια παντός

ξενυχτισμένος

σε φεγγάρια και λουλούδια

μάζευα ύπνους/

κι οι γυναίκες τρομαγμένες νιότη

κοιμισμένες στη μαγεία

του δειλινού μου έρωτα

περνούσαν ανύπαντρες

κι αναζητούσαν ν’ ανδρωθούν/

αποκοιμιόταν η ματιά από

αγόρια με μορφή παραμυθιού

στις αλέες έταζα στα ζώα και τείχη

αγρύπνια πολίχνης/

ατέλειωτες οι μικρές υποθέσεις των φίλων

εκκλησιασμένα πάθη

κουβεντιάζατε θηρία

κι εγώ μελετούσα τη καταγωγή σας/

εμπορικές συγκεντρώσεις

ξεχνούσαν πόσο άοπλη είναι η μοναξιά

όταν βρίσκεται σε φάρους

με αφιλόξενα παράθυρα/

χειμωνιάτικος βλαστός αγέλαστα λυπημένος

κι αναριγούνε τα φυτά

πικραμένα κήπους

ψυχραίνουν τη χαρά

πρωινό νύχτας

και στις κορφές βουβαίνονται οι παραλίες

χλωμό νερό ελπίδας/

ξημερώματα ώρας κι ο ήλιος

πρώτος ενατένιζε το φως του

επιδεικτικά θρηνούσε

και μας φανέρωνε αιώνιους αγώνες/

κατεβαίνω πανίσχυρος

ως τη πείνα και το κρύο

σε φοβισμένα κοπάδια από χνάρια

αφήνονταν οι σκύλοι

κι υπάκουαν άγρια χώματα/

περίβολος τοίχου

και μια πεδιάδα χρυσή

μαχαιρωμένος καρπός αχλαδιού/

ήταν ακόμη τόσο πνιχτός ο θόρυβος

της πυρηνικής καταστροφής

που δεν ακούστηκε πέρα από

τον θάνατο/

καμιά φορά οι υγρές φωνές σου

στα κλαριά του έρωτα απάνω

ανώμαλα μπλεγμένες

πάντα με συντρόφευαν

λίγο ζώο κουρασμένο ήμουν/

η ερημιά χάνεται στις απελπισμένες βροχές

ενατένιση τρυφεράδας

μάτι στοργικό

μ’ έφερες ως την πίσω αυλή

των σκοτεινών βημάτων/

ήρθε περίεργα η μικρή ώρα

κι οι πατεράδες αχνοχαράζουν

ετοιμασίες μυστικών δείπνων/

κοιτούσα πόσο θυμωμένα πνευμόνια είχες

κι ο αρχαίος μου αγέρας ταραζόταν

μεγάλωναν οι αναμνήσεις

στη πρησμένη κοιλιά

στα παππούδικα νύχια/

βαριά μόνωση η ζωή

αποσύρονταν οι κινήσεις

του αναστεναγμού

κι έρχονταν τα δάση

ευλογημένα όνειρα

χνότα θεού και φωτιάς/

παρουσιάστηκες πριγκίπισσα

κακιά αρχόντισσα

απροσκάλεστη

ερημωμένος σίδηρος

λιβάδι παλιό

μεθυσμένο μίσος

κι ανέβηκε ο ήλιος

στους χορούς να γίνει

ορίζοντας εκκλησιάς/

στέρεψαν μονάχα οι νεκροί

σβήσαν τις βρύσες τα κορίτσια

κι ίσως αντιστάθηκε ο βωμός

σε ολόλευκα νερά

λουλούδια ειρηνεμένα

και ζουζούνια

πάνω στις ταράτσες ανεβασμένα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ  “Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ  ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ” (ΣΕΛ. 27)

 (12/08/2016, ΑΘΗΝΑ, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΓΕΡΟΝΤΟΣΟΦΙΖΕ”

Μια θάλασσα στρωμένη σκαλοπάτια

και φορέματα

μαλλιά του ανέμου

κι η Ιφιγένεια εκείνη της άρνησης

πλεούμενο απεσταλμένο

στο νυχτερινό σου βήμα/

αχνοφαίνονται

μια, δύο οι ρώγες

έρχονται δάχτυλα πολλά

λέξεις για να γράψουν

κι αβασίλευτες κορφές/

πάντα με γυρισμένη την πλάτη

ο ύπνος

ανίκανος να μετρήσει τ’ άστρα/

σ’ ελαιώνες πουλιών

ξύλινα καλοκαιριάτικα

γεράνια ονειρευόντουσαν

πως μεγάλωναν

κι εσύ χανόσουν στους αμπελώνες

θέριευες χωράφια

βασιλοκόρη δειλινή

χαϊμαλιά αγάπης

ξέχναγες πως κάποτε

κι οι ιστορίες των ουρανών

ήταν με λιονταρογέννητα σανδάλια

ανεβασμένες στα μπαλκόνια

κι ήσουν  για μια

ωραία στιγμή ξύλινη

γυναικεία

εκεί ακουμπούσα

σε γόνατα σπιτικά

Ιφιγένεια γοργόνα άγρια/

κάθε καΐκι πλώρης γιορτερό

στα Απριλιάτικα ακρογιάλια

γεροντοσόφιζε

πολύξερη αρχή

γεννημένη και διηγημένη

σε δένδρα που η Αφροδίτη

κοπέλα φιλική

ανέμων ιστορίας

συννέφιαζε γλυκά/

κι εσύ κρατάς στο φως

λίγο μάρμαρο

ο γιός μιας σκυμμένης θάλασσας

μίλησες στον Σεπτέμβρη

για τους πολεμιστές

της κακής Παναγιάς

που δεν ήταν παρά σκέψεις ταύρων

κι ο γιός σου

γιομάτος κνήμες και πανοπλίες

φυτεμένες στην βαριά αναμονή

κάποιου ήλιου

ζωγράφιζε με καρπούς και χώμα

θάλασσες τόσο πλούσιες

που ακόμη κι όσοι δεν πίστευαν

στους αναγεννημένους βυθούς

ξαναφαίνονταν γιομάτοι

αιωνιότητα

κι εμπιστοσύνη αστεριών/

νεροφίδα κάκτου

χρειάστηκε ο καιρός

να σε ψηλώσει/

πουλάρια μάχης

θρέφεις μ’ άλογα

κι αγριοπέρδικες

όσους μιλάνε για πόλεμο

κι όλα είναι έτοιμα

λένε εκείνοι που χρειάζονται

αιχμηρά σώματα για όπλα/

φάνηκαν τα πρώτα καράβια

και δελφίνια-πουλιά

σ’ ακολουθούν Ιφιγένεια

σε κάθε κλαρί υπάρχει η καλοσύνη

και στο λαιμό σου ανθίζουν

περβόλια λεμονανθών/

αόρατη προσφορά του κακού

κι όμως οι θόρυβοι από τα μονοπάτια

οδηγούν κάποια ακρογιάλια

σε πατήματα τριξίματα λιμανιού/

οι άντρες μας είπαν έφερες

κακά μαντάτα

αρνήθηκες στα πρόσωπα τους

την αγάπη, Ιφιγένεια

έλεγες κι ας μην είναι

καρποφόρα η καρδιά

να φροντίσουμε έπρεπε

τις γλυκές ειρηνικές βροχές/

δέξου την πολίχνη ώρα

ως αγγελική βοσκή

αρνηθήκαμε να γίνουμε πολεμιστές

ομορφύναμε πάνω στα κάστρα

κι ας μην φτάνουν ως εκεί οι ουρανοί

 εμείς ανεβήκαμε ακόμη πιο ψηλά

τρανέψαμε στον πόλεμο

έκπληκτα παιδιά στρατιωτικών

αναβάλαμε ταπεινά

κάθε χαρά μας/

πηγαίνοντας κατά το ωραίο

ανεκπλήρωτο καλοκαίρι

ακόμη ένα διάστημα ειρήνης

και μοναξιάς

γιόμισε οργισμένα φύλλα

κι εσύ Ελένη

βρήκες έναν κισσό

κι εκεί απάνω δείπνησες

έτοιμη για οτιδήποτε άλλο

εκτός από την μεγάλη αναχώρηση.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “TO ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ” (ΣΕΛ. 215)

(06/08/2016, ΑΧΑΡΝΩΝ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΟΛΑ…είναι έρημα και γάργαρα”

Θείο ξενοδοχείο
μονάχα εσύ έμενες εκεί
νεφέλες λάμπες
κατέβηκες ως το
απαλό σκοτάδι
κι ανάβεις τη ζωή/
φτηνά σεντόνια πανούκλας
κι έξω ο θόρυβος του έρωτα
της πιο αρχαίας αγάπης
γκρίζα και βρώμικα κεφάλια
κάποιου ξεχασμένου ανθρώπου/
δισκοπότηρο ματιών
έφαγα από την οσμή σου
χώνεψα βελούδο και
τριμμένα γιασεμιά/
θεός που έχει
άγνωστες σάρκες
φωτεινή θαυματουργή μητέρα
κέντημα νύχτας
η βελονιά
σ’ έσφιξε άστρα
κι ουρανούς/
απειροβελονιά γεύομαι
τη θωριά σου
ότι πάρεις
μόλις πριν μπει η σιωπή
και γίνει νύχτα
κέντημα ομορφιάς/
ο ερημίτης παίζει
σκηνές από το παρελθόν
κι ότι του αντιμιλά πεισμώνει/
άγγιζα τους κόσμους
ονειρεύομαι ανθρώπινα
κορμιά-βεντάλιες
ανοιχτήκαμε σώματα
μπήκαμε ο ένας στον άλλον
εκεί που όλα
είναι έρημα και γάργαρα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “” (ΣΕΛ. )

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΚΟΥΤΣΑ ΚΟΥΤΣΑ…κατεβαίνω ως τα βαθύψυχα μου”

Ακάλυπτος από σάρκα

ταΐζω τις γατίσιες μου ψυχές

και σεληνιάζομαι

κούτσα κούτσα τούτος ο σκύλος

που ‘χει  δίπατο κορμί

δεσπόζει τώρα

 και με παρατηρεί εδώ γύρω

σαν ένας γείτονας

κάποτε ανεβασμένος

ως την απέναντι ταράτσα/

αμάθητος στο άπλετο σκοτάδι

κατασκεύασες τσιμεντένια

μελλοντικά καράβια/

μέλλον-φως δυνάμωσε

σου φτιάξαμε νέες εγκαταστάσεις

‘πηγαίνετε στο καλό’

κι ας μην συμφέρει/

κατεβαίνω ως τα βαθύψυχα μου

σημαίνει πως φωτίζομαι ενέργεια/

ήρθαν οι πέτρες

για να μου δώσουν την αποδοχή τους/

δεν λογάριαζα πως θα αρρώσταινα ποτέ

πάντα επιστρέφω στα κλαδιά

σέρνομαι ζητιανεύοντας λίγες σκιές

τι θα σκεφτεί για μένα ο ήλιος

που έχει ύπουλη γνώμη;/

βαραίνουν οι πλάκες και τα σπίτια

κι εγώ ακόμη σέρνομαι

προς το κέντρο του χάους προχωρώντας

γίνομαι εγώ ο πρωταγωνιστής

και λέω:

“σαν θα με δείτε

δοξάστε την όραση σας”.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΕΛ ” (ΣΕΛ. 307 )

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ)

 

karagkiozis_9

 

“ΣΤΟ ΕΡΩΤΟΚΕΛΙ ΜΑΣ (σαν να μην ήταν εδώ το τώρα)”

Είμαι σοβαρός

καλό ερωτόπνευμα

σαν με διαβάζω απορροφούμε

κοίτα πως η σκόνη της στιγμής

ξαναγυρνά/

επίκληση στον Άριελ

είναι αυτό το ποίημα

κι όχι παράπονο/

άγνωστα γλέντια πέφτουν

πάνω σε κάτι τρελές νύχτες

κι εσύ ονειρεύεσαι

φυλακές ακατόρθωτες

από τα βήματα της φαντασίας

παλεύεις να ξεφύγεις/

βυθίζομαι πάντα ταγμένος

στη μελλοθάνατη θάλασσα

κάποιου έρωτα παρότρυνσης/

πάντα βρίσκομαι

εκεί που απουσιάζω

κι εσύ συνεπής πλάι μου

με αναζητείς

στ’ ανέγγιχτα αγάλματα

γέννα συντριβής

ολόφωτη ήσουν

όπως η φύση μας επινόησε

για μια μόνο στιγμή

έτσι κι εμείς φανερωθήκαμε

σε όλα όσα φτιάχτηκαν

για να μας ανταμείψουν/

με καισαρική τομή δύσκολη

άνθισε ο θάνατος/

κι η νύχτα κοσμιοτάτη όπως πάντα

διασκέδαζε τα χλοερά σου χάδια

ή μήπως υπηρετούσε

περιτυλίγματα αγάπης;/

ανεξήγητα πιστή δουλεύτρα η ποίηση

χνουδιάζει κι όλο ανεβαίνει

χωρίς εξήγηση

σε αυτό που καμιά φορά

αποκαλείται

ανθρώπινη διαγωγή

και γύρω της κορμιά σκονισμένα

με πασάλειβαν

φανταχτερή θλίψη/

μυρωδάτα τα γεγονότα

εκείνων των μικρών ημερών

χλοερά πασπαλίζουν την ιστορία/

κι ένα καλάθι δίτονες λέξεις γιομισμένο

(καλά κολλημένες μεταξύ τους:

νοστάλγημαπουσίας, γωνιάγάπης,

βεντάλιαόρατη, φιλιάχόρταγα)

κι άλλες τόσες ελευθερωμένες

από κάθε ζωντανό νόημα

κατοικούσαν στην σκέψη μου/

σαν να μην είχα ζήσει ποτέ

κατάργησα τους ήλιους

και γέμισε με μιας όλος ο χώρος

απαιτήσεις μοναξιάς

και σκιές μοναχικές

μου είχες πει πως πάνω μας

όταν πέφτουν τα πράγματα

μεταμορφώνονται σε θείες δονήσεις/

κατοικήσαμε αόρατα φτερά

κι  ο κόσμος φοβισμένος

από το πολύ φως

κρυβόταν και σκοτείνιαζε

για μια τελευταία φορά/

ήτανε εκεί πάνω στις αρχαίες κολώνες

που στήσαμε ένα ντεκόρ

γέλιου μαγικού

(χαράς ή θλίψης δεν έχει σημασία)

κι ευωδιασμένων κορμιών/

για μια μονάχα στιγμή λοιπόν

όλα παλιώνουν

ακόμη και τα έμβρυα

της κοιλιάς σου/

μου χρωστάς κύκλους άκεντρους

φτιάχνεις κινήσεις εδώ κι εκεί

πάντα θα μπορούσα να πετάξω μακριά

σαν να μην ήταν εδώ το τώρα/

έλα κι άνοιξε με

μου χρωστάς τόσες άδειες φύσεις

ακόμη κι αν δεν φέρθηκες σωστά

αναδύονται όλο και πιο πολύ

τα μάτια σου/

ξαναπηγαίνουμε ως εκεί

στα τριάντα τούτα περασμένα χρόνια

που μαζί κλειστήκαμε

στο ερωτοκέλι μας.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΑΥΤΟ ΠΛΗΡΩΝΟΤΑΣ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ” (ΣΕΛ. 304)

(15/08/2016, ΨΥΡΡΗ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

β

“ΣΕ ΞΑΝΑΘΥΜΗΘΗΚΑ”

Στο περιβάλλον μιας φωτογραφίας

σε ξαναθυμήθηκα

ψηλέ γέροντα

καθώς πατούσες τις

ανελέητες σκιές σου

κρατούσες ένα αδάμαστο μπαστούνι

κάποτε κεντούσες κατώφλια

κι αεριζόσουν αόρατος/

εγώ βρισκόμουν

πάνω σ’ ένα μπαλκόνι

είχα μαύρη κλωστή στο μάτι

μου έλεγες αμίλητος

“είναι λεπτή η βελόνα του φεγγαριού”.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

α

“ΑΣΤΡΑΦΤΕ”

Άστραφτε ο νους κι ας

τον αντίκρισα απέναντι

μιας ζωής εντοιχισμένης

ανάσαινα ολόκληρος συνείδηση

βαριά τα ντουβάρια του χρόνου

μ’ ελεύθερα μάρμαρα

χτίστηκε το σπίτι μου

κι εγώ γύρισα

για να ξεψυχήσω

σε κόκκινα παλάτια

αβάρβαρος.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

γ

“ΠΑΛΙΕΣ ΦΩΝΕΣ ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ”

Γυαλιστερές φιλενάδες

παλιές φωνές κρυμμένες

κλαριά των μανάδων μας

σας παραμερίσαμε

και καθώς ήμασταν σταματημένοι

παρασυρθήκαμε από

ρόδες ατίθασες φεγγαρίσιες/

τότε πάνω σε μια διάφανη φλέβα

που έμοιαζε ολόδροσο καπάκι

είδαμε τα κιτρινισμένα αγγεία

από ολόκληρα ποδήλατα/

να μιλάμε σαν νύχτες

ξετυλιγμένης σιωπής.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

δ

“ΧΗΡΕΣ ΑΤΕΚΝΕΣ”

Σε σεξουαλικές πολυθρόνες

ανεβήκαμε απάνω

και τόσες φορές ο έρωτας

έλιωσε σαν βούτυρο φωτεινό

της δύσης των σωμάτων

που αιμορραγούσαν/

δυνατά ανέβαιναν στις ζωές μας

τα φεγγάρια πιπιλούσαν

βαρύτητα/

στη πόρτα μιας κηδείας

ξαναβρεθήκαμε

χαθήκαμε τώρα

μας είπαν γελώντας

οι άλλες χήρες οι άτεκνες.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

στ

“ΥΨΗΛΟΣ ΣΚΟΠΟΣ”

Με αλεξίπτωτα γκρεμίστηκαν

οι ποντικοί

κάτω από το ξεφουσκωμένο χώμα

της γιγάντιας ύπαρξης τους/

ονειρεύτηκα πως βρισκόμουν

σε φωλιές αλαφιασμένες

κάθισα χάμω εκεί

στον υψηλό σκοπό

που κάποτε δέσποζε

σε σπίτια δίπατα/

με είχαν ζώσει

εκείνα τα βήματα

υπηρέτες μιας σκάλας

τσιμεντένιας

αμάθητης από ταράτσες.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 

ι

“ΜΟΛΙΣ ΠΟΥ ΤΕΛΕΙΩΣΑ ΝΑ ΓΡΑΦΩ”

Κάποτε καταβρόχθιζα

φύλλα και στεκόμουν

στο περβάζι με θέα

κορδελιασμένους ουρανούς

τα ματάκια σου σκέφτηκα

πως αποκαμωμένα κρέμονταν

σαν ένα μπλε κορδόνι

από σκοτάδια ρετσινάτα/

ακούμπησες παράθυρο

σ’ εκείνο το σκίνο

και θέριεψε στάζοντας

λεπτεπίλεπτα καλοκαίρια

μια επίκληση ήλιου

μόλις που τέλειωσα να γράφω

βρέθηκα έξω από αυτό το ποίημα

ολότελα.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΑΒΟΗΘΗΤΟΣ ΚΙ Ο ΡΑΦΑΗΛΟΣ ” (ΣΕΛ. 302)

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΦΥΛΛΑ ΖΩΓΡΑΦΙΣΜΕΝΑ ΣΤΡΟΒΙΛΙΣΜΑΤΑ”

 Τι πιο ωραία ακινησία

είναι κρατημένη

σαν μαχαίρι ερωτικό

στο ανηφόρισμα και κάρφωμα

της ψυχής σου/

πίσω μου σύρε λοιπόν τον αέρα

ως τα πέτρινα τοιχάκια

που κάποτε μας χώρισαν/

φύλλα ζωγραφισμένα στροβιλίσματα

πρόλαβε πριν πέσει η ζωή

κι εικονογραφηθεί

απ’ τους ουρανούς

πήγαινε ως εκείνα

τα στενόκαρδα παράθυρα

μακρουλή καρδιά μου

και σφίξε τις ματιές

κι ας είναι πέτρινο το στήθος

ροζ χώμα θλίψης ο αέρας/

βήξτε σπίτια

πολύχρωμες μαύρες τύχες

οι άνθρωποι τούτης της γης/

κάποτε σας κατοίκησαν

πραγματικά κι εκθαμβωτικά/

χτυπητό κι άσχημο ψέμα

ο καιρός της μοίρας

κι εσύ ανέβαινες αβοήθητη

κι ολογάλανη παρηγορήτρα

του νου

γιόμισες μια άπορη κασετίνα

με γέρικα δένδρα/

άπορα σχεδιασμένες

ήταν κι οι Μαντόνες

κι ο Ραφαήλος.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ ” (ΣΕΛ. 298)

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΚΑΤΑΛΑΒΑ ΠΙΑ”

Εξαντλημένο είναι πια το χέρι

βλέπεις τόσα και τόσα ήταν

τα γράμματα που σου έγραψα/

ένιωθα ατέλειωτο τρόμο

καθώς αναλογιζόμουνα

πως ύστερα από όλους

εκείνους τους θανάτους

ίσως βρεθούμε αφημένοι

σε μαύρα κενά/

απόψε γιόμισαν τρύπες

όνειρα που κάποτε

σου έστειλα για να σε ξυπνήσουν/

κι ο χειμωνιάτικος διάδρομος

της άνοιξης

καλά σφουγγαρισμένος

στενεύει

καθώς εγώ προσπάθησα

να γράψω για ρίζες

ακόμη αδημιούργητες/

αχνίζουν οι φωτογραφίες μας

ένα αποτυχημένο φως λουσμένες

κι εσύ χαμογελάς σε κάποιον

εκείνος ίσως να μην υπάρχει/

κατάλαβα πια

πως ότι στήσαμε

στο σήμερα

γλιστρούσε/

ήσουν θαμμένη

σε βαθυσκότεινα κουτάκια

κόκκινης γης/

κρατιόμαστε στις

μαυροφόρες εντυπώσεις

κάποιας αγέρωχης μα ναρκωμένης μνήμης/

πίναμε ύπνους

κι οι έρωτες

κρεμασμένοι από ένα κομψό σκοινάκι

είχαν κιόλας αρχίσει να ξεψυχάνε/

θυμάσαι πως ψάχναμε απεγνωσμένα

για το τέλος

πίναμε μανάδικο γάλα.

 @MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ” (ΣΕΛ. 299)

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΣΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ”

Άνοιξε μέρα στα φύλλα

και σφίξε το φως

περνάει ο χρόνος

έτοιμος και γυαλισμένος

ο μεγάλος αναχωρητής

βαστάει στα δάχτυλα

τις ανθρώπινες αποσκευές

κι ελάχιστα άλλα

πράγματα-λέξεις.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016

 


 

 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ” (ΣΕΛ. 299)

(06/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΚΟΛΥΜΠΗΣΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ”

Έστρωσα μια φωτογραφία

με δάκρυα

και το αόρατο

στραπατσαρισμένο αίμα

κολύμπησε για πρώτη φορά/

πως φαίνεται στα μάτια σου

λίγο χρυσάνθεμο/

κι όρμησε μαραμένη

έξω από τη καρδιά η ζωή/

όλο και περισσότερο

κρέμεσαι σε σκοτάδια

μαχαιρωμένη εικόνα

μαύρου προσώπου/

αναποφάσιστος

ο γέροντας πατέρας

ήρθε μήπως η ώρα του θανάτου;

κι αν ναι να πάει πού;

μπρος του η αιωνιότητα

και πίσω η απειροσύνη/

σε ποιόν άραγε άλλον θάνατο

διαφορετικό και τέλειο

σαν αναποδογυρισμένη ζωή

θα συναντηθούνε οι γιοί

πριν γίνουν πατέρες

έρχεται και τους παίρνει

πάνε πού και σε ποιάν;

έχοντας μονάχα μια πένα

στα αδάχτυλα πλέον χέρια

δεν είναι παρά σύντομο

διάλειμμα ποίησης

η σκέψη.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

Η ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ “ΤΩΡΑ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΗΤΑΝ” (ΣΕΛ. 297)

(16/08/2016, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ)

 

karagkiozis_9

 

 

“ΠΑΙΔΙΚΗ ΦΩΝΟΥΛΑ”

Η μνήμη τώρα μας λέει

πως ήτανε μια μονότονη

πρωταγωνίστρια

με απροσδόκητα παιδική φωνούλα

κάτι σαν ψίχα ψυχής

δάκρυ αναγνωρισμένο

παλιάς γραφής

περαστικά είχες μάτια

κι εγώ σταμάτησα για λίγο

να ξαποστάσω

στην όραση σου

ξέρω πως δεν θα μου αποκάλυπτες

ποτέ τι έβλεπες

μα αυτό που με συνέπαιρνε

πιο πολύ

ήταν οι λυγμοί σου

καθώς κρατούσες σφιχτά

κάποιο ψωμάκι

ξερό ποίησης

και γέλαγες

ήσουν μια έννοια νέου έρωτα

που σβήνει

τραγούδι-κύμα

ξαφνικά τώρα ερχόσουν

για να ακούσεις πως

έφευγες πάλι

καθισμένοι στο τραπεζάκι μας

προχωρούσαμε κι ήταν

τόση η πείνα ώστε

τρώγαμε απ’ το τίποτα

και χορταίναμε.

@MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2016


 

 

 

 

 

 

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *