Navigation Menu+

Σπύρος Τσακνιάς 1929-1999, Αμαλία Τσακνιά 1932-1984

Posted on May 14, 2015 | 0 comments

 

Σε αυτή την ιστοσελίδα θα παραθέσουμε κάποια ποιήματα από δυό ποιητικές συλλογές:

1. ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

2. ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1969-1984, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

όπως και την μεταποίηση τους απ’ τον Μενέλαο Καραγκιόζη.

 


 

Α. ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ 1929-1999

Ο ποιητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Σπύρος Τσακνιάς (1929-1999) γεννήθηκε στη Λαμία. Σπούδασε οικονομικά στην Αθήνα και παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου. Μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αλλά στη συνέχεια σταδιοδρόμησε ως στέλεχος επιχείρησης φαρμάκων. Από τη μεταπολίτευση ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική κριτική. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1951, με το ποίημα “Γράμμα σ’ έναν ποιητή”, στην εφημερίδα “Δημοκρατικός Τύπος”. Υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού “Γράμματα και Τέχνες”, των ανθολογιών μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής λογοτεχνίας των εκδόσεων Σοκόλη και διευθυντής της σειράς “Οι ποιητές του κόσμου” των εκδόσεων Εγνατία. Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά (“Το Δέντρο”, “Η Λέξη”, “Σχεδία”, “Τραμ”, “Διαβάζω”), καθώς και με εφημερίδες (“Η Αυγή”, “Η Καθημερινή”, “Η Πρώτη”, “Τα Νέα”). Ήταν παντρεμένος με την ποιήτρια και μεταφράστρια Αμαλία Τσακνιά. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1999. Πηγή: Βιβλιονετ

 

 

1494

 

images-3

 


ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ [1952-1976]

ΙΙ

Μελαγχολία, Σελ. 57
Έτοιμοι ήσαν να κρυσταλλωθούν οι στίχοι·
ανεδύθη όμως η μορφή σου
μια υγρασία θερμή να με τυλίγει
ως τον πνιγμό.
Και το ποίημα διελύθη
σε μια συνήθη βραδινή
μελαγχολία.
© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

ΙΙΙ

ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΤΙΓΜΗ, Σελ. 64

Ένα λευκό πουκάμισο
μια βρώμικη φανέλα
ένας φίλος που ξέκοψε
μια γνωριμία που απεμάκρυνα ευσχήμως
το κορίτσι που δεν μ` αγάπησε
η γυναίκα που μ`άφησε αδιάφορο κι ας μ`αγαπούσε
μια δουλειά που παράτησα
μια θεσούλα που αγκιστρώθηκα επάνω της με πείσμα
κι ένα πλήθος άλλα
μικρά ή μεγάλα περιστατικά
σκέψεις αισθήματα συμβάντα
για μια στιγμή
πήραν μορφή και σχήμα
σαν
από μόνα τους
ξαφνικά
και στήθηκαν εμπρός μου επιμένοντας
πως είναι “η ζωή μου”.
Για μια στιγμή κλονίστηκα·
για μια στιγμή.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΕΡΓΙΟ, 1976

 

 

 

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ, Σελ. 78

Σε περίμενα ως τις δώδεκα τα μεσάνυχτα σ’ εκείνο το

καφενεδάκι κοντά στο πρακτορείο των υπεραστικών λεωφο-

ρείων που όλα ήταν τόσο βρώμικα και τόσο λυπητερά.

Σε περίμενα ξέροντας πως δε θα ‘ρθεις απολαμβάνον-

τας μπορώ να πω αυτή τη βεβαιότητα και την επιμονή

μου να την αποδείξω στον εαυτό μου. Όσα μου είπες ύ-

στερ’ από χρόνια πως σ’ είχε πάρει από πίσω ένας χαφιές

και προτίμησες να θυσιάσεις τη συνάντησή μας παρά να

με μπλέξεις σε κάποιο κίνδυνο που εγώ δεν είχα προαπο-

φασίσει μου φανήκαν απολύτως πιστευτά. Στο μεταξύ

είχες παντρευτεί κι είχες φυσικά αποκτήσει δυο παιδιά.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

ΟΥΡΑΝΙΑ ΤΟΞΑ

 

ΣΤΟ ΒΥΘΟ, Σελ. 258

Χωρίς λουλούδια χωρίς σημαίες χωρίς
τις μικρές -ή μεγάλες-
αυταπάτες. Ανοίγοντας
μονοπάτια στη στάχτη.
Με την κλεψύδρα στο χέρι. Και
τον εξάντα των ορθών συλλογισμών.
Στον
ωκεανό της πλάνης.

Μ`ένα όνειρο – σκάφανδρο
προσεγγίζω το βυθό.

Το σύμπαν διαθλάται.
Ο χρόνος συνθλίβεται.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

ΧΑΜΗΛΟ ΒΑΡΟΜΕΤΡΙΚΟ, 1987

 

ΚΑΠΝΙΖΟΝΤΑΣ Μ’ ΕΝΑ ΦΙΛΟ, Σελ. 279

Κάποτε θα μετακομίσω. Θα εγκατασταθώ μονίμως σε

ένα ευρύχωρο παρελθόν δίπλα στη θάλασσα. Το σούρου-

πο θ’ ακούω τον ουρανό να ψιθυρίζει μυστικά στις μο-

λόχες και τα χαμομήλια. Μετά θ’ ανοίγω τα παράθυρα

στις σκιές της νύχτας. Περνούν

τα χρόνια, ασπρίζουν, γίνονται σαν τις λαμπάδες της

Αναστάσεως. Και τι ποιήματα θα γράψεις που θα τα

πάρουνε τα κύματα. Προσπαθώ απλώς να διατηρήσω

μερικά φαντάσματα, όμως το σπίτι είναι γεμάτο χαρα-

μάδες, βγαίνουν στο δρόμο, τα πατάνε τ’ αυτοκίνητα.

Πώς μπορεί να μένει αδιάφορος κανείς μπροστά σε

τόση καταστροφή; Κι όμως, τον περισσότερο καιρό δεν

συλλογίζομαι τίποτε ή θυμάμαι κάτι ξεχαρβαλωμένες

μελωδίες και στεναγμούς αποχαιρετισμών ή παίρνω μια

γομολάστιχα και σβήνω λογαριασμούς που μια ζωή κρα-

τούσα με σχολαστική ακρίβεια. Τότε

έρχεται ένας ηλικιωμένος άντρας με πράο ύφος κι ά-

σπρα μαλλιά, κάθεται διστακτικά στην άκρη του καναπέ

όπως κάνουν πάντα οι φτωχοί. Η ανάσα του μοσχοβο-

λάει άγια σοφία, θέλω να του πω πως έτσι φανταζόμουν

πάντα τη δικαιοσύνη, αλλά φοβάμαι ότι κι οι πιο ανώ-

δυνες λέξεις θα σκοντάψουν στην άτρωτη αμηχανία του.

Του μιλώ απλώς για τα μελλοντικά μου σχέδια και για

τη μετακόμιση, εκείνος ακούει με προσήνεια ώσπου

το σούρουπο γυρίζει σε βαθύ σκοτάδι και δεν διακρίνον-

ται παρά οι καύτρες των τσιγάρων μας. Φεύγει αθόρυβα

ψιθυρίζοντας καληνύχτα κι εγώ ντρέπομαι που μια καλή

φιλία σκέφτηκα προς στιγμήν να την πω δικαιοσύνη.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 

images-3

ΑΛΛΟΘΙ, Σελ. 305

Θα μαζέψω μιαν αγκαλιά σπάρτα, κλωνάρια μυγδαλιάς,
να ζεστάνω το μοναχικό σπίτι,  τ’ άδειο δωμάτιο.  Θα
συμμαζέψω τα σκορπισμένα χαρτιά, θα πετάξω τ’ απο-
τσίγαρα, θα συγυρίσω τ’ ανάρμοστα όνειρα, τις ατίθασες
μνήμες. Θα διώξω

τον ίσκιο που ρίχνουν οι λέξεις πάνω στα ποιήματα,
τον ίσκιο που ρίχνουν τα ποιήματα πάνω στη δυστυχία,
να μείνει ανόθευτο το βράδυ κι η γαλήνη του,   κι ο πό-
νος, γυμνό μαχαίρι,  ν’ αστράφτει στο σκοτάδι. Όχι

δεν με τρομάζει το σκοτάδι. Νυχτοβατώ ανάμεσα σε
πράγματα που ήταν κάποτε ανθρώπινα κι έγιναν φαντά-
σματα: ο σκυθρωπός καθρέφτης,  η βαρύθυμη καρέκλα,
τ’ απαρηγόρητο σκαμνί, η απελπισμένη σιφονιέρα. Όχι

δεν προσπαθώ να σας γελάσω: Αν είναι να ζήσουμε
δίχως αυταπάτες,  πρέπει να συνηθίσουμε στο πολικό
ψύχος ενός μοναχικού σπιτιού, ενός άδειου δωματίου.
Γι’ αυτό στρέφομαι στ’ αγριολούλουδα, τα βότανα, τ’ άν-
θη της σέρας, τα εξημερωμένα φυτά. Είναι κι αυτό ένα 

άλλοθι,  ή μια ακόμη αυταπάτη,


-η τελευταία αυταπάτη. Μη με ρωτήσετε ποιος
φταίει,  δεν ξέρω ποιον να κατηγορήσω κι αν είναι σκό-
πιμο ν’ αναζητούμε πάντα κάποιον ένοχο ή κάποιο εξι-
λαστήριο θύμα ή μήπως είναι απείρως προτιμότερο να
ζούμε με την υποψία μιας απέραντης αθωότητας.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000.

 

 

 

images-3

 


 

ΟΡΑΤΟΤΗΣ ΜΗΔΕΝ, 1992

ΞΗΜΕΡΩΜΑ, Σελ. 320

Θαμποχαράζει όταν κλείνω το βιβλίο
με τόσα αινίγματα στο μυαλό
πώς θα κοιμηθώ
βλέπω
χέρια να χτυπούν πλήκτρα
μα δεν ακούω μουσική
ακούω πυροβολισμούς
αλλά δε βλέπω δολοφόνους
όμως το σπίτι
γέμισε σκοτωμένους
ο κήπος γέμισε φαντάσματα
κάθονται κάτω απ’ την κληματαριά
κάτω απ’ τα πλατιά μαύρα καπέλα τους
πότε-πότε σηκώνουν τα κεφάλια τους
σα να ψάχνουν για σημάδια στον ουρανό
κι ύστερα χάνονται
στο μεγάλο σχήμα της αυγής.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000.

 

ΕΠΙΦΥΛΑΚΗ, Σελ. 325

Το χέρι που με αβέβαιες γραμμές
σχεδιάζει τη μορφή σου
είναι η σαρκοφάγος
ενός χαμένου προσανατολισμού
δεν έχει βαφτεί στο αίμα κανενός
κάνει το σημείο του σταυρού
ή μαζεύει βότανα
κόβει το ψωμί
ή χαϊδεύει το κεφάλι του σκύλου
που κοιμάται
στη σκιά της ιτιάς

το χέρι που ονειρεύεται να σφίξει
τ’ αστραφτερό μαχαίρι
διανυκτερεύει
μέσα στα δικά σου χέρια.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000.

images-3

 

ΣΙΩΠΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ, Σελ. 334

Η γυναίκα που βγαίνει απ` τον ύπνο

με τα όνειρά της αχνιστά

στο σκοτάδι που λάμπει απ` την επιθυμία του φωτός

όπως φαρμακερό ποτάμι

που σκίζει στα δυό τον κοιμισμένο κάμπο

μια νύχτα μ` αφρισμένο φεγγάρι

παλεύει να κρατήσει στην αγκαλιά της

την άσαρκη εικόνα του φονιά

ενώ η παλίρροια ανοίγει το χορό των νερών

και τα φύλλα πριν γίνουν φυτόχωμα

στροβιλίζονται με το γύρισμα του χρόνου.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000.


 

char_omorf

 

Και η μεταποίηση του απ΄τον Μενέλαο Καραγκιόζη:

 

Στις όχθες μας παιδικής ηλικίας

δείτε με

καθώς τιτιβίζω

φωτογραφίες από βατράχια  ξεθωριασμένα

γίνομαι ορατός

μέσα τους εκεί ακούω

τα τόσα επεισόδια φθαρμένα

κάποιας κάποτε άλλοτε

φανταχτερής ζωής

ζήσαμε κυνηγημένοι

απ’ το κρύο

κι είχαμε ψυχές

μελανιασμένες

κι αν δεν με πιστεύετε

ενός άλλου ανθρώπου

η λύπη είναι

μάρτυρας μου

θα σας διηγηθώ ένα συμβάν

ελαφρώς ποιητικό:

αχρώματες σκιές  σπουργιτιών

οι αγαπημένοι μου ψίθυροι

στις γκρεμισμένες λίμνες πάνω

στέκεις και ξεψυχάς ομίχλη

© MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2015

 


 

images-3

 

 

ΑΜΗΧΑΝΙΑ, Σελ. 339

Σχήματα ρευστά κινούμενα όνειρα
σκιές διαλυμένες και ρωγμές
να μπαίνεις ελεύθερα στον κόσμο ή να βγαίνεις
είναι καλό επιχείρημα η ελευθερία
για να ερωτεύεσαι ή να φυγομαχείς
ν’ αφομοιώνεις το σύμπαν ή να λικνίζεσαι
με τις ανταύγειες του νερού που λάμπει
ή ν’ ανγναντεύεις το περιστέρι στο καμπαναριό
του Αγίου
ν’ αφήνεσαι άβουλα στη βία των ειδήσεων
εσύ που είχες ποθήσει λίγον ύπνο στη δροσιά
των φίλων
ν’ ακούς τη σιωπή να θρυμματίζεται απ’ τις οπλές
του χρόνου χωρίς να ξέρεις πώς να μπεις
στο θάνατο
ή πώς να σταματήσεις το χορό των σκιάχτρων.

© ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1952-1992, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000.

 


 

 

char_omorf

 

 

Και η μεταποίηση του απ΄τον Μενέλαο Καραγκιόζη:

 

 

Σε αγναντεύουν οι σκιές σου

πως λάμπεις σαν σκιάχτρο

ρευστό σχήμα αγίου είσαι

λικνίζεσαι στα φτερά ενός περιστεριού

απ’ τις ρωγμές του καμπαναριού

αφήνεσαι να θρυμματίζεσαι

αφομοιωμένος όνειρα

μπαινοβγαίνεις ελεύθερα στο σύμπαν

άβουλη κίνηση θανάτου

οπλές σταματημένες εκεί

η βία είναι κι αυτή

ένα καλό επιχείρημα

φυγομαχείς ανταύγειες

ελευθερίας κι έρωτα

αφήνεσαι στους ύπνους

των φίλων σου

και δροσισμένος σιωπή

χορεύεις

έχεις ποθήσει πολύ

λίγο νερό

αδίψαστος μπαίνεις

στη λίμνη και πνίγεσαι

ή βγαίνεις

ψιθυρισμένος κύματα

κρύα

ΑΜΗΧΑΝΙΑ

κι ύστερα πάλι γράψιμο

© MENELAOS KARAGIOZIS, HELLENIC POETRY, 2015

 

 

ΠΗΓΗ: ΒΡΕΛΟΚ

 


 

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ, ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ

Ωδή στη χαρά
—Miroslav Holub—

Μετάφραση: Σπύρος Τσακνιάς

Αγαπάς μόνο
όταν εις μάτην αγαπάς.

Δοκίμασε κι άλλο ραδιοανιχνευτή
‘κει που απέτυχαν οι δέκα,
πάρε διακόσια κουνέλια
όταν τα εκατό έχουν πεθάνει:
μόνο αυτό είν’ επιστήμη.

Ζητάς το μυστικό.
Μια λέξη μόνο:
πάλι.

Στο τέλος
ένα σκυλί κρατάει στα δόντια
το ειδωλό του στο νερό,
καρφώνουμε στον ουρανό το νέο φεγγάρι,
σ’ αγαπώ.

Σαν καρυάτιδες
τα υψωμένα χέρια μας
σηκώνουν το γρανιτένιο φορτίο του χρόνου

και νικημένοι
θα κερδίζουμε πάντα.

 

Άνοιξα το βιβλίο στην τύχη. Τα στοιχεία μού ήταν ξένα, ασυνήθιστα. Οι σελίδες, φθαρμένες και τυπογραφικά φτωχές, ήταν στοιχειοθετημένες σε δύο στήλες, όπως στη Βίβλο. Το κείμενο ήταν πυκνοτυπωμένο, σε διάταξη στίχων. Στις πάνω γωνίες των σελίδων υπήρχαν αραβικοί αριθμοί. Πρόσεξα πως μια σελίδα στ’ αριστερά έφερε τον αριθμό (ας πούμε) 40.514 και η σελίδα που ήταν απέναντί της τον αριθμό 999. Γύρισα το φύλλο· ήταν αριθμημένο με έναν οκταψήφιο αριθμό. Έφερε, επίσης, μια μικρή εικόνα, του είδους που βλέπουμε στα λεξικά — μια άγκυρα σχεδιασμένη με πένα και μελάνι, σαν καμωμένη απ’ το αδέξιο χέρι ενός μαθητή.

Τότε ήταν που ο ξένος είπε: «Κοιτάξτε καλά την εικόνα. Δεν θα την ξαναδείτε ποτέ».

Σημείωσα το μέρος κι έκλεισα το βιβλίο. Ευθύς αμέσως, το ξανάνοιξα. Μάταια έψαξα, σελίδα προς σελίδα, για την εικόνα της άγκυρας. «Μοιάζει σα μετάφραση των Γραφών σε κάποια γλώσσα των Ινδιών, έτσι δεν είναι;» είπα για να κρύψω την ανησυχία μου.

«Όχι», απάντησε. Έπειτα, σα να εμπιστευόταν κάποιο μυστικό, χαμήλωσε τη φωνή. «Απόχτησα το βιβλίο σε μια πόλη, στον κάμπο, για μερικές ρουπίες και μία Βίβλο. Ο ιδιοκτήτης του δεν ήξερε να διαβάζει. Υποψιάζομαι πως έβλεπε το Βιβλίο των Βιβλίων σα φυλαχτό. Ανήκε στην κατώτατη κάστα· κανείς, εκτός από τους άλλους παρίες, δεν θα μπορούσε να πατήσει τον ίσκιο του χωρίς να μολυνθεί. Μου είπε πως το βιβλίο του λεγόταν Το Βιβλίο της Άμμου, γιατί ούτε το βιβλίο ούτε η άμμος έχουν αρχή και τέλος.

Χ. Λ. Μπόρχες, Το βιβλίο της άμμου, μετάφραση: Σπύρος Τσακνιάς, Νεφέλη, Αθήνα 1982. Από το ομώνυμο διήγημα.

 

ΠΗΓΗ: TUBMLR

 

img9_2


Β. ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, 1932-1984

 

Η Αμαλία Τσακνιά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1932. Το 1950 αποφοίτησε από το Αμερικανικό Κολλέγιο Θηλέων και εργάστηκε από το 1953 μέχρι το 1968 στη φαρμακευτική εταιρεία ΑΒΒΟΤΤ. Ήταν παντρεμένη με τον ποιητή και κριτικό Σπύρο Τσακνιά (1929-1999), με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Το 1953 δημοσίευσε την εμπερίστατη ανθολογία “Κινέζικη ποίηση”, την οποία δούλευε και εμπλούτιζε συνεχώς. Το 1977 κυκλοφόρησε, ιδίοις αναλώμασιν, συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων της (έγραφε από παιδί) με τίτλο, “Το δέντρο”. Μέχρι το θάνατό της (1984), μετά από επώδυνη ασθένεια, συνέχισε αδιαλείπτως να γράφει και να μεταφράζει ποίηση, πεζογραφία και θέατρο. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά και μεταφραστεί στα γερμανικά, αγγλικά και σλοβένικα. ΠΗΓΗ: ΛΑΦΥΡΑ

 

 

64916

 

 

 

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ [1977]

 

images-4

 

ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ [1969]

 

Σελ. 17.

 

Ήταν να γίνει δέντρο

μα δεν έγινε

κι αντί για δέντρο

έγινε στοιχειό

π’ αργοσαλεύει στα θεμέλια.

Δεν πρόκειται όμως τώρα

για το σπίτι·

αυτό είναι κάστρο

είναι θεριό

και καμαρώνει

με τα παράθυρα ορθάνοιχτα

στο πείσμα των ανέμων

με τα πορτραίτα των χαμένων ηρώων

στους τοίχους

με το κόκκινο γεράνι της αυλής

αμάραντο.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

Σελ. 22

Ήρθα

με μιαν ακαθόριστη διάθεση

τάχα σα να ξεπλήρωνα ένα χρέος

ή κάτι σα να ξέχασα

στο τραπεζάκι

μια διάθεση ακαθόριστη

κι ωστόσο

ήρθα να σου μιλήσω

για να συνεχίσω το διάλογο

που κόπηκε

δεν ξέρω πότε ούτε γιατί.

Μα το περίεργο είναι

πως δεν υπήρξε ποτέ διάλογος.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000


Σελ. 27

Δεν ήμουνα πια εγώ.

ο άνεμος έσβησε τ’ αχνάρια μου

απ’ τη μνήμη σου

για πάντα.

Τι έφταιξε;

ίσως που δεν άκουσες ποτέ

τον ήχο της φωνής μου

ίσως αυτή χαράζεται βαθύτερα

δεν ξέρω.

Μίλησες

για τον καιρό

το τελευταίο ναυάγιο

και τη γρίπη.

Κι εγώ που ήρθα εδώ

σαν να μην είχα λείψει

ούτε ένα βράδυ.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 

 

Thumbp482

 


 

 

 

images-4

BLUE BELL [1969]

 

Σελ. 37

Εμείς φτάσαμε μέχρις εδώ

μισοχορτάτοι

μισοδιψασμένοι

λίγο πριν απ’ την ικανοποίηση

λίγο πριν απ’ την επιτυχία

κάποτε παρ’ ολίγον ήρωες

κάποτε λιποτάχτες

πότε στα πρόθυρα της αυταπάρνησης

πότε στα πρόθυρα της προδοσίας

μα πάντα κάπως έτσι

ανολοκλήρωτοι.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

images-4

 

ΣΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΜΟΥ [1976-1977]

 

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΛΗΓΩΝΟΥΝ, Σελ. 72

Μιλώ για τους κριτές μας που μας βάζουνε προσεχτικά

–οργανισμούς προς έρευνα- με μια λαβίδα

σε μικροσκόπια υψίστης ακριβείας

και καταλήγουν με σαφέστατους προσδιορισμούς:

δειλία τόση

τόση ανευθυνότης

ροή συγκεχυμένων ιδεών

ελάχιστα κύτταρα ωριμότητος

αγωνιστικότης μάλλον ασήμαντος

ειδικόν βάρος πενιχρόν.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

“Μεταμορφώσεις”, Σελ. 81

Φαίνεται πως κι οι πιο μικροί

έχουνε τις μεγάλες τους ώρες.

Αθόρυβοι, ασήμαντοι και ταπεινοί

έρχεται μια στιγμή που μας ξαφνιάζουνε

γενναίοι, μεγαλόψυχοι κι ωραίοι.

Μόνο να μη γινόταν και τ’ αντίστροφο,

σαν οι μεγάλοι και οι εκλεκτοί

οι στυλοβάτες κι η παρηγοριά μας

έτσι κάποτε ξαφνικά και ανεξήγητα

μεταμορφώνονται σε όντα μικροσκοπικά

και κουρελιάζουν την εμπιστοσύνη μας

με κωμικές κι αβέβαιες χειρονομίες.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

“Σε φίλο ποιητή”, Σελ. 85

Ένα φθινόπωρο για σένα

ένα για μένα.

Μια κατακόρυφη πτήση για σένα

μια κατακόρυφη πτώση για μένα.

Η αναζήτηση του αναλλοίωτου για σένα

η επιβεβαίωση της φθοράς για μένα.

Η γλύκα της μελαγχολίας για σένα

η πίκρα της απελπισίας για μένα.

Μα πάντοτε παράλληλα και ταιριασμένα:

Ένα για σένα

ένα για μένα.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 

 


 

 

images-4

 

ΑΦΥΛΑΧΤΗ ΔΙΑΒΑΣΗ [1978]

 

“Στο τσίρκο”, Σελ. 167

Δε θα τα βγάλω πέρα

με τούτο το καινούργιο νούμενο·

τα ειδικά προσόντα

φαγωθήκανε

σε αλλεπάλληλα σχοινιά

ενώ

κάτω προσμένει το κοινό

αχόρταγο

και τα θηρία ξερογλείφονται

μες στα κλουβιά τους.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 

 


 

ΧΙΟΝΙ, Σελ.  176

Σφίγγει ο κλοιός· όπου και να ΄ναι

θα καταθέσεις

σχέδια κι οπλισμό.

Μα όχι απόψε·

χιονίζει ακόμα στο κατώφλι μας

νιφάδες εύθραυστες ανάλαφρες

σαν υποσχέσεις.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

 

char_omorf

 

Η μεταποίηση του από τον Μενέλαο Καραγκιόζη (UXBRIDGE, UK, 15th MAY 2015):

 

 

Όχι απόψε

αναπνέεις χωρίς δυσκολία

συνδεδεμένος με το

life support machine

σκαρφάλωσες σ΄εύθραυστες κορφές

ανάλαφρα βουνίσιες

θα καταθέσεις ποιήματα πολλά

κι άσπρο χαρτί-θησαυροφυλάκιο

στέκεσαι μπροστά του σαν τσολιάς

χιονισμένος στίχους ήσουν

όπου κι αν είσαι

στο κατώφλι μιας αχαλίνωτης ορμής

υπάρχεις πάντα

όλα σου τα κρυφά σχέδια

υποσχέσεις-νιφάδες

© ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ, HELLENIC POETRY, 2015

 


 

 

images-4

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΠΑΤΗ, Σελ. 177

Στο τέλος θα συμμαχήσω μ’ αυτόν το δύστροπο χειμώνα

θα υποκύψω στα καπρίτσια του

την αχαλίνωτη ορμή του

και δε θα δώσω αφορμή για υποψίες·

αρκεί να υπάρχει πάντα το κρυφό παράθυρο

και στο πρώτο χτύπημα στο τζάμι

και μόνο στην ιδέα ενός κελαϊδισμού

εκεί, αθόρυβα κι αδίστακτα

θα τον προδώσω.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

 

char_omorf

 

Η μεταποίηση του από τον Μενέλαο Καραγκιόζη (UXBRIDGE, UK, 15th MAY 2015):

 

Αν κι οπλίζεσαι κελαϊδίσματα

το τελευταίο σου φτερούγισμα

απάτη ήταν

υποψιάζεσαι πως κι η ζωή

αφορμή είναι θανάτου

χτυπά την ουρά της

στους καθρέφτες

όπως μια γάτα

και νομίζει πως

αυτομαστιγώνεται

σφίγγεις αθόρυβα

κάποιας ιδέας

την αδίστακτη καρδιά

αρκεί να υπάρχει

γύρω σου

ο κλοιός από λίγο αίμα

σε προδίδουν τα καπρίτσια

κάθε μοναξιάς

κι όμως δεν υποκύπτεις

συμμαχείς

με τις απουσίες

όλων των άλλων

κρύβεσαι πίσω από

δύστροπα παράθυρα

που  ‘χουν θολά τζάμια

μισόκλειστα

μήπως κι αποφύγεις

τους χειμώνες

© ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ, HELLENIC POETRY, 2015

 


 

images-4

 

ΤΟΙΧΟΙ, Σελ. 179

Τα βουνά δε μετακινούνται·

ποτίζονται απ’ το χιόνι

και γλυκαίνουν.

Οι τοίχοι

δεν απορροφούν το δάκρυ.

Κατεδαφίζονται.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

char_omorf

 

Η μεταποίηση του από τον Μενέλαο Καραγκιόζη (UXBRIDGE, UK, 15th MAY 2015):

 

Δεν μετακινούνται οι τοίχοι

ποτίζονται χρόνια

και γλυκαίνουν τα βουνά

ένα κατεδαφισμένο δάκρυ

απορροφημένο απ’ το χιόνι

© ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ, HELLENIC POETRY, 2015

 


 

 

images-4

 

 

ΕΝΥΔΡΕΙΟ, Σελ. 184

Φιλάρεσκα

νωχελικά

μονότονα

φωτογραφίζεται

κολυμπά

ζευγαρώνει.

Τουρίστες, μαθητές, περίεργοι,

ζώνουν το γυάλινο τείχος

το διάφανο τείχος.

Όταν νυχτώνει

πελώρια πελαγίσια κύματα

ζώνουν το γυάλινο τείχος

το άθραυστο τείχος.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

char_omorf

 

Η μεταποίηση του από τον Μενέλαο Καραγκιόζη (UXBRIDGE, UK, 15th MAY  2015):

 

Ένα μονότονο τείχος από φωτογραφίες

άθραυστο το παρελθόν

πελαγίσια δειλινά και πελώριες νύχτες

 πόσο διάφανα φιλάρεσκος

που ‘ναι  ο ποιητής

μες το στενάχωρο ενυδρείο λίγων στίχων

κολυμπά νωχελικά

ζευγαρώνει με διάφορους

εαυτούς-μαθητές ΤΟΥ

σίγουρος πως δήθεν όλοι

ανήκουν ΚΑΠΟΥ

εκτός απ΄εκείνον

τουρίστας αφού συνεχώς ταξιδεύει

τον ζώνουν περίεργα κύματα

γυάλινα

επιπλέει εύθραυστα

σε ήδη ραγισμένα ενυδρεία

© ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ, HELLENIC POETRY, 2015


images-4

 

 

ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ [1982]

 

 

ΡΕΒΕΚΚΑ, Σελ. 212

Ρεβέκκα

παίξε κάτι απόψε για μένα

είμαστε πάλι εδώ η πιστή συντροφιά

μικρές ζαλισμένες μέλισσες

στα χλωρά μαλλιά σου

την ώρα που οι σονάτες χυμούν στα παράθυρα

κι ανατριχιάζει ο δρόμος με τους ευκαλύπτους.

Η Ρεβέκκα δεν είναι όραμα

δεν είναι σύμβολο ποιητικό η Ρεβέκκα

πηγούλα στην ξερολιθιά

λεύκα ψηλή στ’ ασήμαντα περιβολάκια μας

μικρούλα ιέρεια τελετουργούσα

κι εμείς πιο πέρα

ο χορός των αγίνωτων χλωμών κοριτσιών.

Ρεβέκκα

παίξε κάτι απόψε για μένα

ήρθα κοντά σου

πάντα εκστατική·

μα πρώτα διώξε αυτή την ξέπνοη στεγνωμένη γυναίκα

που μέρες τώρα μ’ ακολουθεί

και διεκδικεί τ’ όνομά σου.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

“Παρομοιώσεις”, Σελ. 217

Κάπου θα μοιάζει·

σαν αστροπελέκι

μ’ ανέφελο ουρανό

σαν τύψη σε τραπέζι γιορτινό

σα βακτήριο σε φιάλη αποστειρωμένη

σα χαλασμένη ρίμα

σαν τον αχινό

βαθιά μέσα στο πέλμα

σαν το δηλητήριο

σαν το παράπονο παιδιού αδικημένου

π’ αποκοιμιέται μ’ ένα στεναγμό

σαν τ’ αποκηρυγμένο ποίημα

που εκδικείται.

 © ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

 

images-4

 

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΧΘΗ [1984]

 

“Η τελευταία ψήφος”, Σελ. 251

Ευτυχώς με την ψήφο της Αθήνας

όλα τακτοποιήθηκαν.

Κι ο Ορέστης είχε εξουθενωθεί

και οι Ερινύες το ‘χαν παρακάνει.

Όσο για το θέμα της δικαιοσύνης

το συζητάμε αργότερα.

Έχουμε πίσω μας τόσους αιώνες.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ [1978-1979]

 

“Δρόμοι μονής κατευθύνσεως”, Σελ. 291

Σοφό το σύστημα του καιρού μας με τους δρόμους μο-

νής κατευθύνσεως

γιατί σκέψου με το δικαίωμα επιστροφής τι ξεβόλεμα

τι συνωστισμός

ξεπουλώντας το βιός μας ξεκινώντας χωρίς αποσκευές

εκείνοι που τραβούν μπροστά θα ρωτούσαν έκπληκτοι

γιατί γυρίζουμε

κι εμείς αμήχανοι θα ξεφεύγαμε μην ξέροντας πώς

ν’ αποκριθούμε.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

«Παλινδρόμηση», Σελ. 298

Αφού το αύριο σκοτεινό κι αβέβαιο

και το παρόν τόσο δυσκίνητο, μας απελπίζει,

βρήκαμε θύμα εξιλαστήριο το παρελθόν

και πιλατεύουμε άσπλαχνα και αδιάντροπα

ως και τ’ αθώα εκείνα παιδικά μας χρόνια.

© ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΙΓΜΗ, 2000

 


 

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *