Navigation Menu+

META, III, 2015

Posted on Aug 9, 2015 | 0 comments

ΜΕΤΑ, ΙΙΙ, 2015: Μεταποιώντας τον Ελύτη ΤΑπεινά

 

 


 

Ποιητική Συλλογή “Καιρός για Ποίηση”

 (μεταποίηση της ποιητικής συλλογής “ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ”, 1978)

 


 

“Λευκό Χαρτί”,  10/08/2015 (Αφιερωμένο στον Άδωνη)

(μεταποίηση του “Εγχειρίδιο”, ΜΝ, Σελ. 393)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Φεγγάρι χαμογελαστό δίχως φως

κατάλαβες πως ότι κρύβεται στα δένδρα

αντιπροσωπεύει τη τελειότητα

του ‘ίσως σε νοσταλγήσουμε φύση’/

Ποιό μήνυμα σου μας ομολογεί

ότι θα λάβουμε το μεγάλο ιερό

λευκό χαρτί

για να γράψουμε άραγες

τι είδους νοήματα;/

δεύτε λάβετε

καιρούς ανακατεμένους μοίρες

και μες το μάγουλο

έσκαψες κάποιο λακκάκι σκέψης/

εσύ ο ίδιος ξέρεις

ότι είσαι ένας απ΄αυτούς

Κύριος δηλαδή θαλασσινός

και φίλος των κυμάτων

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

Ποιητική Συλλογή “Γεύση Καλοκαιριού”

 (μεταποίηση της ποιητικής συλλογής “ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ”, 1940)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

“Γαληνεμένες μες την Φουρτούνα”, 22/08/2015

(μεταποίηση του “Οι Κλεψύδρες του Αγνώστου”, ζ’, Σελ. 35-36)

 

Αρχικά είχες κλειστά βλέφαρα

και βλέμμα τυφλού

μα γράψε κάτι ολοκαίνουργιο και φωτεινό

κάτι σαν φλόγα αθωωμένη ποίησης/

απλωμένοι στη κουπαστή του ουρανού

είμαστε ξεκούραστοι

ολόγυρα περιφέρονται

ήχοι χρωμάτων

και χλωρά νύχια

λίγο πιο κοντά

και θα ‘σουν αιχμάλωτος

των χεριών σου

το ξέρεις λοιπόν καλά πως ήταν

άθλος η γέννησή μου/

εδώ άραξες στα δεξιά της λύτρωσης

κλειδαριές αθέατες

κι αναπάντεχες εικόνες ζωής

χρωστάς κάτι σε κάποιον/

μια φτυαριά και νάτος ο θάνατος υπάρχει/

η λήθη της μοίρας

υψώνεται πάνω σας

έτοιμοι είσαστε

για το μεγάλο μυστικό

ανύποπτα προνομιούχοι

αφού έχεται εχέμυθο αίμα

που στις ρίζες του

τρέμουν τα κρόσσια

από πράξεις ηρωικές/

βουή γυναίκας

εύκολα σε ξεδιαλύνει το πάθος

ρίγος ματιών

καθώς πλησιάζεις όλο και πιο κοντά

ξαναγεμίζει εμπιστοσύνη

η ανάσα σου /

μπαίνει ο ήλιος στη θέση της γης

και σύννεφα πόθων τόσο γνώριμα

βάζουν πλώρη για το σκοτάδι/

γεύομαι δένδρα και μέρες

αποκτάει ο Έρωτας μια ανταμοιβή/

ηδονή ζωής που μας χαρίζει θάλασσες

γαληνεμένες μες τη φουρτούνα

κι εμείς ανοιγόμαστε

νιώθουμε τους καινούργιους κόσμους

να ‘ρχονται/

τα νιάτα της καρδιάς/

ανεξάντλητα εξαγνισμένος προχωράς

όπου κι αν βρίσκεσαι

είσαι τυλιγμένος φως

κι η παρουσία των έμπιστων γλάρων

σε δροσίζει

κρεμασμένος απ’ την ακροθαλασσιά

αφού πίστεψες στο προσκάλεσμα

μιας αυγής ξανθής

και τόσο γνώριμης σαν παρελθόν

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 

 


 

 

“Εικόνες Καλοκαιριού”, 22/08/2015

(μεταποίηση του “Σποράδες/Ελένη”, Σελ. 37-38)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Πως θα αντιμετωπίσουμε

μέσα μας

ω το κόσμο και τη ζωή

από κοντά οι μακρινοί άνεμοι

μουσκεύουνε με λόγια

τον αιώνιο προορισμό του ανθρώπου/

εμπιστευτικά σε ντύνω

με βλέφαρα ναυαγισμένα

δίχως πεδιάδες η γη

κι η θάλασσα ας ζήσει ολάκερη βυθισμένη/

έμαθα να μην λογαριάζω πια σε σας

είσαστε όλοι εκεί

πέρα απ΄τον θάνατο

νεκρές εικόνες καλοκαιριού

θαμμένοι στις αστρφεγγιές/

τοίχοι σκορπισμένοι σαν αγάλματα

έγινε κιόλας η μουσική σιωπή/

τώρα που κλειστήκατε στο χώμα

με μέτωπο ξαγρυπνισμένο

πάνω σε τζάμι βροχερό

ρίχνω απ’ κάτω τις καινούργιες σταγόνες

ήτανε μοναδικοί οι καιροί

στους οποίους ζήσαμε

κι ας είναι ανελέητα ολόγυμνο το αύριο/

τριγυρισμένοι μακρινά τοπία

απομακρυνόμαστε σαν ομίχλη οδύνης/

θα ξανασυναντηθούμε μες την βροχή

ολομόναχοι

τότες ίσως και να ‘ναι

καταπράσινες οι ελπίδες μας/

μια μυρωδιά από συναίσθημα

στα ρουθούνια της ψυχής/

μελαγχολική θάλασσα γιομάτη φλέβες

απομακρύνεται στα κύματά της/

φλόγα θανάτου κι αθέατη θλίψη

διαβάτισσα νοτισμένη αίμα και νύχτα/

παράθυρο τόσο θολό που δεν βλέπει

παρά μόνο τη νύχτα

έξω η ώρα του μεσημεριού

φθινοπώριασε/

πικρός αέρας στίχων

ανάσανε κι ας υπάρχεις αλλού

αχνάρια θανάτων

μοναδικό σου στήριγμα

οι υγρές σταγόνες λύπης/

παράλληλες αναμνήσεις

σπλάχνα μα κι αυτά

σπιλωμένα όνειρα/

βροχή που δακρύζει

και λόγια δίχως προορισμό/

φως, ζωή, ανάσα

τίποτε πια δεν σε χωρίζει

απ’ τον θάνατο

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


“Γεύση Καλοκαιριού”, 04/08/2015

(μεταποίηση του “Η Μαρίνα των Βράχων”, Σελ. 58-60)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

 

Βαθιές οι πέτρες

και τα στήθη κοριτσιών

ω γνώριμη ανηφοριά/

θύμηση αρώματος

κι αφρός από αίμα

η γεύση του καλοκαιριού/

κατεβαίνοντας προς τα

κόκκινα χείλη σου

συνάντησα βότσαλα χρυσαφένια/

ανάσκελα στις τρικυμίες

να χαίρεσαι όσο πιο γδυτό γίνεται

το ανθρώπινο αίσθημα/

τι γύρευα εγώ ανεβασμένος

πάνω στα όνειρα των ήλιων;

λίγο φως ανέμων

και μια ευρύχωρη θάλασσα

πελαγίσιας οδύνης/

κάποτε υπήρξα γλύπτης αρωμάτων

κι εσείς κόρες της άνοιξης

γυμνώστε με απ’ τα φορέματά σας/

χτενισμένη ως το κόκκαλο

με ξαναφίλησες

χίμαιρα θάλασσας που ολημερίς ρεμβάζει

τις πιο αρμυρές μου επιθυμίες

διαύγεια σιωπής και σκοταδιού/

μ’ ένα τριφύλλι ανθισμένο στο γόνατο

και μαλλιά γυακίνθων

γύριζες όπως ο λόγος από χείλη σε χείλη/

στέρνα φρόνησης και πάθους/

αν κι είμαι μονοκατοικία ύπαρξης

έχω διώροφο νου

χτισμένος σε κοκκινόχωμα

ακριβώς από πάνω μου

λόφοι θαλασσινοί σελαγίζουνε

βαθιά μέσα στα σπλάχνα

σφίγγω ποτάμια και ρέματα/

η φθινοπωρινή θλίψη είναι κι αυτή

σπέρμα του μικρού Σεπτέμβρη/

οι φίλες μου φυτεμένες κυαμώνες

παίζουνε θωρώντας τους γιαλούς

με μια ανάλαφρη ψυχή στα χέρια

παράφορη ελπίδα και γαλανός έρωτας/

θεριό ο χρόνος κι ανεβαίνοντας

αετοφόρος ως τους ανέμους

θωρώντας το όνομά σου ρίγησα/

μια γωνιά θάλασσας που οληνυχτίς

ρεμβάζει ο ήλιος

ο αστερίας των ματιών της

όμοια ματωμένος κόλπος/

μα ας αλλάξουμε καλύτερα θέμα

κινδυνεύουμε όπως τα βράχια

να μας καβαλήσει ο μαΐστρος/

βυθισμένος στο φως ήμουν

κι ο ήλιος έστεκε στυλωμένος

ήταν ο ίαμβος των πραγμάτων/

αγκαλιασμένη κερασιές ήσουν

ώσπου οι πέτρινες επιθυμίες σου

με πήρανε μαζί τους

κι έγινα τρικυμισμένο θαλασσόχορτο

δίχως να λογαριάζω το κρύο

κάποιος μου χάρισε μια σκυτάλη/

σκληρής αυγής οι πικρές μέρες

χτεσινές θύελλες και βράχια αυριανά

οι αποχαιρετισμοί τους ένα αίνιγμα/

σκληρή δαγκωματιά αγάπης

κι ούτε καν πόνεσες

μονάχα θα τυρριανέσαι για πάντα

κι εγώ γύρισα πίσω στη μητέρα μου

ηρωίδα πια των κάμπων

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

“Βήμα Χαλικιού”, 05/08/2015

(μεταποίηση του “ΑΝΕΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ”, Σελ. 64)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Ποιούς όρκους γεύτηκες πικρούς

απ’ τη μια αμαρτία στην άλλη;/

ήμαρτον χαράκτηκε στα σύννεφα

μαζί κι η αρχική φωτιά/

σε παλάμη δακρυσμένη

λύθηκαν τα δάχτυλά της

κι εσύ μπορείς να δεις ακόμη

τους στίχους να περπατούν μαζί σου

γης τα αμαρτωλά χαλίκια

πλημμυρισμένα νύχτες δίχως όνειρα

κι αστερισμούς βοριάδων/

βήμα χαλικιού χαμένο στη θέση του/

φως βασιλικού κι ωραία γυναίκα φεγγαριού

τα είδα δύο η ώρα το πρωί/

και κάτω εκεί

στο σφίξιμο του δένδρου

με τη ρίζα

γεύτηκες σπλάχνα σιωπηλά πανιά/

η εκατόφυλλη εκείνη ώρα γύμνωσε

  © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

“Κάτι το Απέραντο”, 05/08/2015

(μεταποίηση του “Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΩΝ ΥΑΚΙΝΘΩΝ”, XVII, Σελ. 54)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Ποιά σωθικά σου αίθριο παιδί

φωταγωγημένο γαλάζιους νοτιάδες

βυθομετρώντας τα θα σε γεννήσουν;/

φύση λευτερωμένη

ονοματίστηκες κατάστηθα αγέρηδες

πασπατεύοντας τους παραπόταμους

μιας μυθικής θάλασσας

σκαλίζοντας κάτι το απέραντο

στερεύεις από καιρούς κι ανέμους

γίνεσαι νανούρισμα σιωπής/

και παίρνει καινούργια μορφή το μάτι

φυλλωσιά βλεφάρων

απειρόκαρδη ακρογιαλιά του κόσμου/

κι η πούλια ρίχτηκε στην απλωσιά

μελαχρινή της άμμου/

απειρόψυχη καρδιά μαρμαρυγή

μας ξάφνιασες μ’ ένα σου σύννεφο

είναι ο καιρός οδυνηρός

τόσο εύκολα σημαδεμένος

ομοίωμα νυχτιάς/

που είσαι λοιπόν;

όταν συλλογισμένος

με καθρεφτισμένα μάτια

βαπτίζονται στο διάστημα

οι φλόγες σου;

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

“Πεπρωμένο Πυρρόξανθο”, 04/08/2015

(μεταποίηση του ποιήματος “ΜΟΡΦΗ ΒΟΙΩΤΙΑΣ”, Σελ. 65-66)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Η έρημη κλαγγή ενός βέλους

και λόφοι λογχισμένοι σύννεφα/

μας ανοίγουν οι άνεμοι

βήματα αθάνατα/

ματιά χρόνου και πέτρας

χέρι μέντας

που φυσάει ουράνιες καρδιές/

βαθιά η μετώπη της ελεμίνθας/

χρυσά δεμάτια θύμησης

και ντυμένη αλισφακιές

η παλάμη σου/

μέσα από ρείκια Βοιωτίας

οι αγκώνες της γης

ξεκίνησαν το ριζικό τους/

των αετών πεπρωμένο πυρρόξανθο/

και πως προχωράς  μέσα από θύελλες

καλοκαιρινή μορφή/

ρόδινα νερά

θρίαμβος εξαγνισμένος

κι ανάβει η μοίρα των ήλιων/

όταν οι φωτιές σπαράζουν

θ’ ανάψεις το σημάδι

εκείνο του πόνου

για να ακουστούνε εξαφτέρυγες μουσικές

μέχρι πέρα/

λαβώθηκε ο χρόνος

κι οι Ελληνικές σπονδές αιώνιες

έως το τελικό σημείο

μιας αθάνατης γραμμής/

χλόη κάτω απ’ τους βράχους

κι άγρια ανάκτορα

σε μέτωπο ουρανού

ξεριζωμένα/

πικρή καρποφορία ψυχής

κοκκινόχωμα ανθρώπων

κι εμβατήριο ερημικής ορχήστρας

που φέγγει αιωνιότητα/

ονείρου οδύνη

αφήνει τα κελαηδήσματα

μες τους ανέμους

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

“Αρχαίες Πύλες”, 05/08/2015

(μεταποίηση του ποιήματος “Γέννηση της Μέρας”, Σελ. 67-68)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Πίσω απ’ τις αρχαίες πύλες

αντικρίζεις τα ιερά πουλιά γυμνά

καθώς τραγουδούσαν/

εμφύλιοι λαοί

εξημερωθήκαν οι άνθρωποί σας/

αιώνιο αίνιγμα ο στίχος που φλέγεται

κι εσύ

σταλαγμίτης στήθους και καρδιάς/

μες το αθέριστο κύμα

ανάποδα ο ήλιος άνοιξε

σ’ όλα του τα χρώματα

κι ο πόθος των πουλιών

βουίζοντας ξαναίφαίνει χρόνια/

πλαταίνει η σφήκα

το κορμί της

πέφτει πάνω στο χώμα

και ξαναβρίσκει τα μακρινά μελτέμια/

ξαφνικά φτερούγισε μια βερυκοκιά

και πως ο ήλιος συγγενεύει

με τον έρωτα/

μεταμορφώνονται πάνω στη γη

οι εποχές

σε χρόνια γέννησης

κι όμορφες βροχές

καθώς ο πρωινός καπνός

σαπουνισμένων λουλουδιών

ανέβαινε προς τη χαρά σου/

το χτυποκάρδι

από τόσα χρόνια που έζησες

ακούγεται όμοιο βοσκόπουλο ποίησης

καθώς τινάζει το κεφάλι του

κι ένα άγαλμα δίχως φτερά

πετά και χάνεται

πανί θαλασσινό στο στήθος μου/

 όσο πάει όλο και πιο πολύ

μικραίνει ο καιρός

θυμίζει σταλαγματιά μέρας/

ας ξαναπετάξουν από φύλλο σε φύλλο

όλα τα πράγματα της μοίρας/

νάτος ο μύλος ζωγραφισμένος

σαν χτυποκάρδι θάλασσας

γυρίζει και τρέχει/

στις θάλασσες και τα ποτάμια/

ο αφρός σου

στόμα που απαγγέλεις

ρόδινος και γαλάζιος

δεν άλλαξε μορφή

κι η νύφη η στεριανή

πιάστηκε απ’ ένα κοτσάνι αχτίδας/

στις νησιώτικες εξοχές ας ξαναγγενηθούμε

έχοντας δάχτυλα θαλασσινά

εκεί που η νύφη του ήλιου

θα μας δωρίζει μυριάδες στόματα

κι η όψη των περιστεριών

είναι αποτυπωμένη στην ιστορία/

κοιμηθήκαμε γυμνοί

κι οι καμπάνες του χωριού

δεν μας ξύπνησαν/

τζιτζίκια και γρύλοι

θα παίξουμε όλοι μαζί/

πόσο γενναίο νησί

ο κορμός ενός δένδρου

που επιπλέει στον κόσμο

ανοιχτόκαρδο ταξίδι

κάτασπρου πουλιού

κι αμάραντη ευχή ανέμου/

σύντροφοι πιστοί

ναι ζήσαμε σε κακότυχες στεριές

κι η συμφορά της θάλασσας

ακουμπισμένη σ’ ένα πέτρινο σκαλί

μεγάλωσε μέσα μας

το αίσθημα ότι

κάποτε όλα ξεκινάνε απ’την αρχή

αγκαλιαστήκαμε

αχινούς και κάμπιες

απλώσαμε στο γαλάζιο φως

ηλιοτρόπια

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

Ποιητική Συλλογή “Θέλω να σας Πω Τόσα και Πόσα”

 (μεταποίηση της ποιητικής συλλογής “Ο ΜΙΚΡΟΣ ΝΑΥΤΙΛΟΣ”, 1985)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

“Σεσσαλάθ”, 31/07/2015 (μεταποίηση του ΧΙV, σελ. 514-515)

Δειλινό προόδου στο Αιγαίο

όπου προεξέχει μια θάλασσα

ίσες δόσεις από χρώματα, φως

κι η λύπη των βουνών λίγη/

αναγκαστικά ερχόμενος στην ευτυχία

είχα μια και μόνη ικανότητα: να υπάρχω

αναχωρητής ζωής/

σε σας οφείλω ηδονές

τα της ποίησής μου

αφαιρετέες λέξεις

δύναμη πεπρωμένου που

περιλαμβάνει και τη χαρά

του τέλους/

για παράδειγμα

χαρτιά κομμένα στο σχήμα

ενός καραβιού Ελληνικού/

Ιησού Χριστέ

ξαναφτιάχνονται στα μέτρα σου

αισθήματα και πράξεις/

να τι σας οφείλω:

ανώτερα μαθηματικά

κάμποσες ελιές αποσυνδεδεμένες

απ’ τα σχολικά τους δένδρα

κι ένα αμπέλι αθωότητας/

ιδού κι άλλες θάλασσες

στο σχήμα της αντίστροφης

λέξης: Σεσσαλάθ/

η σκιά κάποιας αλήθειας υπάρχει

όπως άλλωστε κι οι συκιές

στην Ελλάδα/

καθορισμένος ήμουν

να έχω μια ορθή ζωή/

μυριστικό ύδωρ

παραλίγο ηθική

και τόσα χόρτα επίπεδα

σημαίνουν πως πάντοτε

ότι κι αν έκανα

κοβότανε στη μέση

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

“Η ‘Υπαρξη ενός Πλοίου”, 31/07/2015

(μεταποίηση του ΧΧVI, XXVII, Σελ. 542-543)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Η ύπαρξη ενός πλοίου

μέσα μου

συνέχεια στο ίδιο σημείο

τόσο που μετά από χρόνια

όλα μπερδεύονται

καρδιές, κατάρτια,

ψυχή, πλώρη

και γίνεται η ταπεινοσύνη

ένας πλοίαρχος

ο οποίος  μου μαθαίνει

πως και στο πουθενά

μπορώ να ζήσω

πλήρης κι αυτάρκης

και στη γέφυρα απάνω

εξημερώνεται ακόμη κι ο θάνατος

τα χείλη όργανα πλεύσεως

κι όταν γεμίζει το αίμα δελφίνια

τότε είναι που έρχεται η σωτηρία

και σαν πιάνει εκείνη η φουρτούνα

αέναη δικαιοσύνη θα την ονόμαζα

κι ο κάθετος βράχος

πολύ περισσότερο απ’ τα πάντα

μου ‘φερε ότι ποθούσα

κι όμως εγώ παρέμεινα αθώος σαν ψάρι

δεν ένιωσα παρά θλίψη κι ευωδιά.

Χιλιάδες χρόνια

ανεπανόρθωτα περάσανε

κι εμείς ακόμη προχωρούμε

τρούλος ανέμου

τόσο έντονος ο δρόμος μας

έως ότου φανεί

στη κορυφή

η μεγάλη δύναμη της φύσης.

Κινδυνεύεις έντονα

μες τον υλικό κόσμο

για αυτό διαρκώς κι αναπλάσεσσαι

ηθικά ταπεινός ανεμόμυλος

συνάμα κι ερημοκλήσι

αθαυματούργητα χτισμένο

σ’ άγνωστο χωράφι.

Άργησες πολύ αλλά κατάλαβες

ότι είναι μια ανταμοιβή

και το να πέφτεις αργά

στη γαλάζια αγκαλιά

κρατήσου λοιπόν

όσο γίνεται περισσότερο

παρθένο βότσαλο

ή έστω και θάμνος ακρογιαλιάς.

Τι σημαίνει

να σου ανταποκρίνεται

ο Παράδεισος

δίχως ψέματα

και να σε νοσταλγεί;

Εισχωρούμε σ’ ότι μας έχει εγκαταλείψει

κι έτσι συγκρατούμαστε παραμένοντας

πάνω απ΄ όλα υπερήφανα ζωντανοί.

Κι ο ιεραπόστολος που αυτοκτόνησε,

είπανε ότι κρεμάστηκε

απ’ ένα συρματόσχοινο,

είχε στα σωθικά του

θαμμένο το πέλαγος

και με αργό βήμα

σαν να ήτανε κλωνάρι

τράβηξε προς εκεί

που όλα είναι στη σωστή τους θέση.

Μου έγινε η συνείδηση

“διείσδυση μεγάλου βάθους”

χωρίστηκα σε δυό-τρία κομμάτια

όπως το νησί εκείνο

βυθισμένο

με τα λευκά του σπίτια

να ξετυλίγονται μέσα στις

αισθήσεις

λαμαρίνες και κόκκαλα

αεραγωγοί σκέψης

ώσπου φάνηκε υπέροχος

ο κώνος του νου.

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

¨Χωρίς Μπρος και Πίσω”,  31/07/2015 (μεταποίηση του ΧΧΙV, Σελ. 542)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Ένα τοπίο καλοκαιριού

και χάνει τη σημασία της η ελευθερία

που σε κρατάει ζωντανό

χωρίς να καταφεύγεις

σε ανώφελες ανάσες/

απλά γεγονότα είναι κι οι λέξεις

με το εκθαμβωτικό τους φως/

ένα τζιτζίκι ναι μάλιστα έχει διάρκεια

όπως και το ακαριαίο ποίημα άλλωστε/

καταβροχθίζεις ήλιους

κι ο θάνατός σου γίνεται

όλο και πιό πολύ αθανασία/

εκεί που είναι η θάλασσα

δεν βρίσκεται κανείς άλλος

την ίδια στιγμή

είσαι εσύ

συνειδητοποίησε το

πως αναπτύσσεσαι

ένα είδος ευκολίας του χρόνου.

Ατέρμονο άνοιγμα,

σύμπτυξη στίχων

ή αντίστροφα κανενός η ψυχή/

γίνε λοιπόν σπουργίτι

και συλλάβισε τον ήχο

του τζιτζικιού

μονάχα έτσι θα καταλάβαινες

την Ελληνική γλώσσα

τα μοναχικά της πατήματα

σε ακροθαλασσιές

χωρίς μπρος και πίσω

αφού υπάρχει τρόπος

να κερδίσουμε τι άλλο

παρά μια μεταγλώττιση

σιωπής.

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Δέκα Σκυλιά”, 31/07/2015   (μεταποίηση του “Και με φως και με θάνατο”, 18, Σελ. 533)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Σε μια ευγνωμοσύνη απευθύνομαι

κι αντίκρυ μου ο κόσμος ωραίος

χαμένος μες τις αστραπές/

εξαιτίας σου

άγγιξα τα μοναχικά νερά

γεννήθηκα συντροφευμένος

απόψε λυτά κοιμήθηκα

και ξαναδένομαι απ’ το φως

αντίο είπα στα ζώα

κι ακόμη προσεύχομαι

ίσως και να τρέχω/

κλειδιά πελάγους

κι ευχαριστώ που μου άνοιξες τη πόρτα/

σίμωσε αστροπελέκι

στις κορφές το βράδυ

ανεβασμένο/

Μεγάλη Τρίτη/

ανεπανάληπτο δένδρο

σε εξοντώσανε οι ξυλοκόποι/

μας βλαστημάνε οι θεοί

κι έχουνε δίκιο/

είναι χαμένος ο αέρας

στο σώμα του μυστικού αλόγου/

δέκα σκυλιά

η οικογένειά μου

τώρα όλα κι όλα

το κάθε ένα

κι από μια εντολή

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Λάμψη Ήμουν Όλος”, 31/07/2015   (μεταποίηση του “Και με φως και με θάνατο”, 16, Σελ. 531-532)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Μυρίζει δένδρο ο ουρανός

και ξέρει πως να λυγίζει βαθυκύανος

ανάμεσα από αδέσποτα άστρα

το δευτεροπαίδι τους/

διαφάνεια πάλι της στιγμής

ποιός σε φορούσε;/

βουλιάζανε οι θάλασσες

κι εμείς σταθήκαμε μες τις άγιες νύχτες

μαστόροι ανεβασμένοι στο τρίτο κύμα/

νογούσαν βιόλες και φουρτούνες/

επιτέλους έφτασα εκεί

που μυρίζει μονάχα πράσινο

ανέβασε με

ακόμη πιο ψηλά/

ευωδιασμένες θάλασσες

να κάνω μίλια μες το μάτι σας

βλέμμα πελάγους

πριν γεννηθώ

λάμψη ήμουν όλος

ίδιος κεραυνός

που έσκαβε τα σπλάχνα

έψαχνα μήπως και βρω

τον τεταρτοχτυπημένο ουρανό

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Η Είσοδος της Λάμψης”, 30/07/2015   (μεταποίηση του “Είσοδος”, Σελ. 495)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Προς τη μεριά του πελάγους

ουρλιάζει ο ήλιος

μα κανένας δεν τον ακούει/

κάποτε πάλι τα βουνά ξαναγεννιούνται

εδώ δεν είναι παρά η είσοδος

της λάμψης/

όλα πάνε να βουρκώσουνε

εμείς φτάσαμε έξω απ΄ ένα λιμάνι

κι όσοι νογούν τα κύματα

ας μας δούνε με μάτι γυμνό/

ποιός δυνατός αέρας αδίκησε τους αετούς;/

άξαφνα σταμάτησε η φωτιά

παρότι δεν βρέθηκε

κανένας για να την σβήσει/

ούτε καν να γεννηθώ θέλησα

μα τώρα είναι στο παρά πέντε που πεθαίνω

κρατώντας ένα εικόνισμα

και τη φωτογραφική μου μηχανή

οδηγήθηκα βαθιά στο χώμα

περισσεύει τόσος χρόνος

κι εγώ δεν άφησα

ούτε μια μέρα πίσω μου

περηφανεύομαι πως δεν αδίκησα κανέναν

σε κάποιον μάλιστα

χάρισα το τουριστικό οδηγό της Νισύρου

θα φύγω τώρα κι ας μην έχω

καθόλου χρυσάφι στην τσέπη/

αν σου περισσεύει μια στιγμή

ότι κι αν είναι φρόντισε την

ας μην σπαταληθεί/

χέρι, ώμος, σώμα

πάω να βρω τις σάρκες μου

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Ακατοίκητο Νερό”, 31/07/2015   (μεταποίηση του “Και με φως και με θάνατο”, 8, Σελ. 516)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Ψυχής οι φυλλωσιές πουλιού

ακατοίκητο νερό

τώρα δάκρυ που έσπασε

όθε λευκό χελιδόνι βεργωμένο φλέβες

κι εκεί κατάρτια

άκρη άκρη στα ψηλά

άστεγες πέτρες κι ο γιαλός του ουρανού

αλειμμένος σελήνη.

Παγώνι σε προφταίνει η τύχη

μου έφερες σπηλιές

κι επάνω στον λόφο

ένα πένθος

μολύβια και ρολόγια

σας κρατάνε παρέα

στ’ ανοιχτά κάποιου πελάγους

εκεί δίχως να ψάξω

βρήκα το παράθυρό μου

φαγωμένο απ’ τους αγέρηδες

συνομήλικος ενός δένδρου

που με γέμισε λόγια

τώρα τα ‘χω χαμένα

όλος είμαι κλειστά παντζούρια.

Ελένη δεν σου αρμόζει το άσπρο χαρτί

παντού ο αιώνας μας νωπός

τι κοιτάζετε Αιθίοπες;

τα παγώνια, τις αχτίδες;

άγγελοι μάλαμα και πράσινο καλάμι

όπως ένα άστρο αόρατα δεξιά του

νησιά ονείρων φτιαγμένα

από παλαιά κύματα.

Εγώ της γης η καταστροφή

διαθέτω υπομονή θανάτου

και συνεχώς ανεβαίνω

στα δεν πρέπει

της κάθε νύχτας.

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Μυριάδες Μυστήρια Ζωής”, 03/08/2015   (μεταποίηση του ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ, ΧV, Σελ. 528)

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Η Ελληνική επιθυμία για το άριστον/

ολοένα και πιο ανεπαίσθητος ο έρωτας απομακρύνεται/

αλίμονο ποιός θα με ανταμείψει και με τι;

τα παιδικά μου χρόνια επαναστρέφονται

ώσπου θα τους αποδοθεί το θνησιμαίο λευκό

μια πιθανή ίσως λάμψη/

αφομοιωμένο νόημα ο νους κι η αγάπη

κι οι ουράνιες καλαμιές καθώς δεν παύουνε

να αειωζούνε μας δίνουνε την αέναη ευτυχία/

θέλουμε δεν θέλουμε ξοδευόμαστε

όλο και λιγότερο φως στα σωθικά σου

στη διάρκεια της αιωνιότητας μεγαλώνεις

έμαθες πρόσφατα πόσο εύφλεκτα είναι τα πάθη/

θέλω να πω θάμβος κι απόμακρο μαράζι

έτσι όπως δεν παύει η σιωπή

ξεχώρισε τους συριγμούς και γίνε μια συναλλαγή

ανάμεσα στο εκεί ψηλά

και σε κάποιον έρημο τόπο/

λαχταράμε για να συντηρούμαστε

ηλικιώνονται οι άνεμοι και τους χρωστάμε τα σώματά μας

μυριάδες μυστήρια ζωής

καθαρούς τόνους πίκρας

και φωνές οργής/

αλίμονο ο μόχθος των σπλάχνων

ακριβολογεί όπως μια γλώσσα

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Πανίσχυρα Πανάρχαιοι”, 03/08/2015   (μεταποίηση του “ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ, ΧΧ”, Σελ. 530

 

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Κάθε φορά αμάραντος ο αέρας

κι εμείς τι καταφέραμε;

δήθεν πανίσχυρα πανάρχαιοι/

τρέμει λοιπόν απαλλοτριωμένη

η έννοια του ανθρώπου

πόσο αποτρόπαια ανθεκτική

είναι η ηθική των αγριολουλουδιών/

τετραγωνικά απέραντες ηδονές

απλώνονται μες την αναλλοίωτη σκέψη

ενώ εμείς μπορούμε να επεκταθούμε σε όλα

τα σπλάχνα του ήλιου

καθηλωμένοι όπως ένα

βουναλάκι με την προϋπόθεση

πως πέρα ότι κι αν θελήσουμε

αυτοεξουδετερώνεται

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

“Λαμπερό Μονοπάτι”, 03/08/2015   (μεταποίηση του “ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ, ΧΧΙΙ”, Σελ. 541)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

 

Είναι φορές που η μορφή σου

δυσδιάκριτη πάνω απ’ τα μισογκρεμισμένα σπίτια

δροσίζεται στο καταμεσήμερο του ποτέ

πόσοι κάβοι

να λες όχι στο βυθό κι ας βυθίζεσαι/

τόσες βουλιαγμένες αγκαλιές

αισθήματα δίχως ταυτότητα

μελαψή ενσάρκωση του μπλέ

και πάνω στο μαύρο ανεύρετος ο θάνατος

όσο διαβάζω όλο κι ανεβαίνω

με τραβάει ψηλά μια λέξη: ΙΛΙΑΔΑ/

ωραίος ο ποιητής

με τα ύστατα συστατικά του

πλάι στον ήλιο και τη τύχη/

άγριο και λαμπερό μονοπάτι το Άριστον

κι ο Μέγας Αλέξανδρος

αλλάζει σχήμα και μέγεθος

η άγρια ικανοποίηση του Αιγαίου

είναι ότι δεν τελειώνει ποτέ

και τώρα όλοι αναρωτιόμαστε

ποιά είναι η θέση του στον αέρα;/

έφηβο σε κατέβασαν στη ζωή

όπως ένα μικρό κύμα

δυο φορές τον ίδιο θάνατο να έχεις

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

¨Θέλω να σας Πω Τόσα και Πόσα”,  03/08/2015   (μεταποίηση του “ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ, ΧΧVΙΙΙ”, Σελ. 544-545)

Χθές ήταν καταμεσήμερο

κι εγώ ονειρεύτηκα περιστερώνες θάλασσας

χιλιάδες χρόνια σαν μικρά παιδιά καταφρονεμένα/

περπατάμε κάτω απ’ τον ουρανό

και πάνω μας οι κάβοι

όλα θα αλλάζουν

οι ανεμόμυλοι γέρικοι γεννούν ψυχές

τα ίδια αυτά σπλάχνα κάτι θέλουν να πουν/

βρίσκουμε Παράδεισους προς τη

 κατεύθυνση της ύλης

σκύβουμε ολοένα και σκύβουμε

καμμιά φορά γινόμαστε θεμέλια νησιών

πάνω στα γαλάζια γαλήνια νερά

 αυθόρμητες κινήσεις ποίησης/

που κοιμόμαστε;

σε ερημοκκλήσια αληθινά και δίκαια

στους τρούλους της αγάπης

ο εαυτός μας μια γεωμέτρια αισθήσεων

θέλω να πω τόσα και πόσα

πιο ηθικός απ’ τον ήλιο

ε πια δεν γίνεται/

χαραγμένος στον καυτό εκείνο λόφο

ολόιδιος όρμος ανάστασης

ακουμπήστε πάνω μου

καιούμενο ελευθερίας

αναπάλσεις θαυματουργές κι ανατάσεις

έχω τις ίδιες φυσικές ικανότητες

όπως και τ’ αμπέλια/

ο Πλάτωνας

τυλιγμένος αρχαία σκαλοπάτια

σαν πέτρινο σκαλί

που πάει ψηλά

ένα ασημένιο τίποτα/

καλείς τους αιώνες και περισσεύεις

“να βρω ποιός είμαι”

ξορκίζοντας ότι είναι ακατανόητο

ανήμπορο συναπάντημα από χιλιάδες ευτυχίες/

έτσι κάπως θησαύρισα

ανίσχυρα ηφαιστειογενής

φύτεψα σ’ αδόκητο χώμα

γαλάζια αρχαίος

και να με μακριά

απ’ ότι έδωσα

απόμειναν μονάχα τα μάτια

έρμαιο ζωής

πάω στους αθώους φονιάδες

και τις Παναγιές

αθαυματούργητος

κανείς δεν ακούει

τώρα που πατώ την ΕΞΟΔΟ

 © HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015

 


 

Ποιητική Συλλογή “Παντοτινό Φως”

 (μεταποίηση της ποιητικής συλλογής

“ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ”, 1945)

 

¨Εισάκουσε με”,  29/08/2015   (μεταποίηση του “Α’ “, Σελ. 103)

e-kanali-ena-karagiozis1[1]

Σκυφτός στεναγμός ίσκιου/

ομβριμόμυθος αγωνιάς/

ποιό σιωπηλό όπλο εκπυρσοκρότησε;

‘πάντων τε τελευτή’

η αυτοκτονία καθαρτήρια/

κοκκαλιάρικα βουνά

που ο κόπος τους λάμπει/

παντογενέθλια σημαία

και μια νεροσταγόνα δόξας

(καθώς εχιόνιζε)

εκεί εκατοικούσε ο καιρός μας

κι οι παρθένοι ήλιοι/

με κρύα μαλλιά ο Ζεύς καταβάτης

αγριεύει τους χειμώνες

έχοντας άφθαρτο μυαλό

μπαίνει πολυτίμητος στην σκέψη/

θεία που εβάραιναν τον ουρανό/

αιολόμορφα πόδια γυναίκας/

η θεά των βράχων και της ερημιάς

άμεπτη/

εισάκουσε με

άλογο θαλασσινό κι ουράνιο

και κάμποσα τραγούδια

η οπλή τους

χτύπαγε πάνω στα νερά

περικλείωντας ακόμη και τη σιωπή

εκεί που πρώτα

ο κόσμος είχε καλογερέψει/

κι ο Πλάτωνας πλατάγιαζε

κάπου ψηλά

στις κορφές ματιών

λυτρωτικών/

καβαλάρηδες ταξιδεύουν

από πλάτη σε πλάτη

οι υψίβουες τους ράχες

φάνηκαν τώρα σαν

ψίχα χαράς

και κείτονται οι βασιλιάδες

λουλουδιασμένοι/

φυτάλιες αμυγδαλιές

κάτι κακό θα σπείρουν

χόρτα, χέρια κι η φήμη του Χριστού

τρίχες πολλές από άκρατα πλούτη

αστραπιαία/

η αρχή των πάντων σβήνει

πιάσε το ανθρώπινο χέρι

και δίνε υγίειαν/

τήνδε τοι ημείς

τα όρνια

με λεβέντικες φτερούγες

σκούντημα αγέρα

και κάπως έτσι σταμάτησαν

για να προσευχηθούνε

απάνω στις χαράδρες/

© HELLENIC POETRY, MENELAOS KARAGIOZIS, 2015


 

 

 

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *